Ζωηφόρος

Για έναν πιθανό ρόλο της Ορθοδοξίας, του Olivier Clement,

Για έναν πιθανό ρόλο της Ορθοδοξίας

του Olivier Clement

επίλογος του βιβλίου του «Η Ορθόδοξη Εκκλησία»,

O

Εκδόσεις «Το ΒΗΜΑγνώση» , από τη σειρά «Τι γνωρίζω;»,

ΑΘΗΝΑ 2007

Η ορθόδοξη Εκκλησία θεωρείται ως η «μία, αγία, καθολική και αποστολική Εκκλησία».

Ωστόσο οι πιο υψηλοί εκφραστές της θεωρούν πως ο διαχωρισμός των χριστιανών της Ανατολής και της Δύ­σης, και ιδιαιτέρως της Ορθοδοξίας και του Καθολικι­σμού (διαχωρισμός που κατέστησε αναπόφευκτη τη Με­ταρρύθμιση), δεν συνεπάγεται τη δημιουργία δύο Εκκλησιών αλλά, για να επικαλεστούμε μια παρατήρηση του Σέργιου Μπουλγκακοφ, ένα χάσμα στο εσωτερικό του μοναδικού κορμού, που ωστόσο συνέχισε να απο­φέρει, και απ' τις δυο πλευρές, καρπούς αγιότητας. Αν η Δύση επιταχύνει την ιστορία, οι χριστιανοί της Ανατο­λής, μέσω του ίδιου του «αρχαϊσμού» τους (απ' όπου αναδύεται, ορισμένες στιγμές, η φλόγα της δημιουργικής ελευθερίας), παραμένουν επίμονα εκφραστές της αρχής, της γέννησης του κόσμου, διαφυλάσσουν συνειδητά κά­ποιες βασικές συνέχειες: ας αναφέρουμε μόνο την ευχα­ριστιακή έννοια της Εκκλησίας, τη χριστιανική ζωή ως συμμετοχή στην τριαδική ζωή, τη γνώση της πίστης μέσω της ένωσης της ευφυίας και της «καρδιάς», το ρεαλισμό της αγιοποίησης που μαρτυρά η εικόνα, την προοπτική μιας οικουμενικής μεταμόρφωσης...

Η Ορθοδοξία δεν καλεί τους άλλους χριστιανούς να γίνουν «ανατολικοί», τους προσκαλεί να αναπτύξουν τις βεβαιότητες και τις εμπειρίες τους επανακτώντας τις ρίζες της ακέραιης Εκκλησίας. Έτσι, με μια κοινή υπέρβαση, θα βρουν -αδελφοποιημένοι, και ελεύθερα-τη μετάληψη μιας ανανεωμένης Ορθοδοξίας...

«Η νόμιμη λατρεία μου για την Εκκλησία της Ανα­τολής δεν αποτελεί καταδίκη της δυτικής Εκκλησίας, έλεγε ο μητροπολίτης Μόσχας Φιλάρετος, το 19ο αιώνα. Υπακούω στο Πνεύμα της Εκκλησίας μου που προσεύ­χεται για την ενότητα όλων.»

Στην πραγματικότητα, οι ορθόδοξες Εκκλησίες λαμ­βάνουν ταπεινά την Ένωση (η οποία είναι ένα θεϊκό Όνομα, επομένως ένας τρόπος της θεϊκής παρουσίας) στην ικεσία της επίκλησης. Γι' αυτό το λόγο, σε αντίθεση με τη Ρώμη, μπόρεσαν να συμμετάσχουν στη διαμόρ­φωση και την ανάπτυξη του οικουμενικού Κινήματος, απέραντη ικεσία της ενότητας, στο πνεύμα της εγκυ­κλίου, με την οποία, από το 1920, ο πατριάρχης Κων­σταντινούπολης προσκαλούσε «τις Εκκλησίες του Χρι­στού σε ολόκληρο τον κόσμο» να αναγνωρίζονται και να αλληλοεξυπηρετούνται. Σήμερα, ωστόσο, οι Ορθό­δοξες Εκκλησίες ενέτειναν την κρίση του οικουμενικού Συμβουλίου υπό την ώθηση ενός φονταμενταλισμού ο οποίος συγχέει οικουμενικότητα και σχετικότητα. Οι Εκκλησίες της Γεωργίας, της Βουλγαρίας και της Σερβίας εγκατέλειψαν το Συμβούλιο που μετατρέπεται λί­γο λίγο σε ένα είδος φόρουμ χωρίς συγκεκριμένες δε­σμεύσεις.

Με τον καθολικισμό, η ιστορική διένεξη είναι ιδιαί­τερα βαθιά. Από τη λεηλασία της Κωνσταντινούπολης, το 1204, στην καταναγκαστική πολιτική λατινισμού που ασκούσαν οι Ιταλοί την περίοδο της κατοχή του Αιγαί­ου, από το 1912 έως το 1945, περνώντας από τη σιωπή της κροατικής καθολικής επισκοπής κατά τη διάρκεια του Δευτέρου Παγκοσμίου πολέμου για τη μεγάλη σφα­γή των ορθόδοξων Σέρβων. Εγγράφεται στην τραγωδία των ουνιτικών Εκκλησιών της κεντρικής και ανατολικής Ευρώπης.

Τα ανοίγματα του Ιωάννη-Παύλου Β' του επέτρε­ψαν να ταξιδέψει εν ειρήνη στη Ρουμανία και την Ελ­λάδα, αλλά η βιασύνη του, οι αδέξιες κινήσεις του και, κυρίως, η ακαμψία της ρωσικής Εκκλησίας διέκοψαν πρακτικά, το 2002, τις σχέσεις μεταξύ Ρώμης και Μό­σχας.

Μέσα σε μια πληθώρα ανεπίσημων ή επίσημων συ­ναντήσεων, κυρίως στη Γαλλία, όπου μια μεικτή καθολική-ορθόδοξη επιτροπή πραγματοποίησε μια σημαντική παρατήρηση σχετικά με την πρωτοκαθεδρία και τον ουνιτισμό, επιτεύχθηκε γόνιμη ανταλλαγή απόψεων.

Η Ορθοδοξία χρειάζεται, ωστόσο, το δυτικό χριστια­νισμό, την απαιτητική και επίπονη αυστηρότητα του, την εμπειρία του από το μοντέρνο κόσμο, για να ξεπε­ράσει τις ιστορικές αμαρτίες της Ανατολής και να απο­κτήσει πλήρη συνείδηση του μηνύματος και της υπηρε­σίας της. Σε αντάλλαγμα, έχει να δώσει θησαυρούς.

Μη έχοντας γνωρίσει εσωτερικές ρήξεις και τις πο­λεμικές του δυτικού χριστιανισμού, μπορεί, πράγματι, να παίξει χρήσιμο ρόλο -και εξάλλου ανιδιοτελή, και για την ίδια εξαγνιστικό- μέσα σε αυτό τον «επίκαιρο οικουμενισμό» (Γεώργιος Φλορόφσκυ) ο οποίος θα έπρεπε να επιτρέψει στους χριστιανούς να φανερώ­σουν, πέρα από κάθε σχίσμα, τις κοινές τους βιβλικές και εκκλησιολογικές ρίζες. Μπορεί να προσφέρει, εις βάθος, απρόσμενες συγκλίσεις στους καθολικούς και στους διαμαρτυρόμενους: δείχνοντας ανάμεσα στον Υιό και το Πνεύμα, αυτά τα «δυο χέρια του Θεού», μια αμοιβαιότητα υπηρεσιών, βεβαιώνει μια ανάλογη αμοι­βαιότητα ανάμεσα στο προφητικό γεγονός και το μυ­στήριο - ανάμεσα στους «αποστολικούς άνδρες» και την «αποστολική διαδοχή». Σε όλους, τέλος, θυμίζει πως ο χριστιανισμός προσφέρει στον άνθρωπο, μέσα στο Άγιο Πνεύμα, μια αέναη εμπειρία, πως οι πραγμα­τικοί κύριοι της ιστορίας είναι άνθρωποι της προσευχής, πως η Εκκλησία είναι ένα μυστήριο της μεταμόρφωσης: μόνο το φως και η ζωή που αναβλύζει από τον Αναστη­μένο μπορούν να δώσουν νόημα στη μοντέρνα εξερεύ­νηση του κόσμου και του ίδιου του ανθρώπου.

Η ορθόδοξη έννοια μιας «οικονομίας» του ελέους, δη­λαδή, της ριζικής ανωτερότητας του ατόμου και της με­τάληψης των ατόμων σε σχέση με κάθε κανόνα (του οποί­ου η αξία δεν μπορεί να έχει παρά μόνο «θεραπευτική» αξία), θα μπορούσε να βοηθήσει τους χριστιανούς της Δύσης, και πρωτίστως τους καθολικούς, να ξεπεράσουν τη διαμάχη ανάμεσα στον έρωτα, και το Χριστό: για το θέμα των αντισυλληπτικών μεθόδων επί παραδείγματι, η Ορθόδοξη Εκκλησία αρκείται να θυμίζει την έννοια της αγάπης, το μυστήριο του παιδιού, τη σημασία της μονα­στικής οδού, αλλά, όπως ανέφερε ο πατριάρχης Αντιό­χειας Αθηναγόρας, και επανέλαβε ο πατριάρχης Βαρθο­λομαίος, η αυθεντία της Εκκλησίας «δεν εισχωρεί στην κάμαρα» των χριστιανών, αλλά αρκείται να παραπέμπει τον καθέναν στη συνείδηση του και στις συμβουλές του πνευματικού του πατέρα. Επίσης, υπογραμμίζοντας πως η πραγματική αγάπη είναι αιώνια, συγχωρεί ένα διαζύ­γιο, ευλογεί (μέσα σε ένα πλαίσιο μετάνοιας) ένα δεύ­τερο, ή και τρίτο γάμο, και επομένως δέχεται στη μετά­ληψη τους διαζευγμένους-ξαναπαντρεμένους.

Η Ορθοδοξία θα μπορούσε, επομένως, να παίξει ση­μαντικό ρόλο στην παρούσα συνάντηση των θρησκειών. Ο ησυχασμός, πράγματι, αποτελεί τη χριστιανική σύν­θεση της «ενστατικής» πνευματικότητας του «Είναι» που χαρακτηρίζει τη μη χριστιανική Ανατολή, και την εκστατική πνευματικότητα του «Εσύ», σημιτική και δυτική... Ενώπιον των ψυχοτεχνικών εισβολών και των απρόσωπων δυνάμεων, σε ποιον άλλο να απευθυνθού­με, για να «διακρίνουμε τα πνεύματα» μέσα στις αμ­φιλεγόμενες απεραντοσύνες, από εκείνους που προ­σεύχονται ταπεινά την προσευχή του Φαρισαίου, γνωρίζοντας πως η «αγνή δέηση» αποτελεί «την τέχνη των τεχνών και την επιστήμη των επιστημών» που οδη­γεί στη «θεοποίηση»;

Ίσως, τέλος, η Ορθοδοξία, όπως ξεκίνησε να κάνει μέσω της ρωσικής λογοτεχνίας και θρησκευτικής σκέ­ψης, να βοηθήσει τους χριστιανούς να δώσουν μια απά­ντηση στους επαναστατημένους που κατηγορούν τον Θεό. Τη στιγμή που ο δυτικός μηδενισμός εξερευνά την κόλαση, ποιο μήνυμα, πράγματι, θα μπορούσε να είναι περισσότερο αναγκαίο από αυτό του Χριστού, του πα­ντοτινού νικητή της κόλασης; Και για ποιον Θεό να μι­λήσουμε ανάμεσα σε αυτούς που δεν έχουν την αίσθηση της «αμαρτίας» αλλά εκείνη της αγωνίας και της αδύνατης τρυφερότητας, ή τουλάχιστον της «Αγάπης πιο δυνατής από το Θάνατο»;

Ωστόσο, πρέπει να επιμείνουμε ότι οι ορθόδοξες Εκκλησίες των χωρών της πρώην ανατολικής Ευρώπης γνωρίζουν σήμερα, όχι δίχως ομοιότητα με την εξέλιξη του Ισλάμ, μια βίαιη θρησκευτική κρίση. Η περιφρόνηση της «διεφθαρμένης Δύσης», το μίσος προς τα άλλα θρησκεύματα, ο δυτικός πολιτισμός και, γενικότερα, ο πολιτισμός, ο αντισημιτισμός, η καταγγελία μιας παγκό­σμιας συνωμοσίας με σκοπό την καταστροφή της Ορ­θοδοξίας, συναντούν τον αποκαλυπτισμό που μαστίζει την «χωρίς σύνορα ρωσική Εκκλησία» (ένα σχίσμα άκρας δεξιάς χρονολογείται από τη δεκαετία του 20) και τους Έλληνες παλιοημερολογήτες (άλλο σχίσμα της ίδιας εποχής, που δημιουργήθηκε όταν η ελληνική Εκ­κλησία πέρασε, τουλάχιστον για τις σταθερές εορτές, στο γρηγοριανό ημερολόγιο). Διαδηλώσεις πραγματο­ποιήθηκαν στην Αθήνα όταν φάνηκε να εμφανίζεται ο αποκαλυπτικός αριθμός του κτήνους, 666, στους υπο­λογιστές και στο Διαδίκτυο.

Όπως φαίνεται, όλο το πρόβλημα έγκειται στη σχέ­ση Ορθοδοξίας-μοντερνικότητας (και μεταμοντερνικότητας). Η ευθύνη των ορθοδόξων της διασποράς είναι ακόμη μεγαλύτερη: συχνά, πράγματι, ξέρουν να χρη­σιμοποιούν την πνευματική και αισθητική κληρονομιά της Παράδοσης για να ανταποκριθούν στις έρευνες των καιρών μας. Πολλά θα εξαρτηθούν επίσης από την εξέ­λιξη της Ρωσίας, όπου σιγά σιγά συγκροτείται μια αστική καλλιεργημένη κοινωνία, ανοιχτή στο μέλλον - «ο χριστιανισμός μόλις ξεκίνησε», έλεγε ο Αλέξανδρος Μεν.

Αγιολογιο

Αγιον Ορος

Αγιοι της Λεσβου

©2005-2016 Zoiforos.gr || Σχεδίαση - Ανάπτυξη Lweb.GR

Login or Register

Register

User Registration
or Cancel