Ἡ Ἐκκλησία εἶναι ὁ τόπος πού συναντᾶμε τόν Θεό. Μέσα στήν Ἐκκλησία μαθαίνουμε νά συναντᾶμε ἐμεῖς τόν Θεό, νά τόν ἀναζητᾶμε, νά ψάχνομε νά τόν βροῦμε καί μέσα στήν Ἐκκλησία ἔρχεται ὁ Θεός καί μᾶς γεμίζει μέ τήν χάρη του καί μέ τήν εὐλογία του. Μέσα στήν Ἐκκλησία συναντᾶμε τόν Θεό. Καί αὐτό εἶναι τό μεγαλύτερο πράγμα πού μποροῦμε νά ἐπιτύχομε στόν κόσμο.
Μιά ρωσική παροιμία λέει: «Χωρίς πατέρα μπορεῖς νά ζήσεις. Χωρίς μητέρα μπορεῖς νά ζήσεις. Χωρίς Θεό δέν μπορεῖς νά ζήσεις». Θέλει νά πεῖ: Μπορεῖ καμιά φορά καί χωρίς πατέρα νά εἶναι εὐτυχισμένος ὁ ἄνθρωπος καί καλά. Καί χωρίς μητέρα νά εἶναι εὐτυχισμένος καί καλά. Χωρίς Θεό ἡ ζωή δέν εἶναι ζωή. Εἶναι ταλαιπωρία, σκοτάδι καί δυστυχία.
Γι' αὐτό ἀκριβῶς, ἔχει μεγάλη σημασία ἡ σημερινή γιορτή τῶν Εἰσοδίων τῆς Θεοτόκου εἰς τόν ναό τοῦ Κυρίου. Ἡ Παναγία αὐτή τήν φορά πού ἔκανε τά Εἰσόδιά της στόν ναό τοῦ Κυρίου, δέν πῆγε νά μπεῖ καί νά βγεῖ. Ἀλλά πῆγε γιά νά μείνει στήν Ἐκκλησία. Πῆγε γιά νά τήν κάνει τόν τόπο μέ τόν ὁποῖο ἕνωσε τή ζωή της, τήν καρδιά της, τήν ψυχή της. Ἦταν μικρό κοριτσάκι ὅπως ξέρετε ἀπό τήν ἱστορία τῆς ἑορτῆς. Ἦταν μόνο τριάμισυ χρονῶν κοπελλίτσα. Ὁ πατέρας της καί ἡ μητέρα της, ἄνθρωποι ἅγιοι, ὁ Ἰωακείμ καί ἡ Ἄννα, τήν εἶχαν τάξει καί τήν εἶχαν ἀφιερώσει στό Θεό. Καί τήν πῆραν ἐπίσημα καί τήν πῆγαν αὐτή τήν ἡμέρα στήν Ἐκκλησία, στόν Οἶκο τοῦ Κυρίου. Νά συναντήσει καί νά δεῖ τόν Θεό.
Καί πηγαίνοντας, θυμᾶστε τήν ὡραία διήγηση, ὅταν ἔφτασε στά σκαλιά τῆς Ἐκκλησίας, ἡ μικρή κοπελλίτσα Μαρία, χόρεψε ἀπό τήν χαρά της. Γιατί θά ἔμπαινε στήν Ἐκκλησία νά δεῖ τόν Θεό καί νά συναντήσει τόν Θεό. Καί μέ αὐτή τήν χαρά πού αἰσθάνθηκε κείνη τήν στιγμή, ἔμεινε ἀφιερωμένη 12 χρόνια ὁλόκληρα. Δώδεκα χρόνια ἐκεῖ. Μακρυά ἀπό τόν πατέρα, μακρυά ἀπό τήν μητέρα. Σέ κάποιο κελλάκι ἔξω ἀπό τόν ναό. Ἔχοντας συνήθως γιά συντροφιά της, τούς εὐσεβεῖς προσκυνητές καί τούς παππάδες.
Ἀλλά ἡ μικρή αὐτή κοπέλλα, τί θαῦμα τί παράδοξο γιά μᾶς, γιά τήν σκέψη μας, γιά τά μυαλά μας καί γιά τήν κατάστασή μας, τί παράξενο πράγμα, μέσα στήν Ἐκκλησία, σ’ αὐτές τίς συνθῆκες, κάθε ἡμέρα γευόταν ὅτι ἡ παρουσία καί ἡ ἐπικοινωνία μέ τόν Θεό ἦταν γλυκύτερη ἀπό ὅτι ἦταν ἡ ἐπικοινωνία μέ τόν πατέρα της καί μέ τήν μητέρα της. Καί ἔπαιρνε τήν ἀπόφαση καί ἤθελε, ἡμέρα μέ τήν ἡμέρα νά ἀφιερωθεῖ πιό πολύ στό Θεό. Καί μέσα στήν Ἐκκλησία, σ’ αὐτό τόν ἅγιο χῶρο, ἡ Παναγία ἔκανε τό μεγάλο τόλμημα. Τόλμημα, πέταγμα, πρός τόν οὐρανό. Ἀφιερώθηκε γιά πάντα στό Θεό καί ἔταξε νά μείνει παρθένος σέ ὅλη της τή ζωή. Εἰς δόξαν τοῦ Θεοῦ ἐννοεῖται, γιά χάρη τοῦ Θεοῦ, γιά τήν ψυχή της, γιά τήν Βασιλεία τῶν οὐρανῶν. Καί ὁ Θεός, ὁ πολυεύσπλαγχνος Θεός, ἐδέχθη τήν ἀφιέρωση τῆς Παναγίας καί εὐαρεστήθηκε. Καί πῆρε Ἐκεῖνος τήν ἀπόφαση νά τήν κάνει ἀπό ἐκεῖνο πού ἡ ἴδια ἐπεθύμησε, κάτι ἄλλο χιλιάδες φορές μεγαλύτερο. Τί νά τήν κάνει; Μητέρα τοῦ Υἱοῦ του.
Τί πρέπει νά ποῦμε αὐτή τήν στιγμή; Ὤ, πόσο μεγάλο πράγμα εἶναι ἡ Ἐκκλησία! Πόση χάρη τοῦ Θεοῦ βρίσκει ὁ ἄνθρωπος στήν Ἐκκλησία. Στό ναό τοῦ Θεοῦ. Κοντά στό Θεό. Ἀφοῦ ὁ ναός ἔκανε τήν Παναγία νά γίνει τόσο εὐάρεστη στό Θεό, ὥστε ὁ Θεός νά τήν διαλέξει γιά τήν ὑψηλότερη καί ἱερότερη ἐπιθυμία του, τήν σωτηρία τοῦ κόσμου. Γιά νά στείλει μέσῳ αὐτῆς, στόν κόσμο, τόν Υἱό του.
Ἔπρεπε, νά γεννηθεῖ ὁ Υἱός τοῦ Θεοῦ, ἀπό ἕνα σκεῦος, ἀπό ἕνα πρόσωπο πού ἤξερε τί κάνει. Πού νά καταλάβαινε τί κάνει. Καί γι' αὐτό ὁ Θεός διάλεξε τήν Μαρία. Θυμᾶστε τί ἔγινε στόν Εὐαγγελισμό; Πῆγε ὁ ἄγγελος καί τῆς λέει: «Χαῖρε κεχαριτωμένη ὁ Κύριος μετά σοῦ. Εὐλογημένη σύ, θά γεννήσεις τόν σωτήρα τοῦ κόσμου». Καί ταράχτηκε ἡ Παναγία. Καί τοῦ εἶπε: «Πῶς θά γίνει αὐτό τό πράγμα, ἀφοῦ ἔχω τάξει παρθενία; Θά ἀναιρέσω τήν ὑπόσχεσή μου στό Θεό;»
Παίρνεται πίσω ἡ ὑπόσχεση στό Θεό;
Τῆς εἶπε ὁ ἄγγελος:
-Ὄχι, ὄχι ποτέ. Πνεῦμα ἅγιο ἐπελεύσεται ἐπί σέ. Δύναμις Ὑψίστου ἐπισκιάσει σοι. Καί γι' αὐτό, ἐκεῖνον πού θά γεννήσεις, θά εἶναι ἅγιος, Υἱός Θεοῦ, ὄχι ἀνθρώπου.
Ἀπάντησε ἡ Παναγία:
-Γένοιτό μοι κατά τό ρῆμα σου.
Ἐρχόμαστε στήν Ἐκκλησία φορωμένοι ἀπό τά λάθη μας, τίς ἁμαρτίες μας, τά πάθη μας, τίς κακίες μας. Ἐρχόμαστε στό ναό τοῦ Θεοῦ, γιά νά βροῦμε τό ἔλεος τοῦ Θεοῦ πού ἔφερε ὁ Υἱός τοῦ Θεοῦ, ὁ Κύριος καί σωτήρας μας Ἰησοῦς Χριστός, γεννημένος ἀπό τήν ἁγία Παρθένο γιά τή σωτηρία μας.
Τό ἐρώτημα εἶναι, τό ξέρομε γιατί ἐρχόμαστε στό ναό;
Γιατί πῆγε ἡ Παναγία;
Γιά νά καλλιεργηθεῖ πῆγε. Νά καλλιεργηθεῖ, νά γίνει κάτι καλύτερο. Ὑπάρχει ποτέ δυνατόν νά πᾶς στήν Ἐκκλησία καί νά προσφέρεις; Δηλαδή νά δώσεις στό Θεό; Σέ ποιόν νά προσφέρεις; Στό Θεό; Ὑποχρέωση στό Θεό νά προσφέρεις;
Πᾶμε στήν Ἐκκλησία, γιά νά προσκυνήσομε τόν Θεό ταπεινά. Ὅσο πιό ταπεινά, τόσο πιό καλά. Γιά νά τοῦ ζητήσομε νά μᾶς βοηθήσει. Νά ἀνακαινίσομε λίγο τήν καρδιά μας καί νά καθαρίσομε τό σῶμα μας. Γιατί διαφορετικά, ἅμα τά λάθη μας, τίς κακίες μας, τίς ἁμαρτίες μας, τίς ἔχομε φορτωθεῖ καί τίς βαστάζομε σέ ὅλη μας τή ζωή καί γιά πάντα, στό τέλος θά μείνομε καί μέ τίς ἁμαρτίες μας καί μέ τίς κακίες μας, καί θά μᾶς περιμένει ὁ τόπος πού περιμένει ἐκείνους πού εἶναι μακρυά ἀπό τόν Θεό.
Ἔχομε ἕνα περιβολάκι, ἕνα κῆπο. Τόν περιποιούμαστε ἀπό τό πρωί μέχρι τό βράδυ. Συνεχῶς κοιτάζομε τά δενδράκια ἄν εἶναι καλά κλαδεμένα. Μήπως ἔχουν πάει στόν κορμό τους σκουλήκια. Μήπως εἶναι ἔντομα στά φύλλα τους, μήπως θέλουν ράντισμα, μήπως θέλουν καθάρισμα, μήπως κινδυνεύει ἡ παραγωγή. Σκαλίζομε, ξεφυλλίζομε, ποτίζομε, λιπαίνομε, ὅτι μποροῦμε καλύτερο τό κάνομε. Καί διατηροῦμε στήν αὐλή μας καί διατηροῦν στά πεζοδρόμια οἱ δημοτικές ἀρχές ὡραῖα δενδράκια. Καί κάθε τόσο τά κλαδεύουν, τά καθαρίζουν μέ τήν ψαλλίδα, γιά νά μήν μαζεύονται ἔντομα κλπ καί τά χαλᾶνε τά δενδράκια καί βρωμίζει ὁ τόπος. Γιατί; Γιατί ἔτσι πρέπει. Τότε εἶναι ὄμορφα. Τότε εἶναι γιά τόν σκοπό πού τά θέλομε.
Ἀλλά γιά νά σκεφθοῦμε κάτι. Τά δενδράκια τά καθαρίζεις, τόν ἑαυτό σου, δέν θά τόν καθαρίσεις ποτέ; Ποῦ καί πῶς θά τόν καθαρίσομε τόν ἑαυτό μας; Ἡ ἀπάντηση εἶναι: Ὅταν ψάχνομε γιά τίς ρίζες μας.
Ποιές εἶναι οἱ ρίζες μας;
Οἱ ρίζες μας, δέν εἶναι κάτι παράξενες ἰδέες πού τίς κουβαλᾶμε τάχα ἀπό τούς προγόνους. Γιατί οἱ πρόγονοί μας, μπορεῖ νά ἦταν φορτωμένοι καί λάθη καί ἁμαρτίες καί κακίες. Ρίζες μας εἶναι ὅτι καταγόμαστε ἀπό τόν Θεό, καί ἡ ψυχή μας εἶναι ριζωμένη στό Θεό. Καί ὅσο πιό πολύ ἕνα δένδρο ἔχει ρίζες βαθειές, τόσο πιό πολύ εἶναι ὑγιές. Ὅταν οἱ ρίζες του σαπίσουν, καί ἄν ἀκόμη φαίνεται θαλερό καί πράσινο, λίγο χρόνο θά μείνει. Καρπό δέν πρόκειται νά κάνει· σύντομα θά ξεραθεῖ. Ρίζες γιά τόν ἄνθρωπο εἶναι ὁ Θεός. Αὐτός μᾶς φύτευσε στή γῆ, ἐκεῖνος εἶναι ἡ ρίζα μας.
Καί ὅσο πιό πολύ ὁ ἄνθρωπος ἁπλώνει τίς ρίζες του, ἐκεῖ πού ἔχει ὁ Θεός ἑτοιμάσει γιά μᾶς τήν τροφή, γιά τήν ψυχή μας, γιά τόν τόν ἐσωτερικό μας κόσμο, τόσο περισσότερο ζεῖ ἀληθινά. Καί ὅσο ἁπλώνει τό ἐνδιαφέρον του πρός ἐκεῖνα πού τρέφουν τόν ἐσωτερικό του κόσμο, (τοὐλάχιστον ἐξ ἴσου μέ τό ἐνδιαφέρον καί τήν σοβαρότητα μέ τήν ὁποία ψάχνει γιά τήν τροφή του καί γιά τήν ἐνδυμασία του καί γιά τήν καλοπέρασή του ἔστω, σ’ αὐτή τήν ἐπίγεια ζωή), τόσο περισσότερο ὑπάρχει ἐλπίδα νά πηγαίνει καλά πνευματικά.
Τό μεγαλύτερο λάθος στόν ἄνθρωπο εἶναι νά λέγει: «Ἡ ψυχή θέλει ψίχαλα καί ἡ κοιλιά κομμάτια». Γιατί τότε ἔχει κάνει τό μεγάλο λάθος. Ἐπειδή ἀνέτρεψε τήν τάξη πού ἔβαλε ὁ Χριστός ὅταν εἶπε: «Ζητεῖτε πρῶτον τήν Βασιλεία τοῦ Θεοῦ». Ἡ Βασιλεία τοῦ Θεοῦ εἶναι πάνω ἀπ' ὅλα.* Ὅποιος δίνει λιγότερη σημασία στή Βασιλεία τοῦ Θεοῦ, στήν χριστιανική του ὑπόσταση, στό νά ἔλθει κοντά στό Θεό, νά ἐπικοινωνήσει μέ τόν Θεό, νά συναντηθεῖ μέ τόν Θεό, νά γνωρίσει τόν Θεό, κάνει τό λάθος τῆς ζωῆς του.
Νά ἔχεις ἕνα κακό στό πόδι σου εἶναι ὁπωσδήποτε κακό, ἀλλά εἶναι λίγο. Νά τό ἔχεις στό χέρι καί ἐκεῖ εἶναι λίγο. Νά τό ἔχεις στήν καρδιά σου, νά εἶσαι καρδιακός, εἶναι βέβαια μεγαλύτερο κακό. Ἀλλά νά τό ἔχεις στόν τόν ἐσωτερικό σου κόσμο, στήν ψυχή σου, εἶναι πολύ μεγαλύτερο κακό. Ἅμα αὐτό δέν τό καταλαβαίνει ὁ ἄνθρωπος, τότε τό κακό γίνεται ἀκόμη μεγάλο. Ποιό εἶναι τό πιό μεγάλο κακό; Νά ἔχεις τό κακό στό μυαλό σου, καί νά μήν μπορεῖς νά ξεκολλήσεις ἀπό τό κακό, γιατί δέν καταλαβαίνεις τί εἶναι κακό στόν κόσμο.
Γι' αὐτό τά παντοτινά λόγια τοῦ Κυρίου μας, ἦταν: «μετανοεῖτε». Τί σημαίνει «μετανοεῖτε»; Διορθώνετε τό μυαλό σας. Μήν τό θεωρεῖτε τέλειο. Μπορεῖ ἔξυπνοι νά εἴσαστε. Ἀλλά ἡ ἀληθινή ἐξυπνάδα εἶναι νά εἶσαι ὠφέλιμος γιά τόν ἑαυτό σου. Γιά ὅσο πιό μακρύ διάστημα, τόσο πιό καλά. Ἄν εἶσαι ὠφέλιμος μόνο γιά σήμερα, εἶσαι κουτός. Ἅμα εἶσαι γιά τή ζωή σου τήν ἐπίγεια, εἶναι πιό ἔξυπνος. Καί ἅμα εἶσαι γιά τήν αἰώνια ζωή, τότε εἶσαι ὁ ἀληθινά σοφός καί συνετός ἄνθρωπος.
Θά ἀναφέρομε δυό θαύματα τῆς Παναγίας.
Κάποτε εἶχε πέσει μπροστά στήν ἱερή εἰκόνα της, παλαιότερα, τόν 15ο αἰώνα, ἕνας καλόγηρος πού ὀνομαζόταν Κοσμᾶς. Τήν παρακαλοῦσε καί τῆς ἔλεγε: «Παναγία μου, μητέρα τοῦ σωτήρα μας, δεῖξε μου τόν δρόμο πῶς θά σωθῶ». Καλόγηρος εἶχε γίνει, ἀλλά φοβόταν τίς παρεκκλίσεις ἀπό τόν δρόμο τοῦ Θεοῦ πού μποροῦν νά γίνουν μέ τό μυαλό, μέ τήν καρδιά καί μέ τό σῶμα. Γι' αὐτό φοβόταν μήπως δέν πάει καλά στήν πνευματική ζωή του καί γι' αὐτό ἔλεγε: «Δεῖξε μου Παναγία μου τόν δρόμο πῶς νά σωθῶ».
Τοῦ ἀπάντησε ἡ Παναγία.
-Φύγε ἀπό δῶ καί πήγαινε σέ ἕνα μέρος, πολύ ἥσυχο, νά ἡσυχάσεις.
Νά πετύχει τί πηγαίνοτας νά ἡσυχάσει;
Τό μήνυμα πού ἔδωσε στόν Κοσμᾶ ἡ Παναγία, γιά μᾶς εἶναι πολυτιμότατο. Ἐκεῖνος βέβαια πῆγε στήν ἔρημο ἡσύχασε ἀπό τούς περισπασμούς τοῦ κόσμου καί ἔζησε ἀσκητικά. Ἐμεῖς πῶς θά ἡσυχάσομε ἔχοντας τόσες ὑποχρεώσεις; Πρέπει νά βροῦμε τόν τρόπο νά ἡσυχάζομε λίγο, νά ἡσυχάζουν καί οἱ σκέψεις μας καί τά αἰσθήματα μας καί τά πάθη μας καί οἱ κακίες μας. Γιά μπορέσομε νά θυμηθοῦμε τόν Χριστό, τήν Παναγία, τήν αἰώνια ζωή, τήν ψυχή μας. Νά δοῦμε τήν κατάστασή μας. Ἅμα δέν δοῦμε τήν κατάστασή μας, καί δέν τήν καταλάβομε, θά περνᾶμε ἔξω ἀπό τήν Ἐκκλησία καί θά κοιτάζομε ἀλλοῦ. Ὄχι κατά τήν Ἐκκλησία. Γιατί δέν θά μᾶς λέει τίποτε. Καί θά σφυρίζομε ἀδιάφορα. Οὔτε θά κάνομε τόν Σταυρό μας.
Αὐτό εἶναι τό μεγαλύτερο κακό στόν κόσμο. Ἡ Παναγία τό ὑπέδειξε σέ κεῖνον πού τῆς ζητοῦσε νά τόν διδάξει. «Πήγαινε νά ἡσυχάσεις. Ψάξε τόν ἑαυτό σου». Μόνο σέ ὥρα ἡσυχίας μπορεῖς νά τόν ψάξεις τόν ἑαυτό σου. Τί μεγάλο δίδαγμα, ἀπό τό στόμα τῆς Παναγίας μας ἀδελφοί.
Ἕνα ἄλλο πάλι δίδαγμα καί αὐτό ἀπό τό στόμα τῆς Παναγίας.
Ἦταν σ’ ἕνα μοναστήρι τοῦ ἁγίου Ὄρους ἕνας καλόγηρος, πού λεγόταν Ἰωαννίκιος. Καί συνέβη ἕνα θαῦμα πού εἶναι ἀπόδειξη τῆς παρουσίας της. Μίλησε ἡ Παναγία στόν καλόγηρο τόν Ἰωαννίκιο καί τοῦ εἶπε λόγια πού δέν τά περίμενε. Τοῦ φάνηκαν πικρά. Ἀλλά ἦταν τά γλυκύτερα. Τό μοναστήρι τους ἦταν φτωχό. Ἴσα καί ἴσα πού μποροῦσαν νά ἀνταποκριθοῦν στίς ἀνάγκες τους. Τίς περισσότερες φορές πεινοῦσαν. Καί ἀντί νά σκέπτεται ὁ καλόγηρος, «καλά ἐγώ γιά καλόγηρος ἦλθα, νά πεινάω καί νά διψάω. Νά νηστεύω. Δέν ἦλθα γιά νά τρώω. Γιατί λοιπόν δέν ἔχω λίγη ὑπομονή;». Ἀντί λοιπόν νά λέγει ἔτσι παραπονιόταν: «Παναγία μου, γιατί μᾶς ἀφήνεις ἐμᾶς ὀρφανούς, ἔξω ἀπό τήν προστασία σου; Δεῖξε καί σέ μᾶς λίγο τήν προστασία σου Παναγία μου». Κάθε βράδυ, κάθε ἡμέρα, πήγαινε καί ἄναβε τά καντήλια τῆς Ἐκκλησίας, γονάτιζε μπροστά στήν εἰκόνα τῆς Παναγίας καί τήν παρακαλοῦσε μέ τά ἴδια λόγια.
Μιά ἡμέρα ἄκουσε τήν Παναγία ἀπό τήν εἰκόνα καί τοῦ λέει:
«Κοντά σας εἶμαι π. Ἰωαννίκιε. Ὅλη τήν ἡμέρα καί ὅλη τήν νύχτα σᾶς προστατεύω. Δέν σᾶς ἀφήνω νά πάθετε κακό. Θέλετε νά φύγω; Φεύγω! Τήν ἄλλη μέρα θά σᾶς στείλει ὁ διάβολος τσουβάλια χρυσάφι καί τόννους ἀσῆμι. Δέν θά ξέρετε τί νά τά κάνετε. Ἀλλά τήν ψυχή σας θά τήν χάσετε».
Τί θέλει νά πεῖ ἡ Παναγία; «Προσέχετε! Μήν ἔχετε τό νοῦ σας στά ἔξω. Στά τά ἔσω μαζέψετε τήν προσοχή σας καί τό ἐνδιαφέρον σας. Εἶναι μεγαλύτερο κέρδος. Καί ἄν «τά ἔξω» αὐξάνουν χωρίς σωστή τοποθέτηση, ἡ ἀπώλεια εἶναι πολύ πιό εὔκολη».
Γι' αὐτό ἔλεγε ὁ Χριστός: «Ζητεῖτε πρῶτον τήν Βασιλεία τοῦ Θεοῦ καί τήν δικαιοσύνην αὐτοῦ καί πάντα τά ἄλλα προστεθήσεται ἡμῖν».*
Ἄς ποῦμε κάτι γιά νά τό καταλάβομε καλύτερα. Τό παιδί σου πῶς τό θέλεις; Μέ τίς ὅποιες ἐντυπωσιακές ἐπιτυχίες καί νά καταντήσει στά ναρκωτικά καί στό ἔγκλημα ἤ καλόκαρδο καί στό δρόμο τοῦ Θεοῦ; Ἑκατό χιλιάδες φορές καλό παιδί, θά πεῖς, παρά ὁτιδήποτε ἄλλο .
Νά γιατί εἶπε ἡ Παναγία στόν καλόγηρο: «ἡσύχασε, ἐξέτασε καί δές τά μέσα»; Γιά νά καταλάβομε τί σημασία ἔχει ἡ παρουσία τοῦ Θεοῦ στή ζωή μας. Ἡ παρουσία τῆς Βασιλείας τοῦ Θεοῦ στή ζωή μας. Τό φῶς τοῦ Θεοῦ στή ζωή μας.
Μέ τίς πρεσβεῖες τῆς Θεοτόκου, νά μᾶς φωτίζει, νά μᾶς ἐλεεῖ, νά μᾶς κατευθύνει ὁ Κύριος. Ἀμήν.-
Τοῦ μακαριστοῦ Μητροπολίτου Νικοπόλεως κυροῦ Μελετίου,
διασκευασμένη ὁμιλία. Ἔγινε στήν Στεφάνη στίς 21/11/2003.