Aἱ ψυχές μας γεμίζουν εὐγνωμοσύνη πρός τόν ἐν Τριάδι προσκυνούμενο Θεό μας, διότι μᾶς ἀξίωσε νά παραλάβουμε καί νά διακρατοῦμε τόν ἀτίμητο θησαυρό τῆς Ὀρθοδόξου Πίστεως «ἐν ὀστρακίνοις σκεύεσι» (Β΄ Κορ. δ΄ 7), στίς ταπεινές καί ἁμαρτωλές μας ὑπάρξεις.
Κοιτάζουμε τόν ἑαυτό μας καί λυπούμεθα, διότι μέ τίς ἁμαρτίες μας φέρουμε κατάστικτο τόν χιτῶνα τῆς ψυχῆς. Ἀλλά κοιτάζουμε καί τόν θησαυρό τῆς Ὀρθοδόξου Πίστεως πού μᾶς ἐνεπιστεύθη ὁ Κύριος καί χαιρόμεθα.
Αὐτός ὁ θησαυρός δέν εἶναι κάποιο ἰδεολόγημα. Εἶναι αὐτός ὁ Θεάνθρωπος Χριστός. Ἡ κεφαλή καί τό Σῶμα Του, ἡ Ἁγία μας Ὀρθόδοξος Ἐκκλησία.
Εἶναι ὁ ἀληθής Θεάνθρωπος τῶν Προφητῶν, τῶν Ἀποστόλων, τῶν Πατέρων.
Ὁ Θεάνθρωπος ὁ ἀκαινοτόμητος. Ὁ «ἀεί ὤν» καί ὁ «ὡσαύτως ὤν». Ὁ «χθές καί σήμερον ὁ Αὐτός καί εἰς τούς αἰῶνας» (Ἑβρ. ιγ΄ 8).
«Οἱ Προφῆται ὡς εἶδον, οἱ Ἀπόστολοι ὡς ἐδίδαξαν, ἡ Ἐκκλησία ὡς παρέλαβεν, οἱ Διδάσκαλοι ὡς ἐδογμάτισαν, ἡ Οἰκουμένη ὡς συμπεφρόνηκεν, ἡ χάρις ὡς ἔλαμψεν· ἡ ἀλήθεια ὡς ἀποδέδεικται, τό ψεῦδος ὡς ἀπελήλαται, ἡ σοφία ὡς ἐπαρρησιάσατο, ὁ Χριστός ὡς ἐβράβευσεν· οὕτω φρονοῦμεν, οὕτω λαλοῦμεν, οὕτω κηρύσσομεν, Χριστόν τόν ἀληθινόν Θεόν ἡμῶν».
Αὐτόν τόν Θεάνθρωπο δέν θέλουμε νά προδώσουμε ἀποδεχόμενοι τους ψευδοθεανθρώπους τοῦ δυτικοῦ Χριστιανισμοῦ, τοῦ ἀλαθήτου “Πάπα”, τοῦ “ἀλαθήτου” Προτεστάντου, τόν ψευδοθεάνθρωπον τοῦ δυτικοῦ ἀνθρωποκεντρισμοῦ.
Μένουμε, χάριτι Χριστοῦ, πιστοί καί ἀμετακίνητοι στήν ἁγία μας Ὀρθόδοξο Πίστι, τήν «ἅπαξ παραδοθεῖσα τοῖς ἁγίοις» (Ἰούδα 3) καί μακαρίζουμε τούς ἁγίους Ὁμολογητάς τῆς Πίστεως, (Ὀρθοδόξους Βασιλεῖς, Πατριάρχας, Ἀρχιεπισκόπους, Ἐπισκόπους, Πρεσβυτέρους, Διακόνους, Μοναχούς καί λαϊκούς), οἱ ὁποῖοι μᾶς τήν παρέδωσαν ὑπομείναντες θανάτους, ἐξορίες, βασανιστήρια, προπηλακισμούς.
«Αὕτη ἡ πίστις τῶν Ἀποστόλων, αὕτη ἡ πίστις τῶν Πατέρων, αὕτη ἡ πίστις τῶν Ὀρθοδόξων, αὕτη ἡ πίστις τήν Οἰκουμένην ἐστήριξεν. Ἐπί τούτοις τούς τῆς εὐσεβείας Κήρυκας, ἀδελφικῶς τε καί πατροποθήτως, εἰς δόξαν και τιμήν τῆς εὐσεβείας, ὑπέρ ἧς ἠγωνίσαντο, ἀνευφημοῦμεν καί λέγομεν, Γερμανοῦ, Ταρασίου, Νικηφόρου, καί Μεθοδίου, τῶν ὡς ἀληθῶς Ἀρχιερέων Θεοῦ, καί τῆς Ὀρθοδοξίας προμάχων καί Διδασκάλων (καί πάντων τῶν ἁγίων Ὁμολογητῶν), Αἰωνία ἡ μνήμη».
Ἀλλ᾿ αὐτή ἡ φιλτάτη Ὀρθοδοξία μας καί σήμερα κινδυνεύει. Προσπαθοῦν κάποιοι νά νοθεύσουν τό δυνατό της κρασί, νά ἀμβλύνουν τά δόγματα, τίς παραδόσεις της, τό ἦθος της, γιά νά μπορῇ νά συνυπάρχῃ μέ τά ἄλλα “δόγματα”.
Τό ἔργο αὐτό ἔχει ἀναλάβει ὁ Οἰκουμενισμός.
Καί δέν ἐννοοῦμε φυσικά ἕναν Ὀρθόδοξο Οἰκουμενισμό, πού μένοντας πιστός στήν Ὀρθοδοξία θά μποροῦσε νά διαλέγεται μέ τούς ἑτεροδόξους, για νά τούς βοηθήσῃ νά ἀντιληφθοῦν ὅτι ἐπάνοδός τους στήν Ὀρθόδοξο Ἐκκλησία εἶναι ἐπάνοδος στό πατρικό τους σπίτι, ἀπό τό ὁποῖο οἱ πρόγονοί τους ἐμακρύνθησαν.
Ἐννοοῦμε τόν συγκρητιστικό Οἰκουμενισμό, τόν διαχριστιανικό καί διαθρησκειακό.
Μέ πόνο χαράσσω τίς γραμμές αὐτές:
- Διά τούς Οἰκουμενιστάς ἐκείνους πού συμπροσεύχονται ὄχι μόνο με ἑτεροδόξους ἀλλά καί ἑτεροθρήσκους καί ἀνάβουν κεριά μαζί μέ τούς Ἰουδαίους, Μουσουλμάνους, Βουδιστάς, Εἰδωλολάτρας, γιά τήν εἰρήνη. Σέ ποιόν Θεό ἄραγε προσφέρουν τά κεριά αὐτά; Ξεχνοῦν ὄχι μόνο τούς Ἱερούς Κανόνας, ἀλλά καί αὐτές τίς θεῖες Γραφές. «Τίς δέ κοινωνία φωτί πρός σκότος;» (Β΄ Κορ. στ΄ 14).
- Διά τούς Οἰκουμενιστάς πού χωρίς ἐνδοιασμό συμπροσεύχονται με Προτεστάντισσες ἱέρειες.
- Διά τούς Οἰκουμενιστάς πού συμμετέχουν στό Π.Σ.Ε., χωρίς ὅμως να τούς ἐπιτρέπεται νά καταθέτουν ἰδιαιτέρα δήλωσι πού νά ἐκφράζῃ τάς Ὀρθοδόξους θέσεις, μέ συνέπεια ἡ φωνή τους νά χάνεται μέσα στήν παμπροτεσταντική χοάνη.
- Διά τούς Οἰκουμενιστάς πού κατήρτισαν τό κείμενο τῆς Συμφωνίας Ὀρθοδόξων καί Ρωμαιοκαθολικῶν τοῦ Balamand, μέ τό ὁποῖο οἱ Ὀρθόδοξοι γιά πρώτη φορά ἀνεγνώρισαν τόν Ρωμαιοκαθολικισμό ὡς πλήρη Ἐκκλησία καί ὡς ἀδελφή Ἐκκλησία, χωρίς οἱ Ρωμαιοκαθολικοί νά παραιτηθοῦν ἀπό το Filioque, τό “ἀλάθητο” καί τό πρωτεῖο ἐξουσίας τοῦ Πάπα ἐφ᾿ ὅλης τῆς Ἐκκλησίας, τήν ἑτεροδιδασκαλία περί κτιστῆς Χάριτος καί τίς λοιπές κακοδοξίες τους.
- Διά τούς Οἰκουμενιστάς πού μέ τίς Κοινές Δηλώσεις (κατά τόν διάλογο Ὀρθοδόξων καί Ἀντιχαλκηδονίων) ἀνεγνώρισαν ὄχι μόνον τούς νῦν Ἀντιχαλκηδονίους ὡς Ὀρθοδόξους, ἀλλά καί τούς πατέρας αὐτῶν Διόσκορο, Σεβῆρο, 'Ιάκωβο Βαραδαῖο καί λοιπούς, τούς ἀναθεματισθέντας ὑπό Οἰκουμενικῶν Συνόδων, ἐρχόμενοι ἔτσι σέ φανερά ἀντίθεσι μέ τάς θεοπνεύστους Οἰκουμενικάς μας Συνόδους, ἀλλά καί τούς μεγάλους Πατέρας, 'Ιωάννη τόν Δαμασκηνό, Μ. Φώτιο, Μάξιμο τόν Ὁμολογητή, Σωφρόνιο Ἱεροσολύμων καί λοιπούς.
- Διά τούς Οἰκουμενιστάς οἱ ὁποῖοι κηρύττουν ὅτι Ἀνατολική καί Δυτική Ἐκκλησία εἶναι ἀδελφαί Ἐκκλησίαι καί ὅτι ἡ μεταξύ αὐτῶν κοινωνία εἶναι ἀντίστοιχος πρός τήν κοινωνία τῶν τοπικῶν Ὀρθοδόξων Ἐκκλησιῶν, ὡς ἐάν ἡ Δυτική προσῆλθε στήν Ὀρθοδοξία. ῎Η κηρύττουν ὅτι Ἀνατολή καί Δύσις εἶναι οἱ δύο πνεύμονες μέ τούς ὁποίους ἀναπνέει ἡ Ἐκκλησία, ὡς ἐάν ἡ Δυτική Ἐκκλησία ὀρθοδοξῇ καί δέν πάσχῃ ἀνιάτως. ῎Η κηρύττουν ὅτι ἡ Ὀρθόδοξος Ἀνατολή καί ἡ αἱρετική Δύσις ἀποτελοῦν δύο διαφορετικές ὄψεις τῆς ἰδίας Εὐαγγελικῆς Ἀληθείας καί ὅτι δῆθεν αὐτή εἶναι ἡ Φωτιανή Παράδοσις.
Ὁποία διαστρέβλωσις τῆς Ἱστορίας! Ὁ ὁμολογητής Μέγας Φώτιος, ὁ ἐλέγξας σθεναρῶς τούς κακοδόξους Λατίνους, νά θεωρῆται ὡς τάχα ἐκφράζων τήν ἴδια πίστι μέ ἐκείνους τούς ὁποίους διά βίου ἐστηλίτευσε!
Δέν ἀντιλαμβάνονται οἱ τά τοιαῦτα λέγοντες ὅτι ὑποτιμοῦν τήν νοημοσύνη τῶν ἀκροατῶν καί ἀναγνωστῶν τους; ῞Ωστε λοιπόν Filioque καί μή Filioque, παποκεντρική ἐκκλησιολογία καί Ὀρθόδοξος ἐκκλησιολογία, κτιστή και ἄκτιστος Χάρις, ἐκφράζουν μέ διαφορετικό τρόπο τήν ἴδια Ἀλήθεια καί ὄχι δύο διαφορετικές διδασκαλίες, ἤτοι μία Ὀρθόδοξο καί μία αἱρετική;
Ἰδού ποῦ καταντᾷ τό Οἰκουμενιστικό παραλήρημα!
Καί ἀφοῦ ὁ λόγος περί ἁγίου Φωτίου, θά πρέπει νά ἐπισημάνουμε, ὅτι εἶναι τοὐλάχιστον ἄδικο καί ἱστορικῶς ἀναπόδεικτο ὅτι καί οἱ Ὀρθόδοξοι Πατέρες εὐθύνονται διά τό σχίσμα. Εὐθύνεται ὁ Μ. Φώτιος, ὁ Πατριάρχης Μιχαήλ Κηρουλάριος, ὁ ἅγιος Μᾶρκος Ἐφέσου, ὁ ἅγιος Γρηγόριος ὁ Παλαμᾶς, οἱ ὁποῖοι ὡς γνήσιοι ποιμένες τῆς Ἐκκλησίας τοῦ Χριστοῦ ἀπέρριψαν τίς αἱρέσεις τῶν Δυτικῶν καί ἠρνήθησαν νά ὑποτάξουν τήν Ὀρθόδοξο Ἀνατολική Ἐκκλησία στόν Πάπα;
Ποῖος εὐθύνεται; Οἱ Ὀρθόδοξοι, ὅταν ἀντιστέκωνται στούς αἱρετικούς, ἤ ἀντιθέτως οἱ αἱρετικοί, ὅταν μέ ἑωσφορικό πεῖσμα προσπαθοῦν νά ἐπιβάλλουν τήν αἵρεσι σέ ὅλη τήν Ἐκκλησία;
Καί μήπως θέλουμε καλλιτέρα ἀπόδειξι τῆς εὐθύνης καί δολιότητος τῶν Δυτικῶν ἀπό τήν ἐπάρατο Οὐνία, ἡ ὁποία προκάλεσε καί προκαλεῖ τόσο πόνο καί τόσους βιαίους προσηλυτισμούς μεταξύ τῶν Ὀρθοδόξων;
- Δι᾿ ὅλους τούς Οἰκουμενιστάς πού μέ πράξεις, ἄρθρα καί λόγους ἀμβλύνουν τό Ὀρθόδοξο αἰσθητήριο τοῦ Ἑλληνορθοδόξου λαοῦ, ὥστε νά τοῦ ἀφαιροῦν κάθε δύναμι ἀντιστάσεως ἐναντίον ὅσων ἐπιβουλεύονται τήν Ὀρθοδοξία του.
Τάς σκέψεις αὐτάς μᾶς προεκάλεσεν ἐκτός τῶν ἄλλων καί ἡ ἀνάγνωσις τοῦ κατωτέρω ἀποσπάσματος ἐκ τοῦ Συνοδικοῦ τῆς Κυριακῆς τῆς Ὀρθοδοξίας.
«Ἅπαντα τά παρά τήν Ἐκκλησιαστικήν παράδοσιν, καί τήν διδασκαλίαν, καί ὑποτύπωσιν τῶν ἁγίων καί ἀοιδίμων Πατέρων καινοτομηθέντα, ἤ μετά τοῦτο πραχθησόμενα, Ἀνάθεμα».
Αὐστηροί ὄντως οἱ Πατέρες, ἀλλά καί φιλάνθρωποι. ῞Οσοι πραγματικά ἀγαποῦν, πρέπει νά λέγουν τήν ἀλήθεια, διότι αὐτή μόνον σώζει, «γνώσεσθε τήν ἀλήθειαν, καί ἡ ἀλήθεια ἐλευθερώσει ὑμᾶς» ('Ιωάν. η΄ 32).
Στό σημεῖο αὐτό θά ἤθελα νά ἐρωτήσω τούς ἐκ τῶν Ὀρθοδόξων Οἰκουμενιστάς: Μήπως θά ἔπρεπε νά διερωτηθοῦν, ἐάν τά ὑπ᾿ αὐτῶν πραττόμενα και λεγόμενα εἶναι καινοτομίες «παρά τήν ἐκκλησιαστικήν παράδοσιν καί διδασκαλίαν»;
Ὑπάρχει βέβαια ἕνας εὔκολος τρόπος νά κατασιγάσουν τήν συνείδησί τους ὅσοι ὁδηγοῦν τήν Ἐκκλησία στόν συγκρητιστικό Οἰκουμενισμό. Νά χαρακτηρίζουν τούς ἐμμένοντας στήν πατροπαράδοτο εὐσέβεια συλλήβδην ὡς φανατικούς φονταμενταλιστάς. Μέ αὐτήν τήν λογική θά ἐχαρακτηρίζοντο και οἱ Ἅγιοι Πατέρες οἱ συντάξαντες τό ἀνωτέρω ἀνάθεμα, ὡς καί τά λοιπά πολλά ἀναθέματα κατά τῶν αἱρετικῶν, ἐπίσης ὡς φονταμενταλισταί, ἀκραῖοι και φανατικοί.
Ἔχω τήν αἴσθησι ὅτι ἡ γλῶσσα τῶν Οἰκουμενιστῶν δέν εἶναι ἡ γλῶσσα τῶν Ἁγίων Πατέρων καί διδασκάλων μας. Δέν εἶναι γλῶσσα ὁμολογίας τῆς ἀμωμήτου Πίστεως, ἀλλά γλῶσσα διπλωματίας, πολιτικῆς. Γλῶσσα πού κνήθει (γαργαλίζει) τίς ἀκοές πολλῶν συγχρόνων ἀνθρώπων, οἱ ὁποῖοι εἶναι ὀλιγόπιστοι ἤ ἄπιστοι καί δι᾿ αὐτό ἡ δογματική των εὐαισθησία ἔχει χαθῆ. Κατά τον μέγα Παῦλο:
«Ἔσται γάρ καιρός ὅτε τῆς ὑγιαινούσης διδασκαλίας οὐκ ἀνέξονται, ἀλλά κατά τάς ἐπιθυμίας τάς ἰδίας ἑαυτοῖς ἐπισωρεύσουσι διδασκάλους κνηθόμενοι τήν ἀκοήν, καί ἀπό μέν τῆς ἀληθείας τήν ἀκοήν ἀποστρέψουσιν, ἐπί δέ τούς μύθους ἐκτραπήσονται» (Β΄ Τιμ. δ΄ 3, 4).
Οἱ κοσμικόφρονες ἄνθρωποι τῆς ἐποχῆς μας ἀρέσκονται νά ἀκούουν και νά λέγουν ὅτι καλές εἶναι ὅλες οἱ θρησκεῖες καί ὅτι ὅλες πρέπει νά συνεργάζωνται γιά τήν εἰρήνη.
Ἡ ἐκκλησιαστική διπλωματία θυσιάζει τήν Ἀλήθεια στόν καιροσκοπισμό, στήν ἀνθρωπαρέσκεια, στήν ἐπίτευξι γηΐνων στόχων.
Ἡ πανθρησκειακή συμπροσευχή τῆς Ρουμανίας ἔγινε καθ᾿ ὑπαγόρευσιν τοῦ ἀρχηγοῦ τοῦ Ρουμανικοῦ κράτους, γιά νά καλοπιάσῃ τόν ἐμπνευστή της Πάπα καί τούς Δυτικούς, προκειμένου νά γίνῃ δεκτή ἡ Ρουμανία στήν Εὐρωπαϊκή Ἕνωσι. Γιά τόν ἴδιο λόγο θά γίνῃ δεκτός ὁ Πάπας στήν Ρουμανία, στην πρώτη Ὀρθόδοξο χώρα πού θά δεχθῇ τήν ἐπίσκεψί του. Τά ὀχυρά πέφτουν. Ἡ καταταλαιπωρημένη ἀπό τήν Οὐνία καί τούς Παπικούς Ρουμανία λησμονεῖ τήν ἱστορία της, τούς μάρτυράς της, χάριν τόσον εὐτελῶν σκοπῶν. Ὁ γηραιός Πατριάρχης σύρεται στό ἅρμα τοῦ Παπισμοῦ. Οἱ Ὀρθόδοξες χῶρες νά χάσουν τήν ψυχή τους, γιά νά γίνουν δεκτές στήν Εὐρωπαϊκή Ἕνωσι;
Κάτι παρόμοιο γίνεται καί στήν χώρα μας, ὅπου πολλοί εἶναι πρόθυμοι νά ἀπεμπολήσουν τίς παραδόσεις μας, νά ἀπορθοδοξοποιήσουν τήν Ἑλλάδα, γιά νά γίνουν ἀρεστοί στούς Εὐρωπαίους ἡγέτας ἤ δυνάστας.
Πρόσφατο παράδειγμα ἡ ἀντιεκκλησιαστική συμπεριφορά τοῦ Κρατικοῦ Ραδιοφώνου. Σιγά σιγά περικόπτουν κάθε ἐκπομπή πού θυμίζει Ὀρθοδοξία. Περιεκόπη κατ᾿ ἀρχάς ἡ πρωινή προσευχή. Κατόπιν οἱ ἐκκλησιαστικές ἐκπομπές τοῦ πρώτου προγράμματος τῆς Κυριακῆς. Οἱ ἀναμεταδόσεις τῶν μεγάλων Πανηγύρεων τῆς Ὀρθοδοξίας, ὡς τῆς Παναγίας τῆς Τήνου. Πρόσφατα περιέκοψε καί τήν ἀναμετάδοσι τῶν Χαιρετισμῶν. Οἱ ἰθύνοντες τό Κρατικό Ραδιόφωνο ἀγνοοῦν φαίνεται ὅτι οἱ Χαιρετισμοί τῆς Παναγίας, τά “Χαιρονύμφια” ὅπως τά λέγει ὁ λαός, εἶναι μία ἀπό τίς ἑλληνορθόδοξες παραδόσεις μας, καί ὅτι αὐτοί πού δέν ἠμποροῦν νά μεταβοῦν στίς ἐκκλησίες γιά σοβαρούς λόγους ἄκουγαν ἀπό τό Ραδιόφωνο τούς Χαιρετισμούς, καί μάλιστα στίς περιοχές πού δέν ἀκούονται οἱ ἐκκλησιαστικοί σταθμοί.
Ὁ ὁδοστρωτήρας τοῦ ἐξευρωπαϊσμοῦ ἐξαφανίζει σιγά σιγά τήν ἐκκλησιαστική καί ἐθνική μας ταυτότητα. Τά συμπτώματα εἶναι πολλά καί δέν εἶναι τοῦ παρόντος νά ἀναφερθοῦν διεξοδικῶς ἐδῶ.
Πολλοί μᾶς κατηγοροῦν ὅτι, ἐνῶ ἀγωνιζόμεθα κατά τοῦ Οἰκουμενισμοῦ, δέν διακόπτουμε τήν κοινωνία μέ τούς Οἰκουμενιστάς.
Πράγματι, ἐνῶ πιστεύουμε ὅτι ὁ συγκρητιστικός Οἰκουμενισμός εἶναι μία σοβαρά ἐκκλησιολογική παρέκκλισις, πού τείνει νά γίνῃ καί αἵρεσις, δηλαδή παγιωμένο αἱρετικό φρόνημα, ἐμεῖς μένουμε στήν Ἁγία μας Ἐκκλησία, διότι πιστεύουμε ὅτι μέσα ἀπό τήν Ἐκκλησία καί ὄχι ἐκτός αὐτῆς ἠμποροῦμε να ἀγωνισθοῦμε, γιά νά συνειδητοποιηθῇ ἡ ἐκκλησιολογική αὐτή παρέκκλισις ἑνίων. Ὡς ἀποδεικνύει ἡ ἐκκλησιαστική ἱστορία, αἱ αἱρετικαί δοξασίαι δέν συνειδητοποιοῦνται ἀμέσως ἀπό τό πλήρωμα τῆς Ἐκκλησίας.
Κατά τήν ταπεινή μας κρίσι, ὁ εἰκοστός αἰών ὑπῆρξε ὁ αἰών τῆς ἀναπτύξεως τοῦ συγκρητιστικοῦ Οἰκουμενισμοῦ. Θέλουμε νά πιστεύουμε ὅτι πολλοί ἐκ τῶν Ὀρθοδόξων ἐνθουσιωδῶς ὑπεστήριζαν τόν Οἰκουμενισμό, ὄχι ἐκ διαθέσεως νά προδώσουν τήν Ὀρθοδοξία, ἀλλά καλῇ τῇ πίστει ἤ καί ἐκ τῆς ἀνάγκης νά συμβιώνουν εἰρηνικά μέ ἑτεροδόξους στήν ἀλλοδαπή. Χάριν μιᾶς προσδοκωμένης οἰκουμενικῆς προσεγγίσεως, Ὀρθόδοξοι ἡγέται ἤρχισαν δυστυχῶς να υἱοθετοῦν τήν ἐκκλησιολογία τῶν κλάδων ἤ τῶν ἀδελφῶν Ἐκκλησιῶν, χωρίς προηγουμένη δογματική συμφωνία.
Συνετέλεσαν βεβαίως στήν υἱοθέτησι μή ὀρθοδόξων ἐκκλησιολογικῶν θέσεων καί ἄλλοι παράγοντες: Ἡ διασπορά τῶν Ὀρθοδόξων στίς χῶρες τῶν Προτεσταντῶν καί Ρωμαιοκαθολικῶν, ἡ ἀποδυνάμωσις τῶν παλαιφάτων Πατριαρχείων ἀπό τά παραδοσιακά τους Ὀρθόδοξα ποίμνια, ἡ ἐπίδρασις ἐπί τῶν κληρικῶν καί θεολόγων τῆς περιρρεούσης ἀτμοσφαίρας τοῦ ὑλιστικοῦ ἀνθρωποκεντρικοῦ πνεύματος, πού δέν ἀνέχεται ἀπόλυτα μεγέθη ἀλλά σχετικοποιεῖ κάθε πίστι.
Ἐλπίζουμε ὅτι ὁ εἰκοστός πρῶτος αἰών θά εἶναι ὁ αἰών τῆς συνειδητοποιήσεως ἐκ μέρους τῶν Ὀρθοδόξων τῆς ἐκκλησιολογικῆς παρεκκλίσεως τοῦ συγκρητιστικοῦ Οἰκουμενισμοῦ καί τῆς ἐπανόδου ὅλων τῶν Ὀρθοδόξων εἰς τήν πρό τοῦ 20οῦ αἰῶνος γενικῶς ἐπικρατοῦσα ἐκκλησιολογία, κατά τήν ὁποία τήν Μίαν, Ἁγίαν, Καθολικήν καί Ἀποστολικήν Ἐκκλησίαν ἀποτελεῖ μόνον ἡ Ὀρθόδοξος Ἐκκλησία.
Ἡμεῖς δέ οἱ ταπεινοί ἑπόμενοι τοῖς ἁγίοις Πατράσι ἐπί τῇ σημερινῇ εὐσήμῳ ἡμέρᾳ τῆς Κυριακῆς τῆς Ὀρθοδοξίας ἐπαναλαμβάνουμε μετά τῆς Ἁγίας Ἐκκλησίας:
«Τούτων τοῖς ὑπέρ εὐσεβείας μέχρι θανάτου ἄθλοις τε καί ἀγωνίσμασι, καί διδασκαλίαις παιδαγωγεῖσθαί τε καί κρατύνεσθαι Θεόν ἐκλιπαροῦντες, καί μιμητάς τῆς ἐνθέου αὐτῶν πολιτείας μέχρι τέλους ἀναδείκνυσθαι ἐκδυσωποῦντες ἀξιωθείημεν τῶν ἐξαιτουμένων, οἰκτιρμοῖς, καί χάριτι τοῦ μεγάλου καί πρώτου Ἀρχιερέως Χριστοῦ, τοῦ ἀληθινοῦ Θεοῦ ἡμῶν· πρεσβείαις τῆς ὑπερενδόξου Δεσποίνης ἡμῶν Θεοτόκου, καί Ἀειπαρθένου Μαρίας, τῶν θεοειδῶν Ἀγγέλων, καί πάντων τῶν Ἁγίων. Ἀμήν» (Συνοδικόν Κυριακῆς τῆς Ὀρθοδοξίας).
Ὁ Καθηγούμενος τῆς Ἱερᾶς Μονῆς τοῦ Ὁσίου Γρηγορίου
†Ἀρχιμ. Γεώργιος
Ἐν Ἁγίῳ Ὄρει τῇ Α΄ Κυριακῇ τῶν Νηστειῶν 1999.