Ζωηφόρος

Αρχιεπίσκοπος Αναστάσιος, του Μιχαήλ Γ. Τρίτου,

Rate this item
(0 votes)

Αρχιεπίσκοπος Αναστάσιος

Ο Ιεράρχης της αυτοθυσίας

και της βαλκανικής συναδέλφωσης

του Μιχαήλ Γ. Τρίτου

Ιωάννινα 2007

***

.

.

.

.

.

.

.

Περιεχόμενα

Πρόλογος του Νομάρχου Ιωαννίνων κ. Αλεξάνδρου Καχριμάνη 

Αρχιεπίσκοπος Αναστάσιος, ο Ιεράρχης

της αυτοθυσίας και της βαλκανικής συναδέλφωσης  …. 9

1.Ο Ιεραπόστολος   ....................... 10

2.Ο Πανεπιστημιακός Δάσκαλος    ............. 13

3.Ο Αρχιεπίσκοπος Αλβανίας ................ 16

Παράρτημα κειμένων και εικόνων   ............. 33

Summary.... 91

Ευρετήριο  .............................. 93

***

Πρόλογος

Πριν δεκαπέντε χρόνια με τον συγγραφέα του παρόντος πονήματος, στο πλαίσιο των αγώνων μας για την προσέγγιση των Βλαχοφώνων της Αλβανίας, επισκεφθήκαμε τον Μακαριώτατο Αρχιεπίσκοπο Τιράνων, Δυρραχίου και πάσης Αλβανίας κ.κ. Αναστάσιο στο λιτό και απέριττο γραφείο του στα Τίρανα.

Έχει κάτω από τους ήχους μουσικής, που επαίζετο για ευνόητους λόγους, ο Μακαριότατος μας είπε: «Όλη μου η ζωή έπαιξε σε τρία στάδια, το πρώτο η ιεραποστολή στην Αφρική, το δεύτερο το Πανεπιστήμιο, το τρίτο και το τελευταίο η διακονία στην Αλβανία».

Ιεραποστολή, Πανεπιστήμιο, Αλβανία. Οι τρεις άξονες περιστροφής του Αγίου Αλβανίας, που φανέρωσαν το μεγαλείο ενός ανθρώπου, ο όποιος σε όλη του τη ζωή «ουκ έδωκεν ύπνον τοις οφθαλμοίς αυτού και τοις βλεφάροις αυτού νυσταγμόν και ανάπαυσιν τοις κροτάφοις αυτού» (Ψαλμ. ρλα', 4), εκδαπανώμενος και κυριολεκτικά αναλισκόμενος στη διάδοση του Ευαγγελίου της ειρήνης.

Στον μεγάλο αυτό Ιεράρχη, Ιεραπόστολο και Πανεπιστημιακό Δάσκαλο, πού κυριολεκτικά ανέστησε την μαρτυρική Εκκλησία της Αλβανίας από την άθλια κατάσταση στην οποία την οδήγησε η καταιγιστική αθεϊστική μανία του Εμβέρ Χότζα και των επιγόνων του, είναι αφιερωμένη ή παρούσα εργασία. Συγγραφεύς ο εκ Μετσόβου αναπληρωτής καθηγητής της Θεολογικής Σχολής του Α.Π.Θ. κ. Μιχαήλ Γ. Τρίτος, παλαιός φοιτητής και συνεργάτης του Μακαριωτάτου, γνωστός για τους αγώνες και τις έρευνες του στα θέματα της βαλκανικής ορθοδοξίας.

Η παρούσα εργασία γράφτηκε με την ευκαιρία της συμπληρώσεως δεκαπέντε ετών από την ενθρόνιση του Αρχιεπισκόπου Αναστασίου στον ιστορικό και μαρτυρικό θρόνο της Αρχιεπισκοπής Τιράνων, Δυρραχίου και πάσης Αλβανίας, ως μικρή ένδειξη μεγάλης τιμής και απεριορίστου σεβασμού στο πρόσωπο και το έργο του.

ΑΛΕΞΑΝΔΡΟΣ ΚΑΧΡΙΜΑΝΗΣ

Νομάρχης Ιωαννίνων

Ιωάννινα 24 Αύγουστου 2007,

γιορτή του ιερομάρτυρος και ισαποστόλου Κοσμά του Αιτωλού

***

Αναμφίβολα ο Αρχιεπίσκοπος Αλβανίας Αναστάσιος(1) ανήκει στις μεγάλες προσωπικότητες της εποχής μας. Σε όλη του τη ζωή διακρίθηκε για το ανεπίληπτο ήθος του, την άριστη επιστημονική του συγκρότηση, τη θαυμαστή γλωσσομάθεια, την εκπληκτική οργανωτική του ικανότητα, την συγκινητική ευαισθησία του σε θέματα ειρήνης, κοινωνικής δικαιοσύνης και σεβασμού των ανθρωπίνων δικαιωμάτων.

Όλες του οι ενέργειες εμπνέονται από την οικουμενική αντίληψη της Εκκλησίας, η οποία του δίδει τη δυνατότητα να στέκεται με σεβασμό στην ετερότητα των αλλόδοξων και αλλόπιστων προς τους οποίους συμπεριφέρεται χωρίς μισαλλοδοξία, άλλα με υπέρμετρη, γνήσια και ειλικρινή αγάπη.

Ο Αρχιεπίσκοπος Αναστάσιος εκφράζει στον ανώτερο δυνατό βαθμό τη χριστιανική αρετή της διακρίσεως. Γνωρίζει πότε να μιλά και πότε να σιωπά. Τί να πει και πώς να το πει. Γι' αυτό άντεξε σε μύριες δυσκολίες σε μια περιοχή που διακρίνεται για τις ραγδαίες κοινωνικοπολιτικές εξελίξεις και εθνικιστικές εκρήξεις και σε λαό με χαρακτηριστική καχυποψία και περίεργη ιδιοτυπία.

1. Ο Ιεραπόστολος. Η πρώτη μεγάλη αγάπη του Μακαριωτάτου υπήρξε η εξωτερική ιεραποστολή. Εκεί διέθεσε τη σφριγιλότητα της νιότης του και μεγάλο μέρος της ζωής του. Η Ιεραποστολή γι' αυτόν είναι εσωτερική αναγκαιότητα. Θεωρεί αδιανόητη την αδιαφορία για τα εκατομμύρια των ανθρώπων, οι όποιοι ζουν «ξένοι των διαθηκών της επαγγελίας, ελπίδα μη έχοντες και άθεοι εν τω κοσμώ»(2). Αισθάνεται ότι οι περισσότερο αδικημένοι στην εποχή μας είναι όσοι στερήθηκαν το θείο λόγο, όχι γιατί οι ίδιοι αρνήθηκαν να τον ακούσουν, άλλα γιατί εκείνοι που επί αιώνες τον κατέχουν αδιαφόρησαν να τους τον γνωρίσουν.

Σε πολλά βιβλία του αναφέρεται στην αναγκαιότητα της εξωτερικής ιεραποστολής. Στο βιβλίο του «Σκοπός και κίνητρον της Ιεραποστολής» τονίζει ότι «Εκκλησία χωρίς Ιεραποστολή είναι σχήμα όξύμωρον»(3). Επομένως «κάθε πιστός, ο όποιος ζει συνειδητώς την πνευματικήν ζωήν και σκέπτεται με συνέπειαν, αισθάνεται, ότι ο αίνος και η δοξολογία, την οποίαν προσωπικώς αναπέμπει εις τον Θεόν, είναι ελλιπής, έφ' όσον ακόμη δεν μετέχουν τόσαι φυλαί και γλώσσαι»(4).

Στο έργο του «Αδιαφορία για την Ιεραποστολή σημαίνει άρνηση της Ορθοδοξίας», υπενθυμίζει ότι ή οικουμενικότητα και η άποστολικότητα αποτελούν ουσιαστικά στοιχεία της ορθοδόξου εκκλησιολογίας. «Η Ορθοδοξία» γράφει, «δεν είναι μία συνομοσπονδία Εκκλησιών, άλλα η Μία, Αγία, Καθολική και Αποστολική Εκκλησία, στην οποία ο Κύριος ενεπιστεύθη την συνέχιση του απολυτρωτικού του έργου, της σωτηρίας του σύμπαντος κόσμου, σε όλα τα γεωγραφικά και πνευματικά μήκη και πλάτη της γης»(5).

Με παρρησία και θάρρος μοναδικό δεν δίστασε να καταλογήσει ευθύνες σε όσους αλλοιώνουν και ύποπτα αποπροσανατολίζουν τους στόχους της ιεραποστολής και την μετατρέπουν σε μέσο και όργανο άλλων σκοπών. Αύτη η εκτροπή στοίχισε ακριβά στον Χριστιανισμό και δημιούργησε τραγικές περιπέτειες.

Στο έργο του «Κύριλλος και Μεθόδιος: Δείχται πορείας» γράφει: «εις την ιστορίαν της Ιεραποστολής δεν βλέπομεν δυστυχώς πάντοτε παρομοίαν διαύγειαν προθέσεων και ειλικρινή σεβασμόν εις την οντότητα των ατόμων και των λαών. Πολλάκις η Ιεραποστολή ενεφανίσθη ως μέσον και όργανον άλλων υπόπτων σκοπών»(6).

Όλα αυτά για τον Μακαριώτατο δεν είναι απλές και ανούσιες θεωρητικές τοποθετήσεις, άλλα καταστάλλαγμα της μαχόμενης Ιεραποστολικής του εμπειρίας.

Οριακή ημερομηνία για τη δράση του στην εξωτερική Ιεραποστολή υπήρξε το έτος 1964. Μετά την εις πρεσβύτερον χειροτονία του ανεχώρησε για την Καμπάλα της Ουγκάντα, για μια πρώτη γνωριμία με τους στόχους του ιεραποστολικού του έργου(7). Το επόμενο δίμηνο εργάσθηκε στην Ανατολική Αφρική, όπου μεταξύ άλλων βάπτισε τους πρώτους Ορθοδόξους στην Τανζανία. Προσβλήθηκε όμως από βαρείας μορφής ελονοσία και αναγκάσθηκε να επιστρέψει στην Ευρώπη.

Το 1981 ο Αναστάσιος ορίστηκε από τον Πατριάρχη Αλεξανδρείας Νικόλαο Τοποτηρητής και αργότερα εντεταλμένος Αρχιεπίσκοπος της Ιεράς Μητροπόλεως Ειρηνουπόλεως Ανατολικής Αφρικής για την οργάνωση του έργου της Ιεραποστολής με πλήρη εξουσιοδότηση. Κένυα, Ουγκάντα, Τανζανία είναι πλέον οι χώροι δικαιοδοσίας της πνευματικής του δραστηριότητας(8). Αποκορύφωμα της εκεί ποιμαντικής του διακονίας ήταν η ίδρυση και οργάνωση της Πατριαρχικής Σχολής «Αρχιεπίσκοπος Μακάριος», την οποία διηύθυνε μια ολόκληρη δεκαετία. Η Σχολή αυτή απέβη πνευματικό φυτώριο της αναπτυσσόμενης αφρικανικής Ορθοδοξίας(9).

2. Ο Πανεπιστημιακός Δάσκαλος. Το δεύτερο στοιχείο πού συνιστά τη μεγαλωσύνη του Μακαριωτάτου Αρχιεπισκόπου Αλβανίας είναι η πανεπιστημιακή του ιδιότητα, την οποία απέκτησε απολύτως δίκαια και αξιοκρατικά.

Προηγήθηκαν λαμπρές μεταπτυχιακές σπουδές στη Γερμανία. Το 1965 έγινε δεκτός στη Φιλοσοφική Σχολή του Πανεπιστημίου του Αμβούργου. Το επόμενο έτος πήρε μετεγγραφή στο Πανεπιστήμιο του Μarburg της Γερμανίας, σημαντικό κέντρο καλλιέργειας των θρησκειολογικών σπουδών της Ευρώπης. Εκεί παρακολούθησε μαθήματα Εθνολογίας, Ιεραποστολικής και Άφρικανολογίας(10).

Στη ζούγκλα του νοτίου Μεξικού, το 1964 παρακολούθησε αμερικανούς γλωσσολόγους στη μετάφραση της Κ.Δ. στις παραδοσιακές γλώσσες των Ινδιάνων της Κεντρικής Αμερικής. Το καλοκαίρι του 1967 έκανε ειδική θρησκειολογική έρευνα στην Ουγκάντα, οπού μελέτησε το φαινόμενο της αφρικανικής πνευματοληψίας. Επίσης μετέβη στην Κένυα για τη μελέτη της θρησκείας των γύρω από το ορός Κένυα φυλών(11).

Το 1970 επέστρεψε στην Ελλάδα, οπού ανακηρύχθηκε διδάκτωρ της Θεολογικής Σχολής του Πανεπιστημίου Αθηνών. Το 1972 εκλέχθηκε στην ίδια Σχολή έκτακτος εντεταλμένος καθηγητής της Ιστορίας των Θρησκευμάτων και το 1976 τακτικός καθηγητής. Το 1993 εκλέχθηκε αντεπιστέλλον μέλος της Ακαδημίας Αθηνών(12). Οι εργασίες του, πού έχουν έντονο το στοιχείο της πρωτοτυπίας, αναφέρονται στην αφρικανική θρησκευτικότητα, το Ισλάμ, τον Βουδισμό, τον Ινδουισμό και τα λοιπά θρησκεύματα.

Αυτές συνέβαλαν αποφασιστικά στην έρευνα της εξωτερικής ιεραποστολής, στην οποία αφιέρωσε το μεγαλύτερο μέρος της ζωής του. Πολλές μελέτες του πρωτοδημοσιεύθηκαν ή μεταφράσθηκαν στην Αγγλική, Γαλλική, Φινλανδική και Σουηδική γλώσσα. Συνολικά έγραψε 10 βιβλία, 10 αυτοτελή τεύχη, 112 μελέτες σε περιοδικά και συλλογικά έργα και 127 κείμενα ποιμαντικού περιεχομένου.

Ως καθ' ύλην αρμόδιος καθηγητής της Ιστορίας των Θρησκευμάτων πραγματοποίησε πολλές επιστημονικές αποστολές. Μελέτησε το Χιναγιάνα Βουδισμό στην Ταϋλάνδη και Κεϋλάνη, τον Μαχαγιάνα Βουδισμό στην Κορέα, Ιαπωνία και Κίνα και είχε την ευκαιρία να γνωρίσει από κοντά τον Ταοϊσμό και Κομφουκιανισμό στη Σιγκαπούρη, Ταϊπέν και Χόνγκ Κόνγκ(13).

Οι επιστημονικές γνώσεις του για το Ισλάμ έγιναν ουσιαστικότερες με τα ταξίδια του στο Λίβανο, Συρία, Ιορδανία, Αίγυπτο, Τουρκία, Πακιστάν, Δυτική Αφρική και Περσία, οπού είχε άμεση επαφή με το σιϊτικό Ισλάμ(14). Ο καθηγητής Αναστάσιος Γιαννουλάτος αναγορεύθηκε διδάκτωρ πολλών Πανεπιστημίων και άξια τιμήθηκε με δεκάδες παράσημα.

Όλοι εμείς οι φοιτητές του διατηρούμε τις καλύτερες αναμνήσεις για τον χαρισματικό πανεπιστημιακό μας Δάσκαλο, ο όποιος δεν περιοριζόταν σε ένα ξηρό και ανούσιο από καθέδρας μάθημα, αλλά είχε με όλους μας προσωπική σχέση, στηρίζοντας τους πρώτους θεολογικούς μας βηματισμούς στο Πανεπιστήμιο της πρωτεύουσας του ελληνικού Κράτους.

Ιδιαίτερα ευαίσθητος ήταν στην περιφρούρηση των δημοκρατικών ιδεωδών και αμείλικτος αντίμαχος του δικτατορικού καθεστώτος, στηρίζοντας φανερά και ενεργά τους φοιτητές, στον αγώνα τους ενάντια στη δικτατορία. Τον θυμάμαι τον Φεβρουάριο του 1973 στα γεγονότα της Νομικής να προτάσσει τα στήθη του στη δικτατορία και να μεταφέρει κάτω από τα τιμημένα ράσα του τρόφιμα και είδη πρώτης ανάγκης στους ελεύθερους πολιορκημένους της οδού Σίνα. Το γραφείο του στο Πανεπιστήμιο είχε γίνει στέκι για τις μητέρες των συλληφθέντων φοιτητών.

Οι ενέργειες του αυτές ενθάρρυναν αποφασιστικά τη φοιτητιώσα νεολαία στη συνέχιση του αγώνα της. Την ίδια αγωνιστική δραστηριότητα ανέπτυξε στα γεγονότα του Πολυτεχνείου, δείχνοντας ιδιαίτερο ενδιαφέρον για την τύχη των συλληφθέντων φοιτητών.

3. Ο Αρχιεπίσκοπος Αλβανίας. Όμως εκεί όπου ο Μακαριώτατος φανέρωσε το μεγαλείο της προσωπικότητας του είναι η δεκαπεντάχρονη διακονία του στην Ορθόδοξο Εκκλησία της Αλβανίας. Παρέλαβε ερείπια και δημιούργησε μια υποδειγματική Ορθόδοξο Εκκλησία, η οποία διακηρύσσει διαρκώς τη χαρά της Αναστάσεως ως υπέρβαση όλων των αδιεξόδων.

Πολύπλευρο και πολυδιάστατο το έργο του: ποιμαντικό, κοινωνικό, εκπαιδευτικό, περιβαλλοντικό.

Με τη δική του φωτισμένη καθοδήγηση ανασυστάθηκαν ορθόδοξες ενορίες. Χτίστηκαν 85 καινούργιοι ναοί. Ανακατασκευάσθηκαν και επισκευάσθηκαν άνω των 140. Ανεγέρθηκαν και ανακαινίσθηκαν σημαντικά κτίρια εκκλησιαστικής διοικήσεως, εκπαιδεύσεως και διακονίας. Αποκτήθηκαν ειδικοί χώροι για νηπιαγωγεία και εκκλησιαστικές κατασκηνώσεις. Άρχισε συστηματική εκδοτική προσπάθεια με τη δημιουργία τυπογραφείου για την έκδοση στην αλβανική βιβλίων λειτουργικού, κατηχητικού και εποικοδομητικού περιεχομένου. Ανέπτυξε και συνεχίζει να αναπτύσσει πολύμορφη κοινωνική δράση με τη συγκέντρωση και διανομή χιλιάδων τόνων ειδών πρώτης ανάγκης(15).

Στον τομέα της υγείας ιδιαίτερα σημαντικό είναι το Διαγνωστικό Ιατρικό Κέντρο στα Τίρανα, πού έχει 24 ειδικότητες, διαθέτει εντελώς σύγχρονα μηχανήματα και εξυπηρετεί 5-6 χιλιάδες ασθενείς το μήνα. Πολυϊατρεία υπάρχουν επίσης στην Καβάγια, στην Κορυτσά, στους Γεωργουτσάτες καθώς και μια κινητή οδοντιατρική μονάδα.

Στον τομέα της παιδείας, έκτος των δύο εκκλησιαστικών σχολών, ιδρύθηκαν 14 νηπιαγωγεία, δύο δημοτικά σχολεία, δύο Ι.Ε.Κ. με έξι ειδικότητες, και είναι τα πρώτα εκπαιδευτικά ιδρύματα αυτού του είδους πού λειτούργησαν στη γείτονα χώρα. Δημιούργησε ένα ευρύτατο περιβαλλοντικό πρόγραμμα σε ολόκληρη την Αλβανία(16). Δεν είναι υπερβολή αν πούμε ότι η Ορθόδοξος Εκκλησία της Αλβανίας αποτελεί σήμερα τον πρώτο επενδυτικό φορέα της χώρας και ο Αναστάσιος τον κυριότερο πόλο μεταβάσεως από τον 20ο στον 21ο αιώνα.

Παράλληλα με το μεγάλο κοινωνικό του έργο ο Αρχιεπίσκοπος Αλβανίας δεν λησμόνησε το καθαρά πνευματικό, το πρώτιστο για έναν Ιεράρχη έργο. Ο Μακαριώτατος αποκατέστησε πλήρως το συνοδικό σύστημα με την εκλογή Ιεραρχίας(17). Χειροτόνησε πάνω από 135 κληρικούς, τους οποίους εκπαίδευσε στο Εκκλησιαστικό Λύκειο Αργυροκάστρου «Ο Τίμιος Σταυρός» και στη Θεολογική Ακαδημία Δυρραχίου «Ανάσταση του Χρίστου».

Με ευθύνη του εκδίδεται μηνιαία αλβανική εφημερίδα, παιδικό περιοδικό, φοιτητικό δελτίο και ενημερωτικό φυλλάδιο στα αγγλικά. Η Εκκλησία διαθέτει δική της τεχνική υπηρεσία, τυπογραφείο, ραδιοφωνικό σταθμό, κηροπλαστείο και ξυλουργικά εργαστήρια(18).

Χάρη στο κύρος του Προκαθημένου της η Ορθόδοξος Εκκλησία της Αλβανίας πήρε τη θέση πού της ανήκει στον ευρύτερο διεκκλησιαστικό χώρο. Μετέχει πλέον ενεργά στις δραστηριότητες των λοιπών Ορθοδόξων Εκκλησιών και στις συνελεύσεις των ευρωπαϊκών Εκκλησιών. Η δυναμική αυτή παρουσία της Ορθοδόξου Εκκλησίας της Αλβανίας έχει άμεσες ευεργετικές επιπτώσεις στην πνευματική και πολιτιστική ανάπτυξη της Αλβανίας και στην αποκατάσταση στο εξωτερικό του τρωθέντος κύρους της.

Ο Αρχιεπίσκοπος Αναστάσιος θα μπορούσε να χαρακτηρισθεί ως ο Ιεράρχης της βαλκανικής συναδέλφωσης, αφού πρωτοστάτησε και πρωτοστατεί στους αγώνες για την ειρηνική συνεργασία και αλληλεγγύη στη Νοτιοανατολική Ευρώπη. Από την πρώτη κιόλας στιγμή της ενθρόνισε-ως του στον αρχιεπισκοπικό θρόνο της αλβανικής Εκκλησίας με επίσημες διακηρύξεις και συγκεκριμένη συμπεριφορά αγωνίζεται για την ειρηνική συνύπαρξη των διαφόρων θρησκευτικών κοινοτήτων του βαλκανικού χώρου.

Στον ενθρονιστήριο λόγο του την 2α Αυγούστου 1992 μεταξύ άλλων είπε: «... Η Εκκλησία μας αποτελεί επίσης μια πολύτιμη πνευματική πρεσβεία της Αλβανίας στη διεθνή κοινότητα, πού συμβάλλει ουσιαστικά στην προώθηση και ανάπτυξη της ειρηνικής συνεργασίας και αλληλεγγύης στην Βαλκανική και σ' ολόκληρη την Ευρώπη...»(19). Σε πρόσφατη συνέντευξη τόνισε ότι θεωρεί την ειρηνική συμβίωση ως βασική προϋπόθεση για την οικονομική, κοινωνική και πολιτιστική ανάπτυξη των βαλκανικών χωρών. Οι τέσσερις κατευθύνσεις για την επίτευξη αυτού του στόχου είναι:

1.Στήριξη της αρμονικής συμβιώσεως μεταξύ των διαφόρων θρησκευτικών κοινοτήτων.

2.Πρωτοβουλίες για την υπέρβαση και καταστολή κάθε μορφής βίας.

3.Επανεκτίμηση της εννοίας και της σημασίας της εθνικότητος στη σύγχρονη εποχή της παγκοσμιοποιήσεως και

4.Αγώνα για ουσιαστική συμφιλίωση»(20).

Με το κύρος του και τους προσωπικούς του αγώνες πέτυχε να αμβλύνει τις αντιθέσεις μεταξύ των θρησκειών στην πολύπαθη αυτή περιοχή και να περιορίσει το φαινόμενο του εθνοφυλετισμού, πού συνιστά βαρύτατο εκκλησιαστικό ατόπημα, αφού κατατέμνει την ενότητα των ανθρώπων και έρχεται σε πλήρη αντίθεση με το κήρυγμα της παγκοσμιότητας και υπερφυλετικότητας της εν Χριστώ σωτηρίας(21).

Ένθερμος υποστηρικτής της ειρηνικής συμβιώσεως των λαών της Βαλκανικής Χερσονήσου, ο Μακαριώτατος κ. Αναστάσιος πιστεύει ακράδαντα ότι πρέπει να γίνει αποδεκτή η υπάρχουσα εθνική και θρησκευτική πολλαπλότητα και να καλλιεργηθεί ο ειλικρινής σεβασμός της ελευθερίας της συνειδήσεως κάθε προσώπου και των ελευθεριών κάθε μειονότητας σε οποιαδήποτε χώρα. «Οι λαοί στα Βαλκάνια», τονίζει, «έζησαν μαζί αιώνες, κάτω από διαδοχικές αυτοκρατορίες. Τη ρωμαϊκή, τη βυζαντινή, την οθωμανική. Και κάτω από διαφορετικά συστήματα, τα τελευταία χρόνια, το κομμουνιστικό. Τώρα, πού ζούμε σε δημοκρατική περίοδο, δεν έχουμε την δυνατότητα να ζήσουμε μαζί; Δεν βλέπω άλλη λύση για τα Βαλκάνια από την ειρηνική συνύπαρξη...»(22). Όραμα του είναι οι θρησκευτικές κοινότητες να πρωτοστατούν για μια κοινωνία ειρήνης και αλληλεγγύης.

Με χρυσοστόμεια παρρησία και θάρρος μοναδικό μίλησε κατά της τρομοκρατίας, η οποία, κατά τον Μακαριώτατο, δεν μπορεί να εκπροσωπεί κανέναν πολιτισμό, αφού συνιστά την ίδια την άρνηση του. «Η θρησκεία», συνεχίζει, «ως πνευματική αξία δεν επιτρέπεται να εμπλακεί στα γρανάζια της τρομοκρατίας και να τροφοδοτήσει τέτοια σύγκρουση. Είναι καιρός να ξυπνήσει η συνείδηση όλων και να αντιμετωπισθεί το πρόβλημα αυτό στις παγκόσμιες διαστάσεις του...»(23).

Έμπρακτη εφαρμογή των ανωτέρω αποτελεί η περίθαλψη χιλιάδων προσφύγων από το Κοσσυφοπέδιο, πού είχαν ζητήσει άσυλο στην Αλβανία το έτος 1999. Πριν από την έναρξη των επιχειρήσεων, βοήθησε 7.500 πρόσφυγες και μόλις άρχισε η μεγάλη εισροή, οργάνωσε ευρύτατο ανθρωπιστικό πρόγραμμα πού υπερέβη τα οκτώ εκατομμύρια δολλάρια. Ανακούφισε περίπου 33.000 ανθρώπους σε δώδεκα πόλεις της Αλβανίας με την ίδρυση καταυλισμού, ιδρυμάτων πού φιλοξενούσαν πρόσφυγες και με διανομή τροφίμων σε οικογένειες. Πρέπει να σημειωθεί ότι κατά την περίοδο αυτή γεννήθηκαν εκεί τετρακόσια προσφυγόπουλα, πού δέχτηκαν αφειδόλευτα τη στοργή της Εκκλησίας.

Όπως έγραψε ο Αρχιεπίσκοπος Αλβανίας, «μπορεί οι πρόσφυγες αυτοί να μην ανήκουν στη δική μας θρησκευτική οικογένεια, αλλά είναι άνθρωποι πονεμένοι. Και αυτό αυτομάτως μας ωθεί ώστε με σεβασμό, αγάπη και προσπάθεια να κάνουμε ο,τι περνά από το χέρι μας για να τους ανακουφίσουμε»(24). Η γνωριμία εκείνη μεταξύ της Ορθοδόξου Εκκλησίας της Αλβανίας και των Κοσοβάρων γέννησε μια δυνατή σχέση, πού σήμερα εξελίσσεται σε φιλία.

Σ' αυτό το πνεύμα η Αρχιεπισκοπή Αλβανίας οργανώνει κάθε χρόνο στο Κόσοβο παιδικές κατασκηνώσεις, στις όποιες φιλοξενούνται τα καλοκαίρια 2.500 αλβανόπουλα και οι υπεύθυνοι τους αισιοδοξούν ότι δεν θα είναι μακριά η ημέρα πού θα φιλοξενήσουν και παιδιά από τη σερβική και τις άλλες μειονότητες(25).

Πέραν της φιλοξενίας των παιδιών και των επιμορφωτικών προγραμμάτων, τα όποια αυτά παρακολουθούν, παιδαγωγοί και ψυχολόγοι με πρωτοβουλία της Αρχιεπισκοπής δραστηριοποιούνται σε σχολεία του Κοσόβου, καλλιεργώντας στους μικρούς μαθητές πνεύμα αλληλεγγύης και συνεργασίας(26).

Στις δύσκολες ώρες του πολέμου, άλλα και αμέσως μετά, ο Αρχιεπίσκοπος Αλβανίας έδειξε ότι είναι ο πνευματικός ηγέτης πού εμφορείται από οικουμενική αντίληψη και χαίρει ευρύτερης αποδοχής στην περιοχή. Για την υλοποίηση αυτών των ανθρωπιστικών προγραμμάτων, πού καλύπτονται από τις οικονομίες της φτωχής τοπικής Εκκλησίας και τις γενναίες εισφορές χριστιανών από το εξωτερικό, ο Μακαριώτατος συνεργάζεται στενά με τις επίσημες αλβανικές αρχές(27). Με την ειλικρίνεια και την συνετή του συμπεριφορά κατόρθωσε να νικήσει το σύνδρομο της αλβανικής καχυποψίας, η οποία εκδηλώθηκε από την πρώτη κιόλας στιγμή της παρουσίας του στη γείτονα χώρα. Σήμερα ο πολιτικός κόσμος της Αλβανίας, στη συντριπτική του πλειοψηφία, παρακολουθεί από κοντά την πορεία της Εκκλησίας και εκτιμά τον θετικό ρόλο της για την ειρήνευση, τη συμφιλίωση και την ανάπτυξη.

Ο Αρχιεπίσκοπος Αλβανίας, βλέποντας το φρικτό θέαμα της πυρπολήσεως τζαμιών και ναών στο Κοσσυφοπέδιο - αποτέλεσμα του θρησκευτικού φανατισμού -πρόσφερε χρηματικό ποσό των 600.000 δολλαρίων, για να χτιστούν εκεί συμβολικά μια Εκκλησία και ένα Τζαμί. Χαρακτηριστική είναι και η δήλωση του: «Η πυρπόληση Εκκλησιών και Τζαμιών δεν προωθεί τη δικαιοσύνη και την ειρήνη, ούτε ασφαλώς την πρόοδο. Αντίθετα μας γυρίζει σε εποχές και πρακτικές που οδήγησαν τη Βαλκανική σε καθυστέρηση, σε διχασμούς και τραγωδίες. Όσοι, μάλιστα, εμπλέκουν τη θρησκεία στη βία, ουσιαστικά βιάζουν το πνεύμα της θρησκείας. Όσο δίκαιο και αν έχει κανείς, οφείλει να σεβαστεί την ιερότητα και το ρόλο πού έχουν οι Ιεροί τόποι λατρείας. Αυτοί πρέπει να γίνονται κέντρα συμφιλιώσεως και ειρήνης, και όχι εστίες συντηρήσεως εχθροτήτων.

Μόνο με την ειρηνική συνύπαρξη των θρησκευτικών κοινότητος, μπορεί να υπάρξει αληθινή κοινοτική πρόοδος. Αυτήν την αρχή προσπαθούμε να σεβόμαστε χριστιανοί και μουσουλμάνοι στην Αλβανία, να συμβιώνουμε και να συνεργαζόμαστε αρμονικά.

Η νηφαλιότητα της ανεξιθρησκείας και η τόλμη της αγάπης πρέπει να υπερνικήσουν το τυφλό μίσος πού οδηγεί σε αλυσίδα συγκρούσεων. Κατά τον 21ο αιώνα, παντού, και κατ' εξοχήν στην περιοχή των Βαλκανίων, καλούμεθα - ανεξάρτητα από την κοινότητα εθνική ή θρησκευτική, στην οποία γεννηθήκαμε - να αγωνισθούμε για να συνυπάρξουμε ειρηνικά με αλληλοσεβασμό και αλληλεγγύη...»(28).

Αυτές οι πρωτοβουλίες του Αρχιεπισκόπου Αναστασίου δείχνουν μια άλλη νοοτροπία στις διαθρησκειακές σχέσεις και στην ενίσχυση της ειρηνικής συνυπάρξεως, στον αντίποδα της θρησκευτικής μισαλλοδοξίας και του εθνικιστικού φανατισμού, πού εγκυμονούν θανατηφόρες συγκρούσεις.

Με πρωτοβουλία του Παγκοσμίου Συμβουλίου Εκκλησιών, στο Μorges της Ελβετίας έγινε συνάντηση εκπροσώπων όλων των θρησκευτικών κοινοτήτων της Πρώην Γιουγκοσλαβικής Δημοκρατίας της Μακεδονίας, υπό την προεδρία του Αρχιεπισκόπου Αναστασίου. Στο κοινό μήνυμα, πού εκδόθηκε, τονίσθηκε ότι «η ειρήνη είναι επίσης ευθύνη των Εκκλησιών και των θρησκευτικών κοινοτήτων.

Πιστεύουμε ακράδαντα ότι οι απαντήσεις στα προβλήματα πρέπει πάντοτε να αναζητούνται με έναν ανοικτό, σταθερό διάλογο, βασισμένο στον αμοιβαίο σεβασμό και στον σεβασμό των διαφορών και των αξιών των άλλων θρησκευτικών παραδόσεων και κοινοτήτων»(29).

Ο Αρχιεπίσκοπος Αλβανίας Αναστάσιος είναι πρωταγωνιστής στην επιχειρούμενη προσπάθεια προσεγγίσεως Ελλάδος και Αλβανίας. Συνέβαλε τα μέγιστα στην όλη αλλαγή του κλίματος εχθρότητας και καχυποψίας μεταξύ των δύο χωρών. Για τη συμφιλίωση αυτή εργάζεται αδιάκοπα εντός και έκτος της Αλβανίας. Αντέδρασε έντονα στις επιχειρήσεις της ελληνικής αστυνομίας εναντίον των Αλβανών, τις γνωστές με τον όρο «σκούπα». Με γράμματα και προσωπικές επαφές με τους αρμοδίους παράγοντες υπενθύμισε τη βαριά ατμόσφαιρα πού έχει δημιουργηθεί στην Αλβανία από την απέλαση των Αλβανών. «Οι Αλβανοί», τόνισε, «όπως όλοι οι λαοί της περιοχής, είναι πολύ ευαίσθητοι στον τρόπο με τον όποιο αντιμετωπίζονται, άμεσα ή έμμεσα, και δεν λησμονούν. Πιστεύω ότι και οι δύο χώρες έχουν να ωφεληθούν από μια σωστή συνεργασία» και συνεχίζει: «Σε μια ευνομούσα πολιτεία, είναι αυτονόητος ο έλεγχος νομιμότητας κάθε προσώπου πού ζει στη χώρα. Δεν επιτρέπεται όμως να συνδυάζεται με προσβολή της προσωπικότητας του αλλού ή κάποιας ομάδος. Άλλο επαγρύπνηση πού είναι χρέος και δείχνει σοβαρότητα, και άλλο περιφρόνηση συλλήβδην των ξένων, πού είναι αδικία και άρνηση της μακροχρόνιας ορθοδόξου παραδόσεως»(30).

Ξεχωριστό είναι το ενδιαφέρον του για την ελληνική μειονότητα, τα θέματα της οποίας χειρίζεται με σύνεση, διακριτικότητα και αποφασιστικότητα. «Για να μείνει η ελληνική ομογένεια στις πατρογονικές της εστίες», τονίζει, «χρειάζεται να σταθεροποιηθεί η πολιτική ζωή της χώρας, να αναπτυχθούν οι φιλικές σχέσεις Αλβανίας - Ελλάδος, να πραγματοποιηθεί μια γενικότερη σοβαρή οικονομική ανάπτυξη με έργα βασικής υποδομής»(31).

Υποστηρίζει σταθερά τον διάλογο, τον όποιο θεωρεί προτιμότερο της σιωπής, μέσα στην οποία, καλλιεργείται η καχυποψία και το μίσος. Σαφής η πρόταση του: «Με την ενεργό συμβολή των θρησκευτικών κοινοτήτων να πορευθούμε προς μια ευρύτερη κοινοπολιτεία ειρήνης και αλληλεγγύης πού να εξασφαλίζει δικαιοσύνη και ανθρώπινη αξιοπρέπεια στο κάθε πρόσωπο, στην κάθε μειονότητα, στον κάθε λαό και να οδηγεί σε έναν ουσιαστικά ανθρώπινο πολιτισμό»(32).

Για τις πολύτιμες υπηρεσίες του στην ειρήνευση των Βαλκανίων βραβεύθηκε την 15η Σεπτεμβρίου 2001 σε ειδική τελετή του ευρωπαϊκού ιδρύματος πολιτισμού «Pro Europa» που έγινε στο Σεράγεβο, στο πλαίσιο του Διεθνούς Συνεδρίου «Χριστιανές και Μουσουλμάνες στην Ευρώπη»(33).

Στην 9η Γενική Συνέλευση του Παγκοσμίου Συμβουλίου Εκκλησιών (ΠΣΕ), πού συνεδρίασε στο Πόρτο Αλέγκρε της Βραζιλίας τον Φεβρουάριο του 2006, ο Αρχιεπίσκοπος Τιράνων, Δυρραχίου και πάσης Αλβανίας εξελέγη Επίτιμος Πρόεδρος του. Η θητεία του κ. Αναστασίου θα διαρκέσει επτά χρόνια και αποτελεί τιμητική θέση, η οποία του αποδόθηκε για την προσφορά του στην οικουμενική κίνηση(34).

Την 23η Δεκεμβρίου 2005 στο Ξενοδοχείο «Sheraton» των Τιράνων(35) ο Αρχιεπίσκοπος Αναστάσιος δέχθηκε τον τίτλο του επιτίμου δημότη Τιράνων «για την επίμονη βοήθεια στην ανασυγκρότηση της Ορθοδόξου Εκκλησίας και για την αντιμετώπιση πολλών δύσκολων καταστάσεων»(36).

Ο Αρχιεπίσκοπος Τιράνων, Δυρραχίου και πάσης Αλβανίας Αναστάσιος είναι μια προσωπικότητα, που τιμά την Ορθοδοξία, την Επιστήμη, την Αλβανία και την Ελλάδα. Ο Οικουμενικός Πατριάρχης Βαρθολομαίος ο Α' είπε για τον Προκαθήμενο της αλβανικής Εκκλησίας: «Ο Αρχιεπίσκοπος Αναστάσιος είναι δώρο του ουρανού. Δώρο για την ανθρωπότητα. Είναι άνδρας σπάνιος, δυσεύρετος, πολυτάλαντος, πολύγλωσσος, πολυαγαπητός. Διεθνούς κύρους και αναγνωρίσεως»(37).

Απολαμβάνει της απολύτου εμπιστοσύνης του Οικουμενικού Πατριαρχείου και άλλων εκκλησιαστικών και διεθνών οργανισμών, οι όποιοι του αναθέτουν αθόρυβους, άλλα ουσιαστικούς ρόλους.

Ολόκληρη η ζωή του είναι μια προσφορά στην Εκκλησία, την Επιστήμη και τον άνθρωπο. Στο πρόσωπο του αποδεικνύεται το τί μπορεί να προσφέρει ένας και μόνον άνθρωπος προικισμένος με ακατάβλητο ψυχικό σθένος, ισχυρή προσωπικότητα και μεγαλειώδες όραμα(38).

Μυστικό της επιτυχίας του είναι η προσωπική βίωση της δυνάμεως της Αναστάσεως και η ενσάρκωση του ήθους της. Διαρκής είναι από μέρους του η επίκληση των παύλειων χωρίων «Του γνώναι Αυτόν και την δύναμιν της Αναστάσεως Αυτού»(39) και «ημίν εχαρίσθη υπό του Χριστού ου μόνον εις Αυτόν πιστεύειν, αλλά και υπέρ Αυτού πάσχειν»(40). Σε όλες τις δύσκολες στιγμές της πολυκύμαντης ζωής του μιλάει για «δύναμη αντιστάσεως στην παρακμή. Δύναμη δημιουργίας για μια κοινωνία αλληλεγγύης και αγάπης, με περισσότερο φως, πασχαλινό φώς»(41).

ΥΠΟΣΗΜΕΙΩΣΕΙΣ

1. Ο Αρχιεπίσκοπος Αλβανίας Αναστάσιος Γιαννουλάτος γεννήθηκε στον Πειραιά το 1929. Απεφοίτησε από τη Θεολογική Σχολή του Πανεπιστημίου Αθηνών το 1952. Κατά τα έτη 1952 και 1960 χειροτονήθηκε αντίστοιχα διάκονος και πρεσβύτερος. Στο διάστημα αυτό συντόνιζε το Ιεραποστολικό έργο στην Ανατολική Αφρική, το όποιο συνδύασε με τις μεταπτυχιακές σπουδές στα Πανεπιστήμια Αμβούργου και Μαρβούργου της Δυτ. Γερμανίας από το 1966-1969. Το 1970 ανακηρύχθηκε διδάκτωρ της Θεολογικής Σχολής του Πανεπιστημίου Αθηνών, το 1972 εκλέχθηκε έκτακτος καθηγητής και το 1976 έγινε τακτικός. Το 1972 χειροτονήθηκε Επίσκοπος Ανδρούσης και ανέλαβε τη Διεύθυνση του Διορθοδόξου Κέντρου της Εκκλησίας της Ελλάδος. Διετέλεσε Γενικός Διευθυντής της Αποστολικής Διακονίας της Εκκλησίας της Ελλάδος από το 1972-1991. Το 1991 ορίστηκε Έξαρχος και το 1992 εξελέγη Αρχιεπίσκοπος Τιράννων, Δυρραχίου και πάσης Αλβανίας. Το 1993 εξελέγη αντεπιστέλλον μέλος της Ακαδημίας Αθηνών.

2.Έβρ. β΄, 12.

3. Άρχιμ. Αναστασίου Γιαννουλάτου, Σκοπός και κίνητρον της Ιεραποστολικής εξ επόψεως θεολογικής, Αθήναι 1969, σ. 19.

4.Ό.π.

5. Άρχιμ. Αναστασίου Γιαννουλάτου, Αδιαφορία για την Ιεραποστολή σημαίνει άρνηση της Ορθοδοξίας, Αθήναι 1972, σ. 10.

6. Άρχιμ. Αναστασίου Γιαννουλάτου, Κύριλλος και Μεθόδιος: Δείχται πορείας, Αθήναι 1968, σ. 16.

7. Έφημ. «Χριστιανική», Αριθμ. Φύλλ. 544/28-5-1998,σ. 7.

8. Γρηγ. Δ. Ζιάκα. «Μακαριότατος Αρχιεπίσκοπος Τιράνων και πάσης Αλβανίας. Η προσωπικότητα και το έργο του», ΕΕΘΣΑΠΘ (Τμήμα Θεολογίας), 6 (1996), σ. 22.

9.Ό.π.

10.Ό.π.,σ. 20.

11. Γεωργ. Κ. Παίδαρου, Αναστάσιος Αρχιεπίσκοπος Τιράνων και πάσης Αλβανίας. Η προσωπικότητα και το έργο του, Αθήναι 2002,σ.11.

12. Ο.π.,σ. 12.

13.Ό.π.,σ. 14.

14. Ό.π.

15. Έφημ. «Χριστιανική», 25-4-1996, σ. 5. Πρβλ. Έφημ. «Αδέσμευτος της Κυριακής». Αριθμ. Φύλλ. 172/28-6-1998, σ. 29 και «Τύπος της Κυριακής» (Ορθοδοξία και Ελληνισμός), 4-11-2001, σσ. 2-3.

16. Έφημ. «Η Καθημερινή», 12-11-2000, σ. 39.

17. Έφημ. «Κυριακάτικη Ελευθεροτυπία»,31-12-2005.σ. 37.

18. Ό.π.

19. Μιχαήλ Γ. Τρίτου, Η Εκκλησία στο Ανατολικό Ιλλυρικό και την Αλβανία, Θεσσαλονίκη 2005, σ. 190.

20. Έφημ. «Κυριακάτικη Ελευθεροτυπία», ο.π.

21. Μιχαήλ Γ. Τρίτου, Η Ορθόδοξη Εκκλησία στα Βαλκάνια σήμερα, έκδ. Τέρτιος, Κατερίνη 2003, σ. 6.

22. Έφημ. «Ελευθεροτυπία», Αριθμ. Φύλλ. 7.131/7-4-1999.

23. Έφημ. «Η Καθημερινή της Κυριακής». Αριθμ. Φύλλ. 24907/14-10-2001,σ. 10.

24. Έφημ. «Χριστιανική», 22-4-1999. σ. 5.

25. Έφημ. «Η Καθημερνή», 15-8-2006, σ. 5. 26. Σε δηλώσεις του ο Κ. Νατάν Χόπερ. υπεύθυνος των κατασκηνώσεων πού βρίσκονται στην περιοχή Μάλισεβ, μεταξύ Τζιακόβας και Πρίστινας, είπε ότι η πρωτοβουλία έτυχε μεγάλης ανταπόκρισης από τους Κοσοβάρους. «Σκοπός μας είναι να βοηθήσουμε ώστε αυτά τα παιδία να ξεχάσουν όσο πιο γρήγορα τις συνέπειες του πολέμου και να. απαλύνουμε τα ψυχικά τραύματα πού τους προκάλεσε η βία. Στα σχέδια μας συμπεριλαμβάνεται και η λειτουργία και άλλων κατασκηνώσεων» Βλ. Έφημ. «Η Καθημερινή», o.π.

27. Έφημ. «Απογευματινή», Αριθμ. Φύλλ. 14.608 (757)/11-4-1999,σ. 16.

28. Έφημ. «Χριστιανική», 1-4-2004. σ. 5.

29. Έφημ. «Το Βήμα της Κυριακής». Κυριακή 24-10-1999, σ. Α48.

30. Έφημ. «Κυριακάτικη Ελευθεροτυπία», 14-15.8.1999, σ. 8.

31. Έφημ. «ΚυριακάτικηΈλευθεροτυπία», 4-1998.σ. 16.

32. Έφημ. «Κυριακάτικη Ελευθεροτυπία», 14-10-2001, σ. 10.

33. Έφημ. «Κυριακάτικη Ελευθεροτυπία», 16-9-2001. σ. 29.

34. Έφημ. «Το Βήμα της Κυριακής», 26-1-1006.σ. Α 47.

35. Ο Δήμαρχος Τιράνων Edi Rama, στην προσφώνηση του για τον τιμώμενο Ιεράρχη, μεταξύ άλλων τόνισε: «... Ως αρχηγός της ορθοδόξου κοινότητος ο κ. Αναστάσιος πρόσφερε εξαιρετικές υπηρεσίες στην ανασυγκρότηση της Ορθοδόξου Εκκλησίας, με την ανοικοδόμηση κτιριακών εγκαταστάσεων, πού καταστράφηκαν στη διάρκεια της κομμουνιστικής θηριωδίας. Η Ορθόδοξος κοινότητα, όπως και οι άλλες θρησκευτικές κοινότητες στην Αλβανία, βοήθησε ώστε να μαλακώσουν τα τραύματα του έτους 1997 και να ηρεμήσουν οι αναστατωμένες ψυχές των διωχθέντων από τη βία του Μιλόσεβιτς του έτους 1997. Η προσφορά του Μακαριότατου Αρχιεπισκόπου Τιράνων, Δυρραχίου και πάσης Αλβανίας επεκτείνεται στην γνωστοποίηση της ελευθερίας της θρησκευτικής έκφρασης της Αλβανίας σε διάφορα μέρη του κόσμου και κυρίως σε πολλούς πανεπιστημιακούς κύκλους».

Στην απάντηση του ο Αρχιεπίσκοπος Αναστάσιος είπε: «Αξιότιμε κ. Δήμαρχε και Πρόεδρε του Σοσιαλιστικού κόμματος κ. Edi Rama και αξιότιμοι παρευρισκόμενοι. Από τα βάθη της καρδιάς μου θέλω να εκφράσω τα ειλικρινή συναισθήματα μου σε Σάς και τα αξιότιμα μέλη του Δημοτικού Συμβουλίου, για την τιμητική για μένα απόφαση Σας... Ομολογώ ότι αισθάνομαι πολίτης των Τιράνων ήδη από το έτος 1991, όταν για πρώτη φορά ήλθα σ' αύτη την πόλη. Βρίσκομαι εδώ τα τελευταία δεκαπέντε χρόνια και δηλώνω ότι είμαι ένας μικρός κάτοικος Τιράνων δεκαπέντε ετών. Όλα αυτά τα χρόνια πού έζησα εδώ ήμουν παρών στις δυσκολίες, στα προβλήματα, στις ελπίδες των ανθρώπων, στις κακουχίες και στις χαρές τους. Και μαζί με τους άλλους αγαπητούς θρησκευτικούς ηγέτες προσπαθήσαμε να προσφέρουμε στη θρησκευτική αρμονία, στην ειρηνική συνύπαρξη, στη βελτίωση της ζωής της πόλεως, μοιράζοντας το λόγο και την αγάπη του Θεού δια μέσου των πρωτοβουλιών στους τομείς της υγείας, της μόρφωσης, των κοινωνικών υπηρεσιών κ.τλ. Ο Θεός να βοηθήσει όλους μας, ώστε να κάνουμε τα Τίρανα μια όμορφη πόλη, όπου θα κυριαρχεί η διαθρησκευτική αρμονία, η δημιουργικότητα, η πρόοδος, η συνεργασία, η αγάπη και η ελπίδα». Βλ. έφημ. Νgjallja, Janar 2006. σ. 2.

36. Έφημ. Νgjallja, Janar 2006, σ. 1.

37. Έφημ. «Το Βήμα», Κυριακή 4 Νοεμβρίου 2001, σ. Α 48.

38. Αθανάσιος Ι. Δεληκωστόπουλος, Αναστάσιος Αρχιεπίσκοπος Τιράνων και Πάσης Αλβανίας. Ο Ποιμένας του στοχασμού, της δημιουργίας και της ειρήνης. Εκδόσεις «Επτάλοφος», Αθήνα 2005. σ. 9.

40.Φιλίπ. α', 29.

41. Έφημ. «Χριστιανική», Αριθμ. Φύλλ. 680/22 1-4-2001,σ. 2.

Last modified on Wednesday, 08 August 2012 20:04
Login to post comments

Αγιολογιο

Αγιον Ορος

Αγιοι της Λεσβου

©2005-2016 Zoiforos.gr || Σχεδίαση - Ανάπτυξη Lweb.GR

Login or Register

Register

User Registration
or Cancel