Στά χρόνια τῶν διωγμῶν συνελήφθησαν δύο χριστιανοί. Ὁδηγήθηκαν στό δικαστήριο καί τούς ζητήθηκε νά ἀρνηθοῦν τόν Χριστό. Οἱ ἀθλητές τοῦ Χριστοῦ, παρά τά φοβερά μαρτύρια, ἔμειναν σταθεροί στήν πίστη. Βλέποντας οἱ δικαστές ὅτι δέν καταφέρνουν τίποτε, τούς φυλάκισαν, μέ τήν ἐντολή τήν ἄλλη μέρα νά ἐκτελεστοῦν.
Τί συνέβη ὅμως; Οἱ δυό ὁμολογητές μάλωσαν μέσα στή φυλακή καί ψυχράνθηκαν μεταξύ τους. Ὁ ἕνας, κατάλαβε σέ τί παγίδα τούς ἔρριξε ὁ διάβολος καί γεμᾶτος συντριβή ζήτησε συγγνώμη. Ὁ ἄλλος κυριαρχημένος ἀπό τό μῖσος, δέν τόν συγχώρησε παρά τίς συνεχεῖς παρακλήσεις του. Τήν ἄλλη μέρα ὁδηγήθηκαν στό δήμιο. Σέ λίγο θά ἔπαιρναν τό στεφάνι τοῦ μαρτυρίου.
Τότε ἔγινε τό ἀπρόσμενο. Ἐκεῖνος πού δέν θέλησε νά συγχωρήσει, ἄρχισε νά τρέμει τόν ἐπικείμενο θάνατο καί γιά νά γλυτώσει ἀρνήθηκε τόν Χριστό. Ὁ δικαστής τόν ρώτησε:
-Χθές ὑπέμεινες τόσα μαρτύρια καί ἄντεξες. Σήμερα πῶς ἀρνήθηκες μέ τήν πρώτη τήν πίστη σου;
Ἀπάντησε ὁ ἀρνητής:
-Χθές ἡ καρδιά μου ἦταν γεμάτη ἀγάπη καί γι΄ αὐτό μέ σκέπαζε ἡ χάρη τοῦ Κυρίου μου. Σήμερα ὅμως μέ ἐγκατέλειψε, γιατί δέν θέλησα νά συγχωρήσω τόν ἀδελφό μου καί ἔτσι στερημένος ἀπό τήν θεία δύναμη ἔπεσα στήν ἄρνηση.
Τεράστια ἡ ζημιά
Τό σημερινό εὐαγγελικό ἀνάγνωσμα, πού εἶναι μιά παραβολή τοῦ Χριστοῦ, μᾶς ἐπισημαίνει τήν τεράστια πνευματική ζημία πού ἔχομε, ἄν δέν μάθομε νά συγχωροῦμε.
Ἕνας ἄρχοντας ἀποφάσισε νά ρυθμίσει τούς λογαριασμούς του, μέ τούς ἀνθρώπους του. Ἄρχισε ἡ διαδικασία, καί τοῦ παρουσίασαν ἕνα χρεοφειλέτη πού ὄφειλε μύρια τάλαντα! Ἀστρονομικό ποσό. Ἀγόραζες ὁλόκληρη πόλη.
Ὁ ἄνθρωπος δέ μποροῦσε νά τά καταβάλλει, μιά καί τά εἶχε κατασπαταλήσει, γι’ αὐτό διέταξε ὁ βασιληάς -ἐφαρμόζοντας τούς νόμους τῆς ἐποχῆς – νά τόν πουλήσουν αὐτόν καί τούς δικούς του δούλους, γιά νά ἀποδοθεῖ ἔστω καί κάποιο μικρό μέρος τῆς ὀφειλῆς.
Τότε ἐκεῖνος ὁ δοῦλος, ἔπεσε στά γόνατα καί τόν παρακάλεσε νά τοῦ δώσει προσθεσμία, μέ τήν ὑπόσχεση ὅτι θά τά ἐπιστρέψει. Ἔκλαιγε, ὁρκιζόταν, ἔδινε ἐγγυήσεις, χωρίς βέβαια νά ἔχει ἐπίγνωση τί ὑπόσχεται.
Ὁ εὔσπλαγχνος Κύριος, τόν συμπόνεσε. Καί βλέποντας ὅτι εἶναι πάμπτωχος καί δέν πρόκειται νά τοῦ ἀποδώσει τίποτα, τοῦ χάρισε τό χρέος.
Πανευτυχής ὁ δοῦλος, ἀλλά χωρίς νά διδαχθεῖ καθόλου ἀπό τήν καλωσύνη τοῦ Κυρίου του, βγῆκε ἀπό τό ἀνάκτορο καί νά... Συναντᾶ κάποιον συνάδελφό του πού τοῦ χρωστοῦσε 100 δηνάρια, δηλαδή πενταροδεκάρες. Στά αὐτιά του, ἀντηχοῦσε ἀκόμη ἡ γεμάτη καλωσύνη φωνή τοῦ Κυρίου του. Ἡ δωρεά πού μόλις εἶχε λάβει δέν εἶχε ξεθωριάσει.
Ὅμως, κυριαρχημένος ἀπό τό ἁμαρτωλό φρόνημα τοῦ κόσμου, πού μᾶς σπρώχνει νά ἐνδιαφερόμαστε μόνο γιά τόν ἑαυτό μας καί τά ἐπίγεια συμφέροντά μας, φέρθηκε ἐλεεινά.
Σκέφτηκε ὅτι δέν ἐπιτρέπεται νά χάσει τό χρῆμα του.
Τρέχει λοιπόν καί ἁρπάζει τόν σύνδουλό του, ἀπαιτώντας ἄμεση ἀπόδοση τοῦ ἀσήμαντου χρέους του:
«Δῶσέ μου ἀμέσως ὅτι μοῦ χρωστᾶς».
Ὁ φτωχός σύνδουλος κλαίει καί παρακαλεῖ ζητώντας προθεσμία. Ἐκεῖνος μένει ἀσυγκίνητος. Τόν κλείνει στήν φυλακή, μέ προοπτική νά τόν πουλήσει μέ ὅλη του τήν οἰκογένεια γιά νά εἰσπράξει τά δανεικά.
Τά γεγονότα αὐτά, ἔφτασαν στά αὐτιά τοῦ Ἀγαθοῦ Βασιλιά, ὁ ὁποῖος ἀνακάλεσε τήν δωρεά καί διέταξε νά κλείσουν τόν σκληρό δοῦλο στήν φυλακή, γιατί δέν φέρθηκε εὔσπλαγχνα στόν ἀδελφό του.
Λίγα ὅσα μᾶς κάνουν οἱ ἄλλοι
Μέ τήν παραβολή αὐτή, ὁ Κύριος μας ᾿Ιησοῦς Χριστός θέλει νά μᾶς διδάξει, ὅτι πρέπει πρόθυμα νά συγχωροῦμε τά λίγα πού μᾶς κάνουν οἱ ἄλλοι ἄνθρωποι, ἄν θέλουμε νά μᾶς συγχωρήσει ὁ Θεός τά πολλά πού τοῦ ὀφείλομε. Δηλαδή τό πλῆθος τῶν ἁμαρτιῶν μας.
Λίγα εἶναι ὅσα μᾶς κάνουν οἱ ἄλλοι!
Ὅσο καί νά παριστάνουμε τόν ἀδικημένο, τελικά οἱ ἀδικίες πού μᾶς ἔχουν κάνει εἶναι μιά, δυό, τρεῖς, μετρημένες πάντως σέ ὁλόκληρη τή ζωή μας. Καί ἄν δέν ἐξετάζαμε στενόκαρδα τήν συμπεριφορά τῶν συνανθρώπων μας θά ζούσαμε, ἐδῶ στή γῆ, εἰρηνικά σάν στόν παράδεισο.
Δέν συμβαίνει ὅμως τό ἴδιο μέ τίς ἁμαρτίες μας, πού συνεχῶς βαρύνουν τό χρέος μας ἀπέναντι τοῦ Θεοῦ.
Ὁ ἅγιος ᾿Ιωάννης ὁ Χρυσόστομος λέγει:
«Οἱ κακές πράξεις μας πού διαπράττομε μπροστά στά μάτια τῶν ἀνθρώπων εἶναι περιορισμένες, γιατί ὅλοι ἔχομε λίγο-πολύ ἕνα χάρισμα –δῶρο Θεοῦ- πού λέγεται «ντροπή». Δύσκολα ἁμαρτάνομε ἐνώπιον τῶν ἀνθρώπων γιατί τούς ντρεπόμαστε. Ἀντίθετα! Οἱ κακές πράξεις μας ἐνώπιον τοῦ Θεοῦ, παρ᾿ ὅτι τό βλέμμα Του μᾶς παρακολουθεῖ παντοῦ, εἶναι καί πολλές καί χωρίς τό ἐλάχιστο ἴχνος ἐντροπῆς.
Δέν διστάζομε νά κάνομε ἐνώπιον τοῦ Θεοῦ, ἔργα πού δέν θά ἐπιτρέπαμε μέ κανένα τρόπο στόν ἑαυτό μας νά τά πράξει ἐνώπιον τῶν ἀνθρώπων. Καί μόνο τό γεγονός, ὅτι ὑπολογίζομε τούς ἀνθρώπους πού δέν ἔχουν πάνω μας καμμία ἀπολύτως ἐξουσία, περισσότερο ἀπό τόν Θεό, πού ἔχει τό δικαίωμα καί τή δύναμη, καί νά μᾶς τιμωρήσει αἰωνίως, αὐτό τό φρόνημά εἶναι ἡ χειρότερη ἁμαρτία».
Τό μεγάλο κέρδος
Οἱ ἅγιοι πατέρες προλαβαίνοντας κάποιες ἐνστάσεις μας, μᾶς παρακινοῦν νά μή λυπόμαστε γιά τίς ἀδικίες πού μᾶς κάνουν, ἀλλά νά θλιβόμαστε γιά τήν ψυχική ζημία πού ὑφίσταται ἐκεῖνος πού ἀδικεῖ. Γιατί οἱ ἄδικοι δέν θά κληρονομήσουν τήν βασιλεία τῶν οὐρανῶν.
Μέ τήν πρόσκαιρη ζημία πού κάποιος μᾶς προκάλεσε, ἔγινε χωρίς νά τό θέλει ἀφορμή νά ἔχομε μεγάλο πνευματικό κέρδος. Διότι λέγει ἡ Ἁγία Γραφή: «νά ἀγαπᾶτε τούς ἐχθρούς σας καί νά τούς εὐεργετεῖτε· καί ὁ μισθός σας θά εἶναι μεγάλος στή Βασιλεία τῶν Οὐρανῶν».
Ἐμεῖς ὅμως δέν ἐνεργοῦμε ἔτσι.
Ἀφήσαμε τήν λύπη γιά τήν ψυχική ἀπώλεια τοῦ ἀδικοῦντος, πού εἶναι μέλος τοῦ σώματος τοῦ Χριστοῦ, καί ἀρχίζουμε νά κάνουμε ἐναντίον του σκέψεις γεμᾶτες πικρία, μέ ἀφορμή φθαρτά πράγματα χωρίς οὐσιαστική ἀξία.
Ὅταν μᾶς λυπεῖ ὁ ἀδελφός μας, νά θεωροῦμε ὅτι κάποιο μέλος τοῦ σώματός μας εἶναι ἄρρωστο καί μᾶς προκαλεῖ πόνο, διότι ἄν πάσχει ἕνα μέλος, συμπάσχουν ὅλα τά μέλη. Στήν περίπτωση αὐτή, δέν ἀποκόπτομε τό ἄρρωστο μέλος, οὔτε τό πετᾶμε ἀπό πάνω μας, γιά νά μή μᾶς βασανίζει.
Ἀντίθετα, τό φροντίζομε, ἐπισκεπτόμαστε γιατρούς, τό ἀλείφομε μέ ἁγιασμένο λάδι, καί μέ λίγα λόγια δέν παραλείπομε τίποτε ἀπ’ ὅσα μποροῦν νά τό θεραπεύσουν.
Ἄν λοιπόν κάποιος μᾶς ἀδικήσει ἤ μᾶς λυπήσει ἐπηρεασμένος ἀπό τόν κοινό ἐχθρό – τόν διάβολο – κατά παραχώρηση Θεοῦ, γιά νά δοκιμαστοῦμε καί νά διορθωθεῖ κάποιο πάθος μας, ἄς λυπηθοῦμε γιά τόν ἀδελφό πού μέ τήν ἄδικη συμπεριφορά του ξέπεσε ἀπό τή Βασιλεία τῶν οὐρανῶν.
Ἄς πενθήσομε γι’ αὐτόν· καί ἄς παρακαλέσομε τόν φιλάνθρωπο Θεόν νά τόν συγχωρήσει. Ὅσο περισσότερο μᾶς ἀδικεῖ, τόσο πιό θερμά νά προσευχόμαστε γιά τή σωτηρία του.
Ἄν τό κάνομε, θά εἴμαστε μιμητές τοῦ Χριστοῦ, ὁ ὁποῖος προσευχόταν γιά τούς σταυρωτές του καί παρακαλοῦσε τόν ἐπουράνιο Πατέρα γι’ αὐτούς, δίνοντάς μας τό πιό ὑπέροχο ὑπόδειγμα ἀνεξικακίας.
Ἐπιπλέον θά συγχωρήσει ὁ Κύριος τά παραπτώματά μας καί θά μᾶς καταστήσει μετόχους τῆς δόξης του.
Ἀδικαιολόγητη ἡ μνησικακία
Μή δικαιολογεῖς τή μνησικακία σου, λέγοντας ὅτι ὁ ἀδελφός σου, σοῦ προξένησε μεγάλο κακό. Δέν εἶναι ἔτσι! Ὅσο περισσότερο κακό ἰσχυρίζεσαι ὅτι σοῦ ἔκανε, τόσο μεγαλύτερο εὐεργέτη σου τόν παρουσιάζεις, γιατί γίνεται ἀφορμή νά ἀπαλλαγεῖς ἀπό τίς ἁμαρτίες σου. Πρόκειται γιά κάτι πολύ σημαντικό.
Μή ξεχνᾶς, ὅτι πολλοί ἀσκηταί ἱκετεύουν μέρα – νύχτα τόν Θεό γιά τήν ἄφεση τῶν ἁμαρτιῶν τους, μέ πολύ ἀγώνα καί κακοπάθεια. Καί σύ ἔχεις τή δυνατότητα πλαταίνοντας λίγο τήν καρδιά σου, νά πετύχεις ἄκοπα ὅτι καί ἐκεῖνοι.
Ἄν ἔχομε σωστό φρόνημα, κανείς δέ μπορεῖ νά μᾶς ἀδικήσει. Ἀντίθετα, ἀκόμη καί οἱ ἐχθροί μας μᾶς ὠφελοῦν πολύ πνευματικά, διότι γίνονται ἀφορμή νά προοδεύομε στήν ἀρετή. Νά ἀποκτήσομε ἀγάπη, ὑπομονή, ἀνεξικακία πού εἶναι οἱ μεγαλύτερες ἀρετές.
Καί ἀκόμη:
● Μαθαίνομε νά γινόμαστε ἐπιεικεῖς καί συγκαταβατικοί στούς ἄλλους.
● Ἀπαλλασσόμαστε ἀπό τό ὀλέθριο πάθος τῆς ὀργῆς καί τῆς λύπης.
Ἐκείνης τῆς λύπης, γιά τήν ὁποία λέγει ὁ Ἀπόστολος Παῦλος, ὅτι προξενεῖ ψυχικό θάνατο.
● Γεμίζομε γαλήνη, διότι ἐξοστρακίζουμε ἀπό τή ζωή μας τήν ταραχή καί τά ψυχοφθόρα βάρη τῶν ἐχθροτήτων.
Ὁ ἅγ. Ἰωάννης ὁ Χρυσόστομος τονίζει:
«Ὅταν μισοῦμε τούς ἄλλους, πρῶτα ἀπ’ ὅλα τιμωροῦμε καί βασανίζομε τόν ἑαυτό μας. Ὅταν τούς ἀγαπᾶμε, ἐμεῖς οἱ ἴδιοι εἴμαστε οἱ κερδισμένοι. Τόν ἑαυτό μας εὐεργετοῦμε.
Οἱ «ἐχθροί» μας -ἔστω καί ἄν ἔχουν φθάσει σέ δαιμονική κατάσταση- διαπιστώνοντας ὅτι τούς ἀγαπᾶμε, καί χωρίς νά τό θέλουν, ἀρχίζουν νά μᾶς σέβονται.
Ἄν καί ζῶντας μέ τέτοιο τρόπο, δύσκολα θά ἔχομε ἐχθρούς».
Ἄς μή παύσομε λοιπόν σέ κάθε περίσταση νά δίνομε ἀπό τήν καρδιά μας ἔλεος καί συγγνώμη. Ἀμήν.-
Τοῦ μακαριστοῦ Μητροπολίτου Νικοπόλεως κυροῦ Μελετίου,
ὁμιλία στή Φιλιππιάδα στίς 10/8/1980