Ζωηφόρος

Πότε η εκκλησιαστική περιουσία ανήκει στο λαό; του π. Γεωργίου Μεταλληνου,

Πότε η εκκλησιαστική περιουσία ανήκει στο λαό;

Του π. Γεωργίου Δ. Μεταλληνου

Ομοτίμου Καθηγητή Παν/μίου Αθηνών

Το 1984, σε ανύποπτο δηλαδή χρόνο, έγραφα σε ένα κείμενο μου: Σχετικά με την κατοχή οποιων­δήποτε αγαθών «υπάρχει ένας χριστιανικός κα­νόνας, που δεν αφήνει περιθώρια για παρερμηνεία. Πρέπει και η απόκτηση τους και η χρήση τους να γίνο­νται σύμφωνα με το θέλημα του Θεού, με τιμιότητα δη­λαδή και δικαιοσύνη. Όσα προέρχονται από εκμετάλ­λευση ή αδικία ή απάτη κάθε μορφής, δεν μπορούν να καταξιωθούν χριστιανικά». (π. Γ.Δ.Μ., Ορθοδοξία και Κοινωνικοπολιτική διακονία, στο: Ορθόδοξη θεώρηση της Κοινωνίας, έκδ. ΜΗΝΥΜΑ, Αθήνα 1986, σ. 40).

Αν η αρχή αυτή αφορά σε κάθε άνθρωπο, πόσο μάλλον πρέπει να βρίσκει την εφαρμογή της στον χώ­ρο του ίδιου του Χριστιανισμού, σχετικά με την εκκλη­σιαστική (επισκοπική και μοναστηριακή) περιουσία. Όχι ως καπιταλιστική συσσώρευση χρήματος, αλλά ως γεωκτησία, η περιουσία αυτή, κατά κανόνα, έχει «κατά Θεόν» προέλευση (δωρεές, αφιερώματα των ίδιων των μοναχών στο μοναστήρι τους, πολιτειακές παροχές κ.τ.ό.). Και αυτό, διότι οι Επισκοπές και τα Μο­ναστήρια, σε δυσχείμερους μάλιστα καιρούς (παρατει­νόμενη δουλεία), προσέφεραν τεράστιο κοινωνικό έρ­γο, πού ο Λαός το εκτιμούσε απεριόριστα. Διότι τα Μο­ναστήρια ήταν αληθινή κολυμβήθρα πνευματικής και κοινωνικής αναγέννησης. Γι' αυτό ο βαθύς γνώστης της Ορθοδοξίας, αείμνηστος καθηγητής Στήβεν Ράνσιμαν, έγραφε, ότι ήταν ευλογημένα τα χωριά που κοντά τους είχαν κά­ποιο μοναστήρι. Τα μοναστήρια μας αναδείχθη­καν σε αληθινή «κιβωτό του Γέ­νους», σώζοντας και την πίστη του και τον τρόπο ζω­ής του, τον πολιτι­σμό του. Γι' αυτό οι Βαυαροί το πρώτο που έκα­μαν, μαζί με τα εγχώρια όργανα τους, για την προ­ώθηση του εξευρωπαϊσμού μας, ήταν η διάλυση των μοναστηριών στην πλειοψηφία τους και η διαρπαγή της περιουσίας τους. Ήξεραν ότι στα Μοναστήρια σωζόταν κυριολε­κτικά το Έθνος.

Πολύς λόγος γίνεται σήμερα, με συγκεκριμένη και όχι αβάσιμη αφορμή, για την μοναστηριακή περιουσία, με κυρίαρχη τάση τον λαϊκισμό: Να μοιραστεί η περιου­σία τους στον λαό, ακούμε, αλλά δεν διευκρινίζεται ποιος είναι αυτός ο λαός. Δίκαιο, βέβαια, είναι το ερώ­τημα: Γιατί δεν μοιράζει το Κράτος την περιουσία του στον λαό; Πώς όμως; Έτσι άτακτα και αόριστα; Δεν εί­ναι λίγες οι φορές, που ο εκκλησιαστικός χώρος παρε­χώρησε μέρος της περιουσίας του στο Κράτος για την αντιμετώπιση κοινωνικών αναγκών. Π.χ. η προσφορά γης στους πρόσφυγες (Βύρωνας, Καισαριανή) ή για την ανέγερση εθνωφελών Ιδρυμάτων. Όλα τα γνωστά και μεγάλα ιδρύματα της Αθήνας κτίσθηκαν σε γη, που παρεχώρησε η Εκκλησία (Πανεπιστήμιο,Ακαδημία, νο­σοκομεία). Στον λαό δεν πηγαίνουν -και δεν ανήκουν-όλα αυτά τα Ιδρύματα;

Η συμπεριφορά αυτή του εκκλησιαστικού χώρου συνιστά τρόπο υπάρξεως του εκκλησιαστικού σώμα­τος, που έχει κατοχυρωθεί -και διαιωνίζεται- από τους εν Πνεύματι συνταχθέντες συνοδικούς Κανόνες της Εκκλησίας. Πίστη (Ορθοδοξία) και Κανόνες καθορί­ζουν και διαφυλάττουν τον τρόπο υπάρξεως του ορ­θοδόξου πιστού στους αιώνες. Με κάθε συντομία θα παρουσιαστεί η αστασίαστη παράδοση του εκκλησια­στικού σώματος για την χρήση και διάθεση της εκκλη­σιαστικής περιουσίας. Θα περιοριστώ σε κάποιους ιε­ρούς κανόνες, που αναφέρονται στην καρδιά του προ­βληματισμού.

Ο Κανών 28 των ΑγίωνΑποστόλων ορίζει: «Πά­ντων των εκκλησιαστικών πραγμάτωνα Επίσκοπος εχέτω την φροντίδα και διοικείτω αυτά, ως του Θεού εφορώντος. Μη εξείναι δε αυτώ σφετερίζεσθαίτι εξ αυτών, ή συγγενέσιν ιδίοις τα του Θεού χαρίζεσθαι. Ει δε πένητες είεν, επιχορηγείτω ως πένησιν, αλλά μη προφάσει τούτων τα της Εκκλησίας απεμπολείτω». Κα­τά την ερμηνεία του μεγαλυτέρου Κανονολόγου μας, αγίου Νικόδημου του Αγιορείτου (+1809) σε μία ελεύ­θερη και συντομευμένη χρήση της: «Ο Επίσκοπος έχει την φροντίδα όλων των πραγμάτων της Εκκλησίας, εί­τε χωραφιών και ακινήτων (από)κτημάτων, είτε κειμη­λίων και κινητών και τα «κυβερνά» (διαχειρίζεται) με φόβο και προσοχή, «στοχαζόμενος ότι έχει τον Θεόν έφορον και εξεταστήν εις την κυβέρνησιν (διαχείριση) αυτών». Όμως δεν έχει και την άδεια να τα οικειοποιείται και να λέγει, ότι εί­ναι δικό του κάτι από αυτά, ή να τα χαρίζει σε συγγε­νείς του... Εάν δε οι συγγενείς του αυ­τοί είναι φτωχοί, ας δίνει και σ' αυτούς, επειδή όμως είναι φτωχοί και όχι ως συγγενείς του. Ας τους ελεεί από την ετήσια συγκομιδή και όχι εξ αιτίας τους να δικαιούται να πωλεί κάποιο από αυτά. Ο Επίσκοπος δηλαδή ή ο Ηγούμενος είναι όχι ιδιοκτήτες, αλλ' απλοί «οικονό­μοι» (διαχειριστές) των αγαθών, που ανήκουν στον Θεό και τον Λαό Του!

Το πνευμάτων αγίων Πατέρων μας είναι «να μέ­νουν αναφαίρετα τα κειμήλια και τα κτήματα» των Εκκλησιών και αυτό κατοχυρώνεται από ολόκληρη σειρά Κανόνων και Διατάξεων των Αγίων. Και το ερώ­τημα είναι: Γιατί; Από τους πρώτους ήδη χριστιανικούς αιώνες ο Επίσκοπος μένει στα πνευματικά, υπάρχει όμως ειδικός κληρικός, ο «οικονόμος», που «οικονο­μεί» (φροντίζει) τα εκκλησιαστικά πράγματα και κτή­ματα, «ίνα μη διασκορπίζωνται και κακώς εξοδεύωνται», χάνονται δηλαδή. Η Σύνοδος μάλιστα έχει την ευθύνη να ελέγχει και τιμωρεί τον Επίσκοπο, που αμε­λεί, φθάνοντας μέχρι την έκπτωση του από τον επι­σκοπικό θρόνο. Τα ίδια ισχύουν και για τον Ηγούμενο, που κακώς διαχειρίζεται την μοναστηριακή περιουσία.

Αυτά διαλευκαίνονται ακόμη περισσότερο από άλ­λους ιερούς Κανόνες, όπως λ.χ. ο 12ος της Ζ' Οικουμε­νικής Συνόδου (787), που προσθέτει και άλλα ενδιαφέ­ροντα: Όποιος δηλ. Επίσκοπος ή Ηγούμενος μοναστη­ριού δώσει κτήματα εκκλησιαστικά σε άρχοντες «ή με πωλησίαν ή με αλλαξίαν» (ανταλλαγή!!!), να ακυρώνε­ται η πράξη και τα πράγματα να επιστρέφονται στην Επισκοπή ή το Μοναστήρι. Αν δε τυχόν -παρατηρεί ο άγιος Νικόδημος- ο Αρχιερεύς ή ο Ηγούμενος προφασίζονται, ότι το χωράφι δεν δίνει εισόδημα ή κέρδος, αλλά μάλλον ζημία, ας το πουλούν, όχι σε άρχοντες και δυνάστες, αλλά σε κληρικούς ή γεωργούς, ανθρώπους δηλαδή «ταπεινούς και ευτελείς».Το γιατί το εξηγεί ο ίδιος Πατέρας: Τα πράγματα αυτά έχουν αφιερωθεί στον Θεόν και είναι «ιερά» και «πτωχικά». Προορίζο­νται δηλαδή για την κάλυψη των αναγκών των φτωχών. Δεν προορίζονται για άρχοντες, λοιπόν, ισχυ­ρούς, που θα τα προσθέσουν στην δική τους περιου­σία. Αν τα πάρουν όμως φτωχοί, τότε μπορεί να τα ξαναγοράσει από αυτούς η Εκκλησία, κάτι που δεν μπορεί να γίνει με τους πλούσιους. Δεν πρέπει «να αποξενώ­νονται» τα πράγματα από τον φυσικό τους χώρο, για να μπορούν να διατίθενται και πάλι για την κάλυψη των αναγκών άλλων φτωχών και εμπερίστατων.

Το πνεύμα της Ορθοδοξίας είναι, ότι η εκκλησιαστι­κή και μοναστηριακή περιουσία ΠΡΕΠΕΙ να μένει στην Επισκοπή ή το Μοναστήρι, διότι τότε είναι πραγματικά «λαϊκή», ανήκει στον λαό. Όταν το ιδιοποιηθεί κάποιος, και μάλιστα «άρχοντας», δηλαδή ισχυρός, παύουν να ανήκουν στον λαό και γίνονται δική του ιδιοκτησία. Αυ­τό πρέπει να ισχύει και σήμερα. Τα μοναστηριακά κτή­ματα μπορούν να εκχωρούνται για κάποια χρόνια σε φτωχούς γεωργούς, για να τα καλλιεργούν και να διαθρέφουν την οικογένεια τους. Να μην χαριστούν όμως, διότι, όπως έχει συμβεί, οι γεωργοί θα τα που­λήσουν και τα χωράφια θα χαθούν. Μετά να επιστρέφονται πάλι εκεί, όπου ανήκουν, για την συμπαράστα­ση και σε άλλους. Μέσα σ' αυτό το πνευματικό και φι­λάνθρωπο κλίμα μπορεί να κινηθεί η διαχείριση της εκκλησιαστικής περιουσίας.

Διαβάζω συχνά, ότι κάποιοι περιμένουν τον «χωρι­σμό» Εκκλησίας-Πολιτείας, για να βρουν «νόμιμους» τρόπους διαρπαγής της εκκλησιαστικής περιουσίας, στο πνευμάτων Βαυαρών και των μετά τον Καποδί­στρια (ήθελε την αξιοποίηση της) κρατικών ηγετών. Ξεχνούν όμως, ότι κατά το Σύνταγμα (άρθρο 17) προ­στατεύεται η ιδιοκτησία. Γιατί λοιπόν να μην επικαλε­σθεί το Σύνταγμα και ο εκκλησιαστικός χώρος; Μήπως δεν δικαιώθηκαν οι Μονές, που προσέφυγαν στο Ευ­ρωπαϊκό Δικαστήριο, όταν ζημιώθηκαν περιουσιακά επί Ανδρέα Παπανδρέου - Αντώνη Τρίτση (1987); Ο «χωρισμός» θα είναι μόνιμος πονοκέφαλος για την Πολιτεία! Ο διοικητικός χωρισμός υπάρχει (ν. 590/1977, ο Καταστατικός Χάρτης της Εκκλησίας μας). Ο «χωρισμός», ως αποσύνδεση της Ορθοδοξίας από την ζωή του Έθνους -αυτόν στην ουσία θέλουν- θα εί­ναι αδύνατος, διότι δεν θα λείπει ποτέ «η μαγιά» του Μακρυγιάννη, άρα ματαιοπονούν.

Και κάτι άλλο, μια και ο λόγος για διαχείριση περι­ουσιακών στοιχείων. Σε κάθε Μητρόπολη υπάρχει το «Μητροπολιτικό Συμβούλιο», που αποφασίζει γι' αυτά. Σ' αυτό μετέχουν eχ οfficiο και δύο κρατικοί υπάλληλοι (ανώτεροι): ένας δικαστικός και ένας οικονομικός. Αν συμβεί, λοιπόν, ποτέ κάποια ατασθαλία, σημαίνει ότι και αυτοί συγκατένευσαν. Ας το ξέρουμε, λοιπόν, όταν αναζητούμε ενόχους. Παπάδες και Ηγούμενοι μπο­ρούν να «παραπλανήσουν» κρατικούς παράγοντες, όταν οι τελευταίοι στοχεύουν σε κάποιο δικό τους συμ­φέρον.

Από το περιοδικό «Ρεσάλτο» τευχ. 33, Νοεμβρίου 2008

 

Αγιολογιο

Αγιον Ορος

©2005-2016 Zoiforos.gr || Σχεδίαση - Ανάπτυξη Lweb.GR

Login or Register

Register

User Registration
or Cancel