Logo
Print this page

Ομιλία στο ευαγγέλιο της ΣΤ΄ Κυριακής Λουκά, του μακαριστού Μητροπολίτου Νικοπόλεως π. Μελετίου Καλαμαρά

Η ΘΕΡΑΠΕΙΑ ΤΟΥ ΔΑΙΜΟΝΙΖΟΜΕΝΟΥ ΤΩΝ ΓΕΡΓΕΣΗΝΩΝ

(Λουκ. 8, 26-39)

Μή παίζετε μέ τήν οὐρά τοῦ διαβόλου

            Μεγάλη εὐλογία εἶναι νά παρακολουθεῖ κανείς τήν Θεία Λειτουργία, νά δοξάζει τό ὄνομα τοῦ Κυρίου μας Ἰησοῦ Χριστοῦ καί νά ἐπικαλεῖται τό ἔλεός του.

 

            Μεγάλη εὐλογία εἶναι νά προσέχει τά λόγια τῶν προσευχῶν καί τοῦ ἁγίου Εὐαγγελίου πού φωτίζουν τήν καρδιά καί τό νοῦ. Καί δυναμώνουν τήν θέληση στό νά ἀγωνιζόμαστε γιά τό καλό, γιά τό ἅγιο θέλημα τοῦ Κυρίου μας Ἰησοῦ Χριστοῦ καί γιά τήν σωτηρία μας.

            Τό πρῶτο καί κύριο δίδαγμα πού παίρνομε ἀπό τό σημερινό Εὐαγγέλιο πού μᾶς μιλάει, γιά ἕνα δαιμονισμένο ἄνθρωπο, μέσα στόν ὁποῖο εἶχαν μπεῖ πολλά δαιμόνια εἶναι: «Μήν παίζετε μέ τόν διάβολο. Μήν σᾶς φαίνεται ὄμορφη ἡ οὐρά τοῦ διαβόλου καί νομίζετε πῶς μπορεῖτε νά τήν κάνετε κομπολόι. Εἶναι λάθος. Εἶναι ἀνοησία. Μήν φαντασθεῖτε ποτέ ὅτι ὁ διάβολος μπορεῖ νά γίνει εὐεργέτης. Νά ὀμορφύνει τή ζωή. Νά τήν διευκολύνει. Νά λύσει προβλήματα.

            Ὁ διάβολος εἶναι ἕνας ἄγγελος πού ἔπεσε καί σκοτίσθηκε. Καί ὅπως ὁ ἄνθρωπος μακρυά ἀπό τόν Θεό εἶναι γεμάτος ἀπό φιληδονία, φθόνο καί κακία, ἔτσι καί ὁ ἄγγελος πού ἔπεσε, οἱ ἄγγελοι πού ἔπεσαν, καί ἔγιναν δαιμόνια, εἶναι γεμάτοι ἀπό ἐγωισμό, φθόνο καί κακία. Καί ζητοῦν νά κάνουν μόνο κακό.

            Ὁ ἄνθρωπος πού παίζει μέ τήν οὐρά τοῦ διαβόλου καί νομίζει ὅτι διασκεδάζοντας κατά τό θέλημα τοῦ διαβόλου, μακρυά καί ἀντίθετα ἀπό τό θέλημα τοῦ Χριστοῦ, ὀμορφαίνει τή ζωή του, εἶναι ἀνόητος.

            Καί ὁ ἄνθρωπος ὁ ὁποῖος νομίζει ὅτι θά λύσει τά προβλήματά του πηγαίνοντας στούς μάγους, στίς μάγισσες, στά μέντιουμ, στόν πνευματισμό κλπ, καί δέν προσπαθεῖ νά τά λύσει κατά Θεόν· μέ τήν χάρη καί μέ τό ἔλεος τοῦ Θεοῦ, ἀλλά πασχίζει νά τά ξεδιαλύνει μέ τήν δύναμη καί τήν βοήθεια τοῦ διαβόλου εἶναι ἀνόητος καί τρελλός.

            Ὁ διάβολος φίλος καί κουμπάρος δέν πιάνεται. Ἄν τόν πιάσεις θά σέ φάει. Θά σέ καταστρέψει. Πόσα καί πόσα δέν ἔχομε ἀκούσει;

Σάν τήν γάτα μέ τό ποντίκι

            Τό σημερινό Εὐαγγέλιο εἶναι μιά μαρτυρία. Ὁ δαιμονισμένος τῆς περικοπῆς, ἔδινε τήν εὐκαιρία στόν διάβολο νά βρίσκεται κοντά του. Μετά, ἄρχισαν τά δαιμόνια καί ἔμπαιναν ἕνα-ἕνα μέσα του. Καί κατάντησε νά ἔχει μιά λεγεώνα δαιμόνια. Καί μετά;

            Μετά πέταξε τά ροῦχα του.

            Ὑπάρχουν βέβαια δαιμονισμένοι πού φαίνονται εὐπρεπεῖς στόν κόσμο. Φορᾶνε ὡραῖα ροῦχα, μιλᾶνε μερικές φορές ὄμορφα, ἀλλά ὄχι ὅλες τίς φορές. Ὁ δαιμονισμένος αὐτός, πέταξε καί τά ροῦχα του, δηλαδή ἀπέβαλε κάθε πρόσχημα καλωσύνης καί εὐγένειας. Ἔγινε ἕνα θηρίο, πού ἀπειλοῦσε ὅποιον περνοῦσε ἀπό τό μέρος ἐκεῖνο καί ἔμενε στά μνήματα. Γύριζε συνεχῶς στό νεκροταφεῖο, σάν βρυκόλακας.

            Μερικοί ἄνθρωποι, ἐνεργώντας κατά τό θέλημα τοῦ διαβόλου καί ὄχι τοῦ Θεοῦ, ἔχουν εὐπρέπεια κάποιες στιγμές. Ἀλλά ἔτσι καί τούς πατήσεις τόν κάλο, ἔτσι καί θιγεῖ τό συμφέρον τους, ἔτσι καί ὁρμήσουν τά δαιμόνια ἐπάνω τους καί τούς κάνουν νά ξεχάσουν τήν εὐγένεια, πού εἶναι προσποιητή, ὤ τί λόγια ἀκούει κανείς καί τί ἐνέργειες βλέπει. Καί τί δέν κάνουν...

            Ἡ ἀθεοφοβία πού ἐκφράζεται στίς κρυφές ἁμαρτίες, βγαίνει τότε μπροστά στά μάτια ὅλου τοῦ κόσμου.

            Αὐτή εἶναι ἡ ἐνέργεια τοῦ διαβόλου.

            Ἐκεῖ ὁδηγεῖ τό παιχνίδι τοῦ ἀνθρώπου μέ τήν οὐρά τοῦ διαβόλου. Ἐκεῖ ὁδηγεῖ ἡ ἀνοησία τοῦ ἀνθρώπου. Πού ἐνῶ ἐπροικίσθη ἀπό τόν Θεό μέ νοῦ, μέ καρδιά, μέ φόβο Θεοῦ, γιά νά ἀγαπάει τό καλό καί νά προσέχει τόν δρόμο του γιά τήν Βασιλεία τῶν οὐρανῶν, καταντάει νά συνεργάζεται μέ τόν διάβολο. Γιατί νόμισε πῶς τόν ἐξυπηρετοῦν οἱ εὔκολες λύσεις πού τοῦ προσφέρουν τά δαιμόνια, τά μάγια, ἡ ἁμαρτία καί τό θέλημα τοῦ διαβόλου.

            Ἐμεῖς οἱ ἄνθρωποι, ὅταν παίζομε μέ τόν διάβολο, εἴμαστε σάν τήν γάτα μέ τό ποντίκι. Εἴμαστε τό ποντίκι καί ὁ διάβολος εἶναι ἡ γάτα. Δέν μποροῦμε νά τά βγάλομε πέρα μαζί του, γιατί εἶναι πιό δυνατός ἀπό μᾶς.

Εἶναι συμφορά καί φέρνουν συμφορά

            Ὅμως ὑπάρχει καί μιά ἄλλη σελίδα.

            Ἄς τήν δοῦμε...

            Περνάει ἀπό τά μέρη τῶν Γαδάρων ὁ Χριστός. Καί τόν βλέπει ὁ δαιμονισμένος, πού ὅταν ἔβλεπε ἄνθρωπο ὁρμοῦσε ἐπάνω του, μέ τήν μεγαλύτερη ἀγριότητα καί κακία, γιά νά τόν ξεσχίσει. Ὅλοι ξέρομε, ὅτι οἱ δαιμονισμένοι, ἔχουν μιά φοβερή δύναμη. Γιατί ἐνεργεῖ μέσα τους ὁ σατανᾶς.

            Ἀλλά βλέποντας ὁ δαιμονισμένος τόν Χριστό, βλέποντας δηλαδή τά δαιμόνια τόν Χριστό, ἄρχισαν νά τόν ἱκετεύουν καί νά τόν παρακαλοῦν ταπεινά:

            -Τί δουλειά ἔχομε ἐμεῖς μέ σένα Ἰησοῦ Υἱέ τοῦ Θεοῦ; Γιατί κατέβηκες στόν κόσμο; Νά μᾶς βασανίσεις πρίν ἔλθει ἡ ὥρα μας; Ἦλθες Χριστέ μου, τοῦ λένε, νά μᾶς βασανίσεις ἀπό τώρα;

            Τά δαιμόνια τό ξέρουν ὅτι εἶναι  γιά τήν κόλαση. Ὅπως καί ὅλοι οἱ ἁμαρτωλοί τό φοβοῦνται καί τό ξέρουν, ὅτι μιά ἡμέρα θά πᾶνε στήν κόλαση.

            Γιατί τοῦ ἔλεγαν αὐτά; Γιατί ὁ Χριστός μυστικά, χωρίς νά ἀκούγεται ἡ φωνή του τούς ἔλεγε:

            -Φύγετε, φύγετε. Δέν ἀντέχω ἐγώ νά βλέπω τά πλάσματά μου στήν ἐξουσία σας.

            Καί ἀμέσως, αὐτό τό τέρας, αὐτός ὁ ἄνθρωπος ὁ ἐκτός ἑαυτοῦ καί ἀσυνείδητος, μπροστά στόν Χριστό στάθηκε ἀρνάκι.             Ποιός στεκόταν ἀρνάκι;

            Τά δαιμόνια στεκόντουσταν ἀρνάκια.

            -Μή μᾶς βασανίσεις, ἔλεγαν. Μή μᾶς στείλεις ἀπό τώρα στό πῦρ τό ἐξώτερο. Ἄφησέ μας τουλάχιστον νά πᾶμε στά γουρούνια.

            Ὁ Χριστός γιά νά φανεῖ ἡ ἀλήθεια, ἄφησε νά πᾶνε τά δαιμόνια στά γουρούνια. Τά γουρούνια ὅταν πῆγαν τά δαιμόνια πάνω τους, ὅρμησαν καί ἔπεσαν μέσα στή λίμνη πού ἦταν ἐκεῖ δίπλα καί πνίγηκαν ὅλα.

            Γιά ποιό λόγο τό ἐπέτρεψε ὁ Χριστός;

            Γιά ν’ ἀνοίξει τά μάτια ἐκείνων πού ἦταν τότε κοντά του, καί ἔβλεπαν τό γεγονός. Καί γιά νά ἀνοίξει καί τά δικά μας τά μάτια, πού διαβάζομε καί ἀκοῦμε ὅτι ὑπάρχουν δαιμόνια καί μπαίνουν στούς ἀνθρώπους.

            Ἀλλά τά δαιμόνια ἐπειδή εἶναι ἄγγελοι καί πνεύματα, δέν φαίνονται. Χρειάζεται νά γίνει μιά ἐνέργεια πού θά τά φανερώσει. Ποιά εἶναι ἡ ἐνέργεια αὐτή; Τό ὅτι βγαίνοντας ἀπό τόν ἄνθρωπο μπῆκαν στά γουρούνια καί τά ἀνάγκασαν νά κάνουν πράγματα πού δέν τά κάνουν ποτέ. Καί ὅρμησαν ὅλα μαζί καί πνίγηκαν στή θάλασσα.

            Ἔτσι ἔδειξε ὁ Χριστός, ὅτι τά δαιμόνια εἶναι συμφορά καί φέρνουν συμφορά.

Μεῖνε μαζί μου μέ τήν καρδιά σου

            Καί μετά τί ἔγινε;

            Ὁ πρώην δαιμονιζόμενος φρονιμότατος πιά καθόταν κοντά στόν Χριστό «ἱματισμένος καί σωφρονῶν». Μυαλωμένος. Πειθαρχημένος. Ἥσυχος.

            Ἄλλαξε! Γιατί ἄλλαξε; Γιατί ἔφυγαν ἀπό μέσα του, ἐκεῖνα πού τόν κυβερνοῦσαν.

            Ἄς προσέξομε καί κάτι ἄλλο. Τό θαῦμα τό εἶδαν πολλοί. Ἀλλά δέν τό δέχθηκαν ὅλοι.

            Ὁ δαιμονισμένος παρακαλοῦσε τόν Χριστό:

            -Κράτα με γιά πάντα μαζί σου. Εἶσαι ἡ ζωή, εἶσαι ἡ ἀλήθεια. Κράτα με γιά πάντα κοντά σου, νά σωθῶ.

            Ἐμεῖς, αὐτή τήν στιγμή, μέσα στήν Ἐκκλησία αὐτό κάνομε. Λέμε στόν Χριστό:

            -Κράτα μας Χριστέ μου κοντά σου. Γιά πάντα κοντά σου.   Γιατί σύ εἶσαι ἡ ζωή, ἐσύ εἶσαι ἡ ἀλήθεια, ἐσύ εἶσαι ἡ αἰώνια παρηγοριά καί ἀνάπαυση.

            Τό λέμε στήν Ἐκκλησία. Τό λέμε καί στό σπίτι μας, καί ἔξω. Συνέχεια πρέπει νά ἔχομε, τήν δύναμη νά τό λέμε καί τήν αὐταπάρνηση νά μένομε κοντά στόν Χριστό.

            Εἶπε ὁ Κύριος στό  δαιμονισμένο:

            -Δέν χρειάζεται νά κάτσεις κοντά μου, γιά πάντα. Τήν καρδιά σου πρέπει νά ἔχεις κοντά μου. Μέ τήν καρδιά σου νά εἶσαι κοντά μου. Ὄχι μόνο σωματικά.

            Ἄν λοιπόν μέ ἔβαλες στήν καρδιά σου, ὅπως τό λές, ἔχεις μιά ἱερή ἀποστολή: Πήγαινε παιδί μου καί λέγε στόν κόσμο αὐτά πού ἔκανα γιά σένα.

            Ἔφυγε ὁ πρώην δαιμονισμένος, γύριζε ὅλη τήν χώρα καί τούς ἔλεγε:

            -Μέ βλέπετε; Ἔχετε ἀκούσει τίποτε γιά μένα; Μέ ξέρετε;   Πῶς δέν τόν ἤξεραν; Εἶχε βουΐξει ὁ κόσμος.

            -Ἐμένα μέ ἔσωσε ὁ Χριστός. Ἔδιωξε τά δαιμόνια ἀπό μέσα μου. Καί ἔγινε ὁ δαιμονισμένος ἀπόστολος. Κήρυκας. Ἀφορμή καί αἰτία σωτηρίας. Ὁ σκοτισμένος, ἔγινε ἀφορμή νά ἀνοίξουν τά μάτια καί νά φωτισθοῦν οἱ ψυχές.

            Εἶναι καί δικό μας χρέος, νά ἀνοίγομε τό στόμα μας, γιά νά κηρύττομε τά ἔργα τοῦ Χριστοῦ. Στό σπίτι μας. Στά παιδιά μας. Στούς φίλους μας, στούς δικούς μας. Εἴμαστε ὑποχρεωμένοι ἀπό τί;

            Ἀπό τήν ἀγάπη πού ἐπιβάλλει νά μιλᾶμε γιά τόν Θεό καί τήν  σωτηρία. Καί ὄχι νά λέμε, σαχλαμάρες καί ἀνοητολογίες γιά νά περνᾶ ἡ ὥρα. Ἔτσι πρέπει νά χρησιμοποιοῦμε τήν γλώσσα μας.

Νά προτιμᾶμε τόν ἄνθρωπο

            Ἀλλά οἱ Γαδαρηνοί δέν ἔκαναν ἔτσι. Εἶδαν τά γουρούνια τους πνιγμένα καί τόν δαιμονισμένο νά στέκει «ἱματισμένος καί σωφρονῶν παρά τούς πόδας τοῦ Ἰησοῦ».

            Τί πιό φυσικό ἀπό τό νά ποῦν:

            -Χριστέ μου, ζωή εἶσαι. Φωτισμός εἶσαι. Δύναμη τοῦ Θεοῦ εἶσαι, πού διώχνει τά δαιμόνια. Διῶξε τα ἀπό τή ζωή ὅλου τοῦ κόσμου. Ἐλευθέρωσέ μας Χριστέ μου ἀπό τήν ἐνέργεια τῶν δαιμόνων.

            Ὅμως δέν εἶπαν ἔτσι. Τί εἶπαν;

            -Μέ τέτοιους ὅρους Χριστέ μου, ἐμεῖς δέν σέ θέλομε κοντά μας. Φῦγε ἀπό ἐδῶ καί πήγαινε σέ ἄλλη χώρα.

            Γιατί αἰσθάνθηκαν ὅτι μέ τήν παρουσία του ζημιώθηκαν· τούς πνίγηκαν μερικά γουρούνια.

            Πρέπει νά προτιμᾶμε τόν ἄνθρωπο ἀπό τά γουρούνια.        Πρέπει νά προτιμᾶμε τόν ἄνθρωπο ἀπό τά ἀρνιά.

            Πρέπει νά προτιμᾶμε τόν ἄνθρωπο ἀπό τά κατσίκια.           Πρέπει νά προτιμᾶμε τόν ἄνθρωπο ἀπό κάποια μέτρα γῆς.

            Καί νά μήν θυσιάζομε ποτέ ἄνθρωπο καί ἀνθρωπιά γιά τίποτε ἀπό αὐτά. Αὐτή εἶναι ἡ ἀγάπη, αὐτή εἶναι χριστιανική πολιτεία, αὐτή εἶναι ἡ καλωσύνη τοῦ Χριστοῦ.

Ἡ εὐχή τοῦ δεσπότη

            Ποτέ νά μήν λησμονοῦμε ὅτι ἡ δύναμη τοῦ Χριστοῦ ἐναντίον τῶν δαιμονίων δέν χάθηκε, ἐπειδή ἔφυγε ὁ Χριστός καί δέν τόν βλέπομε σωματικά κοντά μας.

            Τόν ἔχομε πνευματικά πάντοτε κοντά μας καί ἔχομε μιά μεγάλη εὐλογία. Νά τρῶμε τό σῶμα του καί τό αἷμα του πού μᾶς κάνει φοβερούς στά δαιμόνια. Πού μᾶς δίνει δύναμη καί αἰώνια ζωή.

            Ἔχομε ἀκόμη τήν δύναμη τοῦ Χριστοῦ στά χέρια τῶν ἱερέων πού εὐλογοῦν καί διαλύουν τά μάγια.

            Καί διώχνουν τά δαιμόνια ἀπό δαιμονισμένους μέ τούς ἐξορκισμούς πού κάνουν. Γιατί μέσα ἀπό τά χέρια τῶν ἱερέων, ἐνεργεῖ ὁ Χριστός.

            Πρίν τετρακόσια περίπου χρόνια, στά μέρη τῆς Ἔδεσσας ἦταν ἕνας δεσπότης ὁ ὁποῖος ὅμως δέν πολιτευόταν καλά. Μιά μέρα πρόδωσε τόν Χριστό. Θά λέγαμε: σταύρωσε τόν Χριστό ὁ δεσπότης καί ἔγινε μουσουλμάνος. Τόν ἔκαναν καί χότζα.

            Ἀλλά αὐτός ὁ δεσπότης, πρίν ἀποστατήσει εἶχε καταραστεῖ ἕναν ἄνθρωπο πού ἀργότερα πέθανε καί τόν ἔβγαλαν ἄλειωτο. Οἱ συγγενεῖς τό ἀνέφεραν στόν παπᾶ τοῦ χωριοῦ.

            Ὁ παπᾶς δέν ἄργησε νά πληροφορηθεῖ ὅτι τόν εἶχε καταραστεῖ ὁ ἀποστάτης δεσπότης.

            Εἶπε λοιπόν στούς συγγενεῖς τοῦ κεκοιμημένου:

            -Συγχώρηση πρέπει νά δώσει μόνο αὐτός πού τόν καταράστηκε. Πηγαίνετε νά τόν βρεῖτε.

            -Τόν Τοῦρκο;

            -Ναί. Ἀφοῦ ζεῖ, ἐκεῖνος πού ἔδωσε τήν κατάρα, αὐτός πρέπει νά τήν λύσει.

            Πῆγαν οἱ χριστιανοί βρῆκαν τόν ἀρνητή δεσπότη καί τοῦ λένε:

            -Ἔλα νά διαβάσεις συγχωρητική εὐχή.

            Ἐκεῖνος δέν ἤθελε. Τοῦ ἔδωσαν χρήματα.

            Βλέποντας τά χρήματα, λιγώθηκε ὁ ἀποστάτης καί δέχθηκε νά πάει κρυφά στό νεκροταφεῖο.

            Ἐκεῖ, τοῦ φόρεσαν ὠμοφόριο καί ἐπιτραχήλιο καί ἄρχισε νά διαβάζει τήν εὐχή.

            Πρίν καλά-καλά τελειώσει ὁ πεθαμένος ἔγινε σκόνη.

            Συγκλονίστηκε ὁ δεσπότης καί εἶπε:

            «Χριστέ μου. Ἐγώ σέ ἀρνήθηκα. Ἐγώ σέ σταύρωσα. Καί σύ ἐξακολουθεῖς καί μέ θεωρεῖς ὄργανο τῆς χάριτός σου. Τέτοια εἶναι ἡ ἀγάπη σου; Τέτοια εἶναι ἡ εὐσπλαγχνία σου; Καί ἐγώ ὁ ἄθλιος ξέχασα ποιόν πιστεύω καί τί πιστεύω καί σέ ἔφτυσα. Δέξαι με Χριστέ μου καί πάλι κοντά σου καί ἐλέησέ με».

            Καί ἄρχισε νά φωνάζει μέ ὅλη του τήν δύναμη:

            «Ὁ Χριστός εἶναι ὁ ἀληθινός Θεός. Ὁ μόνος ἀληθινός Θεός. Ὁ Μωάμεθ καί ὁ Ἀλλάχ εἶναι δαιμόνια. Μακρυά ἀπό τά δαιμόνια. Γυρίστε στόν Χριστό».

            Τόν ἄκουσαν οἱ Τοῦρκοι, ὅρμησαν ἐπάνω του καί τόν ἔσφαξαν.

            Καί ἀπό ἀποστάτης ἔγινε μάρτυρας τοῦ Χριστοῦ.

Μή μένομε δεμένοι

            Νά τό βάλομε βαθειά στήν ψυχή μας, ὅτι ὁ Χριστός εἶναι τό ἔλεος, ἡ ἀγάπη, ὁ Πατέρας μας.

            Κατέβηκε στόν κόσμο γιά μᾶς. Γιά νά μᾶς ἐλευθερώσει ἀπό τά δεσμά τοῦ διαβόλου ἀπό τήν ἁμαρτία καί ἀπό τόν αἰώνιο θάνατο.

            Ἄς μάθομε ἀκόμη ὅτι δέν πρέπει νά παίζομε μέ τήν οὐρά τοῦ διαβόλου.

            Ἄν καμιά φορά κάναμε ἤ κάνομε τέτοιο λάθος, νά πηγαίνομε στόν παπᾶ, νά χρησιμοποιεῖ τό ψαλίδι πού τοῦ ἔδωσε ὁ Θεός, νά κόβει τά δεσμά καί νά τά λύει, γιά νά μένομε κοντά στόν Χριστό. Στήν αἰώνια ζωή, στήν αἰώνια ἀνάπαυση, στήν αἰώνια χαρά καί στήν αἰώνια σωτηρία. Ἀμήν.-

ΜΗΤΡΟΠΟΛΙΤΟΥ ΝΙΚΟΠΟΛΕΩΣ ΜΕΛΕΤΙΟΥ,

διασκευασμένη ὁμιλία πού ἔγινε στόν Γοργόμυλο στίς 25/10/1998

Related items

©2005-2016 Zoiforos.gr || Σχεδίαση - Ανάπτυξη Lweb.GR