Το 1997 είχε ξεκινήσει δικαστική έρευνα εναντίον της οργάνωσης «εκκλησία» της Σαηεντολογίας με τις κατηγορίες για απάτη και υπεξαίρεση. Μεταξύ των ετών 1999 και 2007, πολλές Βελγικές εφημερίδες δημοσίευσαν σχόλια παρουσιάζοντας τις κατηγορίες που διατυπώθηκαν από τους εισαγγελείς. Στη συνέχεια, η οργάνωση κατέθεσε διάφορες μηνύσεις, επιδιώκοντας να παρέμβει ως πολιτικός ενάγων στη δίκη, αλλά οι μηνύσεις παραμερίσθηκαν.
Εν τω μεταξύ, η οργάνωση προσπάθησε να κηρύξει την εναντίον της δίκη ως απαράδεκτη, υποστηρίζοντας ότι οι εισαγγελείς είχαν παραβιάσει το απόρρητο της έρευνας, παραβλέποντας το δικαίωμά της για τεκμαιρόμενη αθωότητα και δίκαιη δίκη. Η αίτηση κρίθηκε αποδεκτή αλλά αβάσιμη και η προσφυγή της απορρίφθηκε το 2008.
Τον Αύγουστο του 2008, η οργάνωση κατέφυγε στο ΕΔΑΔ, με τον ισχυρισμό ότι είχαν παραβιαστεί τα δικαιώματα της, σύμφωνα με το Άρθρο 6 της Ευρωπαϊκής Σύμβασης για τα Ανθρώπινα Δικαιώματα. Σύμφωνα με τη δήλωση: «Επικαλούμενη το άρθρο 6 παράγραφος 1 η ‘εκκλησία’ της Σαηεντολογίας καταγγέλλει παραβίαση εκ μέρους της εισαγγελίας του δικαιώματος της για δίκαιη δίκη, ισχυριζόμενη ότι οι εισαγγελείς είχαν δώσει δημοσίως τη γνώμη τους σχετικά με τις εναντίον τους κατηγορίες, πριν την ολοκλήρωση των δικαστικών διαδικασιών».
Πρόσθετα, οι προσφεύγοντες είχαν καταγγείλει ότι οι εισαγγελείς παραβίασαν το δικαίωμα τους για τεκμαρτή αθωότητα (αθωότητα μέχρις αποδείξεως του εναντίον), κάνοντας δημόσιες δηλώσεις που αντανακλούσαν τις απόψεις τους για την ενοχή της οργάνωσης.
Όσον αφορά το άρθρο 6, σημείο 1 της Σύμβασης, το οποίο ασχολείται με το δικαίωμα για δίκαιη δίκη, το Δικαστήριο έκρινε ότι η προσφυγή ήταν πρόωρη, καθώς δεν είχαν εξαντληθεί όλα τα εγχώρια ένδικα μέσα.
Όσον αφορά το άρθρο 6, Σημείο 2, το οποίο ασχολείται με την τεκμηρίωση της αθωότητας, το δικαστήριο έκρινε ότι «η αίτηση είναι προδήλως αβάσιμη και πρέπει να απορριφθεί», λόγω της φύσης των αποδεικτικών στοιχείων που υποβλήθηκαν προς στήριξη του ισχυρισμού.
Όπως εξηγείται στην ανακοίνωση του δικαστηρίου: «... Η μόνη απόδειξη που προσκόμισε το προσφεύγον σωματείο αποτελείτο από άρθρα στον Τύπο για τα οποία, αποκλειστικοί υπεύθυνοι είναι οι σχετιζόμενοι με αυτά δημοσιογράφοι και τα οποία κατά πάσα πιθανότητα δεν αντικατοπτρίζουν με ακρίβεια τη χροιά των παρατηρήσεων αυτών». Η ανακοίνωση του ΕΔΑΔ προσθέτει ακόμα ότι τα αποδεικτικά στοιχεία δεν τεκμηρίωναν ότι οι αρχές είχαν παραβιάσει την διακριτική τους ευχέρεια.
ΠΗΓΗ:RAPSI- Ρωσσικό Γραφείο Νομικών Πληροφοριών, ΜΟΣΧΑ
rapsinews.com & ppu.org.cy
πηγή: http://www.ppu.org.cy/index.php/en/22-heresies/scientology/489-to.html