Καταλαβαίνει λοιπόν κανείς, πόσο μεγάλο καί φοβερό ἔγκλημα ἦταν μιά ἄσχημη τοποθέτηση ἀπέναντι αὐτοῦ τοῦ ἀνθρώπου καί ἀκόμα χειρότερα τί φοβερό ἔγκλημα, τί μεγάλη ἁμαρτία ἦταν ἡ φυλάκισή του καί ἡ ἀποκεφάλισή του στή φυλακή. Γι’ αὐτό, ἔχουν ἀπόλυτο δίκιο οἱ ἅγιοι Πατέρες πού παρουσιάζουν τό γεγονός αὐτό μέ τά μελανώτερα χρώματα. Ὅταν ὅμως παρακολουθήσομε νά δοῦμε πῶς συνέβη ἡ θανάτωση τοῦ τιμίου Προδρόμου, βλέπομε τήν παγίδα τοῦ διαβόλου. Τήν πονηρία τοῦ διαβόλου, πού μπλέκει στό χειρότερο ἔργο ἀνθρώπους μέ ἐντελῶς ἤρεμη καί ἀγαθή διάθεση. Τόσο φυσικά καί ἀνθρώπινα ἐξελίσσονται τά γεγονότα, πού ἄν τά παρακολουθήσει κανείς, μέ διάθεση νά συμπονέσει, θά ἔπρεπε γιά ὅλα τά πρόσωπα πού στρέφονται γύρω ἀπό τό γεγονός τό φρικτό τῆς ἀποκεφαλίσεως τοῦ Προδρόμου, νά κλαίει ἀπό συγκίνηση καί συμπόνια.
Γιά ὅλα, ἐκτός ἀπό ἕνα πρόσωπο, τό ὁποῖο φαίνεται ὅτι ἦταν ὄντως δαιμονικό, ἀλλά βρίσκεται στό περιθώριο στά μετόπισθεν. Δέν ἐμφανίζεται καθόλου.
Ἄραγε μποροῦσε νά γίνει καί διαφορετικά;
Τί συνέβη λοιπόν;
Ἄς προσέξομε, γιά νά δοῦμε καί νά καταλάβομε τί;
Πῶς προχωρεῖ ἡ ἁμαρτία.
Πῶς προχωρεῖ ἡ παγίδα τοῦ διαβόλου. Καί πῶς μέ τρόπο πού μᾶς φαίνεται φυσικός, «ἄραγε μποροῦσε νά γίνει καί διαφορετικά», παγιδεύει τόν ἄνθρωπο, πού ἔχει καί αὐτός συνηθίσει ἀπό τήν πλευρά του νά τά βλέπει ὅλα μέ τό μάτι τῆς στιγμῆς, μέ τά αἰσθήματα τῆς στιγμῆς, χωρίς νά ὑποψιάζεται τί μπορεῖ νά κρύβεται ἀπό πίσω.
Τί ἁπλούστερο καί τί φυσικότερο ἀπό τό ὅτι ἕνας ἄνδρας δοκίμασε στοργή γιά μιά γυναίκα; Τοῦ ἄρεσε. Τήν ἀγάπησε. Τήν σημερινή ἐποχή, ὄχι αὐτό πού ἔκανε ὁ Ἡρώδης, ἀλλά τρισχειρότερα ἀκοῦμε καί τούς συμπονοῦμε αὐτούς πού τά κάνουν καί λέμε «τί νά ἔκανε ὁ ἄνθρωπος; Μιά γυναίκα τήν δικαιοῦται ὁ καθένας. Καί κάθε γυναίκα ἕναν ἄνδρα. Ἀφοῦ τῆς ἄρεσε καί ἀφοῦ τοῦ ἄρεσε, ἔ τέλος πάντων. Ἐντελῶς σωστά δέν εἶναι, ἀλλά καί τί νά κάνει δηλαδή».
Ἔτσι καί ὁ Ἡρώδης πῆρε τήν Ἡρωδιάδα, ἡ ὁποία ἦταν γυναίκα τοῦ ἀδελφοῦ του. Καί ἀφοῦ τήν πῆρε, ὁ ἅγιος Ἰωάννης ὁ Πρόδρομος σάν ἱερέας καί προφήτης –πνευματικός πατέρας - ἔκανε μιά παρέμβαση καί εἶπε:
«Οὐκ ἔξεστί σοι ἔχειν αὐτήν». Γιά ὁποιαδήποτε ἄλλη γυναίκα, εἶχες δικαίωμα νά τήν βρεῖς καί νά τήν πάρεις. Τήν γυναίκα τοῦ ἀδελφοῦ σου, δέν κάνει. Δέν κάνει Ἡρώδη μου, δέν κάνει βασιλιά μου. Ἁμαρτία εἶναι.
Τώρα ἀρχίζουν οἱ πολλές συγκινήσεις. Ἀπό δῶ καί πέρα. Ὁ Ἡρώδης, αἰσθάνεται τήν καρδιά του νά γλυκαίνει.
Γιατί; Γιατί αἰσθάνεται μέσα του λίγο περισσότερο φόβο Θεοῦ. Δέν λέει τό Εὐαγγέλιο ὅτι ὅταν ἄκουσε τόν ἔλεγχο τοῦ Προδρόμου ἔγινε ἔξω φρενῶν. Λέει ὅτι ἀγάπησε τόν Ἰωάννη καί ἡδέως αὐτοῦ ἤκουε. Τόν ἄκουγε μέ εὐχαρίστηση.
Γιά ποιόν μιλάει; Σκεπτόταν.
Μά γιά τήν ψυχή μου.
Γιατί μοῦ μιλάει; Γιά νά μήν πάω στήν κόλαση...
Τόν ἀγαποῦσε τόν Πρόδρομο καί «ἡδέως ἤκουε αὐτοῦ».
Ἀπό τά λόγια αὐτά τοῦ Εὐαγγελίου βγαίνει τό συμπέρασμα ὅτι ὁ Ἡρώδης ἔτρεχε ποτέ-πότε νά ἀκούσει τόν Πρόδρομο ἀπό κοντά. Τοῦ τά ἔψελνε ὁ Πρόδρομος καί τόν ἄκουε. Δέν εἶναι συγκινητικό; Δέν σᾶς ἔρχεται νά κλάψετε; Ἔχετε ἀκούσει πολλούς, ἔχετε γνωρίσει πολλούς πού «τρῶνε καμπάνες» καί ἀγαπᾶνε ἐκεῖνον πού τούς τά ψέλνει;
Καί αὐτός πάει αὐθόρμητα, ἑκούσια, νά τόν ἀκούσει γιά νά ὠφεληθεῖ περισσότερο! Ὁ Ἡρώδης στά ἔμπροσθεν πονάει. Μά ἡ Ἡρωδιάδα ἀπό πίσω, χωρίς νά ἐμφανίζεται, γίνεται ἄγριο θηρίο. Ἡ Ἡρωδιάδα εἶναι τό δαιμονικό πρόσωπο σ’ αὐτή τήν ἱστορία.
Καί τόν πείθει, τί ἁπλούστερο καί φυσικότερο πράγμα ἀπό τό νά πείσει μιά γυναίκα ἕναν ἄνδρα πού τῆς ἔχει ἀδυναμία, νά τῆς κάνει τό χατῆρι; Καί πείθει τόν Ἡρώδη νά βάλλει τόν Πρόδρομο στή φυλακή. Καί τόν βάζει.
Ἑνός κακοῦ, μύρια ἕπονται
Προχωρᾶμε στό δεύτερο στάδιο.
Τί ἁπλούστερο πράγμα ἀπό τό νά γίνουν στά ἀνάκτορα γιορτές καί διασκεδάσεις; Νά γίνουν δεῖπνα καί γλέντια;
Ἔγινε ἕνα τέτοιο στά ἀνάκτορα τοῦ Ἡρώδη. Καί σ’ αὐτές τίς περιπτώσεις καί τότε καί σήμερα ἴδια μοῦτρα, ἴδια τερτίπια. Ὅλοι νά συμβάλλουν στό νά φτειαχτεῖ «κλίμα», μέ τόν δικό τους τρόπο. Τόν ἔξυπνο, τόν ἀνόητο τόν χαζό, τόν γελοῖο...
Ἔβαλαν λοιπόν καί τήν Σαλώμη, τήν θυγατέρα τῆς Ἡρωδιάδος, νά χορεύσει. Καί χόρευσε ἡ κοπέλλα.
Πορνικά ἐχόρευσε; Πιό συγκρατημένα; Δέν τό ξέρομε.
Δέν ἀναφέρεται ὅτι τοῦ Ἡρώδη τοῦ ἄρεσε ἡ Σαλώμη ἐπειδή ἦταν καί... αἱμομίκτης. Καί ἤθελε καί τήν μικρή μαζί μέ τήν μάνα. Ὄχι τέτοια πράγματα.
Ἁπλά τόν ἐνθουσίασε ὁ χορός της.
-Μπράβο, μπράβο, παιδί μου, ὡραῖα χόρεψες. Καί ὅλοι οἱ καλεσμένοι ἐπαινοῦσαν.
-Τώρα, συνέχισε ὁ Ἡρώδης, βραβεῖο, δῶρο. Συναρπάσθηκε ὁ Ἡρώδης καί τῆς ὑποσχέθηκε:
-Ὅτι μοῦ ζητήσεις, τό ἔχεις. «Ἕως τοῦ ἡμίσους τῆς βασιλείας μου». Εἶμαι ἕτοιμος νά σοῦ δώσω μέχρι τήν μισή βασιλεία μου.
Μπλόκαρε τό μικρό κοριτσάκι, τό κορίτσι τό ἄπειρο (ἔστω καί ἄν ἦταν καί 18 καί 20 χρονῶν). Μπλόκαρε τί νά ζητήσει καί τρέχει στά μετόπισθεν. Στή μαμά.
–Τί νά ζητήσω; Τί νά ζητήσω;
Ἐκείνη τῆς εἶπε:
-Θά μοῦ κάνεις τό χατῆρι. Θά ζητήσεις τό κεφάλι τοῦ Προδρόμου.
Βγαίνει ἡ κοπέλλα, καί χωρίς νά ἔχει ἡ ἴδια κανένα ἐνδιαφέρον γιά τόν Πρόδρομο, γιά νά κάνει τό χατῆρι τῆς μαμᾶς, ζητάει τό κεφάλι τοῦ «Ἰωάννου τοῦ Βαπτιστοῦ».
Καί ὁ Ἡρώδης; Ὁ Ἡρώδης, βρίσκεται γιά δεύτερη φορά μπλεγμένος. Ποιό εἶναι τό μπλέξιμό του αὐτή τήν φορά; Εἶχε πεῖ τήν μεγάλη κουβέντα. Θά δώσω καί τό μισό μου βασίλειο. Εἶχε πεῖ καί ἀκόμη μιά μεγάλη κουβέντα. Ὁρκίστηκε. Στό Θεό ἤ στήν ψυχή του· τό ἴδιο κάνει. «Ὅτι καί νά μοῦ ζητήσεις θά σοῦ τό δώσω».
Γύρω του οἱ καλεσμένοι, ὅλοι μεθυσμένοι καί ἐνθουσιασμένοι, τόν παρακινοῦν νά κάνει ὅτι καί ἄν ζητήσει τό κορίτσι.
Ὁ Ἡρώδης, τί νά κάνει, σκυθρώπασε, λυπήθηκε, στενοχωρήθηκε ὅταν ἄκουσε «τό κεφάλι τοῦ Προδρόμου», ἀλλά ἔκρινε ὅτι δέν μπορεῖ νά γίνει διαφορετικά.
Εἶχε δεσμευτεῖ μέ ὅρκο καί ὑπόσχεση. Ἀλλά στό κάτω-κάτω, τί ἀξίζει ἕνας Πρόδρομος μέσα σ’ ἕνα βασίλειο πού ἔχει μερικές ἑκατοντάδες χιλιάδες ἤ ἔστω μερικά ἑκατομμύρια ἀνθρώπους. Τί ἀξία ἔχει ἕνας ἄνθρωπος; Εἶναι μήπως τό μισό βασίλειο; Τίποτε δέν εἶναι.
Ὁπότε ὑπογράφτηκε τό χαρτί καί ἔστειλε τόν σπεκουλάτορα καί ἔκοψε τό κεφάλι τοῦ ἁγίου Ἰωάννου τοῦ Προδρόμου μέσα στή φυλακή.
Ὁ χορός τοῦ ἀρχιμάστορα
Ἀποτέλεσμα: Ὁ μέν Ἰωάννης ὁ Πρόδρομος πῆρε μιά ἀκόμη μεγάλη τιμή. Προφήτης, ἀπόστολος, καί μάρτυς καί ὁ ἁγιώτερος ἄνθρωπος, ὅπως εἴπαμε, μετά ἀπό τήν Παναγία. Ἀξιώθηκε νά μαρτυρήσει κι ὅλας. Νά σφαγεῖ. Ἐξ αἰτίας τοῦ ὅτι ἔλεγε τόν νόμο τοῦ Θεοῦ καί ἐκήρυττε τό σωστό.
Ἀλλά αὐτό πού ἔγινε, ἦταν ἁμαρτία.
Πῶς φτάσαμε στήν ἁμαρτία; Ὅπως εἴπαμε προηγουμένως. Μέ ἕνα τρόπο πού κανείς δέν τό κατάλαβε. Γιατί; Ἐξελίχθηκε ἐντελῶς ἁπλά, ἀνθρώπινα.
Καί πῶς ἔφθασαν ἐκεῖ; Κάποιος ἀρχιμάστορας, στεκόταν ἀπό πίσω. Ποιός ἦταν; Ὁ διάβολος ἦταν.
Γι’ αὐτό λέει ἕνα τροπάριο: «Ὠρχήσατο ἡ θυγάτηρ τοῦ παμπονήρου διαβόλου».
Φυσικά, δέν ὠρχήσατο μόνο ἡ θυγάτηρ τοῦ παμπονήρου διαβόλου, ἐχόρευε κυριολεκτικά ὁ διάβολος. Ποιός ἦταν ὁ χορός του;
Ὁ χορός του ἦταν, νά καταφέρει ἀνθρώπους πού δέν εἶχαν καμιά διάθεση νά κάνουν αὐτή τήν ἁμαρτία, νά τήν κάνουν. Καί τό ἐπέτυχε. Πῶς τό ἐπέτυχε; Μέ τό νά ἀφήσει νά γίνει σάν τό φυσικότερο γεγονός. Σάν νά μήν μποροῦσε νά γίνει διαφορετικά.
Καί νά φαίνεται ὁ Ἡρώδης τόσο παγιδευμένος, πού ἅμα σκεφθοῦμε τά γεγονότα ὅπως εἴπαμε ἀνθρώπινα, νά τόν συμπονοῦμε.
Τί ἔχομε ἀκούσει τήν σημερινή ἐποχή!
Πόσα ἔχομε δικαιολογήσει μέσα μας!
Παραξενιές, ἀνωμαλίες, ἀταξίες, ἀπειθαρχίες, αἰσχρότητες τοῦ χειρίστου βαθμοῦ. Καί βρίσκουν πανελλήνια «κατανόηση» γιατί ὄχι καί ἔπαινο καμιά φορά.
Καί κλαῖνε ἀκούοντας σχετικές διηγήσεις ἀπό τήν τηλεόραση καί οἱ εὐσεβέστεροι ἀκόμη ἄνθρωποι «πονώντας καί συμπονώντας».
Ποιό εἶναι τό συμπέρασμα;
Τό συμπέρασμα εἶναι, ὅτι πρέπει ὁ ἄνθρωπος στό κάθε τί πού γίνεται, νά μήν βλέπει ἐκεῖνο πού γίνεται, ἀλλά νά βλέπει ποιός τό φτειάχνει καί τί κρύβεται ἀπό πίσω.
Διαφορετικά, ἡ ἁμαρτία τοῦ Ἡρώδη ἐπαναλαμβάνεται μέ τόν ἀνετότερο τρόπο ἀπό μένα καί ἀπό σένα καί ἀπό τόν καθένα μας. Καί ἡ ἐξυπνάδα τοῦ διαβόλου εἶναι, ὅτι δέν χρησιμοποιεῖ πάντοτε τά πιό ἀπαίσια πρόσωπα γιά νά σέ παγιδεύσει. Ἀλλά τά πιό κοντινά. Τά πρόσωπα πού τούς ἔχεις ἐμπιστοσύνη. Τά πρόσωπα πού ἀγαπᾶς. Μερικές μάλιστα φορές καί πρόσωπα ἱερά.
Προσοχή στά ἀνόητα λόγια
Γι’ αὐτό ἡ συμβουλή τῶν ἁγίων μας εἶναι: ὅτι καί ἄν σοῦ συμβαίνει, ἐξέταζε νά δεῖς πού ὁδηγεῖ.
Στό Θεό; Στήν μετάνοια; Στό πλησίασμα στήν ἀρετή; Στήν ὑπακοή στό Θεό; Ἤ σέ κάτι τό ἀντίθετο;
Ἄν καταλάβεις κάτι τέτοιο, θυμήσου τήν συμβουλή τῆς σημερινῆς ἑορτῆς, ὅπως διατυπώνεται σέ ἕνα τροπάριο: «Καλύτερα νά εἶχες ἐπιορκήσει Ἡρώδη, παρά πού σκότωσες τόν Πρόδρομο». Κρεῖσσον γάρ ψευσάμενον (στόν ὅρκο ψευσάμενον) ζωῆς ἐπιτυχεῖν καί μή ἀληθεύσαντα τήν κάρα τοῦ Προδρόμου ἀποτεμεῖν. Γιά νά βρεθεῖς σωστός στόν ὅρκο.
Τί εἶναι ὁ ὅρκος;
Κλωτσοσκούφι εἶναι; Παιγνίδι εἶναι; Μπαλλάκι εἶναι; Ὄχι! Τό ἱερότερο πράγμα εἶναι.
Ἀλλά καί ὁ ὅρκος ὁ ἱερός, δέν εἶναι γιά νά σέ βγάλει σέ ἁμαρτία.
Ἅμα καταλάβεις ὅτι ἔκανες ὅρκο πού σέ βγάζει σέ ἁμαρτία ἀντί νά λύσεις τό θέμα μέ τό μικρό σου μυαλό, λένε οἱ πατέρες, πήγαινε στόν πνευματικό καί πές του:
-Ἔκανα ἀνόητο ὅρκο.
Θά σοῦ δώσει ἕνα ἐπιτίμιο, γιά νά μάθεις νά μήν λές ἀνόητες κουβέντες καί θά σέ λύσει ἀπό τόν ὅρκο. Προτιμότερο αὐτό παρά νά δέσεις τήν ψυχή σου γιά τήν κόλαση.
Γιατί ἡ ὑπηρεσία τοῦ Θεοῦ, ἡ πίστη στό Θεό, ἡ εὐλάβεια στό Θεό καί ὁ ὅρκος, εἶναι γιά νά σέ ἐλευθερώσουν καί νά βρεθεῖς σάν τέκνο τοῦ Θεοῦ κοντά στό Θεό.
Ὄχι γιά νά σέ δέσουν γιά νά σέ πετάξουν στήν κόλαση.
Τό σιδερένιο ἀραχνόπανο
Ἡ ἀράχνη, φτειάχνει ἕνα ἀραχνόπανο καί πιάνει τά κουνουπάκια. Εἶναι τόσο ὄμορφα καί τόσο τεχνικά φτειαγμένο, πού τά κουνουπάκια πέφτουν πάνω, χωρίς νά καταλάβουν περί τίνος πρόκειται. Καί ἀφοῦ μπλεχτοῦν τά τρώει.
Ὁ διάβολος, δέν φτειάχνει γιά μᾶς ἀραχνόπανο. Φτειάχνει ἕνα πλέγμα, πού σέ μᾶς μέν φαίνεται διασκέδαση. Ἔτσι καί στά κουνουπάκια φαίνεται ὁ ἱστός τῆς ἀράχνης διασκέδαση, εὐχάριστο, τερπνό. Ἀλλά τό πλέγμα τοῦ διαβόλου εἶναι σιδερένιο. Ἅμα πέσεις πάνω του, δέν μπορεῖς νά λυθεῖς. Γι’ αὐτό ἡ σύνεση εἶναι, αὐτό μᾶς λέει ἡ γιορτή, «φυλάγου ἀπό τίς παγίδες του διαβόλου».
Ἄς τίς πάρομε μέ τήν σειρά:
• Ὁ Ἡρώδης κάποια στιγμή εἶπε:
-Τί ὡραία γυναίκα ἡ Ἡρωδιάδα!
Ἄν ἔκανε τότε τήν σκέψη: «Ναί, ὡραία εἶναι ἀλλά χαθήκανε καί οἱ ἄλλες; Ἄς φυλαχθῶ ἀπό τήν ἁμαρτία καί ἄς πάρω καμία ἄλλη. Ἄς μ’ ἀρέσει περισσότερο αὐτή».
Ἄν σκεπτόταν ἔτσι, εἶχε γλυτώσει.
• Δεύτερον: Τοῦ ζήτησε ἡ Ἡρωδιάδα νά βάλει τόν Πρόδρομο στή φυλακή.
Θά μποροῦσε νά πεῖ:
-Μά γιατί; Ἔκανα τήν ἁμαρτία καί σέ πῆρα, πρέπει νά τήν διπλασιάσω;
Ἀλλά ὁ ἄνθρωπος ὅμως ὅταν ἀρχίσει νά χάνει τό μυαλό του· τό χάνει ὅλο καί πιό πολύ.
• Τρίτον: Χόρευσε ἡ κοπέλλα καί τοῦ ἄρεσε. Μποροῦσε νά τήν βάλει στή θέση της.
-Τί θέλεις παιδάκι μου; Ροῦχα; Τά ἔχεις. Στολίδια; Ὅσα θέλεις. Μή ξεχνᾶς ὅμως ὅτι ὁ κάθε ἄνθρωπος εἶναι πολυτιμότερος ἀπό ὅλο τόν κόσμο. Ὄχι μόνο ἀπό τήν μισή βασιλεία μου...
Ὁ Πρόδρομος μόνο ἀξίζει τόσο;
Καί ὁ Ἰούδας!
Πρίν πάει στήν κόλαση ἦταν καί αὐτός πολυτιμότερος. Τό ὅτι πῆγε στήν κόλαση, ζημία ἦταν γιά τήν Βασιλεία τοῦ Θεοῦ. Δέν θέλει ὁ Θεός νά πάει ἄνθρωπος στήν κόλαση.
• Μετά. Ζήτησε ἡ Σαλώμη τήν κεφαλή τοῦ Προδρόμου. Ἄς τῆς ἔλεγε ὁ Ἡρώδης:
-Ἐγώ ἀκούω τό κήρυγμα του καί κλαίω. Πῶς θά τόν σφάξω; Πῶς;
Ὅλα αὐτά πρέπει νά τά σκεπτόμαστε καί νά βασανίζομε τό μυαλό μας. Γιά νά μήν εἴμαστε, ὅπως εἶπε ὁ Χριστός, φρόνιμοι μόνο γιά τά ἐπίγεια, ἀλλά καί γιά τά ἐπουράνια. Καί νά εἴμαστε πιό φρόνιμοι γιά τήν Βασιλεία τῶν οὐρανῶν ἀπό ὅτι γιά ὅλα τά ἐπίγεια.
Νά μερικά διδάγματα τῆς ἑορτῆς τῆς ἀποτομῆς τῆς κεφαλῆς τοῦ Προδρόμου.
Ἀλλά νά τόν ἔχομε ὁδηγό...
Νά τόν τιμᾶμε τόν Πρόδρομο σάν τόν μέγιστο προφήτη καί τόν ἁγιότερο ἄνθρωπο, ἀλλά καί σάν ὁδηγό μας. Γιατί ἔτσι εἶναι καί πρέπει νά εἶναι.
Ἀλλά νά τόν ἔχομε ὁδηγό...
Ὄχι σάν τόν Ἡρώδη, πού τόν εἶχε καί τόν πίστευε ὁδηγό του, πού τόν ἄκουγε καί συγκλονιζόταν ἀπό τά λόγια του, ἀλλά τελικά δέν ἔκανε τίποτε γιά τήν σωτηρία τῆς ψυχῆς του. Ἐμεῖς νά φερόμαστε μέ συνέπεια καί νά κάνομε ὅτι καλύτερο μποροῦμε.
Εἴθε ὁ Θεός μέ τίς πρεσβεῖες τοῦ τιμίου Προδρόμου, νά μᾶς ὁδηγεῖ στό νά ἔχομε αὐτή τήν πνευματική ἁγία σύνεση. Ἀμήν.-
Διασκευασμένη ὁμιλία πού ἔγινε στήν Ἱ. Μ. Προφ. Ἠλιού τήν 28/8/2000.