Logo
Print this page

Άγιον Πνεύμα και Χαρίσματα, του Αρχιεπισκόπου Αμερικής κ. Δημητρίου Τρακατέλλη,

Άγιον Πνεύμα και Χαρίσματα

του Σεβασμιωτάτου Αρχιεπισκόπου Αμερικής

κ. Δημητρίου Τρακατέλλη

από το βιβλίο του «Παρουσία του Αγίου Πνεύματος»,

Εκδόσεις ΣΗΜΑΝΤΡΟ, 1984

Η περικοπή 1 Κορ. 12, 1-12 αποτελεί αριστουργηματικό κείμενο θεολογικής διαλεκτικής. Εδώ ο Παύλος παρουσιάζει ένα πίνακα των διαφόρων χαρισμάτων μέσα στην Εκκλησία για να υπογράμμιση την μεγάλη αλήθεια ότι πίσω από την ποικιλία αυτή των χαρισμάτων υπάρχει πάντοτε, το ένα και το αυτό Άγιον Πνεύμα. Σύμφωνα με την επιγραμματική φράση του, «διαιρέσεις δε χαρισμάτων εισίν, το δε αυτό Πνεύμα» (1 Κορ. 12,4).

Η κλασική αυτή περικοπή της Πρώτης προς Κορινθίους Επιστολής εμφανίζει εξαιρετικό ενδιαφέρον, όπως φαίνεται αμέσως από τον αριθμό των ειδικών εργασιών πού έχουν δημοσιευθή τα τελευταία χρόνια. Στο βιβλικό όμως αυτό δοκίμιο δεν έχουμε την πρόθεση να ασχοληθούμε με τις εργασίες αυτές, ούτε να αναλύσουμε ή να ερμηνεύσουμε συστηματικά το κείμενο 1 Κορ. 12, 1-12. Αυτό μπορεί να γίνη σε άλλη ευκαιρία. Ο σκοπός μας σήμερα είναι ειδικός. Θέλουμε να παρουσιάσουμε αναλυτικά και με άνεση τις βασικές απόψεις και τάσεις τις αποθησαυρισμένες σε τρία μείζονα Πατερικά εξηγητικά έργα πού ερμηνεύουν το κείμενο 1 Κορ. 12, 1-12. Πρόκειται για τις συναφείς ερμηνείες του Ιωάννου Χρυσοστόμου (4ου αιώνος), του Κυρίλλου Αλεξανδρείας(5ου αιώνος) και του Θεοδωρήτου Κύρου (5ου αιώνος), οι όποιες περιλαμβάνονται στα αντίστοιχα υπομνήματα τους στην Α' προς Κορινθίους Επιστολή. Οι ερμηνείες αυτές φωτίζουν με άφθονο και διεισδυτικό φως την περικοπή 1 Κορ. 12, 1-12 και δείχνουν τον ιδιάζοντα νοηματικό της πλούτο. Συγχρόνως αποκαλύπτουν τις ασύγκριτες εξηγητικές δυνατότητες πού ενυπάρχουν στην Πατερική ερμηνευτική παράδοση. Μια παράδοση πού προσδίδει στο σύγχρονο έργο της βιβλικής εξηγήσεως διαστάσεις οικουμενικότητας γεωγραφικής και χρονικής, ενώ συγχρόνως προσφέρει αναντικατάστατα στηρίγματα συνεχείας και γραμμές αλληλουχίας στην πάντοτε ανοικτή προσπάθεια κατανοήσεως των Γραφών.

1. Ο Χρυσόστομος ασχολείται με την περικοπή 1 Κορ. 12, 1-12 σε δύο ερμηνευτικές ομιλίες του1. Χωρίς να παραβλέπη άλλες ουσιώδεις πλευρές, τις όποιες σχολιάζει θαυμάσια, επιμένει κυρίως σε Ενα κεντρικό πρόβλημα πού κατά την γνώμη του αντιμετωπίζει εδώ ό Απόστολος Παύλος. Πρόκειται για το πρόβλημα των προστριβών, παραπόνων, συγκρούσεων και ζηλοτυπιών μεταξύ των μελών της Εκκλησίας της Κορίνθου, εξ αιτίας της διαφοράς χαρισμάτων2. Ό Χρυσόστομος βλέπει το κείμενο 1 Κορ. 12, 1-12 ως μια σοφή, μεθοδική αλλά και γεμάτη πάθος προσπάθεια του Παύλου να λύση το δύσκολο αυτό πρόβλημα, να εξάλειψη τις πικρίες και τις θλίψεις πού γεννούσε ή διαβάθμιση των χαρισμάτων σε μεγάλα και μικρά, σε σπουδαία και κοινά.

Παρακολουθώντας και αναλύοντας προσεκτικά την επιχειρηματολογία του Αποστόλου, ο Χρυσόστομος απευθύνεται στους Κορινθίους και γενικώτερα σε ανθρώπους πού παραπονούνται ότι δεν έλαβαν μεγάλα χαρίσματα. Θέτει σ' αυτούς ερωτήματα και διατυπώνει θέσεις παραφράζοντας σε ελεύθερη ομιλητική μορφή το πυκνό κείμενο 1 Κορ. 12, 1-12: Γιατί θλίβεσαι, ρωτάει, για ποιο λόγο υποφέρεις; Επειδή δεν έλαβες όσο και ο άλλος; Επειδή σου δόθηκε μικρότερο και όχι μεγαλύτερο χάρισμα; Προσπάθησε να καταλάβης ότι αυτό πού σου δόθηκε είναι χάρισμα, είναι δώρο και όχι οφειλή, και τότε θα υπερνίκησης την θλίψη σου. Γι' αυτό όπως βλέπεις και ο Απόστολος ευθύς εξ αρχής είπε ότι «διαιρέσεις δε χαρισμάτων εισί». Δεν μίλησε για υπερφυσικά σημεία ή για θαύματα αλλά για «χαρίσματα». Χρησιμοποίησε δηλαδή μια λέξη πού αυτή καθ' εαυτήν σημαίνει δωρεά. Έτσι σε πείθει ότι όχι μόνο δεν πρέπει να υποφέρης στο ζήτημα των χαρισμάτων, αλλά αντίθετα να αισθάνεσαι και ευγνωμοσύνη. Σκέψου ακόμη και το εξής: Έστω και αν έλαβες λιγώτερο από κάποιον άλλο πού δέχθηκε ένα μεγαλύτερο χάρισμα, έχεις τιμηθή εξ ίσου με εκείνον αφού έλαβες από την ίδια πηγή. Διότι δεν μπορείς να πής ότι σ' εκείνον το χάρισμα δόθηκε από το Άγιον Πνεύμα ενώ σε σένα δόθηκε από κάποιον άγγελο. Και σε σένα και σ' εκείνον, ό,τι χαρίσθηκε, χαρίσθηκε από το Άγιον Πνεύμα. Γι' αυτό ακριβώς και ο Παύλος, στην φράση «διαιρέσεις δε χαρισμάτων εισί» πρόσθεσε αμέσως «το δε αυτό Πνεύμα» (1 Κορ. 12,4). Επομένως, έστω και αν υπάρχη διαφορά στην δόση δεν υπάρχει διαφορά στον δότη, πού είναι το Άγιον Πνεύμα- και συ πού πήρες το λιγώτερο και ο άλλος πού πήρε το πιο πολύ, αντλείτε από την ίδια πηγή3.

Στον πίνακα των πνευματικών χαρισμάτων πού αναφέρει ο Παύλος στο 1 Κορ. 12, 8-11, ο Χρυσόστομος κάνει αμέσως τις υπογραμμίσεις πού συντελούν στην έξαρση της παραπάνω απόψεως. Ο Απόστολος γράφει ότι στον ένα «δια του Πνεύματος δίδοται λόγος σοφίας, δλλφ δε λόγος γνώσεως κατά το αυτό Πνεύμα, έτέρω δε πίστις, εν τω αύτώ Πνεύματι, άλλω δε χαρίσματα ιαμάτων, εν τω αύτώ Πνεύματι». Βλέπεις, τονίζει ο Χρυσόστομος, ότι παντού ο Παύλος κάνει αυτή την προσθήκη λέγοντας «εν τω αυτώ Πνεύματι» και «κατά το αυτό Πνεύμα»! Ξέρει ότι αυτή η αλήθεια προσφέρει μεγάλη άνεση και παρηγοριά... Το πλήρες και γενικό φάρμακο πού δίνει ειρήνη και άνεση ψυχής στο ζήτημα της διαφοράς χαρισμάτων είναι η γνώση και συνείδηση ότι όλοι λαμβάνουν από την ίδια ρίζα, από τους ίδιους θησαυρούς, από τα ίδια νάματα. Γι' αυτό και ο Απόστολος αντλώντας συνεχώς από το γεγονός αυτό εξισώνει τις διαφορές, εξομαλύνει την φαινομενική ανωμαλία και διαλύει την θλίψη πού συνδέεται με τις διαβαθμίσεις των χαρισμάτων4.

Ο Χρυσόστομος προβάλλει και ένα άλλο σημείο από την επιχειρηματολογία του Παύλου στο ίδιο θέμα. Το ονομάζει «ετέραν παράκλησιν» για να δείξη ότι το θεωρεί συμβολή στην σωστή κατανόηση της διαφοράς χαρισμάτων. Πρόκειται για την ιδέα ότι η διανομή των χαρισμάτων του Αγίου Πνεύματος μέσα στην Εκκλησία γίνεται «προς το συμφέρον», δηλαδή για το πνευματικό συμφέρον, για το καλό, τόσο του κάθε πιστού όσο και ολόκληρης της κοινότητος. Ο Απόστολος, εξηγεί ο Χρυσόστομος, προσθέτει και μιαν άλλη ιδέα πνευματικής παρακλήσεως όταν λέγει ότι «εκάστω η φανέρωσις του Πνεύματος δίδοται προς το συμφέρον» (1 Κορ. 12,7). Έτσι παρηγορεί εκείνον πού θα έλεγε: και τί σημαίνει για μένα ότι ο ίδιος Κύριος και το ίδιο Πνεύμα και ο ίδιος Θεός είναι πίσω από κάθε χάρισμα, όταν εγώ έλαβα λιγώτερο από τον άλλο πιστό; Σ' αυτόν τον παραπονούμενο αδελφό ο Παύλος άπαντα: βλάβες λιγώτερο διότι έτσι συνέφερε, έτσι ήταν το καλύτερο, από κάθε άποψη. Ο Θεός ενήργησε με τον τρόπο πού ενήργησε όχι για να σε ατιμάση ούτε για να απόδειξη ότι είσαι κατώτερος του άλλου, άλλα επειδή μεριμνά για σένα, επειδή είναι στοργικός έναντι της αδυναμίας σου και αποβλέπει σ' αυτό πού είναι το καλύτερο για σένα. Διότι απλούστατα, αν κάποιος λαβή ένα μεγαλύτερο χάρισμα ενώ δεν είναι σε θέση να το βαστάξη, αυτό θ' αποβή αρνητικό, θα προκαλέση βλάβη και θα δημιουργήση θλίψη. Όταν λοιπόν Ένας και ο Αυτός είναι ο χορηγός των χαρισμάτων, όταν αυτό πού δίδεται είναι δωρεά, όταν μέσω αύτης της δωρεάς πραγματοποιείται η φανέρωση του Αγίου Πνεύματος, και όταν το συγκεκριμένο χάρισμα πού έλαβες είναι προφανώς για το καλό σου, για το πνευματικό σου συμφέρον, τότε μη αφήνης τον εαυτό σου να υποφέρη με την ιδέα ότι είσαι μειωμένος ή περιφρονημένος5. Γι' αυτό, αδελφοί, συμπεραίνει ο Παύλος, ας μη αδημονούμε και ας μη θλιβόμεθα λέγοντας γιατί έλαβα αυτό και γιατί δεν έλαβα εκείνο το χάρισμα; Ούτε να ζητούμε ευθύνες από το Άγιον Πνεύμα. Εφόσον γνωρίζεις ότι η φροντίδα και στοργή του Αγίου Πνεύματος για σένα σου χάρισε ό,τι σου χάρισε, πρέπει ν' αντιληφθής ότι η ίδια στοργή και φροντίδα καθορίζει και το μέτρο της δωρεάς. Δέξου την δωρεά και μάθε να χαίρεσαι για ό,τι έλαβες. Μη αφήνης να σε καταλάβη η δυσφορία για όσα δεν έλαβες, αλλά απεναντίας νοιώσε βαθύτατη ευγνωμοσύνη διότι δεν σου δόθηκαν περισσότερα από ό,τι θα μπορούσες να ανθέξης6.

Η παραπάνω ερμηνεία, πού προσφέρει ο Χρυσόστομος για την σωστή κατανόηση της περικοπής 1 Κορ. 12, 1-12, περιέχει μια βαθύτατα διεισδυτική άποψη. Θα μπορούσαμε να την ονομάσουμε Πνευματολογικό και συνάμα ανθρωπολογικό πραγματισμό. Ο ιερός πατήρ είναι απολύτως σαφής και βέβαιος για την ύπαρξη των χαρισμάτων, για την πραγματικότητα των φανερώσεων του Αγίου Πνεύματος στην συγκεκριμένη Εκκλησία της Κορίνθου, στην οποία απευθύνεται ο Παύλος. Συγχρόνως δεν έχει καμμιά αμφιβολία για την ύπαρξη πικριών, θλίψεων, παραπόνων μέσα στην ίδια αυτή Εκκλησία, λόγω διαφοράς χαρισμάτων. Εδώ βρίσκεται το κρίσιμο σημείο και η σπουδαιότητα της Χρυσοστομικής θέσεως. Ο Χρυσόστομος δεν διδάσκει ότι η παρουσία πικριών και αντιθέσεων και η μικρόψυχη αξιολογική διαβάθμιση των χαρισμάτων και των δώρων του Αγίου Πνεύματος από τους Κορινθίους δημιουργούν σοβαρές αμφιβολίες για το αν υπάρχουν πράγματι φανερώσεις του Αγίου Πνεύματος στην Εκκλησία τους. Δέχεται την γνησιότητα των χαρισμάτων, τα αποδίδει καθ' ολοκληρίαν στο Άγιον Πνεύμα, άλλα ταυτόχρονα και παράλληλα διαισθάνεται, και το εκφράζει απερίφραστα, ότι οι άνθρωποι πού είχαν λάβει τα χαρίσματα αυτά, βρίσκονται σε χαμηλό πνευματικό επίπεδο. Ο Πνευματολογικός του πραγματισμός είναι πλήρης, η βεβαιότητα του για την παρουσία των χαρισμάτων και φανερώσεων του Αγίου Πνεύματος είναι ατράνταχτη. Άλλα και ο ανθρωπολογικός του ρεαλισμός είναι ισχυρός και εκπεφρασμένος, και η πεποίθηση του για την παρουσία της ανθρώπινης μικρότητας και αδυναμίας, ακόμη και μέσα σε έντονα χαρισματικές καταστάσεις, διαφαίνεται σε κάθε γραμμή της ερμηνείας του.

Αυτή ή παράλληλη, ταυτόχρονη λειτουργία μιας υψηλής και καθαρής Πνευματολογίας και μιας ανθρωπολογίας της αδυναμίας και μικρότητος, αποκαλύπτουν την έξοχη ποιότητα του Χρυσοστομικού πνεύματος και την ερμηνευτική του δύναμη και διαίσθηση.

2. Στην ερμηνεία του της περικοπής 1 Κορ. 12, 1-120 Χρυσόστομος αναπτύσσει με δύναμη και πειστικότητα και μιαν άλλη σειρά απόψεων. Αναφέρονται στην σύγκριση και την ριζική διαφορά μεταξύ του ειδωλολάτρη μάντεως και του προφήτη της Παλαιάς ή της Καινής Διαθήκης. Ο ιερός πατήρ προβαίνει σε διεξοδική ανάλυση του θέματος αυτού, διότι πιστεύει ότι η παραπάνω σύγκριση υπάρχει στην σκέψη του Παύλου και μάλιστα στους αφετηριακούς στίχους της περικοπής πού μας απασχολεί, και συνδέεται ευθέως με το θέμα των χαρισμάτων.

Ο Παύλος, παρατηρεί ο Χρυσόστομος, προκειμένου να μιλήσει «περί των πνευματικών» (στ. 1) δηλαδή «των έργων του Πνεύματος» και των χαρισμάτων, τοποθετεί σωστά και αποσαφηνίζει εξ αρχής την διαφορά μεταξύ μαντείας και προφητείας. Το κάνει αυτό στο στίχο 2 όταν λέγει: «Οίδατε ότι ότε έθνη ήτε, προς τα είδωλα τα άφωνα ως αν ήγεσθε, απαγόμενοι». Το νόημα των λόγων αυτών είναι το εξής: Μέσα στην ειδωλολατρεία, αν κάποτε αιχμαλωτίσθηκε κανείς από το ακάθαρτο πνεύμα και άρχισε να λέγη μαντείες, βρέθηκε σε μια κατάσταση στην οποία δεν ήξερε τί έλεγε. Απλούστατα, εσύρετο δεμένος από το πνεύμα, σαν να επρόκειτο να απαχθή βιαίως. Γιατί αυτό ακριβώς είναι το χαρακτηριστικό του μάντεως, το να μετατοπίζεται έκτος εαυτού, το να εξαναγκάζεται, το να σπρώχνεται, το να σύρεται όπως οι μαινόμενοι. Αυτά όμως δεν συμβαίνουν στον προφήτη του Θεού. Ο προφήτης λέει όσα λέει, με διάνοια νηφάλια και αγρυπνη, μέσα σε κατάσταση πνευματικής εγρηγόρσεως και ισορροπίας και με βαθειά επίγνωση των λόγων του7.

Στην συνέχεια ο Χρυσόστομος χρησιμοποιεί μαρτυρίες από τον Πλάτωνα και από κείμενα ειδωλολατρικά για να κατάδειξη την αντικειμενικότητα των χαρακτηρισμών του για τους μάντεις. Χωρίς ανάπαυλα επανέρχεται ακατάπαυστα στις βασικές του θέσεις ότι η μαντεία είναι υποδούλωση σε δαιμονικά πνεύματα, ότι είναι κατάσταση βίας, καταναγκασμού, εκλείψεως της αυτοσυνειδησίας και γνώσεως των λεγομένων, κατάσταση πού μπορεί να κατάληξη σε πραγματική παραφροσύνη.

Στην ζοφερή, δαιμονική αυτή κατάσταση πού εκπροσωπεί η μαντεία, ο Χρυσόστομος αντιπαραθέτει και πάλι, χωρίς καθόλου να κουράζεται, την προφητεία πού άνθισε στην Παλαιά Διαθήκη και στην Καινή Διαθήκη. Ο Παύλος, σημειώνει ο ιερός πατήρ, δεν μίλησε στο 1 Κορ. 12, 1-4, για τα δικά μας, δηλαδή για την προφητεία και τους προφήτες, διότι αυτά ήταν φανερά στους Κορινθίους. Οι προφήτες προφήτευαν όπως άρμοζε σ' αυτούς, με σύνεση και πλήρη ελευθερία. Ήταν κύριοι να μιλήσουν ή να μη μιλήσουν. Κι' αυτό διότι δεν τους πίεζε καμμιά βία και ανάγκη. Η προφητεία ήταν εξουσία με την οποία είχαν τιμηθή. Έτσι εξηγείται γιατί ο Ιωνάς έφυγε, γιατί ο Ιεζεκιήλ ανέβαλλε, γιατί ο Ιερεμίας παραιτήθηκε. Ο Θεός δεν τους έσπρωχνε, δεν τους εξανάγκαζε, αλλά τους συμβούλευε, τους παρακινούσε, τους απειλούσε, χωρίς να σκοτίζη την διάνοια τους. Χαρακτηριστικό ιδίωμα του δαίμονος είναι το να δημιουργή καταστάσεις θορύβου, μανίας και φοβερού σκοτισμού. Χαρακτηριστικό ιδίωμα του Θεού είναι το να φωτίζη και το να διδάσκη με σύνεση τα πρέποντα8.

Στην ανωτέρω ερμηνεία των πρώτων στίχων του κειμένου 1 Κορ. 12, 1-12, με την έμφαση στην αβυσσαλέα διαφορά μεταξύ προφήτη και μάντεως και με την εκτενή συζήτηση των σχετικών δεδομένων, ο Χρυσόστομος αποκαλύπτει για μιαν ακόμη φορά τις ουσιαστικές θεολογικές και ανθρωπολογικές του προϋποθέσεις για την σωστή προσέγγιση του ζητήματος των χαρισμάτων μέσα στην Εκκλησία. Τα όσα αναπτύσσει αναφορικά με την προφητεία, ισχύουν, με τις ανάλογες προσαρμογές, και για τα άλλα χαρίσματα του Αγίου Πνεύματος. Το χάρισμα δεν σημαίνει σε καμμιά περίπτωση καταναγκασμό, βία, επιβολή άτεγκτη επί της ανθρωπινής θελήσεως ή αναίρεση, έστω και προσωρινή της θελήσεως αυτής. Ο αποδέκτης της χαρισματοφόρου δωρεάς του Αγίου Πνεύματος διατηρεί ακέραια την ελευθερία του και αμείωτη την ενέργεια της θελήσεως του, ακόμη και στο αποκορύφωμα της λειτουργίας του χαρίσματος. Για τον Χρυσόστομο, οιαδήποτε ελάττωση ή, πολύ περισσότερο αναστολή και εξαφάνιση της πνευματικής ελευθερίας, αποτελεί ένδειξη της παρουσίας δαιμονικής δυνάμεως και όχι χαρίσματος του Αγίου Πνεύματος.

Το χάρισμα επί πλέον, δεν σημαίνει άμβλυνση των διανοητικών λειτουργιών, της νηφαλιότητας, της εγρηγόρσεως, της αυτοσυνειδησίας. Το διαμετρικά αντίθετο ισχύει. «Θεού το φωτίζειν και μετά συνέσεως διδάσκειν τα δέοντα», γι' αυτό και ο προφήτης και γενικώτερα ο χαρισματούχος μέσα στην Εκκλησία ενεργεί μετά διανοίας νηφούσης και σωφρονούσης καταστάσεως και ειδώς ο φθέγγεται».

Αυτή η διπλή έμφαση του Χρυσοστόμου στην ελευθερία και στην διανοητική εγρήγορση, πού διαφυλάσσονται και ανθίζουν σε κάθε περίπτωση χαρίσματος του Αγίου Πνεύματος, δείχνουν την πρωταρχική σημασία πού αποδίδει στον άνθρωπο ως άνθρωπο μέσα στην Εκκλησία. Δείχνουν επί πλέον πώς αντιλαμβάνεται, ερμηνεύοντας τον Παύλο, την παρουσία των χαρισμάτων, ως φανερώσεων του Αγίου Πνεύματος. Για τον Χρυσόστομο οι δωρεές του Αγίου Πνεύματος σπείρονται, φυτρώνουν και αναπτύσσονται πάντοτε μέσα σ' ένα κλίμα διαφυλάξεως της ανθρωπινής ελευθερίας και πνευματικής ακεραιότητας. Γι΄ αυτό και μπορεί να συνδυάζη, όπως είδαμε λίγο προηγουμένως, κατά λαμπρό τρόπο και σε θαυμαστή σύνθεση ένα καθαρό ανθρωπολογικό πραγματισμό με ένα συνεπή Πνευματολογικό πραγματισμό.

Β. Η ερμηνεία του Κυρίλλου Αλεξανδρείας

1. Το εξηγητικό έργο του Κυρίλλου Αλεξανδρείας στην Α' προς Κορινθίους δεν έχει δυστυχώς διασωθή στην πληρότητα του όπως του Χρυσοστόμου. Είναι όμως ευτύχημα ότι στην περικοπή 1 Κορ. 12, 1-12 έχουμε στην διάθεση μας σημαντικά ερμηνευτικά αποσπάσματα του Αλεξανδρινού πατρός. Αυτά μας παρέχουν ουσιαστικό υλικό και πολλαπλές ενδείξεις για την επισήμανση και κατανόηση των βασικών του απόψεων.

Και ο Κύριλλος, όπως και ο Χρυσόστομος, περιγράφει τα χαρίσματα πού απαριθμούνται στο 1 Κορ. 12, 4-11, εξηγεί συνοπτικά το περιεχόμενο τους και παρουσιάζει στοιχεία από τη λειτουργία τους μέσα στην Εκκλησία. Το κέντρο όμως του ενδιαφέροντος του δεν φαίνεται να είναι τα χαρίσματα καθ' εαυτά, ούτε η κατάσταση ή οι αντιδράσεις των ανθρώπων, στους οποίους αυτά είχαν δοθή. Τούτο αποδεικνύεται από την απουσία, τουλάχιστον στα ερμηνευτικά αποσπάσματα πού έχουν διασωθή, οιασδήποτε αμέσου αναφοράς στην κατάσταση ανωμαλίας πού είχε δημιουργηθή στην Κόρινθο εξ αίτιας των χαρισμάτων. Ο ιερός πατήρ έχει μεταφέρει ολόκληρη την προσοχή του από τα χαρίσματα στο χορηγό τους, το Άγιον Πνεύμα, για να πέραση πάντοτε και να κατάληξη, χωρίς σχεδόν εξαίρεση, στην απώτατη και ουσιαστική πηγή τους, την «αγία και ομοούσιο Τριάδα». Γι΄ αυτό και το ερμηνευτικό κείμενο του Κυρίλλου στο 1 Κορ. 12, 1-12 θα μπορούσε να χαρακτηρισθή ως δοκίμιο περί της ενεργείας και φανερώσεως του Τριαδικού Θεού μέσω των χαρισμάτων. Η αφετηρία, η κατάληξη και η σταθερή εστία της σκέψεως του καθώς ξεδιπλώνει την ερμηνεία του 1 Κορ. 12,1-12 είναι η Αγία Τριάς.

Αυτό διαφαίνεται ήδη στην αρχική παράγραφο της ερμηνείας του, όταν ο Κύριλλος συγκεφαλαιώνει την ουσία και τον σκοπό των διαφόρων χαρισμάτων στην «απλανή και αμώμητον γνώσιν» του Θεού και στην «θεοπτίαν», για να μεταχεισθούμε τις δικές του εύστοχες εκφράσεις. Μια γνώση και θεοπτία πού προσφέρεται ως δώρο και χάρισμα του Τριαδικού Θεού στους πιστούς δια του Αγίου Πνεύματος. Γράφει σχετικά ο Αλεξανδρινός πατήρ: Οι πραγματικοί πιστοί αποδεικνύονται από το ότι έχουν μυηθή στην θεοπτία (πού εδώ συνδέεται με την αναγνώριση και ομολογία της θεότητος και κυριότητος του Χριστού) δια του Αγίου Πνεύματος. Το Άγιον Πνεύμα, επειδή έρευνα τα πάντα και επειδή γνωρίζει τα βάθη του Θεού και «τα εν τω Θεώ κεκρυμμένα», τα μεταφέρει στις ψυχές των πιστών και εμφυτεύει σ' αυτές απλανή και αμώμητη γνώση. Μάρτυς της αληθείας αυτής είναι ο θεσπέσιος Παύλος όταν λέγει, «διαιρέσεις δε χαρισμάτων εισί, το δε αυτό Πνεύμα, και διαιρέσεις διακονιών εισίν- και ο αυτός Κύριος, και διαιρέσεις ενεργημάτων εισίν- ο δε αυτός Θεός ο ενεργών τα πάντα εν πάσιν» (1 Κορ. 12,4-6). Όπως αυτοί πού έχουν επίγεια εξουσία και είναι βασιλείς, απονέμουν στους γνησιώτερους υπασπιστές τους διάφορες τιμές, έτσι και η αγία και ομοούσιος Τριάς διανέμει άφθονες τις δωρεές των ουρανίων αγαθών σ' αυτούς πού την αγαπούν «εξ υγιούς καρδίας» και με ολόκληρη την ψυχή και την διάνοια τους. Και τις διανέμει «δι΄ ενός, του Πνεύματος, ως δια Χριστού παρά του Πατρός». Διότι όλα γίνονται και προέρχονται «παρά του Πατρός δι' Υιού εν Πνεύματι»9. Στο παραπάνω απόσπασμα η θεοκεντρική φορά της ερμηνείας του Κυρίλλου είναι εμφανής και έντονη. Η τροχιά της σκέψεως του ακολουθεί αντίστροφα την διαδρομή των πνευματικών γεγονότων. Έχοντας προσδιορίσει την φύση και λειτουργία των χαρισμάτων ως φορέων της γνώσεως του Θεού, ανατρέχει στον άμεσο χορηγό τους το Άγιον Πνεύμα, για να αναχθή εν τέλει στην μακαριά Τριάδα, την υπέρτατη και υπερούσια πηγή των ουρανίων δωρεών και χαρισμάτων. Στην πολύ ενδεικτική Τριαδολογική διατύπωση με την οποία κατέληξε το προηγούμενο απόσπασμα, ο Κύριλλος ξαναγυρίζει και πάλι καθώς ομιλεί για τα χαρίσματα μέσα στην Εκκλησία σύμφωνα με το 1 Κορ. 12, 1-12. Δεν περιορίζεται όμως, όπως διαπιστώνουμε, σε μια γενική διακήρυξη ότι ο Τριαδικός Θεός είναι η πηγή των χαρισμάτων. Το βαθύ και έντονο θεολογικό του ενδιαφέρον, τον ωθεί στην χρησιμοποίηση ειδικών διατυπώσεων για τις ενέργειες των Τριών θείων Προσώπων στο ζήτημα αυτό.

Επειδή είναι προικισμένος και οξυδερκής ερμηνευτής και δεν χάνει από το οπτικό του πεδίο το κείμενο, ο Κύριλλος ξεκινά συνήθως από το Άγιον Πνεύμα, διότι για το Άγιον Πνεύμα ομιλεί κυρίως ο Παύλος στο 1 Κορ. 12,1-12. Τα σχετικά με την περικοπή εξηγητικά αποσπάσματα του Κυρίλλου βρίθουν διατυπώσεων πού περιγράφουν την άμεση ενέργεια του Αγ. Πνεύματος στην παροχή και διανομή των χαρισμάτων. Ενδεικτικά καταχωρίζουμε μερικές τέτοιες εκφράσεις: «χαρίσματα ίαμάτων εν τω Πνεύματι», «λαλείν εν Πνεύματι», «μυσταγωγείσθαι δια Πνεύματος», «διανέμειν δια του Πνεύματος», «χορηγείσθαι δια του Πνεύματος», «ή δια του Πνεύματος ενέργεια», «ενεργεί το Πνεύμα», «προφητεύειν ου δίχα του Πνεύματος», «διακρίσεις πνευμάτων εν τω Πνεύματι», «δυνάμεων ενεργήματα εν Πνεύματι», «δίδοσθαι δια του Πνεύματος».

Ο ιερός όμως πατήρ σπεύδει πάντοτε να διευκρίνηση ότι ή ενέργεια του Αγίου Πνεύματος στο ζήτημα των χαρισμάτων δεν είναι άσχετη προς τον Υιό. Έτσι λ.χ. σημειώνει ότι το χάρισμα της αποστολικής διακονίας το ενεργεί ο Υιός δια του Αγίου Πνεύματος10. Πολύ ενδεικτική επίσης είναι και η παρατήρηση πού κάνει αναφορικά με τα χαρίσματα των ιαμάτων (1 Κορ. 12,9): Ενώ λέγεται ότι το Πνεύμα τα διανέμει, εν τούτοις ο Χριστός είναι εκείνος πού τα δίδει. Διότι ο Χριστός είπε στους μαθητάς του «ασθενούντας θεραπεύετε, νεκρούς εγείρετε, λεπρούς καθαρίζετε» (Μτ. 10,8). Του Χριστού επίσης είναι και τα «ενεργήματα δυνάμεων» (1 Κορ. 12,10), άλλα εν Πνεύματι τω ενί»11.

Η υπέρτατη όμως και αρχική πηγή των χαρισμάτων είναι ο Πατήρ. Η θεμελιώδης διατύπωση του Κυρίλλου συναντάται στην φράση «πάντα παρά του Πατρός», μια φράση πού αναφαίνεται σταθερά και αναλλοίωτα στα σπουδαιότερα σημεία της ερμηνείας του. Η μνεία του Πατρός γίνεται πάντοτε σε συσχέτιση με τον Υιό και το Άγιον Πνεύμα σε έξοχες Τριαδολογικές εκφράσεις. Μέσω των εκφράσεων αυτών, ο Αλεξανδρινός ερμηνευτής προβάλλει την κύρια θεολογική του άποψη πού είναι η παρουσία και ενέργεια του Τριαδικού Θεού σε κάθε περίπτωση πνευματικών δωρεών και χαρισμάτων. Αξίζει στο σημείο αυτό να παραθέσουμε, χωρίς συντμήσεις, ένα εύγλωττο σχετικό απόσπασμα. Ερμηνεύοντας το 1 Κορ. 12,4-11, ο Κύριλλος παρατηρεί μεταξύ άλλων ότι το χάρισμα του «λόγου σοφίας» και του «λόγου γνώσεως» (στ. 8) χορηγείται σ' εκείνους πού προκρίθηκαν ως άξιοι «δι' ενός του Πνεύματος, παρά του Πατρός δι' Υιού», ο όποιος λέγεται ότι διανέμει τις διακονίες (στ. 5)12. Και συνεχίζει ο Αλεξανδρινός πατήρ: Επομένως, ο μεν Υιός διανέμει τις διακονίες, το πράγμα όμως αυτό το ενεργεί «μετ' εξουσίας» το Πνεύμα το Άγιον, διότι είναι Πνεύμα του Υιού (πρβλ. Ρωμ. 8,9-11). Αλλά και τα ενεργήματα των δυνάμεων (στ. 6), δηλαδή τα θαυμαστά σημεία πού γίνονται δια των αγίων, κι΄ αυτά τα ολοκληρώνει και τα αποτελειώνει ο Θεός. Διότι, όπως είπα, τα πάντα είναι «παρά του Πατρός δι' Υιού εν Πνεύματι». Και με όλα τα θαυμαστά επιτεύγματα διακηρύσσεται η δόξα και η αγιότητα της ομοουσίου Τριάδος. Πρόσεξε, συμπεραίνει ο Κύριλλος, πώς ο Παύλος αρχίζει από το Άγιον Πνεύμα, γιατί αυτό είναι «εν ημίν» και αυτό ενεργεί την διανομή των χαρισμάτων. Μετατοπίζει στην συνέχεια τον λόγο στον Υιό, πού είναι Υιός «κατά φύσιν», για να φθάση και να κατάληξη τελικά στον Πατέρα, απονέμοντας σ' Αυτόν μέσω του Υιού την δια του Αγίου Πνεύματος ενέργεια13.

Ο μελετητής έστω και μόνο του αποσπάσματος αυτού του Κυρίλλου, διακρίνει αμέσως τους θεολογικούς του στόχους. Η συζήτηση για τα χαρίσματα γίνεται Θεοκεντρική ή, ακριβέστερα, Τριαδοκεντρική. Με τον τρόπο αυτόν ο ιερός πατήρ δείχνει πού πρέπει ν' αναζητηθή η ουσία του ζητήματος, που βρίσκονται οι προσβάσεις για την προσέγγιση στις σωστές λύσεις των προβλημάτων των σχετικών με τα χαρίσματα. Τα χαρίσματα δίδονται και λειτουργούν ως δείκτες πού προσανατολίζουν τον πιστό και την εκκλησιαστική κοινότητα προς το μυστήριο του Θεού. Το Άγιον Πνεύμα τα χορηγεί ως «μυσταγωγικές» οδούς προς την «θεοπτία» και γνώση της υπερουσίου Τριάδος. Μέσα σε μια τέτοια προοπτική, το θέμα της διαβαθμίσεως των χαρισμάτων χάνει αυτομάτως την οξύτητα του και οι συναφείς συγκρούσεις ή αντιζηλίες υποχωρούν και εμφανίζονται χωρίς νόημα. Οι επιπτώσεις από την προτεραιότητα της Τριαδολογικής αυτής θέας τόσο στην ανθρωπολογία όσο και στην Εκκλησιολογία είναι άμεσες και αποφασιστικές.

2. Μια τέτοια ουσιώδη επίπτωση μνημονεύει στην ερμηνεία του ο ιερός πατήρ. Είναι η ενότητα της Εκκλησίας πού οικοδομείται με την ποικιλία των χαρισμάτων. Το Άγιον Πνεύμα, σημειώνει, ενεργεί διαφορετικά στον καθένα την διανομή των χαρισμάτων, έτσι ώστε η Εκκλησία, πού είναι το σώμα του Χριστού, να συγκροτή σε τελειότατη μορφή την νοητή ενότητα πού απαρτίζεται από το μεγάλο πλήθος των αγίων (οι όποιοι είναι φορείς των ποικίλων χαρισμάτων)14. Διότι, παρατηρεί περαιτέρω ο Κύριλλος, έχουμε ενωθή μεταξύ μας, έχουμε γίνει «σύσσωμοι εν Χριστώ» ο όποιος μας συνήγειρε μαζί του και μας συνδέει με το ένα και το αυτό και σε όλους ενοικούν Άγιον Πνεύμα. Επομένως, έχοντας κληθή δια του Πνεύματος εις ενότητα, έχοντας γίνει σύσσωμοι με τον Χριστό, ας τηρήσουμε τον σύνδεσμο της αγάπης αδιάσπαστο15.

Στην περίπτωση αυτή ο Κύριλλος δεν κάνει ρητή αναφορά στην Αγία Τριάδα. Εν τούτοις, με το να έχη δείξει σε κάθε βήμα την ενότητα των θείων Προσώπων στο ζήτημα της παροχής των χαρισμάτων στην Εκκλησία, με το να τονίζη την αμεσότητα και το ενιαίο της παρουσίας και ενεργείας του Υιού και του Αγίου Πνεύματος στην διαδικασία οικοδομής της ενότητος των πιστών, κατέστησε ολοφάνερο το από που εξαρτά και που θεμελιώνει την εκκλησιαστική ενότητα. Η τελειότητα της «νοητής ενότητος» της Εκκλησίας, για την οποία ο Κύριλλος συνηγορεί με τόση δύναμη, δεν είναι συνέπεια της ποικιλίας των χαρισμάτων άλλα της πηγής των χαρισμάτων αυτών, της ομοουσίου Τριάδος.

Ο Τριαδοκεντρικός προσανατολισμός της εξηγητικής του Κυρίλλου, όπως τον είδαμε να λειτουργή και να εκφράζεται στην ανάλυση του 1 Κορ. 12,1-12, φωτίζει με ένα ιδιαίτερο φως την περικοπή αυτή. Δείχνει τις απεριόριστες προεκτάσεις της. Και προβάλλει την πάντοτε επίκαιρη αλήθεια πού πρέπει να οδηγή σταθερά τον ερευνητή των Γραφών: Στο τέλος, στο βάθος των βιβλικών κειμένων αποκαλύπτεται πάντοτε ο εν Τριάδι Θεός.

Γ. Η ερμηνεία του Θεοδωρήτου Κύρου

1. Στον Θεοδώρητο, Επίσκοπο Κύρου, τον γνωστό ερμηνευτή του Ε' αιώνος, συναντούμε μια ερμηνεία, πού δεν εμφανίζει εκ πρώτης όψεως προεξέχοντα βασικά σημεία και δεσπόζουσες απόψεις. Η εξήγηση του κειμένου 1 Κορ. 12,1-12 προχωρεί στίχο προς στίχο, μεθοδικά και μάλλον συνοπτικά, με μια γλώσσα απλή και εύληπτη. Η εικόνα πού σχηματίζεται, είναι μια εικόνα πού αποτυπώνει κατά τον ένα ή τον άλλο τρόπο τις κύριες ιδέες της περικοπής, και θυμίζει με διαφορετικούς βαθμούς εντάσεως τις εξηγητικές απόψεις του Χρυσοστόμου και του Κυρίλλου.

Έτσι βρίσκουμε και στον Θεοδώρητο ευδιάκριτα ίχνη και στοιχεία του ανθρωπολογικού πραγματισμού, τον όποιο είδαμε στον Χρυσόστομο. Παρατηρεί λ.χ. ευθύς εξ αρχής ότι στην περίπτωση των Κορινθίων συναντούμε μια εσφαλμένη αντίληψη και μια κακή χρήση των χαρισμάτων, έχουμε δηλαδή οφθαλμοφανείς εκδηλώσεις ανθρωπινής μικρότητος και χαμηλής πνευματικότητος. Όπως συνέβη και με τους άλλους ανθρώπους τους ανά την οικουμένη πού πίστευσαν στο Ευαγγέλιο, σημειώνει, έτσι και στους Κορινθίους δόθηκαν χαρίσματα και φανερές εκφράσεις πνευματικής χάριτος και ενεργείας. Αυτοί όμως δεν χρησιμοποίησαν όπως έπρεπε ό,τι τους χαρίσθηκε. Έδειξαν ότι η χαρισματική ενέργεια ήταν γι' αυτούς κάτι πού ικανοποιούσε την φιλοδοξία και την δίψα για τιμές και όχι τις ουσιαστικές ανάγκες της πίστεως. Το χάρισμα μάλιστα των γλωσσών αύξησε Ιδιαίτερα και πολύ την έπαρση και αλαζονεία τους16.

Στην αντιμετώπιση της καταστάσεως αυτής από τον Παύλο, ο Θεοδώρητος υπογραμμίζει ό,τι και ο Χρυσόστομος και ο Κύριλλος, δηλαδή την κοινή πηγή των χαρισμάτων και την προτεραιότητα πού έχει το γεγονός αυτό έναντι της διαβαθμίσεως των χαρισμάτων σε μικρότερα και μεγαλύτερα. Ο Παύλος, παρατηρεί ο Θεοδώρητος, σε όλες τις περιπτώσεις των χαρισμάτων (στο 1 Κορ. 12,4-9) πρόσθεσε την φράση «κατά το αυτό Πνεύμα» ή «εν τω αυτώ Πνεύματι» για να διδάξη ότι οι κρουνοί είναι διάφοροι αλλά η πηγή μία17. Και παρακάτω (στον στ. 11) δεν είπε απλώς «το Πνεύμα» αλλά «εν και το αυτό Πνεύμα» για να δείξη ότι και τούτα και εκείνα τα χαρίσματα προέρχονται από το ένα και το ίδιο Άγιον Πνεύμα18. Με τον τρόπο αυτό ο Απόστολος παρηγορεί και ειρηνεύει εκείνους πού νόμιζαν ότι έλαβαν μικρότερα χαρίσματα19. Τους παρηγορεί ακόμη, προσθέτει ο Θεοδώρητος, με το να διδάσκη ότι «η φανέρωσις του Πνεύματος» γίνεται «προς το συμφέρον», ότι Εκείνος πού χορηγεί τα χαρίσματα γνωρίζει τα πάντα και επομένως γνωρίζει τι είναι το καλύτερο για τον καθένα και ανάλογα ρυθμίζει με σοφία όλα αυτά τα θέματα20.

Στον Θεοδώρητο διακρίνει κανείς αμέσως και στοιχεία πού θυμίζουν την Τριαδολογική ερμηνεία του Κυρίλλου Αλεξανδρείας. Και ο Επίσκοπος Κύρου διαβάζει την περικοπή 1 Κορ. 12,1-12 ως περικοπή πού εξαίρει την διδασκαλία περί Αγίας Τριάδος και περί ενότητος των θείων Προσώπων. Έτσι λ.χ. στην εξήγηση του του στίχου 3, ο Θεοδώρητος διακηρύσσει με καύχηση: Στη δική μας διδασκαλία υπάρχει «πλείστη συμφωνία τε και ομόνοια». Διότι δεν έχουμε το φαινόμενο άλλα να διδάσκει ο μονογενής Υιός και άλλα το Άγιον Πνεύμα. Άλλα, όπως στα Ευαγγέλια ο Χριστός πού είναι Κύριος δίδαξε την αξία του Παναγίου Πνεύματος έτσι το θείο Πνεύμα κήρυξε την κυριότητα του Χριστού. Δεν είναι δυνατόν εκείνος πού δέχεται την ενέργεια του Αγίου Πνεύματος να πή ότι ο Χριστός είναι ξένος προς την θεία φύση. Ούτε πάλι είναι δυνατόν να ομολογήση κανείς ότι ό Χριστός είναι Θεός αν δεν φωτισθή από την χάρη του Αγίου Πνεύματος21. Και λίγο πιο κάτω, ερμηνεύοντας τους στίχους 1 Κορ. 12,4-6, ό Θεοδώρητος παρατηρεί: Ο Παύλος έδειξε εδώ ότι τα διδόμενα χαρίσματα είναι πολλά και διάφορα αλλά η πηγή τους είναι μία. Διότι, όπως είπε, τα ίδια χορηγούνται και από το Πανάγιον Πνεύμα και από τον Κύριο Ιησού και από τον Θεό και Πατέρα, αφού τα ίδια θεία δώρα τα ονομάζει και χαρίσματα και διακονίες και ενεργήματα (στ. 4-6). Δεν συμβαίνει καθόλου αυτό πού νόμισαν μερικοί ανόητοι αιρετικοί, ότι ωρισμένα από τα θεία δώρα παρέχονται από το Άγιον Πνεύμα, ενώ τα άλλα από τον Θεό των όλων. Τουναντίον, ο Παύλος έδειξε ότι χορηγός των δωρεών και χαρισμάτων είναι η Αγία Τριάς. Διότι ενώ εδώ λέγει ότι ο Θεός ενεργεί τα πάντα («και διαιρέσεις ενεργημάτων εισίν, ο δε αυτός Θεός ο ενεργών τα πάντα εν πάσιν», 1 Κορ. 12,6), υστέρα από λίγο λέγει ότι «πάντα δε ταύτα ενεργεί το εν και το αυτό Πνεύμα, διαιρούν ιδία εκάστω καθώς βούλεται» (στ. II)22.

2. Μία προσεκτικότερη όμως μελέτη της ερμηνείας του Θεοδωρήτου στο κείμενο 1 Κορ. 12,1-12 οδηγεί στην διαπίστωση ότι στον αρχαίο αυτόν ερμηνευτή υπάρχουν και άλλες σημαντικές απόψεις πέραν εκείνων πού ήδη μνημονεύσαμε. Υπάρχουν σαφώς προεξέχοντα σημεία πού αποτελούν μάλιστα και την ιδιάζουσα και χαρακτηριστική συμβολή του στο ζήτημα των χαρισμάτων. Νομίζουμε ότι η κύρια και ιδιαίτερα τονισμένη ιδέα του Θεοδωρήτου στο θέμα αυτό είναι η ιδέα ότι τα χαρίσματα συνδέονται άμεσα και οργανικά με την σωστή και πλήρη μετάδοση του Ευαγγελίου, με την αποτελεσματικότητα του αποστολικού κηρύγματος και την προσέλκυση των ανθρώπων στην πίστη.

Ήδη στην πρώτη παράγραφο της ερμηνείας του ο Θεοδώρητος εισάγει την βασική του άποψη: Παλαιά, γράφει, εκείνοι πού είχαν δεχθή το θείο κήρυγμα και είχαν αξιωθή του σωτηρίου βαπτίσματος, ελάμβαναν και την φανερή ενέργεια της πνευματικής χάριτος. Έτσι ωρισμένοι άρχιζαν να μιλούν διάφορες γλώσσες, πού δεν ήταν οι μητρικές τους ούτε τις είχαν ποτέ διδαχθή. Άλλοι έκαναν θαύματα και θεράπευαν ασθένειες. Άλλοι αποκτούσαν το προφητικό χάρισμα. Όλα αυτά συνέβαιναν διότι δεν ήτο δυνατόν άνθρωποι, πού επί χρόνια υπήρξαν δούλοι της απάτης των δαιμόνων και ήταν αγράμματοι, φτωχοί και άποροι, να πιστεύσουν εύκολα στο Ευαγγέλιο και να μάθουν την αλήθεια. Γι΄ αυτούς χρειαζόταν μια φανερή ενέργεια της χάριτος, μια εγγύηση για την αλήθεια της πίστεως μέσω των θαυμαστών εκδηλώσεων των χαρισμάτων23. Ειδικά στους Αποστόλους, συνεχίζει ο Επίσκοπος Κύρου, η χάρη του Αγίου Πνεύματος έδωκε το χάρισμα των γλωσσών διότι ορίσθηκαν διδάσκαλοι όλων των εθνών. Έπρεπε, επομένως, να ξέρουν τις γλώσσες όλων των ανθρώπων, για να κατορθώσουν να προσφέρουν το ευαγγελικό κήρυγμα στην γλώσσα του καθενός24.

Στην ερμηνεία αυτή προβάλλει εμφατικά η ιεραποστολική φύση και λειτουργία των χαρισμάτων, ο θεμελιώδης ρόλος τους στην αποδοχή και εμπέδωση της αλήθειας του Ευαγγελίου. Αυτό θα το επαναλάβη τρεις ακόμη φορές ο Θεοδώρητος, στις εξηγητικές του παρατηρήσεις στους στίχους 7, 9 και 10 της περικοπής 1 Κορ. 12,1-12. Σχολιάζοντας τον στίχο 7 σημειώνει μεταξύ άλλων ότι στην εποχή του Παύλου αμέσως μετά το Βάπτισμα παρετηρείτο το φαινόμενο να μιλούν διάφορες γλώσσες ή να κάνουν θαυματουργίες διότι με τον τρόπο αυτό αποκτούσαν βεβαιότητα για την πίστη τους και επείθοντο ότι η διδασκαλία του ευαγγελίου είναι αληθινή25. Στο σχόλιο του στο στίχο 9 προσθέτει την εξήγηση ότι το ειδικό χάρισμα της πίστεως δόθηκε λόγω της τρομακτικής απιστίας πού κυριαρχούσε τότε, ώστε με την εκπληκτική θαυματουργία της πίστεως να οδηγηθούν οι άνθρωποι προς την αλήθεια26. Τέλος στην εξήγησή του του στίχου 10 παρατηρεί, ότι το χάρισμα της διδασκαλίας τοποθετήθηκε από τον Παύλο πρώτο, διότι για ένα σκοπό δόθηκε τόσο αυτό όσο και τα άλλα χαρίσματα, για να γίνη πιστευτό το κήρυγμα του ευαγγελίου27.

Σε όλες αυτές τις περιπτώσεις υπάρχει ένας μόνιμος παράγων πού είναι διαρκώς στο κέντρο της ερμηνείας του Θεοδωρήτου κι΄ αυτός είναι η αλήθεια του Ευαγγελίου ή της πίστεως. Αύτη η αλήθεια και η μετάδοση της αποτελούν την θεολογική προτεραιότητα του Επισκόπου Κύρου στην εξήγηση της περικοπής 1 Κορ. 12,1-12, κι΄ αύτη συνιστά τον λόγο υπάρξεως και το κριτήριο των χαρισμάτων μέσα στην Εκκλησία. Τα χαρίσματα δίδονται από το Άγιον Πνεύμα διότι ανήκουν στα μέσα με τα όποια το Ιεραποστολικό κήρυγμα αποκτά ευχέρεια διαδόσεως και δύναμη πειθούς. Οι άνθρωποι πρέπει να γνωρίσουν την αλήθεια του Ευαγγελίου και να την εγκολπωθούν και σ' αυτό το πρωταρχικής σωτηριολογικής σημασίας έργο ο Θεοδώρητος βλέπει τον κύριο ρόλο των ειδικών πνευματικών δώρων. Η άποψη του υπογραμμίζει την σωτηριολογική προτεραιότητα στην λειτουργία των χαρισμάτων, προβάλλει την ιεραποστολική τους υφή. Τα χαρίσματα γίνονται έτσι μια «άλλη γλώσσα» για την διακήρυξη του Ευαγγελίου σε όλο τον κόσμο, γίνονται ένας «άλλος λόγος» επικουρικός και επιβεβαιωτικός του λόγου του αποστολικού κηρύγματος.

Μια άποψη σαν την παραπάνω, προσθέτει ένα ακόμη αξιόλογο δεδομένο στην ερμηνεία της περικοπής 1 Κορ. 12,1-12 και αυξάνει την αίσθηση του πλούτου των πνευματικών κοιτασμάτων πού κρύβονται στα βάθη του αποστολικού αυτού κειμένου.

Αν ξαναδιαβάσουμε το κείμενο 1 Κορ. 12,1-12, μετά την επαφή μας με τις σχετικές εξηγητικές απόψεις του Χρυσοστόμου, του Κυρίλλου και του Θεοδωρήτου, θα διαπιστώσουμε αμέσως την ουσιαστική συμβολή των απόψεων αυτών στην δύσκολη προσπάθεια κατανοήσεως της περικοπής. Θα διαπιστώσουμε όμως πολύ περισσότερο, και για μιαν ακόμη φορά, την θεμελιώδη αλήθεια ότι τα κείμενα της Καινής Διαθήκης είναι τα κείμενα των απέραντων και μόνιμα ανοικτών οριζόντων, του ανεξάντλητου νοηματικού βάθους.

Υποσημειώσεις:

1.  Ιωάννου Χρυσοστόμου, Υπόμνημα εις την προς Κορινθίους Πρώτην, Ομιλίες 29 και 30 (Migne Ρ.G. 61, 239-258). Το μέγιστο μέρος της περικοπής 1 Κορ. 12,1-12 ερμηνεύεται στην Ομιλία 29. Στην ομιλία 30 σχολιάζεται μόνο ο τελευταίος στίχος (12).

2.  Χρυσοστόμου, Υπόμνημα εις την προς Κορινθίους Α', Ομιλία 29 (Migne Ρ.G. 61, 239-240): «Και τούτο (δηλ. τα χαρίσματα) αίτιον σχίσματος αυτοίς εγίνετο, ου παρά την οικείαν φύσιν, αλλά παρά την αγνωμοσύνην των ειληφότων. Οι τε γαρ τα μείζονα έχοντες, επειρώντο κατά των τα ελάττονα κεκτημένων. Ούτοι δ' αυ πάλιν ήλγουν, και τοις τα μείζονα έχουσιν εφθόνουν. Επεί ούν εντεύθεν καρίαν ελάμβανον πληγήν, διαλυομένης αυτοίς της αγάπης, πολλήν σπουδήν ποιείται (ο Παύλος) ώστε αυτό διορθώσαι».

3. Χρυσοστόμου, Υπόμνημα εις την προς Κορινθίους Α', Ομιλία 29 (Migne Ρ.G. 61, 243): «Τίνος γαρ ένεκεν, φησίν, αθυμείς; ότι ουκ έλαβες όσον έτερος; άλλ' εννόησον ότι χάρισμα εστί, και ουκ οφειλή, και παραμυθήση την οδύνην. Δια τούτο ευθέως είπεν ούτω, Διαιρέσεις δε χαρισμάτων εισί. Και ουκ είπε, σημείων, ουδέ, θαυμάτων, αλλά, χαρισμάτων, τω ονόματι της δωρεάς πείθων μη μόνον μη αλγείν, αλλά και χάριν ειδέναι. Και μετά τούτου κακείνο λογίζου, φησίν, ότι ει και τω μέτρω ηλάττωσαι του δοθέντος, τω καταξιωθήναι λαβείν εκείθεν, όθεν και ο το πλέον λαβών, την ίσην έχεις τιμήν. Ου γαρ δη που έχοις αν ειπείν, ότι εκείνω μεν εχαρίσατο το Πνεύμα, σοι δε άγγελος, και γαρ σοι κακείνω το Πνεύμα. Διό επήγαγε, Το δε αυτό Πνεύμα. Ώστε ει και εν τη δόσει διαφορά, αλλ΄ ουκ εν τω δεδωκότι διαφορά- από γαρ της αυτής πηγής και συ κακείνος αρύεσθε».

4. Χρυσοστόμου, Υπόμνημα εις την προς Κορινθίους Α', Ομιλία 29 (Migne Ρ.G. 61, 244): «Τω μεν γαρ δια του Πνεύματος δίδοται λόγος σοφίας, άλλω δε λόγος γνώσεως, κατά το αυτό Πνεύμα, ετέρω δε πίστις, εν τω αυτώ Πνεύματι, άλλω δε χαρίσματα ιαμάτων, εν τω αυτώ Πνεύματι. Όρας πώς πανταχού ταύτην ποιείται την προσθήκην, Εν τω αυτώ Πνεύματι, λέγων, και, Κατά το αυτό Πνεύμα; οίδε γαρ μεγάλην ούσαν την εντεύθεν παράκλησιν... Το φάρμακον το καθολικόν της παραμυθίας, το εκ της αυτής ρίζης, εκ των αυτών θησαυρών, εκ των αυτών ναμάτων πάντας λαμβάνειν. Διό και συνεχώς επαντλών τω ρήματι τούτω την δοκούσαν ανωμαλίαν είναι, εξισοί και παραμυθείται».

5. Χρυσοστόμου, Υπόμνημα εις την προς Κορινθίους Α', Ομιλία 29 (Migne Ρ.G. 61, 244): «Επάγει πάλιν ετέραν παράκλησιν, ούτω λέγων, Εκάστω δε η φανέρωσις του Πνεύματος δίδοται προς το συμφέρον. Ίνα γαρ μη λέγη τις, Τί γαρ, ει και ο αυτός Κύριος, και το αυτό Πνεύμα, και ο αυτός Θεός; άλλ' εγώ έλαττον έλαβον- φησίν, ότι ούτω συνέφερε... Όταν ουν και εις ο δεδωκώς η και χάρισμα το δοθέν, και η φανέρωσις καντεύθεν γίνηται, και τούτο μάλλον σοι συμφέρη μη άλγει ως καταφρονηθείς. Ου γαρ ατιμάζων σε ο Θεός, ουδέ καταδεέστερον ετέρου αποφαίνων εποίησεν, αλλά φειδόμενός σου, και το λυσιτελές σοι σκοπών. Το γαρ μείζον λαβείν τον ου δυνάμενον ενεγκείν, τούτο και ασύμφορον και βλάβην έχον και αθυμίας άξιον».

6. Χρυσοστόμου, Υπόμνημα εις την προς Κορινθίους Α', Ομιλία 29 (Migne Ρ.G. 61, 246): «Μη τοίνυν αλύωμεν, φησί, μηδέ αλγώμεν λέγοντες, διατί το έλαβον και το ουκ έλαβον; Μηδέ ευθύνας απαιτώμεν το Πνεύμα το Άγιον. Ει γαρ οίδας ότι από κηδεμονίας εχαρίσατο, εννοήσας ότι από της αυτής κηδεμονίας και το μέτρον... στέργε και χαίρε υπέρ ων έλαβες- και μη δυσχέραινε υπέρ ων ουκ είληφας, αλλά και ομολογεί χάριν, ότι μη μείζονα έλαβες της δυνάμεως της σης».

7. Χρυσοστόμου, Υπόμνημα εις την προς Κορινθίους Α ', Ομιλία 29 (Migne Ρ.G. 61, 241): «Και μέλλων περί αυτών (δηλ. των πνευματικών) διαλέγεσθαι, πρότερον, όπερ έφην, της μαντείας την διαφοράν και της προφητείας τίθησιν, ούτω λέγων, Οίδατε ότι ότε έθνη ήτε, προς τα είδωλα τα άφωνα, ως αν ήγεσθε, απαγόμενοι. Ο δε λέγει, τούτο εστίν, Εν τοις ειδώλοις, φησίν, είποτε κατεσχέθη τις υπό πνεύματος ακαθάρτου και εμαντεύετο, ώσπερ απαγόμενος, ούτως είλκετο υπό του πνεύματος δεδεμένος, ουδέν ειδώς αν λέγει. Τούτο γαρ μάντεως ίδιον, το εξεστηκέναι, το ανάγκην υπομένειν, το ωθείσθαι, το έλκεσθαι, το σύρεσθαι ώσπερ μαινόμενον. Ο δε προφήτης ούχ ούτως, αλλά μετά διανοίας νηφούσης, και σωφρονούσης καταστάσεως, και ειδώς α φθέγγεται, φησίν άπαντα».

8. Χρυσοστόμου, Υπόμνημα εις την προς Κορινθίους Α', Ομιλία 29 (Migne Ρ.G. 61, 242): «Άλλ' ουκ έθηκε (ο Παύλος) τα ημέτερα, τα των προφητών λέγω, και γαρ δήλα ην αυτοίς απαντά, και εν αυτοίς προεφήτευον, ως αυτοίς πρέπον ην, μετά συνέσεως και ελευθερίας απάσης. Δια τοι τούτο και του ειπείν και του μη ειπείν ήσαν κύριοι, ου γαρ ανάγκη κατείχοντο, άλλ' εξουσία ήσαν τετιμημένοι. Δια τούτο και Ιωνάς έφυγε, δια τούτο και Ιεζεκιήλ ανεβάλλετο, δια τούτο και Ιερεμίας παρητείτο. Ο δε Θεός, ου μετά ανάγκης αυτούς ωθεί, αλλά συμβουλεύων, παραινών, απειλών, ου σκοτών την διάνοιαν. Δαίμονος μεν γαρ ίδιον, το θόρυβον και μανίαν ποιείν και, πολύν τον ζόφον, Θεού δε, το φωτίζειν και μετά συνέσεως διδάσκειν τα δέοντα».

9. Κυρίλλου Αλεξανδρείας, Ερμηνεία, εις την προς Κορινθίους Α', (Migne Ρ.G. 74, 884): «Οι δε... ότι της έπ' αυτούς θεοπτίας την γνώσιν μεμυσταγώγηνται δια Πνεύματος. «Το γαρ Πνεύμα» «πάντα ερευνά και τα βάθη του Θεού». Ειδώς δε το Πνεύμα τα εν Θεώ κεκρυμμένα, ταις των αγίων αυτά διαπορθμεύει ψυχαίς, και απλανή και αμώμητον αυταίς ενίησι γνώσιν. Και τούτου μάρτυς αυτός ο θεσπέσιος Παύλος προστιθείς τε και λέγων, «διαιρέσεις δε χαρισμάτων εισί, το δε αυτό Πνεύμα, και διαιρέσεις διακονιών είσιν, και ο αυτός Κύριος, και διαιρέσεις ενεργημάτων εισίν ο δε αυτός Θεός ο ενεργών τα πάντα εν πάσιν». Ώσπερ γαρ οι των επί γης κρατούντες πραγμάτων και τοις της βασιλείας εμπρέποντες θρόνοις, διαφόροις τιμαίς τους των ιδίων υπασπιστών στεφανουσι γνησιωτέρους, ούτως η αγία τε και ομοούσιος Τριάς τοις εξ υγιούς καρδίας και φρενός ολοτελούς αγαπώσιν αυτήν, αμφιλαφή διανέμει των άνωθεν αγαθών την κτίσιν δι' ενός του Πνεύματος, ως δια Χριστού παρά του Πατρός, πάντα γαρ παρά του Πατρός δι' Υιού εν Πνεύματι».

10. Κυρίλλου Άλεξ., Ερμηνεία εις την προς Κορινθίους Α '(Migne Ρ.G. 74, 885): Ο Υιός «ους μεν γαρ των αγίων Αποστόλων διακηρύττειν εκέλευσε τοις εξ αίματος Ισραήλ τον της πίστεως λόγον ετέρους δ' αυ ταις των εθνών απονενέμηκε χώραις. Ενήργηκε δε τούτο δια του Αγίου Πνεύματος».

11. Κυρίλλου Άλεξ., Ερμηνεία εις την προς Κορινθίους Α '(Migne Ρ.G. 74, 888): «Δίδοται δε προς τούτω και χαρίσματα ιαμάτων εν τω ενί Πνεύματι. Και μοι πάλιν επιτηρεί λεπτώς. Του γαρ Πνεύματος διανέμειν λεγομένου τα των ιαμάτων χαρίσματα, Χριστός εστίν ο διδούς. Δέδωκε γαρ τοις αγίοις Άποστόλοις εξουσίαν κατά πνευμάτων ακαθάρτων ώστε εκβάλλειν αυτά. Και δη και έφασκεν, ασθενούντας θεραπεύετε, νεκρούς εγείρετε, λεπρούς καθαρίζετε... Αυτού δε δη πάντως και τα των δυνάμεων ενεργήματα, πλην εν Πνεύματι τω ενί».

12. Κυρίλλου Άλεξ., Ερμηνεία εις την προς Κορινθίους Α '(Migne Ρ.G. 74, 885): «Και ούτος μέντοι ο λόγος (σοφίας) κακείνος (γνώσεως) δι' ενός του Πνεύματος τοις ελείν αξίοις χορηγείται παρά του Πατρός δι' Υιού, ος διαιρείν λέγεται τας διακονίας».

13. Κυρίλλου Άλεξ., Ερμηνεία εις την προς Κορινθίους Α' (Migne Ρ.G. 74, 885): «Ουκούν διανέμει μεν ο Υιός τας διακονίας, ενεργεί δε το χρήμα το Πνεύμα το Άγιον μετ' εξουσίας. Πνεύμα γαρ εστί του Υιού, αλλά και τα των δυνάμεων ενεργήματα, τούτ' έστι τας δια των αγίων θεοσημείας ο αυτός ημίν αποπεραίνει Θεός. Πάντα γαρ, ως έφην, παρά Πατρός δι' Υιού εν Πνεύματι, και εφ' άπασι τοις κατορθουμένοις ηγίασται και ομοούσιος Τριάς δοξάζεται. Άθρει γαρ όπως έρχεται μεν από του Πνεύματος, ως όντος εν ημίν και την των θείων χαρισμάτων ενεργούντος διανομήν. Αναβιβάσας δε τον λόγον επί τον Υιόν, ος εστίν Υιός κατά φύσιν, άνεισιν ούτω λοιπόν επί τον Πατέρα, την δια του Πνεύματος ενέργειαν δια μέσου του Υιού προσνέμων αύτω».

14. Κυρίλλου Άλεξ., Ερμηνεία εις την προς Κορινθίους Α '(Migne Ρ.G. 74, 888): «ενεργεί δε διαφόρως εν εκάστω το Πνεύμα την των χαρισμάτων διανομήν, ίνα ώσπερ, φησίν, το παχύ δη τούτο και από γης σώμα συνέστηκεν εκ μορίων, ούτω και ό Χριστός ήτοι το σώμα αυτού, τοϋτ' εστίν η Εκκλησία, δια πολλής αγίων πληθύος εις ενότητα την νοητήν τελειοτάτην έχοι την σύστασιν».

15. Κυρίλλου Άλεξ., Ερμηνεία εις την προς Κορινθίους Α '(Migne Ρ.G. 74, 888-889): «Ηνώμεθα γαρ άλλήλοις, σύσσωμοι τε γεγόναμεν εν Χριστώ συνεγείραντι ημάς και μονονουχί συνδέοντι, δια του ενός και εν πάσιν Αγίου Πνεύματος... Ουκούν εις ενότητα κεκλημένοι δια του Πνεύματος, σύσσωμοι τε γεγονότες Χριστώ, της αγάπης τον σύνδεσμον τηρήσωμεν αρραγή».

16. Θεοδωρήτου Κύρου, Ερμηνεία της Πρώτης Επιστολής προς Κορίνθιους (Migne Ρ.G. 82, 320): «Τούτων (των χαρισμάτων) μετά των άλλων, των κατά την οικουμένην πεπιστευκότων, απέλαυσαν και Κορίνθιοι, άλλ' ουκ εις δέον τοις δοθεισιν εχρήσαντο. Κατά φιλοτιμίαν γαρ μάλλον, ή χρείαν, της χάριτος εδείκνυον την ενέργειαν. Διαφερόντως δε αυτούς εις τύφον εξώγκωσε το χάρισμα των γλωττών».

17.   Θεοδωρήτου, Ερμηνεία της Α' προς Κορινθίους (Migne Ρ.G. 82, 325): «Πανταχού μέντοι προστέθεικε (ο Παύλος) κατά το αυτό Πνεύμα, και εν τω αύτω Πνεύματι, διδάσκων ως διάφοροι μεν οι κρουνοί, μία δεν πάντων πηγή».

18.   Θεοδωρήτου, Ερμηνεία της Α' προς Κορινθίους (Migne Ρ.G. 82, 325): «Δια τούτο ουκ είπε (ο Παύλος) το Πνεύμα, αλλά το εν και το αυτό Πνεύμα, διδάσκων ουκ άλλου μεν ταύτα, άλλου δε εκείνα, αλλά του ενός Πνεύματος και ταύτα κακείνα χαρίσματα».

19.  Θεοδωρήτου,  Ερμηνεία της Α' προς Κορινθίους (Migne Ρ.G.. 82, 321-324): «Προς δε τούτο και τους τα ελάττονα δοκούντας είναι χαρίσματα ειληφότας παραμυθούμενος, και διδάσκων ως εκ του αυτού Πνεύματος δέδοται και ταύτα κακείνα».

20.  Θεοδωρήτου,  Ερμηνεία της Α' προς Κορινθίους (Migne Ρ.G. 82, 324): «Αναγκαιος δε έφη προς το συμφέρον δίδοσθαι του Πνεύματος την φανέρωσιν, τους αυτούς ανιωμένους ψυχαγωγών, και διδάσκων ως ο πάντα σαφώς επισταμένος, και το λυσιτελούν εκάστω γινώσκων, σοφώς τα πάντα ιθύνει».

21.  Θεοδωρήτου, Ερμηνεία της Α' προς Κορινθίους (Migne Ρ.G. 82, 321): «Παρ' ημίν δε πλείστη συμφωνία τε και ομόνοια. Ου γαρ άλλα μεν ο μονογενής Υιός διδάσκει, άλλα δε το Πανάγιον Πνεύμα, άλλ' ώσπερ εν τοις θείοις Ευαγγελίοις του Παναγίου Πνεύματος την αξίαν εδίδαξεν ο δεσπότης Χριστός, ούτως αυτού την δεσποτείαν το θείον εκήρυξε Πνεύμα, και ούχ οίον τε τον υπό του θείου Πνεύματος ενεργούμενον, αλλότριον της θείας φύσεως τον Χριστόν αποφήναι, ούδ' αυ πάλιν αυτόν δυνατόν ειλικρινώς ομολογήσαι Θεόν, μη υπ' εκείνης της χάριτος φωτιζόμενον».

22. Θεοδωρήτου, Ερμηνεία της Α' προς Κορινθίους (Migne Ρ.G. 82, 321): «Έδειξε γαρ πολλά μεν και διάφορα τα διδόμενα χαρίσματα, μίαν δε την τούτων πηγήν. Τα γαρ αυτά έφη χορηγείσθαι, και παρά του παναγίου Πνεύματος, και παρά του Κυρίου, και παρά του Θεού και Πατρός. Τα αυτά γαρ χαρίσματα και διακονίας και ενεργήματα προσηγόρευσε... Ου γαρ ως τίνες υπέλαβον των ανόητων αιρετικών, τα μεν έφη υπό του Πνεύματος ενεργείσθαι, τα δε υπό του Κυρίου, τα δε υπό του των όλων Θεού, αλλά των αυτών δωρεών χορηγόν έδειξε την αγίαν Τριάδα. Και τούτο εν τοις έξης διδάσκει σαφέστερον, ενταύθα γαρ ειρηκώς τον Θεόν ενεργεί, μετά βραχέα φήσιν, πάντα δε ταύτα ενεργεί εν και το αυτό Πνεύμα, διαιρούν ιδία εκάστω καθώς βούλεται».

23. Θεοδωρήτου, Ερμηνεία της Α' προς Κορινθίους (Migne Ρ.G. 82, 320): «Πάλαι τοις το θείον κήρυγμα δεξαμένοις, και του σωτηρίου βαπτίσματος ηξιωμένοις, εναργώς εδέδοτο της πνευματικής χάριτος ενέργεια- και οι μεν γλώτταις διαφόροις έλάλουν, ας ούτε κατά φύσιν ήδεσαν, ούτε παρ' άλλων εμεμαθήκεισαν, οι δε θαύματα εποίουν, και ιώντο παθήματα, άλλοι δε της προφητικής απήλαυον δωρεάς... Ουδέ γαρ οίον τε ην, τους επί πλείστον τη των δαιμόνων εξαπάτη δεδουλευκότας, και κοινήν νόσον νενοσηκότας, απαιδεύτοις ανθρώποις και πενία συζώσιν ούτω ραδίως πιστεύσαι, και μεταμαθείν την αλήθειαν, μη της θείας χάριτος εναργώς φαινόμενης, και οίον εχέγγυα της πίστεως παρεχούσης τα θαύματα-.

24.  Θεοδωρήτου, Ερμηνεία της Α' προς Κορινθίους (Migne Ρ.G. 82, 320): «Τοις δε θείοις αποστόλοις η χάρις του Πνεύματος την των γλωττών είδησιν εδεδώκει, επειδή των εθνών απάντων διδασκάλους αποφανθέντας έδει τας απάντων ειδέναι φωνάς, ιν' εκάστω δια της οικείας φωνής το ευαγγελικόν προσενέγκωσι κήρυγμα».

25.  Θεοδωρήτου, Ερμηνεία της Α' προς Κορινθίους (Migne Ρ.G. 82, 324): «Τότε δε παραυτίκα και γλώτταις διαφόροις ελάλουν (οι του παναγίου βαπτίσματος αξιούμενοι), και εθαυματοποίουν βεβαιούμενοι δια τούτων, και της διδασκαλίας ταληθές διδασκόμενοι».

26.  Θεοδωρήτου, Ερμηνεία της Α' προς Κορινθίους (Migne Ρ.G. 82, 324): «Δια γαρ την τηνικαύτα κατέχουσαν απιστίαν, πολλά τοιαύτα εθαυματούργουν εις έκπληξιν, δια τούτων αυτούς ποδηγούντες προς την αλήθειαν».

27. Θεοδωρήτου, Ερμηνεία της Α' προς Κορινθίους (Migne Ρ.G.. 82, 325): «Το δε (χάρισμα) της διδασκαλίας πρώτον, επειδή δι' εκείνο και τούτο και τα άλλα εδόθη, ίνα το κήρυγμα πιστεθή».

Α. Η ερμηνεία του Χρυσοστόμου

Zoiforos.GR

Latest from Zoiforos.GR

©2005-2016 Zoiforos.gr || Σχεδίαση - Ανάπτυξη Lweb.GR