Πότε ἑορτάζουμε ἐμεῖς; Τὸ κανονικὸ εἶνενὰ ἑορτάζουμε τὴν ἡμέρα ποὺ ἑορτάζει ὁ ἅγιός μας. Ἐὰν κάποιος λέγεται Ἀντώνιος, νὰἑορτάζῃ τοῦ ἁγίου Ἀντωνίου· ἂν λέγεται Νικόλαος, τοῦ ἁγίου Νικολάου· ἂν λέγεται Ἀθανάσιος, τοῦ ἁγίου Ἀθανασίου. Δυστυχῶς τώρα δὲν τὸ κάνουν αὐτό· ἑορτάζουν τὰ γενέθλια τῆς κορούλας τους, τὰ γενέθλια τοῦ παιδιοῦ τους.
Αὐτὸ δὲν εἶνε ὀρθόδοξο· εἶνε φράγκικο. Αὐτὸ τὸ ἔχουν τὰ ξένα ἔθνη, οἱ Γάλλοι,οἱ Ἄγγλοι, οἱ Ἀμερικᾶνοι ἰδίως. Οἱ ὀρθόδοξοι Χριστιανοὶ πρέπει νὰ δίνουν ὀνόματα χριστιανικά, ὀνόματα ἁγίων ποὺ ὑπάρχουν στὸ ἁγιολόγιο τῆς Ἐκκλησίας μας, καὶ νὰ ἑορτάζουντὴν ἡμέρα ποὺ ἑορτάζει ὁ ἅγιός τους, ὄχι στὰγενέθλια.
Πότε ἑορτάζουν οἱ ἅγιοι; Συνήθεια τῆς ἁγίας μας Ἐκκλησίας εἶνε, οἱ ἅγιοι νὰ ἑορτάζουν ὄχι τὴν ἡμέρα ποὺ γεννήθηκαν ἀλλὰ τὴν ἡμέρα τοῦ θανάτου - τῆς κοιμήσεώς τους καὶοἱ μάρτυρες τὴν ἡμέρα τοῦ μαρτυρίου τους.Λόγου χάριν ἑορτάζουμε τὸν ἅγιο Βασίλειοτὴν 1η Ἰανουαρίου. Εἶνε ἡ ἡμέρα ποὺ γεννήθηκε; Ὄχι. Εἶνε ἡ ἡμέρα ποὺ παρέδωσε τὴνψυχή του στὸν Πλάστη, εἶνε ἡ ἡμέρα τῆς κοιμήσεώς του. Ἑορτάζουμε τὸν ἅγιο Κοσμᾶ τὸν Αἰτωλὸ στὶς 24 Αὐγούστου. Εἶνε ἡ ἡμέρα ποὺ γεννήθηκε; Ὄχι. Εἶνε ἡ ἡμέρα ποὺ μαρτύρησε. Αὐτὸ γίνεται πάντοτε· ἑορτάζουμε τοὺς ἁγίους τὴν ἡμέρα ποὺ ἔφυγαν ἀπὸ τὴ ζωὴ αὐτὴ καὶ εἰσῆλθαν στὴν αἰώνιο ζωή.
Γιατί ἆραγε ἡ Ἐκκλησία ἡ ὀρθόδοξος δίδειτόση σημασία στὴν ἡμέρα τοῦ θανάτου; τιμᾷ τὸ θανάτο περισσότερο ἀπὸ τὴ γέννησι; Περίεργο πρᾶγμα. Γιατί; Ἔχει σημασία αὐτό.Προτοῦ νὰ ᾿ρθῇ ὁ Χριστὸς στὸν κόσμο, οἱ εἰδωλολάτρες ἔτρεμαν τὸ θάνατο· προσπαθοῦσαν νὰ σβήσουν ἀπ᾿ τὸ μυαλό τους τὴν ἰδέατοῦ θανάτου. Διότι θεωροῦσαν, ὅτι ὁ θάνατος εἶνε τέρμα· ὅτι ἐκεῖ, μὲ τὸ φτυάρι τοῦ νε-κροθάφτη, τελειώνει πλέον ἡ ζωή. Ὁ Χριστὸς ὅμως ἔδειξε, ὅτι ὁ θάνατος δὲν εἶνε τέρμα,εἶνε ἀρχή!
Αὐτὴ εἶνε ἡ μεγάλη διαφορά. Ἡἁγία μας Ἐκκλησία στὸ Σύμβολο τῆς πίστεως διακηρύττει «Προσδοκῶ ἀνάστασιν νεκρῶν καὶ ζωὴν τοῦ μέλλοντος αἰῶνος· ἀμήν».
Τί εἶνε ὁ θάνατος; Ὁ θάνατος, γι᾿ αὐτὸν ποὺ πιστεύει στὸ Χριστὸ πραγματικά, ὄχι ψεύτικα, εἶνε ἡ ἀρχὴ μιᾶς νέας ζωῆς, ὡραίας ζωῆς.
⃝ Ὁ θάνατος εἶνε μία θύρα , μιὰ πόρτα. Ὅπωςἀνοίγεις τὴν πόρτα καὶ μπαίνεις μέσα σ᾿ ἕνα ὡραῖο σπίτι ἢ ὡραῖο σαλόνι, ἔτσι καὶ ὁ θάνατος εἶνε μιὰ πόρτα ποὺ τὴν ἀνοίγεις καὶ δὲνπέφτεις στὸ χάος, ἀλλὰ μπαίνεις σὲ νέα ζωή.
⃝ Ὁ θάνατος ἀκόμη εἶνε εἶδος μεταναστεύσεως . Ἦρθε πρὸ καιροῦ ἀπὸ ἕνα χωριὸ ἐδῶ κάποιος χαρούμενος στὴ μητρόπολι. –Φεύγω, λέει, ἀπὸ τὴ Φλώρινα. –Καὶ δὲν στενοχωριέσαι. Ποῦ πᾷς; –Ἔχω ἕνα θεῖο στὸ Τορόντο· ἔχει ἐκεῖ μεγάλη περιουσία καὶ μοῦ ᾿γραψε· «Ἔλα στὸν Καναδᾶ· θὰ σὲ κάνω κληρονόμο, θὰ σοῦ ἀφήσω τὰ ὑπάρχοντά μου, θὰ ζήσῃς εὐτυχισμένος». Καὶ ἔφυγε μὲ χαρά. Ἦρθε σήμερα καὶ μιὰ κοπέλλα ἀπὸ τὸν Ἀκρίτα καὶ ἔλαμπε.
Λέω· –Χαρούμενη σὲ βλέπω. –Ναί, μοῦ λέει, παντρεύομαι. –Καί ποιόν παίρνεις; –Μὲ ζήτησε κάποιος μετανάστης καὶ θὰ πάω μαζί του στὴν Ἀμερική· θὰ ζήσω ἐκεῖ καλύτερα… Ὅπως λοιπὸν ὅταν φεύγῃ κανεὶς ἀπὸτὴ Φλώρινα καὶ πηγαίνῃ σὲ ἄλλα μέρη ἡ μετανάστευσις δὲν θεωρεῖται συμφορά, ἔτσι εἶνεκαὶ ὁ θάνατος. Μιὰ μετανάστευσις εἶνε. Μεταναστεύουμε ἐκ γῆς πρὸς οὐρανόν, ἀπὸ τὴ μικρὴ αὐτὴ χώρα στὸν οὐράνιο κόσμο ποὺ εί νε γεμᾶτος ὀμορφιὰ καὶ χάρι καὶ ἡδονή. Τὸ πιστεύουμε; Ἂν τὸ πιστεύουμε, νὰ μὴν κλαῖμε καὶ θρηνοῦμε ὅταν κάποιος δικός μαςφεύγῃ στὸν ἄλλο κόσμο.
⃝ Ἐὰν πιστεύουμε, ὁ θάνατος δὲν εἶνε τέρμα· εἶνε μιὰ θύρα, εἶνε μιὰ μετανάστευσις. Εἶνε ἀκόμα ὁ θάνατος –ν᾿ ἀναφέρω ἕνα πατερικὸ παράδειγμα– μία δευτέρα γέννησις , μιὰδεύτερη γέννα. Ἐξηγῶ. Τὸ παιδάκι, πρὶν γεννηθῇ, εἶνε μέσα στὴν κοιλιὰ τῆς μάνας. Ὅπως τὸ ψάρι κολυμπάει μέσ᾿ στὴ θάλασσα, ἔτσι τὸ ἔμβρυο –ἀηδία εἶνε ὁ ἄνθρωπος– κολυμπάει μέσα στὰ αἵματα τῆς γυναίκας. Ποιος θέλει νὰ μείνῃ ἐκεῖ διὰ παντός; Κανείς. Ἐκεῖ εἶνε σὰν σὲ φυλακή. Μένει ἐκεῖ ἐννιὰ μῆνες,καὶ ὕστερα, ὅπως τὸ πουλάκι σπάει τὸ τσώφλικαὶ βγαίνει ἔξω καὶ κελαηδάει, ἔτσι καὶ τὸ παιδάκι ἀνοίγει τὰ σπλάχνα τῆς μάνας καὶ βγαίνει, κι ἀκούγεται τὸ κλάμα του, καὶ χαίρονται ὅλοι. Γέννησις εἶνε καὶ ὁ θάνατος. Ζοῦμε στὸν κόσμο αὐτόν, ποὺ εἶνε ἡ σκοτεινὴ «κοιλάδα τοῦ κλαυθμῶνος» (Ψαλμ. 83,6) . Μὲ τὸ θάνατο βγαί-νουμε ἀπὸ τὸ σκοτάδι σὲ νέα ὡραία ζωή, στὸφωτεινὸ κόσμο τοῦ οὐρανοῦ. Γι᾿ αὐτὸ οἱ πρῶτοι Χριστιανοὶ καὶ τὸ τυπικὸ τῆς Ἐκκλησίαςμας θεωροῦν τὸ θάνατο ὡς ἡμέρα νέας γεννήσεως. Ὁ θάνατος τοῦ δικαίου ἑωρτάζετοὡς ἡμέρα νίκης καὶ θριάμβου.
⃝ Ὁ θάνατος ἀπὸ τοὺς πιστοὺς Χριστιανοὺςθεωρεῖται, τέλος, σὰν ἕνας ὕπνος. Στὰ μνήματα δὲν ἔγραφαν «ἀπέθανε». Σήμερα γράφουν «ἀπέθανε». Ἂν πᾶτε στὴ Ῥώμη κ᾿ ἐπισκεφθῆτε τὶς κατακόμβες, τοὺς ὑπόγειους ἐκείνους διαδρόμους ὅπου ἔθαβαν τὰ σώματατῶν μαρτύρων, δὲν θὰ βρῆτε τὴ λέξι «ἀπέθανε». Θὰ δῆτε γραμμένο·«Ἐκοιμήθη»,«ἐκοιμήθη ἐν Κυρίῳ». Κι ὅπως τὸ βρέφος κοιμᾶταιστὴν κούνια καὶ ἡ μάνα δὲν κλαίει, γιατὶ ξέρειὅτι τὸ πρωὶ θὰ ξυπνήσῃ δροσᾶτο, ἔτσι καὶ οἱπιστοὶ δὲν ἔκλαιγαν, ὅπως ἔκλαιγαν οἱ εἰδωλολάτρες. Ἤξεραν, ὅτι οἱ κεκοιμημένοι τουςμιὰ μέρα θὰ ξυπνήσουν. Γι᾿ αὐτὸ καὶ ὁ ἅγιοςΚοσμᾶς ὁ Αἰτωλὸς ἔλεγε· «Τί εἶνε ὁ ὕπνος; ἕνας μικρὸς θάνατος· καὶ τί εἶνε ὁ θάνατος;ἕνας μεγάλος ὕπνος». Ἀπὸ τὸν ὕπνο αὐτόν,ποὺ διαρκεῖ ὄχι μερικὲς ὧρες ἀλλὰ μερικὰχρόνια, θὰ μᾶς ξυπνήσῃ ἡ σάλπιγγα τοῦ ἀρχαγγέλου, ἡ σάλπιγγα τοῦ οὐρανοῦ, γιὰ νὰκριθοῦμε κατὰ τὰ ἔργα μας.Ἰδού λοιπὸν γιατί ἡ διδασκαλία καὶ ἡ τάξις τῆς Ἐκκλησίας μας ἔχουν τὴν ἡμέρα τοῦ θανάτου ὡς ἡμέρα ἑορτῆς · ἑορτάζουμε τοὺς ἁ-γίους τὴν ἡμέρα ποὺ πέθαναν. Ἀλλὰ καὶ γιὰκάθε πιστὸ στὴ νεκρώσιμο ἀκολουθία ἡ Ἐκκλησία ψάλλει·«Μακαρία ἡ ὁδὸς ᾗ πορεύει σήμερον, ὅτι ἡτοιμάσθη σοι τόπος ἀναπαύσεως».
Ἡ πίστις αὐτὴ ἔχει ἀτονήσει δυστυχῶς σήμερα. Οἱ λεγόμενοι Χριστιανοὶ δὲν πιστεύουν ὅπως οἱ παλαιοί. Αὐτὸ δείχνουν τὰ λόγια καὶἡ στάσι τους ἀπέναντι στὸ μυστήριο τοῦ θανάτου. Τυπικοὶ Χριστιανοί, Χριστιανοὶ στὴνταυτότητα μόνο. Ἄχ, πότε νὰ χωριστῇ ἡ Ἐκκλησία ἀπὸ τὸ κράτος! Ἐγὼ δὲν θὰ προλάβωνὰ τὸ δῶ. Θὰ γίνῃ ὁπωσδήποτε αὐτό, θὰ χω-ριστῇ ἡ Ἐκκλησία ἀπὸ τὸ κράτος. Κι ἅμα χωριστῇ, χαρᾶς εὐαγγέλια τότε. Ἀπὸ τοὺς δέκαχιλιάδες Χριστιανοὺς δὲν θὰ μείνουν οὔτε πεντακόσοι. Ὅσοι ὅμως μείνουν, θὰ ἀξίζουν.Αὐτοὶ θὰ πιστεύουν. Οἱ ἄλλοι ἂς εἶνε ἐλεύθεροι νὰ κάνουν ὅ,τι θέλουν· ροταριανοί, μασό-νοι, φράγκοι, ὅ,τι θέλουν ἂς εἶνε, δὲν μᾶς ἐν-διαφέρει. Ὅσοι μείνουν, θὰ εἶνε πραγματικὰ Χριστιανοί. Αὐτοὶ θ᾿ ἀποτελέσουν τὴν ζῶσακαὶ ἀκατάλυτη δύναμι τοῦ χριστιανισμοῦ καὶτοῦ ἑλληνισμοῦ. Διότι θὰ εἶνε τὸ ζυμάρι. Ὅπως μιὰ χούφτα ζυμάρι ζυμώνει ὁλόκληρησκάφη, ἔτσι θὰ εἶνε καὶ οἱ πραγματικοὶ Χριστιανοί, ὅσοι θὰ μείνουν τότε. Ἐνῷ τώρα Χριστιανὸς λέγεται καὶ ὁ ἕνας, Χριστιανὸς λέγεται καὶ ὁ ἄλλος κι ἂς μὴν πιστεύῃ τίποτα. Τὸνῥωτᾷς γιὰ τὸ θάνατο, καὶ σοῦ λέει πὼς ὁ ἄνθρωπος ψοφάει σὰν τὸ ζῷο… Ἔτσι ἐκφράζονται, δὲν πιστεύουν πλέον στὴν αἰώνιο ζωή.
Ἀλλ᾿ ἐνῷ, ἀγαπητοί μου, ἡ Ἐκκλησία μας ἔχει ὡς κανόνα νὰ ἑορτάζουμε τοὺς ἁγίους τὴν ἡμέρα τῆς κοιμήσεως ἢ τοῦ μαρτυρίου τους, ὁ κανὼν αὐτὸς ἔχει τρεῖς ἐξαιρέσεις .Σὲ τρεῖς περιπτώσεις ἑορτάζουμε καὶ τὰ γενέθλια. Ποιά γενέθλια; Πρῶτον τοῦ Κυρίου ἡμῶν Ἰησοῦ Χριστοῦ (στὶς 25 Δεκεμβρίου). Δεύτερον τοῦ Ἰωάννου τοῦ Προδρόμου (στὶς 24 Ἰουνίου). Καὶ τρίτον τὰ γενέθλια τῆς ὑπεραγίας Θεοτόκου (σήμερα 8 Σεπτεμβρίου). Γιατί τὰ ὥρισε ἔτσι ἡ Ἐκκλησία; Πρῶτον διότι οἱ γεννήσεις τοῦ Προδρόμου καὶ τῆς Παναγίας προμηνύουν τὴ γέννησι τοῦ Χριστοῦ, ποὺ ἐσήμανε ὁριστικῶς τὴ σωτηρία τοῦ γένους τῶν ἀνθρώπων. Καὶ δεύτερον διότι ὁ μὲν Κύριος εἶνε ὁ Θεὸς ὅλων, ὁ Ἰωάννης ὁ Πρόδρομος εἶνε ὁ «μείζων ἐν γεννητοῖς γυναικῶν» (Ματθ. 11,11) ποὺ ἔρχεται νὰ ἑτοιμάσῃ τὸ δρόμο γιὰ τὸ Χριστό, ἡ δὲ Παναγία μας εἶνε ἀνωτέρα ἀνθρώπων, ἀγγέλων καὶ ἀρχαγγέλων· ἂν δὲν ἐγεννᾶτο ἐκείνη, δὲν θὰ ἐγεννᾶτο ὁ Χριστός.
(†) ἐπίσκοπος Αὐγουστῖνος