Ενθυμούμενοι τον λόγο του Κυρίου μας «μακάριοι εστέ όταν ονειδήσωσινυμάς…Χαίρετε και αγαλλιάσθε ότι ο μισθός υμών πολύς εντοιςουρανοίς» (Ματθ.5,11-12),χαιρόμεθαγια τις απαξιωτικές εκφράσεις, του διαχειριστή του ιστολογίου«Ιδιωτική Οδός»κ. Παν. Ανδριόπουλου: «καταπιάνεται με τον ‘θεοπασχίτη’ εδώ γελάνε», «γραφικοί συντάκτες», «ευσεβέστατα ανθρωπάκια», «γελοιότητες», τις οποίες χρησιμοποίησε με αφορμή δημοσίευσή μας της 24ῃς Απριλίου 2014με τίτλο «Αναφορά σε σύγχρονη θεοπασχητική κακοδοξία».Λυπούμεθα όμως για το πρόσωπό του,όχι μόνον διότι αμαρτάνει, ειρωνευόμενος, αλλά και διότιεάν ο κ. Ανδριόπουλος νομίζει ότι τα όσα γράψαμε στο άρθρο μας είναι «γελοιότητες», θα έπρεπε να κάνει τον κόπο να το αποδείξει με μαρτυρίες από την αγία Γραφή και τους αγίους Πατέρες. Το γεγονός όμως ότι δεν τόλμησε να ανατρέψει το περιεχόμενό του, αλλά κατέφυγε σε ειρωνείες, αποδεικνύει ότι η πρόθεσή του δεν ήταν να συμβάλλει με τη δημοσίευσή του στην οικοδομή του σώματος της Εκκλησίας. Εκτός και αν πιστεύει, ότι με το απόσπασμα του μακαριστού Μητροπολίτου Νικοπόλεως Μελετίου, το οποίο παρέθεσε, προφανώς ως απάντηση, ανατρέπει το περιεχόμενο του άρθρου μας.
Και ας έλθουμε τώρα στον αγαπητό κ. Α.Παπαθανασίου και στην πρόσφατη δημοσίευσή του με τίτλο «Αναφορά σε χάλκευση κατηγορίας επί θεοπασχητική κακοδοξία», με την οποία διαμαρτύρεται διότι επισημάναμε σε κείμενό του αποκλίνουσες από την Ορθόδοξη διδασκαλία αντιλήψεις του. Υπενθυμίζουμε ότι ο κ. Α. Παπαθανασίου είχε δημοσιεύσει στο περιοδικό «ΣΥΝΑΞΗ» (τ.129, 2014), άρθρο με θέμα: «Ο πάσχων Θεός, ο σύντροφος Θεός».Υπάρχουν ορισμένες χαρακτηριστικές εκφράσεις στο κείμενό του οι οποίες είναι έτσι διατυπωμένες, ώστεπεριέχουν αντιφάσεις και κατ’ επέκταση παραπέμπουν σε Θεοπασχητισμό. Λέγει επί παραδείγματι: «Επί του σταυρού, λοιπόν, έπαθε ο Θεάνθρωπος – όχι απλώς ένας άνθρωπος ονόματι Ιησούς. Έτσι, κατά έναν μυστήριο τρόπο, ο ίδιος ο Θεός συμμετείχε στην οδύνη και το πάθος, χωρίς ταυτόχρονα να υφίσταται αλλοίωση η θεία φύση του… Ο Θεός Υιός έζησε το πάθος, διότι είναι αυτός που ενανθρώπησε». Όμως, επί του σταυρού δεν έπαθε ο Θεάνθρωπος, αλλά η ανθρωπίνη φύσις του Θεανθρώπου, της θείας αυτού φύσεως παραμενούσης απαθούς και αμετόχου του πάθους. Επίσης ο ίδιος ο Θεός δεν συμμετείχε στην οδύνη και το πάθος, διότι αν ο Θεός (δηλαδή η Θεία Φύσις του) συμμετείχε πραγματικά, στην οδύνη και στο πάθος, τότε οπωσδήποτε θα είχε υποστεί τροπή και αλλοίωση η Θεία Του Φύση. Για τους ίδιους επίσης λόγους ο Θεός Υιός δεν έζησε το πάθος. Στις παρά πάνω θέσεις μας συνηγορεί απολύτως ο άγιος Ιωάννης ο Δαμασκηνός:«Η μεν γαρ ψυχή, παθητή ούσα, του σώματος τεμνομένου αυτή μη τεμνομένη, συναλγεί και συμπάχει τω σώματι, η δε Θεότης απαθής ούσα, ου συνέπασχε τω σώματι». Για να κάνει ο άγιος δε περισσότερο σαφή την διδασκαλία αυτή αναφέρει στη συνέχεια το παράδειγμα του δένδρου, που κόβεται από το τσεκούρι, καθ’ όν χρόνον ο ήλιος, ενώ φωτίζει το δένδρο, δεν συμμετέχει στο πάθος του δένδρου. Μπορούμε να ισχυριστούμε ότι πάσχει ο ήλιος την ώρα που φωτίζει το δένδρο καθ’ όν χρόνον αυτό κόβεται; Ασφαλώς όχι. Επίσης εισάγει τον καινοφανή και αδόκιμο όρο «ορθόδοξος θεοπασχητισμός», μη μαρτυρούμενο στην Κανονική και Πατερική μας Παράδοση. Ρωτάμε: ποιά Σύνοδος στα δύο χιλιάδες χρόνια της εκκλησιαστικής μας ιστορίας καθιέρωσε τέτοιον όρο; Ποιός Πατέρας της Εκκλησίας χρησιμοποίησε αυτόν τον όρο; Ας κάνει τον κόπο να μας αναφέρει έστω και μία μαρτυρία ο αγαπητός μαςκ. Α. Παπαθανασίου.
Στη συνέχεια προσπαθώντας να στηρίξει τον «ορθόδοξο θεοπασχητισμό» του, επιχειρεί να τον «ντύσει» με πατερικό μανδύα. Λέγει: «Οι Πατέρες, λ.χ., επέμειναν ότι αυτός τον οποίο γέννησε η Θεοτόκος δεν ήταν μια ανθρώπινη υπόσταση, αλλά ο ίδιος ο Λόγος (το δεύτερο Πρόσωπο της Αγίας Τριάδας), η ανθρώπινη φύση του οποίου ήταν από το πρώτο δευτερόλεπτο αδιαίρετα ενωμένη με τη θεότητά του. Ακριβώς υπ’ αυτό το πρίσμα η Παναγία αποκαλείται “Θεοτόκος” και αυτοί που σταύρωσαν τον Χριστό αποκαλούνται “θεοκτόνοι”». Δεν διαφωνούμε, μόνο που πριν από τις λέξεις«αδιαίρετα ενωμένη» παρέλειψε να προσθέσει και τις απαραίτητες λέξεις«ατρέπτως, ασυγχύτως, αναλοιώτως», όπως καθόρισε η Δ΄ Οικουμενική Σύνοδος, για να αποκλείσει κάθε παρανόηση για την αληθινή θεανθρωπότητα του Κυρίου.
Στη συνέχεια προσθέτει: «Στην οπτική αυτή, λοιπόν, πάσχει (το επαναλαμβάνω) ο Χριστός, δεν πάσχει όμως η θεία φύση. Αυτή τη θέση τη βρίσκουμε διαχρονικά, μέχρι και σε σύγχρονους θεολόγους. Η θεία φύση εξ’ ορισμού βρίσκεται πέρα από κάθε λογής περιορισμούς, στους οποίους, αντίθετα, υπόκεινται τα κτιστά όντα». Αλλά όμως δεν είναι ορθή η έκφραση: «πάσχει ο Χριστός»,διότι ο Χριστός είναι ο Θεάνθρωπος, Θεός μαζί και άνθρωπος, αλλά,πάσχει η ανθρωπίνη φύσις του Χριστού, (αν θέλει βέβαια να θεολογήσει σύμφωνα με την ορθόδοξη διδασκαλία!), ώστε να μην έρχεται σε αντίφαση,με αυτό που λέγει παρά κάτω:«δεν πάσχει όμως η θεία φύση». Εάν ενώ πάσχει ο Χριστός ταυτόχρονα δεν πάσχει η θεία φύση, τότε οδηγούμεθα στο συμπέρασμα ότι «έπαθε» κάποια άλλη «θεότητα» και όχι η ασύγχυταενωμένη στο Πρόσωπό Του Θεία φύση. Λέγει επίσης: «Αυτή τη θέση τη βρίσκουμε διαχρονικά, μέχρι και σε σύγχρονους θεολόγους». Ας μας αναφέρει σε ποιόν Πατέρα, ή σε ποιά τοπική ή Οικουμενική Ορθόδοξο Σύνοδο την βρίσκουμε αυτή την θέση. Όσο για τους σύγχρονους θεολόγους και μάλιστα οικουμενιστικών προδιαγραφών, έχουμε «φλομώσει» κατά το κοινώς λεγόμενον και δεν τους χρειαζόμαστε.
Εφ’ όσον βλέπουμε να επιμένει ο κ. Α. Παπαθανασίου, στο επίμαχο άρθρο του, παρ’ όλες τις φιλότιμες προσπάθειές του να αποδείξει, ότι η Θεότητα έμεινε απαθής κατά το σταυρικό πάθος του Κυρίου μας, φοβούμαστε ότι δενθα ξεφύγει τελικά από τονθεοπασχητισμό. Κι’ αυτό διότι διαβλέπουμε στο άρθρο σύγχυση των ιδιωμάτων των δύο φύσεων του Κυρίου, για τις οποίες αποφάνθηκε η Εκκλησία μας ότι είναι «ατρέπτως, ασυγχύτως, αναλοιώτως και αδιαιρέτως»» ενωμένες με το θεανδρικό Πρόσωπο Του.
Με όσα γράψαμε, ας μη θεωρηθεί ότι τρέφουμε κάποια εμπάθεια στο κατά τα άλλα αξιόλογο και αγαπητό πρόσωπο του κ. Α. Παπαθανασίου,
και δεν έχουμε κανένα άλλο λόγο, για να αντιπαρατεθούμε μαζί του. Μπορεί και έχει το δικαίωμα σε άλλης φύσεως θέματα να πρεσβεύει ό,τι θέλει και να εκφράζεται όπως θέλει. Σε θέματα όμως πίστεως δεν μπορεί να πρεσβεύει ό,τι θέλει, αλλά οφείλει να ευθυγραμμιστεί με την Ορθόδοξη διδασκαλία.Όσο για την απαίτησή του να κάνουμε δημόσια επανόρθωση, θα το κάνουμε ευχαρίστως, εφ’ όσον μας παραθέσει έστω και μια αναφορά στον καινοφανή όρο του άρθρου του «ορθόδοξος θεοπασχητισμός», μέσα από αποφάσεις Αγίων Συνόδων και συγγράμματα Αγίων Πατέρων της Εκκλησίας μας. Τέλος τα περί «χριστιανικού ήθους» μας και «στοιχειώδους ανδρισμού» μας τα αφήνουμε στην κρίση των αναγνωστών.
Εκ του Γραφείου επί των Αιρέσων και των Παραθρησκειών
Ο υπεύθυνος
Αρχιμ. Παύλος Δημητρακόπουλος
Ο γραμματέας
Λάμπρος Σκόντζος, θεολόγος
***
Θανάσης Ν. Παπαθανασίου
Αναφορά σε χάλκευση κατηγορίας επί θεοπασχητική κακοδοξία
Στις 24-4-2014 εκδόθηκε «εκ του Γραφείου επί των Αιρέσεων και Παραθρησκειών» της Ι. Μητροπόλεως Πειραιώς ανακοίνωση με την οποία «ο υπεύθυνος Αρχ. π. Παύλος Δημητρακόπουλος και ο Γραμματέας κ. Λάμπρος Σκόντζος, Θεολόγος» ισχυρίζονται ότι διαπίστωσαν «σαφείς αντορθόδοξες απόψεις» στο κείμενό μου με τίτλο «Ο πάσχων Θεός, ο σύντροφος Θεός» [δημοσιευμένο στο περιοδικό Σύναξη 129 (2014), σσ. 17-27].
Ισχυρίζονται, δηλαδή, ότι αποδίδω «στην απαθή και αναλοίωτη και άτρεπτη Θεία φύση του ενανθρωπήσαντος Λόγου, πάθος και κατά συνέπεια τροπή και αλλοίωση».
Γιατί, άραγε, αυτή η κατηγορία; Ολόκληρο το κείμενό μου λέει ρητά το αντίθετο αυτό που οι κατήγοροί μου ισχυρίζονται. Χάριν όσων δεν έχουν υπόψη τους το κείμενό μου, αλλά το μόνο που συνάντησαν περί αυτού στο διαδίκτυο είναι η εν λόγω ανακοίνωση, παραθέτω χαρακτηριστικά σημεία του:
«Επί του σταυρού, λοιπόν, έπαθε ο Θεάνθρωπος – όχι απλώς ένας άνθρωπος ονόματι Ιησούς. Έτσι, κατά έναν μυστήριο τρόπο, ο ίδιος ο Θεός συμμετείχε στην οδύνη και το πάθος, χωρίς ταυτόχρονα να υφίσταται αλλοίωση η θεία φύση του. Είναι ένα μυστήριο ασύλληπτο, το οποίο όμως διασφαλίζει την πληρότητα του Θεού αλλά και την αληθινή συμμετοχή του στη ιστορία» (σ. 22). «Αυτού του είδους ο θεοπασχητισμός (ο Ορθόδοξος θεοπασχητισμός), λοιπόν, αφορά το πρόσωπο του Χριστού. Ο Θεός Υιός έζησε το πάθος, διότι είναι αυτός που ενανθρώπησε. Αυτό επιβεβαιώνεται και από άλλες εκβολές της δογματικής παράδοσης. Οι Πατέρες, λ.χ., επέμειναν ότι αυτός τον οποίο γέννησε η Θεοτόκος δεν ήταν μια ανθρώπινη υπόσταση, αλλά ο ίδιος ο Θεός Λόγος (το δεύτερο Πρόσωπο της Αγίας Τριάδας), η ανθρώπινη φύση του οποίου ήταν από το πρώτο δευτερόλεπτο αδιαίρετα ενωμένη με τη θεότητά του. Ακριβώς υπ’ αυτό το πρίσμα η Παναγία αποκαλείται “Θεοτόκος”, και αυτοί που σταύρωσαν τον Χριστό αποκαλούνται “θεοκτόνοι” […]. Στην οπτική αυτή, λοιπόν, πάσχει (το επαναλαμβάνω) ο Χριστός, δεν πάσχει όμως η θεία φύση. Αυτή τη θέση τη βρίσκουμε διαχρονικά, μέχρι και σε σύγχρονους Ορθόδοξους θεολόγους. Η θεία φύση εξ ορισμού βρίσκεται πέρα από κάθε λογής περιορισμούς, στους οποίους, αντίθετα, υπόκεινται τα κτιστά όντα» (σ. 23).
Ότι οι αρμόδιοι του Γραφείου επί των Αιρέσεων και υποχρεούμενοι σε προσεκτική ανάγνωση, παρανάγνωσαν το περιοδικό «Σύναξη» σε «Σύναξις», είναι, προφανώς, αθώο αβλέπτημα. Η παραθεώρηση, όμως, των ρητών θέσεων μου; Γιατί, άραγε, η χάλκευση της κατηγορίας;
Είναι χαρακτηριστικό ότι όσοι αναγνώσουν την ανακοίνωση μόνη της, θα αποκομίσουν πιθανώς την εντύπωση πως οι κατήγοροί μου προσάγουν, προς απάντησή μου, τη διδασκαλία του αγίου Ιωάννου του Δαμασκηνού. Η ανάγνωση, όμως, του ίδιου του κειμένου μου θα έδειχνε ότι στον άγιο Ιωάννη έχω παραπέμψει ο ίδιος, με το ίδιο νόημα και ακριβώς για το ίδιο απόσπασμα (όπως και στον άγιο Νικόδημο τον Αγιορείτη και τον π. Δημήτριο Στανιλοάε, η σκέψη του οποίου ρητά σημείωσα ότι αποτυπώνεται στο κείμενό μου, κ.ά.) και έχω διευκρινίσει πως η αντίδοση των ιδιωμάτων των δύο φύσεων συμβαίνει στην υπόσταση του Χριστού (σσ. 22-23). Γιατί, λοιπόν, άραγε, η κατηγορία;
Αναμένω ότι το χριστιανικό ήθος και ο στοιχειώδης ανδρισμός θα οδηγήσουν τους κατήγορους σε δημόσια επανόρθωση. Αναμένω πολλά;
Αθήνα, 27-4-2014
Πηγή: http://thriskeftika.blogspot.gr/2014/04/blog-post_8601.html
***
ΙΕΡΑ ΜΗΤΡΟΠΟΛΙΣ ΠΕΙΡΑΙΩΣ
ΓΡΑΦΕΙΟ ΕΠΙ ΤΩΝ ΑΙΡΕΣΕΩΝ ΚΑΙ ΠΑΡΑΘΡΗΣΚΕΙΩΝ
Εν Πειραιεί τη 24η Απριλίου 2014
ΑΝΑΦΟΡΑ ΣΕ ΣΥΓΧΡΟΝΗ ΘΕΟΠΑΣΧΗΤΙΚΗ ΚΑΚΟΔΟΞΙΑ
Μία από τις πληγές της σύγχρονης ακαδημαϊκής Θεολογίας είναι η σύνδεσή της με την φιλοσοφία και δη την Ευρωπαϊκή, κυρίως του αθέου Υπαρξισμού και Ουμανισμού. Είναι και αυτό το φαινόμενο δυστυχώς μέρος της σύγχρονης πνευματικής συγχύσεως τα τελευταία χρόνια. Θεολόγοι με την υπεροψία του φιλοσόφου, θεολογούν φιλοσοφώντας, με αποτέλεσμα να κακοδοξούν. Διατυπώνουν θεωρίες ξένες και συχνά αντίθετες με την Ορθόδοξη Παράδοση της Εκκλησίας μας. Και τούτο διότι θεολογούν ερήμην των θεοφόρων Πατέρων, των οποίων η θεολογία είναι προέκταση και αποτέλεσμα της προσωπικής των νήψεως, προσευχής και κατά Χάριν θεώσεως. Θέλουν τη Θεολογία «ακαδημαϊκή» και όχι τρόπο ζωής και εμπειρία του εκκλησιαστικού σώματος. Θεραπαινίδα του νου και όχι οδηγό προς την θέωση. Αυτή είναι δυστυχώς η κατάσταση!
Για την σύντομη αυτή αναφορά μας στο φαινόμενο αυτό πήραμε αφορμή από δημοσίευμα στο περιοδικό «ΣΥΝΑΞΙΣ» (τεύχ. 129. Ιανουάριος – Μάρτιος 2014), του θεολόγου κ. Αθανασίου Παπαθανασίου, με τίτλο: «Ο πάσχων Θεός, ο σύντροφος Θεός». Μελετώντας με προσοχή το άρθρο, διαπιστώσαμε σαφείς αντορθόδοξες απόψεις, οι οποίες οφείλονται, κατά την ταπεινή μας γνώμη, σε μια εσφαλμένη, μονοφυσιτικού τύπου θεώρηση του μυστηρίου της ενώσεως των δύο εν Χριστώ φύσεων στην μία υπόσταση του Θεού Λόγου και ειδικότερα στην εσφαλμένη θεώρηση του μυστηρίου της αντιδόσεως των ιδιωμάτων των δύο φύσεων μετά την ένωσιν αυτών στην μία Υπόσταση του Θεού Λόγου. Το αποτέλεσμα είναι να οδηγείται ο συγγραφέας, σε ένα είδος Θεοπασχητισμού, να αποδίδει δηλαδή στην απαθή και αναλοίωτη και άτρεπτη Θεία φύση του ενανθρωπήσαντος Λόγου, πάθος και κατά συνέπεια τροπή και αλλοίωση. Για να δικαιολογήσει το πάθος του Θεού κατά την Σταύρωση του Χριστού, επικαλείται ορισμένα τροπάρια της Μεγάλης Εβδομάδος, των οποίων όμως διαστρεβλώνει το νόημα για να στηρίξει τις Θεοπασχητικές του αντιλήψεις, όπως «Σε τον σταυρωθέντα Θεόν ημών υμνούμεν», «Σήμερον κρεμάται επί ξύλου ο εν ύδασι την γην κρεμάσας» και τον όρο «θεόσωμος ταφή». Κατ’ αυτόν «οι ύμνοι αυτοί … αποτυπώνουν ολοζώντανα την καρδιά του μυστηρίου», τον «ορθόδοξο θεοπασχητισμό», όπως τον αναφέρει στη συνέχεια. Στη συνέχεια παραθέτει τον 12ο αναθεματισμό της Ε΄ Οικουμενικής Συνόδου για να «στηρίξει» και συνοδικά την άποψή του: «ει τις ουχ ομολογεί τον του Θεού Λόγου παθόντα σαρκί και εσταυρωμένον σαρκί και θανάτου γευσάμενον σαρκί γεγονότα τε πρωτότοκον εκ των νεκρών, καθό ζωή τε εστί και ζωοποιός ως Θεός, ανάθεμα έστω».
Κατ’ αρχήν προσπερνούμε την ακατανόητη για μας αφετηρία του αρθρογράφου με την αναφορά του στο ολοκαύτωμα των Εβραίων στα κρεμαντόρια του Άουσβιτς και του Μπούχενβαλτ και την μηδενιστική ερώτηση του Ελιέζερ Βίζελ «Πού είναι ο φιλεύσπλαχνος Θεός;» και εστιάζουμε την προσοχή μας στην θεολογική πλευρά του άρθρου, που αποτελεί και την ουσία του ζητήματος που μας απασχολεί. Σύμφωνα με την διδασκαλία του μεγάλου και κορυφαίου Πατρός της Εκκλησίας μας αγίου Ιωάννου του Δαμασκηνού στο περισπούδαστο έργο του «Έκδοσις ακριβής της Ορθοδόξου πίστεως», η οποία βέβαια απηχεί την διδασκαλία της Ορθοδόξου Εκκλησίας μας: «Αυτός ούν ο του Θεού Λόγος πάντα υπέμεινε σαρκί, της θείας και μόνης απαθούς αυτού φύσεως απαθούς μενούσης. Του γαρ ενός Χριστού, του εκ Θεότητός τε και ανθρωπότητος συντεθειμένου, εν Θεότητί τε και ανθρωπότητι όντος, πάσχοντος, το μεν παθητόν ως πεφυκός πάσχειν, έπασχεν, ου συνέπασχε δε το απαθές. Η μεν γαρ ψυχή, παθητή ούσα, του σώματος τεμνομένου αυτή μη τεμνομένη, συναλγεί και συμπάχει τω σώματι, η δε Θεότης απαθής ούσα, ου συνέπασχε τω σώματι. Ιστέον δε, ότι Θεόνμεν σαρκί παθόντα φαμέν, Θεότητα δε σαρκίπαθούσαν, η Θεόν διά σαρκός παθόντα ουδαμώς. Ώσπερ γαρ ηλίου δένδρωεπιλάμποντος, ει αξίνη τέμνοι το δένδρον, άτμητος και απαθής διαμένει ο ήλιος, πολλώ μάλλον η απαθής του Λόγου Θεότης καθ’ υπόστασιν ηνωμένη σαρκί, της σαρκός πασχούσης, διαμένει απαθής».[1] Κατά τον άγιο ο σαρκωθείς Θεός Λόγος όλα τα υπέφερε με την σάρκα, ενώ έμεινε αμέτοχος του πάθους η Θεία και μόνη απαθής φύσις του. Η μεν ανθρωπίνη παθητή φύσις του, επειδή έχει φυσική ιδιότητα να πάσχει, έπασχε, αλλά δεν έπασχε μαζί το απαθές της θείας φύσεως. Και η μεν ψυχή, επειδή είναι και αυτή παθητή, όταν πάσχει το σώμα, συμπάσχει με αυτό, όχι όμως και η Θεότης. Αναφέρει δε στη συνέχεια το παράδειγμα του δένδρου, που κόβεται από το τσεκούρι, καθ’ όν χρόνον ο ήλιος, ενώ φωτίζει το δένδρο, δεν συμμετέχει στο πάθος του δένδρου.
Επεξηγών και ερμηνεύων την παρά πάνω διδασκαλία του αγίου Ιωάννου του Δαμασκηνού ο αείμνηστος καθηγητής κ. Παν. Τρεμπέλας γράφει στη Δογματική του: «Ούτω συντελείται εν τω προσώπω του Θεανθρώπου η λεγομένη αντίδοσις, ή κοινοποίησις των ιδιωμάτων ‘διά την εις άληλλα των μερών περιχώρησιν και την καθ’ υπόστασιν ένωσιν’ εξ’ού και ονομάζομεν τον Χριστόν ‘ποτέ μεν εκ των υψηλών μόνον, ποτέ δε εκ των ταπεινών μόνον’ κατηγορούντες επί της μιάς υποστάσεως αυτού αμφοτέρων των φύσεων τα ιδιώματα, χωρίς όμως και να συγχέωμεν τας φύσεις. Εντεύθεν δυνάμεθα μεν να ομιλώμεν περί αίματος Θεού και περί Κυρίου της δόξης εσταυρωμένου, ουχί όμως και περί ακτίστου και απαθούς ανθρωπίνης φύσεως του ενανθρωπίσαντος Λόγου, η περί Θεότητος παθητής, ή κτιστής. Και γενικώς όταν ο σαρκωθείς Λόγος ονομάζεται εκ της Θείας αυτού φύσεως Υιός Θεού και Θεός, δέχεται τα ιδιώματα της μεθ’ ής είναι ηνωμένος ανθρωπίνης φύσεως. Όταν δε πάλιν ονομάζεται εκ της ανθρωπίνης αυτού φύσεως άνθρωπος και Υιός ανθρώπου, δέχεται τα ιδιώματα και αυχήματα της Θείας αυτού φύσεως. Πάντοτε όμως υπό την προϋπόθεσιν, ότι αμφότεραι αι φύσεις, καίπερ ηνωμέναι αδιαιρέτως, παραμένουσιν ασύγχυτοι, φυλάττουσαι εκατέρα τας εαυτής ιδιότητας, κοινοποιούσα δε ταύτας προς αλλήλας λόγω της ενότητος του προσώπου, ή της μιας υποστάσεως του Λόγου, εν τη οποία συνενούνται φυσικώς και αχωρίστως αμφότεραι αι φύσεις. Εις αισθητοτέραν δε παράστασιν της εις αλλήλας διεισδήσεως, ή και περιχωρήσεως ταύτης των δύο φύσεων εχρησιμοποιήθη η εικών του πεπυρακτωμένου σιδήρου, προσκτωμένου την καυστικήν ενέργειαν εκ της προς το πυρ ενώσεως, αλλά και διακρινομένου από τούτου».[2]
Η παρά πάνω διδασκαλία της Εκκλησίαςμας επιβεβαιώνεται και από την υμνογραφία της.Λέγει επί παραδείγματι το δοξαστικό της στ΄ ωδής του κανόνος του Μεγάλου Σαββάτου: «ει γαρ και πέπονθέ σου, της σαρκός η χοϊκή ουσία, αλλ’ η Θεότης απαθής διέμεινεν». Επίσης: «έπαθες δια σταυρού, ο απαθής τη Θεότητι» (τροπάριο των αίνων πλ.δ΄ ήχου). Επίσης: «Κύριε ώσπερ εξήλθες εσφραγισμένου του τάφου, ούτως εισήλθες και των θυρών κεκλεισμένων προς τους μαθητάς σου, δεικνύων αυτοίς τα του σώματος πάθη, άπερ κατεδέξω Σωτήρμα κροθυμήσας. Ως εκ σπέρματος Δαυίδ μώλωπας υπήνεγκας, ως Υιός δε του Θεού κόσμον ηλευθέρωσας» (αναστάσιμο στιχηρό των αίνων του πλ.α΄ ήχου). Επίσης «και σταυρόν και θάνατον υπέμεινας σαρκί, ο απαθής τη Θεότητι» (αναστάσιμο στιχηρό των αίνων του δ΄ ήχου). κ.α.
Τώρα το πώς η Θεία φύσις, ενώ δέχεται τα ιδιώματα της ανθρωπίνης φύσεως, παραμένει ταυτόχρονα αναλοίωτη και άτρεπτη, αποτελεί ένα μυστήριο απερινόητο και ακατάληπτο στην ανθρώπινη διάνοια. Διά τον λόγον αυτόν αποδεχόμεθα μεν το μυστήριο χωρίς να πολυπραγμονούμε, αρκούμεθα δε μόνον σε όσα οι άγιοι Πατέρες μάς εξηγούν και διασαφίζουν, χωρίς να επιχειρούμε με ακροβατικούς συλλογισμούς να εισχωρήσουμε έτι περαιτέρω, διότι τότε είναι βέβαιο ότι θα πέσουμε σε πλάνη και αίρεση.
Περαίνοντας τη σύντομη αναφορά μας στο άρθρο αυτό προσευχόμεθα και παρακαλούμε τον Κύριο να φωτίσει την ψυχή του αγαπητού αρθρογράφου, ώστε εν ταπεινώσει να συνειδητοποιήσει τις αποκλίνουσες από την χριστιανική διδασκαλία απόψεις του και να επιστρέψει στην σώζουσα διδασκαλία της Ορθοδόξου Εκκλησίας μας, για επιτύχει την σωτηρία του. Αμήν.
Εκ του Γραφείου επί των Αιρέσεων και Παραθρησκειών
Ο υπεύθυνος
Αρχ. π. Παύλος Δημητρακόπουλος
Ο Γραμματέας
κ. Λάμπρος Σκόντζος, Θεολόγος
[1] Αγίου Ιωάννου του Δαμασκηνού, «Έκδοσις ακριβής της Ορθοδόξου πίστεως», ΕΠΕ 1, σελ. 410.
[2] Παν. Τρεμπέλα, Δογματική, Εκδ. Αδελφότητος Θεολόγων «Ο Σωτήρ», Αθήναι 1979, Τομ Β΄, σελ. 116-117.