Ζωηφόρος

Αποστολική Εκκλησία – Αποστολική Πίστις – Αποστολική Διαδοχή

Εν Πειραιεί 29-6-2013

 

Εορτάζουμε σήμερα τήν σύναξη των αγίων ενδόξων καί πανευφήμων Δώδεκα Αποστόλων καί γι’αυτό προτάσσουμε και προβάλλουμε ότι η Ορθόδοξος Εκκλησία είναι η Αποστολική Εκκλησία. Ως Ορθόδοξοι πιστεύουμε, σύμφωνα μέ τό Σύμβολο Πίστεως της Νικαίας-Κων/λεως (381), «εις Μίαν, Αγίαν, Καθολικήν καί Αποστολικήν Εκκλησίαν». Κατά τήν αδιάκοπη δογματική συνείδηση του πληρώματος της Ορθοδόξου Εκκλησίας, δηλ. κατά τήν αυτοσυνειδησία της, η Μία αυτή, Αγία, Καθολική καί Αποστολική Εκκλησία είναι αποκλειστικώς και μόνον η Ορθόδοξος Εκκλησία, και καμμία άλλη αίρεση ή θρησκεία.

Τί σημαίνει, όμως, ότι η Εκκλησία μας είναι Αποστολική; Σημαίνει δύο πράγματα. Ότι η Ορθόδοξος Εκκλησία κατέχει α) τήν Αποστολική Πίστη καί β) τήν Αποστολική Διαδοχή. Τί είναι Αποστολική Πίστη καί τί Αποστολική Διαδοχή;

Α) Αποστολική Πίστη.

Αποστολική πίστη είναι η πίστη, που μας παρέδωσαν ως παρακαταθήκη οι άγιοι ένδοξοι Απόστολοι, την οποία κληρονόμησαν από τον ίδιο τον Θεάνθρωπο Χριστό, ως αυτήκοοι και αυτόπτες του ιδίου του Θεού Λόγου. Επομένως, η αποστολική πίστη είναι η πίστη του Χριστού και κατ’επέκτασιν είναι η πίστη της Ορθοδόξου Εκκλησίας. Σύμφωνα με τον καθηγητή της Δογματικής του ΑΠΘ κ. Δημήτριο Τσελεγγίδη[1], «η πίστη αυτή της Εκκλησίας είναι θεόπνευστη και αδιαπραγμάτευτη. Η ένταξη καί η παραμονή στό μυστηριακό Σώμα του Χριστού, τήν Εκκλησία, δέν είναι απροϋπόθετη. Προϋποθέτει οπωσδήποτε τήν άνευ όρων αποδοχή καί ομολογία της Αποστολικής πίστεως, όπως αυτή ερμηνεύθηκε καί οριοθετήθηκε από τίς αποφάσεις των Αγίων και Οικουμενικών Συνόδων της Ορθοδόξου Εκκλησίας.

Έτσι, λοιπόν, όταν κάποιος πιστός, ανεξαρτήτως της θεσμικής θέσεως πού κατέχει στό Σώμα της Εκκλησίας (απλός πιστός, μοναχός, ιερεύς, αρχιμανδρίτης, επίσκοπος, μητροπολίτης, πατριάρχης), ή σύνολα πιστών, ανεξαρτήτως του αριθμού τους (τοπικές Εκκλησίες, σύνοδοι) παραβιάσουν εκ πεποιθήσεως τήν οριοθετημένη πίστη της Εκκλησίας, αποκόπτονται από τό Σώμα της. Καί αν είναι σ’οποιοδήποτε ιερατικό αξίωμα, καθαιρούνται, ενώ οι λαϊκοί αφορίζονται, όπως προκύπτει από τά Πρακτικά των Αγίων και Οικουμενικών Συνόδων. Αυτό σημαίνει ότι δέν μπορούν στό εξής νά μετέχουν καί νά κοινωνούν στά ιερά μυστήρια της Ορθοδόξου Εκκλησίας.

Επομένως, είναι προφανές ότι συλλήβδην όλοι οι αιρετικοί (Παπικοί, Προτεστάντες, Μονοφυσίτες) καί όλοι οι ετερόδοξοι (Μουσουλμάνοι, Ιουδαίοι) έχουν εκπέσει από τήν Αποστολική πίστη της Ορθοδόξου Εκκλησίας, επειδή οι αιρέσεις καί οι ετεροδοξίες τους ανατρέπουν πλήρως τήν Αποστολική πίστη της Ορθοδόξου Εκκλησίας.

Β) Αποστολική διαδοχή.

Μέ τήν Αποστολική πίστη συνδέεται αδιαίρετα καί η Αποστολική διαδοχή. Η Αποστολική διαδοχή έχει ουσιαστικό περιεχόμενο μόνο μέσα στό Σώμα της Ορθοδόξου Εκκλησίας καί προϋποθέτει οπωσδήποτε τήν Αποστολική πίστη.

Λέγοντας Αποστολική διαδοχή εννοούμε τήν αδιάκοπη συνέχεια της ηγεσίας της Ορθοδόξου Εκκλησίας από τους αγίους Αποστόλους. Η συνέχεια αυτή έχει χαρισματικό χαρακτήρα καί διασφαλίζεται μέ τή μετάδοση της πνευματικής εξουσίας των αγίους Αποστόλων στούς Επισκόπους της Ορθοδόξου Εκκλησίας καί δι’αυτών στούς ιερείς. Ουσιαστικά, λέγοντας Αποστολική διαδοχή εννοούμε πρωτίστως τήν διαδοχή της Αποστολικής πίστεως καί έπειτα τήν διαδοχή των πατριαρχικών, αρχιεπισκοπικών, μητροπολιτικών και επισκοπικών θρόνων καί όχι τήν διαδοχή των θρόνων χωρίς τήν διαδοχή της Αποστολικής πίστεως.

Ο τρόπος μεταδόσεως της πνευματικής, αποστολικής εξουσίας στούς Επισκόπους γίνεται μέ τήν χειροτονία. Αν, επομένως, κάποιος Επίσκοπος έχει λάβει μέ κανονικό, εκκλησιαστικό τρόπο τήν χειροτονία του καί στή συνέχεια βρεθεί εκτός Εκκλησίας, εξαιτίας της εσφαλμένης πίστεώς του, παύει ουσιαστικά νά έχει καί τήν Αποστολική διαδοχή, αφού αυτή έχει νόημα μόνο μέσα στό μυστηριακό Σώμα του Χριστού, τήν Ορθόδοξη Εκκλησία.

Κατά συνέπεια, αν κάποιος Επίσκοπος ή καί ολόκληρη Τοπική Εκκλησία, ανεξαρτήτως αριθμού μελών, εκπέσουν από τήν πίστη της Ορθοδόξου Εκκλησίας, όπως αυτή εκφράστηκε αλαθήτως στίς Άγιες και Οικουμενικές Συνόδους, παύουν νά έχουν οι ίδιοι τήν Αποστολική διαδοχή, επειδή βρίσκονται ήδη εκτός Εκκλησίας. Καί αφού διακόπτεται η Αποστολική διαδοχή, ουσιαστικά δέν μπορεί νά γίνεται λόγος γιά κατοχή ή γιά συνέχεια της Αποστολικής διαδοχής στούς εκπεσόντες από την Ορθόδοξη Εκκλησία.

Μέ βάση, λοιπόν, τά παραπάνω όλοι οι αιρετικοί (Παπικοί, Προτεστάντες, Μονοφυσίτες) καί οι ετερόδοξοι (Μουσουλμάνοι, Ιουδαίοι) στερούνται τήν Αποστολική διαδοχή, επειδή, στερηθέντες τήν Αποστολική πίστη, εξέπεσαν από την Ορθόδοξο Εκκλησία. Κατά συνέπεια, λόγος γιά Αποστολική διαδοχή εκτός της Ορθοδόξου Εκκλησίας, είναι λόγος ατεκμηρίωτος επιστημονικά και θεολογικά, είναι δηλ. λόγος αθεολόγητος και μάλλον οικουμενιστικός.

Μέ τήν Αποστολική διαδοχή συνδέεται καί η ιερωσύνη. Η ιερωσύνη προϋποθέτει τήν αδιάκοπη συνέχειά της από τούς αγίους Αποστόλους, προϋποθέτει δηλ. τήν Αποστολική διαδοχή. Πρωτίστως, όμως, η ιερωσύνη προϋποθέτει τόν Θεάνθρωπο Χριστό ως ιερουργό στό μυστηριακό Σώμα Του, τήν Ορθόδοξο Εκκλησία. Σέ τελευταία ανάλυση, η ιερωσύνη του Χριστού υφίσταται στήν Ορθόδοξο Εκκλησία καί παρέχεται από τόν ίδιο τόν Χριστό διά της Εκκλησίας Του καί γιά τήν Εκκλησία Του. Αυτονομημένη ιερωσύνη καί αυτονομημένα από τήν Εκκλησία μυστήρια δέν μπορούν νά υπάρχουν. Η ιερωσύνη, όπως άλλωστε καί όλα τά ιερά μυστήρια, αποτελεί λειτουργική φανέρωση της Εκκλησίας. Η Εκκλησία «σημαίνεται εν τοις μυστηρίοις», κατά τόν άγιο Νικόλαο Καβάσιλα. Αυτό σημαίνει ότι, γιά νά υπάρχουν μυστήρια, πρέπει προηγουμένως νά υπάρχει η Εκκλησία. Τά μυστήρια είναι σάν τά κλαδιά ενός δένδρου. Ζωντανά κλαδιά, πού ανθούν καί καρποφορούν, μπορούν νά υπάρχουν μόνο όταν αυτά είναι οργανική προέκταση του δένδρου, όταν δηλ. είναι οντολογικά συνδεδεμένα μέ τόν κορμό του δένδρου.

Επομένως, είναι θεολογικά ακατανόητο νά υποστηρίζεται από οικουμενιστικούς κύκλους ότι οι αιρετικοί καί οι ετερόδοξοι έχουν έστω καί ένα μυστήριο, π.χ. τό βάπτισμα. Τό θεμελιώδες ερώτημα, που πρέπει νά τίθεται εδώ, είναι : Ποιός ιερούργησε τό μυστήριο; Πού βρήκε τήν ιερωσύνη ο ιερουργός; Ποιός του έδωσε τήν ιερωσύνη, αφού αυτή τήν παρέχει μόνο η Ορθόδοξος Εκκλησία; Πού βρέθηκε η Εκκλησία στούς αιρετικούς καί ετεροδόξους, αφού αυτοί, λόγω της εσφαλμένης δογματικής πίστεώς τους, εξέπεσαν από τήν Ορθόδοξο Εκκλησία»;

Εν κατακλείδι, αυτό, πού πρέπει νά μείνει στό νου μας καί πρέπει νά τονίσουμε, είναι τό εξής˙ ότι μόνο η Ορθόδοξος Εκκλησία είναι η Μία, Αγία, Καθολική καί Αποστολική Εκκλησία καί ότι μόνο αυτή κατέχει τόσο τήν Αποστολική πίστη, όσο καί τήν Αποστολική διαδοχή, όπως επίσης καί τήν ιερωσύνη καί τά ιερά μυστήρια. Οι αιρετικοί καί οι ετερόδοξοι, λόγω παραχάραξης της πίστεως, δέν κατέχουν ούτε τήν Αποστολική πίστη, ούτε τήν Αποστολική διαδοχή καί ακολούθως ούτε ιερωσύνη ούτε μυστήρια έχουν.

[1] Δ.ΤΣΕΛΕΓΓΙΔΗΣ, «Είναι οι ετερόδοξοι μέλη της Εκκλησίας»;  Εν Συνειδήσει, Οικουμενισμός, Ιστορική και κριτική προσέγγιση, έκδ. Ι. Μ. Μεγάλου Μετεώρου, Άγια Μετέωρα (Ιούνιος 2009) 78-83.

Πρωτοπρεσβ. π. Άγγελος Αγγελακόπουλος,

 

εφημέριος Ι. Ν. Αγίας Παρασκευής Καλλιπόλεως Πειραιώς

Αγιολογιο

Αγιον Ορος

Αγιοι της Λεσβου

©2005-2016 Zoiforos.gr || Σχεδίαση - Ανάπτυξη Lweb.GR

Login or Register

Register

User Registration
or Cancel