Πολλά έχουν ειπωθεί γιο την πρόσφατη απόφαση της Κυβέρνησης, που δίδει τη δυνατότητα σε μαθητές να απαλλαγούν από τη συμμετοχή τους στο μάθημα των θρησκευτικών με αναιτιολόγητη δήλωση των κηδεμόνων τους. Η επιχειρηματολογία περιορίζεται συνήθως στην προαιρετικότητα ή μη του μαθήματος.
Όμως αυτή καθ' εαυτή η δράση του κράτους ω: κατηχητή —πόσο μάλλον ως μυσταγωγού στην όποια θρησκεία— εκτός από την ισοτιμία των πολιτών του, αντιστρατεύεται και την ίδια την προβαλλόμενη πίστη. Το αστικό κράτος, το κάθε κράτος, είναι ένας εξουσιαστικός μηχανισμός, που υπηρετεί και προωθεί τα συμφέροντα των εκάστοτε ισχυρών. Σε μια αταξική κοινωνία το κράτος, ως μηχανισμός επιβολής, δεν θα έχει λόγο ύπαρξης και θα απονεκρωθεί, αφού πλέον θα διοικεί ο ίδιος ο θεσμικά οργανωμένος λαός. Τα αστικό κράτος είναι λοιπόν από τη φύση του ο κατ' εξοχήν ακατάλληλος χειραγωγός για τη μύηση στην εκκλησιαστική κοινωνία.
Γιο το λόγο αυτό, θεωρούμε απαράδεκτη και επικίνδυνη την ανάθεση από πλευράς της Εκκλησίας της κατήχησης των μελών της στο κράτος. Οι άρχοντες των εθνών, λέει ο Κύριος, καταδυναστεύουν και κατακυριεύουν τους λαούς τους, είναι λοιπόν φυσικό το ότι και διά μέσου της παιδείας ο κάθε «Καίσαρας» προσπαθεί να κατασκευάσει υπηκόους. Το μάθημα των θρηοκευτικών και η πίστη μας αξιοποιήθηκαν πολλάκις μέχρι σήμερα, για να στρεβλώσουν ή και να αποκρύψουν τη σχέση αιτίας και αιτιατού, στην προσπάθεια δηλαδή δημιουργίας υπάκουων μοιρολατρών, που δεν θα συμμετέχουν στις αγωνίες και στους αγώνες της κοινωνίας.
Ο Χριστοί δεν θέλει δούλους, υπηκόους και μοιρολάτρες. θέλει αδελφούς προβληματισμένους, όρθιους και αγωνιστές, στην πορεία για την οικοδόμηση μιας καινούργιας κοινωνίας αγάπης και αλληλεγγύης.
Ο σκοπός συγχρόνως της Πρωτοβάθμιας και Δευτεροβάθμιας Εκπαίδευσης παρέχει στους μαθητές ολόπλευρη παιδεία —γι΄ αυτό και η συμμετοχή σε όλα ανεξαιρέτως τα μαθήματα πρέπει να είναι υποχρεωτική—, δηλαδή όλες εκείνες οι γνώσεις που τους είναι απαραίτητες, για να πορευθούν μέσα στην κοινωνία, καθώς και για να κατανοήσουν και να ερμηνεύσουν, με εργαλεία τα δεδομένα της επιστήμης, τα φυσικά και κοινωνικά φαινόμενα, όπως, από κοινωνιολογική άποψη, είναι και η θρησκεία.
Κανείς δεν μπορεί να αμφισβητήσει την ύπαρξη των θρησκειών στον κόσμο, γι' αυτό και είναι απαράδεκτο να υπάρχουν μαθητές, που ουδέποτε θα έχουν διδαχτεί κάτι γι΄ αυτές. Το μάθημα όμως της γένεσης, της εξέλιξης και των επιμέρους διδασκαλιών των θρησκειών πρέπει να στηρίζεται στα δεδομένα επιστημών, έτσι ώστε, χωρίς να παραμερίζεται ή να υποβαθμίζεται η Ορθόδοξη Παράδοση μας, να μπορούν να μετέχουν σε αυτό με την ίδια ψυχολογική άνεση θρήσκοι και άθρησκοι, ένθεοι και άθεοι. Με αυτόν τον τρόπο και οι πιστοί, καλλιεργώντας την κριτική τους ικανότητα, θα μπορούν να διακρίνουν το Ορθόδοξο πνεύμα, το πνεύμα της αγάπης, της ελευθερίας και της δικαιοσύνης από το ατομοκεντρικό πνεύμα, που το αστικό καθεστώς σήμερα καλλιεργεί.