Ζωηφόρος

Δεν θα εκλείψουν οι άγιοι, Γέροντος Εφραίμ Φιλοθεΐτου,

Δεν θα εκλείψουν οι άγιοι

Γέροντος Εφραίμ Φιλοθεΐτου

(Γέροντος Εφραίμ Φιλοθεΐτου, Η Τέχνη της σωτηρίας (ομιλίαι), Τόμος Α΄,

 Έκδοσις Ιεράς Μονής Φιλοθέου, Άγιος Όρος,)

«Είπεν ο Κύριος», βροντοφώνησε ο Χριστός μας και συνεχώς βροντοφωνεί από το Ιερόν Του Ευαγγέλιον «Όποιος δούλος μου, που βαπτίσθηκε στο Όνομα μου κι έμεινε πιστός, με ομολογήσει ενώπιον των ανθρώπων, όποιος γενναίος αθλητής του Ονόματός μου με κηρύξει Θεόν αληθινόν εν σαρκί εληλυθότα, σταυρωθέντα και αναστάντα διά την αγάπην του ανθρώπου, ομολογήσω καγώ αυτόν ενώπιον των αγγέλων του Πατρός μου, ενώπιον των εν ουρανοίς αγγέλων» (Λουκ. 12, 8). Μακάριος και ευτυχής ο άνθρωπος, ο Χριστιανός ο Ορθόδοξος, που θα ομολογήση ενώπιον τυράννων, ενώπιον άθεων, ενώπιον υλιστών και ορθολογιστών την Θεότητα του Χριστού μας.

Η Εκκλησία μας πιστεύει και ομολογεί ότι μέχρι των έσχατων χρόνων, μέχρι της συντέλειας του αιώνος δεν θα εκλείψουν οι Άγιοι της και ότι θα αναδεικνύη παιδιά άγια και άξια στεφάνων.

Όπως βλέπουμε, σήμερα… δεν έχουμε ασκητάς με άσκησι στην έρημο, δεν έχουμε ανθρώπους που να ασκούνται όπως οι παλαιοί ασκητές, οι αναρίθμητοι θαυματουργοί άγιοι και πνευματοφόροι που η έρημος ανέδειξε. Έφ’ όσον όμως δεν έχουμε τοιούτους ασκητάς και αγωνιστάς, πως να πιστέψουμε ότι μέχρι της συντέλειας του αιώνος δεν θα υστερήσει η Εκκλησία από άγιους;

Ποιοι θα είναι οι άγιοι των εσχάτων χρόνων, την στιγμή που κι εμείς οι μοναχοί δεν παρουσιάζουμε την άσκησι και την αρετή των παλαιών ασκητών και μοναχών; Κι όμως πρέπει να πιστεύουμε ακραδάντως ότι εις τους έσχατους χρόνους, που ήδη εισερχόμεθα και προχωρούμε, οι άγιοι άνθρωποι θα είναι αυτοί που θα δώσουν την μαρτυρία του Ιησού μας και θα κηρύξουν και θα βροντοφωνήσουν ότι ο Χριστός μας εστίν ο αληθής Θεός, ο ενανθρωπήσας διά τον άνθρωπον. Με την ομολογία αυτή θα στεφανωθούν και θα αγιάσουν.

Οι μάρτυρες έδωσαν την καλήν ομολογίαν στους πρώτους χρόνους του Χριστιανισμού. Τα θαύματα ήταν πάρα πολλά. Θαυματουργούσαν με μεγάλη ευκολία. Υπήρχε πάρα πολλή αγιότης. Οι πιστοί ήταν κατάμεστοι από το Αγιον Πνεύμα. Η αρετή καλλιεργείτο πλούσια. Τώρα όμως εμείς δεν έχουμε αρετές, τώρα εμείς κάνουμε ελάχιστη προσπάθεια, και το επίτευγμα της αρετής μας είναι μηδαμινό. Παντού σκοτάδι, παντού πλάνη, παντού απώλεια. Σε όλα τα στρώματα της κοινωνίας των ανθρώπων υπάρχει παντού αμαρτία και σκοτάδι. Το σκοτάδι αυτό τόσο της απιστίας όσο και της ηθικής θα προχωρή, θα προχωρή και όσο θα βαίνουμε προς το τέρμα, προς τη συντέλεια, θα αυξάνη. Γι’ αυτό και η ελάχιστη αρετή, ο ελάχιστος πνευματικός αγώνας θα έχη τεράστια αξία ενώπιον του Θεού.

Πρώτα ο ένας χριστιανός βοηθούσε τον άλλον προς πνευματικό καταρτισμό τώρα ο ένας σπρώχνει τον άλλον προς το κακό, προς την αποσύνθεσι την πνευματική. Τίποτε άλλο δεν ακούς να συζητούν μεταξύ τους οι άνθρωποι, παρά μόνον για την α’, για την β’, για την γ’ αμαρτία. Το θέμα βέβαια της αμαρτίας γύρω από την σάρκα επικρατεί και βασιλεύει σε όλους τους τομείς. Ο διάβολος κατώρθωσε με την κακία του, με την πονηρία του, με την πίεσι, με την τέχνη του να επικράτηση στην σκέψι και στην επιθυμία των ανθρώπων.

«Είπεν άφρων εν τη καρδία αυτού ουκ έστι Θεός» (Λουκά 12, 20). Ποιος είπε ότι «ουκ έστι Θεός;» Το ειπεν ο «άφρων». Άφρων είναι εκείνος που δεν λειτουργούν οι φρένες του σωστά, δεν κυβερνάει την σκέψι του σωστά, δεν εχει κυβέρνησι υγιή· γι’ αυτό κάνει και το λάθος να εκφράζεται και να λέη ότι δεν υπάρχει Θεός. Η πιό μεγάλη βλακεία που μπορεί να πη ο άνθρωπος, είναι να πή ότι δεν υπάρχει Θεός. Ο Θεός είναι μέσα του, είναι μέσα στην ψυχή του, αλλά αυτός είναι ξένος προς τον Θεό. Δεν έχει ουδεμία σχέσι και επαφή με τον Θεό. Ο διάβολος και η αμαρτία έστησαν τείχος και ξεχώρισαν τα πράγματα και τα έκαμαν «διεστώτα».

Σήμερα ο υπ’ αριθμόν «ένα» πόλεμος -ας τον πούμε έτσι, πόλεμο, κι ας μην τον ονομάσουμε ήττα-είναι το σαρκικόν φρόνημα. Προσπαθεί να μας λερώση την σκέψι και τις πέντε αισθήσεις, τόσο τις σωματικές, όσο και τις ψυχικές και έτσι να μας καταστήση βρώμικους, ώστε να μη βρη θέσι το Άγιον Πνεύμα να κατοίκηση μέσα μας, ούτε να εμφορηθούμε από την ευλογία του Θεού, ούτε να δεχθούμε το πυρ της αγάπης του Θεού που θα μπόρεση να μας αναγέννησει, να μας ζωογόνησει και να μας καταστήσει δυνατούς, για να αντιμετωπίσουμε όλα αυτά, τα όποια μέλλουν να μας υποδεχθούν στην ζωή μας.

Θα πρέπει να προσπαθήσουμε να αγνίσουμε τον εαυτό μας, να τον καθαρίσουμε μέσα και έξω και ιδιαίτερα τον λογισμό, διότι από τον λογισμό ξεκινούν όλα τα κακά τόσο στην καρδιά, όσο και στο σώμα. Το κακό εξωτερικεύεται διά των μελών του σώματος, αφού προηγουμένως η διάνοια και ο νους γίνουν υποχείρια της αμαρτίας. Όπως βλέπουμε, οι μέλισσες δεν πάνε στα άνθη που δεν έχουν χυμό μέλιτος, αλλά πηγαίνουν εκεί που υπάρχει χυμός, τον όποιον παίρνουν και κατασκευάζουν μ’ αυτόν το ωραίο μέλι. Έτσι και το Άγιον Πνεύμα περιπολεί και όπου βρη διάνοια και νουν καθαρόν, ήσυχον, επισκιάζει και καρποφορεί. Λοιπόν, για να δεχθούμε το Άγιον Πνεύμα, το οποίον θα μας κάνη δυνατούς και θα μας αξιώση να ομολογήσουμε την Θεότητα του Χριστού μας, θα πρέπει να αγωνισθούμε, και να καθαρισθούμε ψυχικά και σωματικά για να στεφανωθούμε.

Έκτος από τους μάρτυρας των παλαιών χρόνων έχουμε και το νέφος των νεομαρτύρων τους μάρτυρας, που μαρτύρησαν στον καιρό της Τουρκοκρατίας. Οι περισσότεροι από τους νεομάρτυρας είχαν εξωμόσει, είχαν αρνηθή τον Χριστό δια πολλούς και διαφόρους λόγους και αιτίες και συμπτώσεις. Μετεμελήθησαν όμως και ομολόγησαν τον Χριστόν, έμαρτύρησαν, έστεφανώθησαν και είναι άγιοι στον ουρανό. Το παράδειγμα τους είναι πάρα πολύ όμορφο, είναι ζωντανό. Όποιος διαβάζει τους νεομάρτυρες γίνεται όλος πυρ και ποθεί κι αυτός να μαρτυρήση.

Από τους νεομάρτυρας θα σας αναφέρω έναν, το όνομα «Ιωάννης». Αυτός ομολόγησε τον Χριστόν μας ενώπιον του κατή, τού Τούρκου δικαστή λέγων: «Ό Χριστός έστιν ο Θεός μου και ο Μωάμεθ είναι ο πλάνος και ψευδοπροφήτης». Αφού τον τυράννησε ο δικαστής και τον έκλεισε στην φυλακή, έλαχε να άκολουθήση η Μεγάλη Εβδομάδα. Παρεκάλεσε τον Θεόν ο Νεομάρτυς Ιωάννης να μαρτυρήση κατά την ήμερα του Άγιου Πάσχα. Εισηκούσθη η προσευχή του και την ήμερα του Αγίου Πάσχα τον εκάλεσε εις δευτέραν απολογίαν ο δικαστής.

Όταν τον πήραν οι στρατιώτες και τον οδηγούσαν στο δικαστήριο, μπαίνοντας μέσα στον δικαστικό χώρο, ήταν όλος πυρ, όλος αγάπη, όλος ανάστασι και Πάσχα μέσα του. Προχωρώντας έψαλλε το· «Χριστός Ανέστη» τρελλός από χαρά. Του φώναζαν οι Τούρκοι: «Τρελλός είσαι, παλάβωσες; Τι είναι αυτά που λές;»… Αυτός· «Χριστός Ανέστη!» έψαλλε. Τελικά αφού καταδικάσθηκε να τον αποκεφαλίσουν, τον πήραν οι στρατιώτες εν συνεχεία και τον οδηγούσαν στην πλατεία, όπου θα εγίνετο θέαμα όλου του κόσμου. Οι δε Χριστιανοί μας προσηύχοντο και παρακαλούσαν τον Θεό, ο μάρτυς να νικήση και να στεφανωθή προς καταισχύνην του διαβόλου και των Μωαμεθανών. Όπως και εγένετο.

Πηγαίνοντας προς το μαρτύριο, τόσον έτρεχε ο Νεομάρτυς να φτάση το γρηγορώτερο στο σπαθί, για να αναχώρηση για τον ουρανό, που από την τρεχάλα και την χαρά του, πάτησε τους Τούρκους, και τον ένα και τον άλλον στρατιώτη, που ήταν δίπλα του, και του λένε:

- Μα που πηγαίνεις εσύ γκιαούρη; Σε πανηγύρι πηγαίνεις;

- Που ξέρετε εσείς, που πηγαίνω εγώ! τους λέει. Κι όταν έφτασε στον τόπο της καταδίκης λέει στον Τούρκο:

- Αν είσαι παλληκάρι, μπορείς να μου πάρης το κεφάλι με τη μία;

Σκεφθήτε θάρρος και ομορφιά! Εκείνος φούντωσε από εγωισμό και λέει:

- Πως δεν μπορώ!…

Του δίνει μιά με το σπαθί, έξω το κεφάλι!

Βλέπουμε αυτό το νέφος των μαρτύρων να είναι τόσον θερμοί -και βέβαια στους χρόνους δεν είναι πολύ μακρυά από μας, πολύ πίσω, αλλά όμως είχαν την ίδια μαρτυρική θέλησι και αγάπη των παλαιών και να στεφανώνωνται έτσι, όπως και οι παλαιοί μεγαλομάρτυρες. Ο Ίδιος ο Θεός ήταν και τότε, είναι και τώρα και ο Ίδιος θα είναι και στο μέλλον. Και το Αγιον Πνεύμα το αυτό, όπως ενίσχυσε εκείνους, θα ενίσχυση κι εμάς, εάν η αγάπη και η ευσπλαχνία του Θεού θελήση και μας ελεήση και συγκαταβή, και μας αξιώση να δώσουμε κι εμείς την καλήν ομολογίαν ενώπιον άθεων, ενώπιον άσεβων και να αξιωθούμε κι εμείς του μαρτυρίου. Διότι τα έργα μας είναι τόσον άχρηστα, οι αμαρτίες μας είναι τόσες πολλές, τα πάθη μας θηρία ολόκληρα, που μόνον ένα μαρτύριο και μία ομολογία θα μας σώση. Διότι οι άγιοι των έσχατων χρόνων θα είναι ομολογητές, δηλαδή θα είναι αυτοί που θα ομολογήσουν, όπως είπαμε και στην αρχή του λόγου, τον Χριστό μας αληθή Θεόν «εν σαρκί εληλυθότα».

Σκεφθήτε τι ομορφιά να ομολογήση ένας χριστιανός στην σημερινή εποχή ενώπιον άσεβων την Θεότητα του Χριστού, την Θεότητα την Τρισυπόστατον, και να βρεθή ομολογητής και για μιά στιγμή να τον πάρουν οι άγγελοι και να αρχίσουν τα ουράνια εμβατήρια της νίκης και των επαίνων!

Όλοι μας λέμε: «Μα, πως θα μαρτυρήσουμε; Εμείς δεν μπορούμε να σηκώσουμε ένα πονόδοντο· εγώ πρώτος». Μας αγκυλώνει μία βελόνα, οτιδήποτε και αμέσως αρχίζουμε να πονούμε, να φωνάζουμε, να θέλουμε οινόπνευμα, τα ένα, το άλλο. Μόλις πονέσουμε λίγο, αμέσως τρέχουμε στον γιατρό, στα φάρμακα. Μα εκεί δεν θα είναι τέτοιες περιπτώσεις, εκεί θα είναι μαρτύρια σκέτα. Φοβερά πράγματα! Τι θα γίνη τότε; Ο πόθος υπάρχει, αλλά το μεν πνεύμα πρόθυμο, η δε σαρξ αντιστέκεται, αντιδρά, δεν θέλει να υπομείνη πόνο και θλίψι.

Θα σας φέρω τα παράδειγμα ενός μάρτυρος, ενός παιδιού, που μαρτύρησε πολύ παλιά, και θα δήτε πως μαρτυρεί ο άνθρωπος και πως «συν τω πειρασμώ και η έκβασις» (1 Κορ. 10, 13). Ο Θεός καλεί έναν άνθρωπο στο μαρτύριο και ενώ προηγουμένως ήταν εντελώς δειλός και φυγόπονος, μετά γίνεται θηρίο. Μα πώς; Ακούστε.

Ένας ηγεμόνας θα πήγαινε σε πόλεμο κι όπως συνήθιζαν, θα πήγαινε στο μαντείο να πάρη πληροφορία από τον δαίμονα, να του πη αν θα νικήση ή όχι στον πόλεμο. Κι απαντά το μαντείο, ο δαίμονας: «Θα σου απαντήσω, εάν βγάλης από την πόλη σου τα λείψανα του ιερομάρτυρος Βαβύλα και των Τριών Παίδων». Αμέσως διατάσσει τους χριστιανούς να πάρουν τα Άγια Λείψανα αυτών των Αγίων, να τα βγάλουν έξω της πόλεως, ώστε να μπόρεση ο διάβολος να του απαντήση· «ναι ή όχι» για τον πόλεμο.

Οι Χριστιανοί μας, μεγάλοι, μικροί και παιδιά, παίρνοντας τα Άγια Λείψανα, τα έβγαζαν με ψαλμούς και με ύμνους κι έλεγαν: «Τα είδωλα των εθνών αργύριον και χρυσίον, έργα χειρών ανθρώπων… οφθαλμούς έχουσιν και ουκ όψονται, ώτα έχουσιν και ουκ ακούουσιν… όμοιοι αυτοίς γένοιντο οι ποιούντες αυτά» (Ψαλμ. 113, 12). Ο ηγεμών, όταν άκουσε όλα αυτά, λέει: «Αυτοί μας βρίζουν μ’ αυτά που λέγουν». Στέλνει τους στρατιώτες και συλλαμβάνει ορισμένους.

Μεταξύ αυτών που συνέλαβαν οι στρατιώτες, ήταν κι ένα νεαρό παιδί δεκαοκτώ ετών, το όνομα Θεόδωρος. Αυτόν τον Θεόδωρον τον κρέμασαν επάνω σε ένα στύλο, του έβγαλαν τα ρούχα και με χειράγρες, δηλαδή σιδερένια χέρια που είχαν νύχια με μαχαίρια μπροστά, του έξυναν το σώμα, του έκαναν αυλακιές και το αίμα του έτρεχε ποτάμι. Έτσι όπως ήταν ζωντανό το παιδί, κρεμασμένο, του ξύνανε όλα τα μέλη του και στις πληγές έρριχναν ξύδι κι αλάτι· είχε γίνει σαν ένα σφάγιο. Από το πρωΐ μέχρι το βράδυ οι στρατιώτες άλλαζαν ο ένας κατόπιν του άλλου και το κατάντησαν σχεδόν νεκρό. Αφού είδαν ότι θα πεθάνη πλέον κι ότι δεν έχει ζωή, τον ξεκρέμασαν και τον έδωσαν στους συγγενείς του. Το πήραν το παιδί οι συγγενείς στο σπίτι, άρχισαν τις περιποιήσεις κ.λ.π. Το παιδί άνοιξε τα μάτια του κι άρχισαν να του λένε οι γονείς του:

- Παιδί μου Θεόδωρε, πως έκανες υπομονή; Πώς δεν γόγγυσες; Πώς δεν φώναξες;

- Να σας πω. Όταν με κρέμασαν επάνω στο στύλο κι άρχισαν οι στρατιώτες να με σχίζουν μ’ εκείνα τα σιδερένια αιχμηρά χέρια, άρχισα να πονάω τρομερά κι ο πόνος πήγαινε μέχρι την καρδιά μου. Και είπα: «Ταλαίπωρε Θεόδωρε, κάνε υπομονή σ’ αυτόν τον πόνο για να αποφυγής τον αιώνιον πόνον της κολάσεως». Θεμελιώνοντας την σκέψι πάνω σ’ αυτόν τον λογισμό της κολάσεως, είπα· «θα κάνω υπομονή». Κι εκεί που θεμελίωσα πάνω σ’ αυτόν τον λογισμό και την απόφασι, βλέπω να έρχωνται τρεις νέοι πανέμορφοι. Ο ένας κρατούσε μία λεκάνη από ουράνιον μύρο. Ο άλλος κρατούσε πετσετάκια στα χέρια του και με πλησίασε. Ο τρίτος έπαιρνε ένα πετσετάκι, το βουτούσε μέσα στο άρωμα και μου το άπλωνε στο πρόσωπο. Από την ευωδία αυτή από το άγιο μύρο, δεν καταλάβαινα πλέον ούτε πόνο, ούτε θλίψι, ούτε τίποτα. Ζούσα μία μακαριότητα και μία αγγελική κατάστασι, που θα ήταν καλύτερα ποτέ να μη με κατέβαζαν από κει, από το ξύλο διότι όταν με κατέβασαν, αμέσως έφυγαν οι άγγελοι. Και για χρόνια να με ξύνανε, θα ήμουν ευτυχής.

Εδώ βλέπουμε ότι στα μαρτύρια επεμβαίνει υπερφυσικώς ο Θεός. Ο Θεός είναι αυτός που ξεκινάει το μαρτύριο και το τελειώνει. Εάν το θεϊκόν πυρ δεν πυρπόληση την καρδιά, την ψυχή του ομολογητού, είναι ανθρωπίνως αδύνατον ο άνθρωπος να δώση την μαρτυρία του Χριστού και να υπομείνη γενναίως και θριαμβευτικά το μαρτύριον. Γι’ αυτό, όταν μας λέγη ο λογισμός: «Μα, πως θα μαρτυρήσης, πως θα ύπομείνης, κοίταξε πως δεν μπορείς να σήκωσης και τον ελάχιστο πόνο», να πιστεύουμε τότε ότι, όταν κρίνη ο Θεός να μαρτυρήσουμε, θα έρθη ο ίδιος ο Χριστός, θα στείλη το Αγιον Πνεύμα, θα στείλη το πυρ το ουράνιον, θα μας πυρπόληση και θα μας δώση την δύναμι του μαρτυρίου.

Επειδή όπως βλέπουμε να εξελίσσωνται τα πράγματα στον κόσμο κι όπως πιστεύουμε απ’ όσα η Εκκλησία μας μάς έχει πληροφορήσει προφητικά, οι δύσκολοι καιροί μάς πλησιάζουν ίσως να είμεθα εις τον εξωτερικό κύκλο και εν συνεχεία θα προχωρούμε στον κατόπιν και στον κατόπιν και θα φθάσουμε στο κέντρο- αυτό που θα πρέπη να μας απασχόληση ουσιαστικά είναι το «ενός έστι χρεία». Να ετοιμαζώμεθα ολοένα και πνευματικώτερα, να ετοιμαζώμεθα ψυχικά, να καθαρίζουμε τον εαυτό μας από κάθε αμαρτία, να μετανοούμε για την αμαρτία που έχουμε πράξει ή για ό,τι θα πράξουμε στην συνέχεια, ώστε να βρεθούμε όσον γίνεται καλύτερα προετοιμασμένοι προς αυτό το τέλος. Δεν ξέρουμε αν και στις ήμερες μας φθάσουμε στο μαρτύριο.

Οι γονείς θα πρέπει να επιμεληθούν την πίστι στα παιδιά τους. Να εμφυτεύσουν, να μεταλαμπαδεύσουν την δική τους πίστι, την δική τους Ορθοδοξία στα παιδιά τους. Να τους αναπτύξουν το θέμα της Θεότητος· να πιστέψουν στον Θεό, διότι κλονίζονται τα παιδιά από το πνεύμα της απιστίας που επικρατεί παντού. Διότι εάν τα παιδιά μας δεν θάχουν πίστι γενναία στην ψυχή τους, πώς θα αντιμετωπίσουν μεθαύριο τον προφητευμένο Αντίχριστο; Πώς θα αντιμετωπίσουν τους πολλούς υπάρχοντας αντίχριστους, όπως είναι οι Χιλιαστές και τόσες άλλες φοβερές αιρέσεις, εάν δεν έχουν καθαρά την πίστι στον Χριστό;

Βέβαια θα ήταν πάρα πολύ ωφέλιμο, ίσως στο μέλλον, να γίνουν ωρισμένες ομιλίες γύρω από την πίστι στον Θεό με αποδείξεις της υπάρξεως του Θεού, ώστε τα παιδιά να αποκτήσουν θεμέλιο, διότι χωρίς θεμέλιο ένα σπίτι πέφτει. Να αποκτήσουν θεμέλιο γερό, σταθερό της πίστεως μέσα τους, ώστε να είναι εις θέσιν να μπουν μεθαύριο στην άθλησι για την ομολογία της Θεότητος του Χριστού μας.

Θα πρέπει να αναλάβουμε έναν αγώνα όλοι μας να βοηθήσουμε τα παιδιά, διότι όπως διαβλέπω, παρά την καλή τους προαίρεσι και την απλότητα που τα διακρίνει, στο θέμα της πίστεως είναι αδύναμα. Και τούτο, διότι δεν βρήκανε αυτά που βρήκαμε εμείς από την πατρίδα. Εδώ βρήκαν αδύνατα πράγματα κι επομένως είναι πάρα πολύ φυσικό να είναι κι αυτά αδύναμα. Θα πρέπει να τα δυναμώσουμε και να τα εμψυχώσουμε στην πίστι. Αυτό το μάθημα βέβαια θα γίνη στο μέλλον και να μας βοηθήση ο Θεός να το κάνουμε, διότι θα είναι μεγάλη ευεργεσία προς τα παιδιά.

Όπως γνωρίζετε η μικρή μας αποστολή έληξε και θα αναχωρήσουμε. Θα σας παρακαλέσουμε να εύχεσθε και πάλι του χρόνου να ανταμώσουμε, να αλληλοπαρακληθούμε και να βοηθήσουμε όσο μπορούμε. Εμείς από πλευράς μας σας ευχόμαστε πάρα πολύ· έτσι σας παρακαλούμε να εύχεσθε και σεις για μας, ώστε να έχουμε την υγεία και την δύναμι να ερχώμεθα και να παρέχουμε αυτήν την ελάχιστη και μικρή βοήθεια.

Από την ιστοσελίδα: http://vatopaidi.wordpress.com

 

 

Αγιολογιο

Αγιον Ορος

Αγιοι της Λεσβου

©2005-2016 Zoiforos.gr || Σχεδίαση - Ανάπτυξη Lweb.GR

Login or Register

Register

User Registration
or Cancel