Ζωηφόρος

«Λυχνία» Μάρτιος 2013

Μηνιαίο Περιοδικό Ι. Μ. Νικοπόλεως & Πρεβέζης Αρ. Φύλλου 356 «Λυχνία» Μάρτιος 2013

«Ο ΜΟΝΟΣ ΑΛΗΘΙΝΟΣ ΘΕΟΣ» του Πρωτ. Δ. Μ.

«ΟΙ ΔΥΟ ΑΡΚΟΥΔΕΣ» του Αρχιμ. Ν. Κ.

«ΣΩΜΑ ΚΑΙ ΣΑΡΑΚΟΣΤΗ» του Αρχιμ. Β. Λ.

«Η ΜΥΣΤΙΚΗ ΡΑΒΔΟΣ» του Πρωτ. Δ. Μ.

 

Ο ΜΟΝΟΣ ΑΛΗΘΙΝΟΣ ΘΕΟΣ

Ρώτησαν κάποτε τὸν ἀββᾶ Ἀγάθωνα: «Ἐσὺ εἶσαι ὁ Ἀγάθων; Ἀκοῦμε γιὰ σένα ὅτι εἶσαι πόρνος καὶ ὑπερήφανος». «Ναί, ἔτσι εἶναι», ἀπαντᾶ ὁ ἀσκητής. «Ἐσὺ εἶσαι ὁ Ἀγάθων ποὺ φλυαρεῖς καὶ κατακρίνεις»; «Ἐγὼ εἶμαι». «Ἐσὺ εἶσαι ὁ Ἀγάθων ὁ αἱρετικός»; «Δὲν εἶμαι αἱρετικός», ἀπαντᾶ ὁ Ἀγάθων. «Πές μας», τὸν παρακάλεσαν τότε, «γιατί τόσα σοῦ εἴπαμε καὶ τὰ δέχθηκες, ἀλλὰ τὸ τελευταῖο δὲν τὸ ἄντεξες»; «Τὰ πρῶτα ὠφελοῦν τὴν ψυχή μου, ἀλλὰ ἡ αἵρεση εἶναι χωρισμὸς ἀπ᾿ τὸν Θεό, καὶ δὲν θέλω νὰ χωρισθῶ ἀπ᾿ τὸν Θεὸ» (ἀπ᾿ τὸ Γεροντικό).

Νὰ ἕνα θέμα ποὺ σήμερα ἔπαψε νὰ εἶναι οὐσιῶδες καὶ πέρασε σὲ δευτερεύουσα μοίρα. Δὲν θεωροῦμε ὅτι ἡ ὀρθὴ πίστη εἶναι ἀναγκαία προϋπόθεση γιὰ τὸν ὀρθὸ τρόπο ζωῆς. Νομίζουμε ὅτι στὸν Θεὸ καὶ στὴ σωτηρία μας (ζητήματα ζωῆς καὶ θανάτου) μποροῦμε νὰ φτάσουμε ἀπὸ χίλια-δυὸ δρομάκια. Δὲν ἔχει σημασία τελικὰ ποιὰ πίστη ἀκολουθεῖς, σὲ τί Θεὸ πιστεύεις.

Ρωτήθηκε κάποιος ποὺ στὸν καιρό μας ἀπὸ Χριστιανὸς ἔγινε Μουσουλμάνος: «Πῶς τὸ ἀποφάσισες»; «Μόνος μου, ἀπάντησε. Ψάχνοντας σιγὰ-σιγὰ βρῆκα αὐτὸ ποὺ ἤθελα στὸ Ἰσλάμ». «Ἔμαθα ὅτι παραλίγο νὰ γινόσουν μοναχὸς στὸ Ἅγιον Ὅρος»! «Ναί! Δὲν ἔχει καμμία διαφορά. Διαφορετικοὶ δρόμοι, ἴδιο τέλος». «Δὲν ὑπάρχει ἀπόσταση ἀνάμεσα στὸ Ἅγιον Ὅρος καὶ τὸ Ἰσλάμ»; «Ἀπολύτως καμμία. Ὅταν πᾶς στὸ Ἅγιον Ὅρος ἢ ἐπισκέπτεσαι κάποιον τεκὲ στὴν Αἴγυπτο (=κάτι σὰν μοναστήρι ἰσλαμικό), βλέπεις ὅτι δὲν ὑπάρχει ἀπολύτως καμμία διαφορὰ» (Στ. Θεοδωράκη, Οἱ ἄνθρωποί μου, σελ. 214).

Τί Μωάμεθ, τί Χριστός! Ἕνα καὶ τὸ αὐτὸ λοιπόν; Καμμιὰ διαφορά; Μέσα ἀπ᾿ τὸ κανάλι τοῦ παγκοσμίου κινήματος τῆς «Νέας Ἐποχῆς» περνάει τὸ καταστροφικὸ μήνυμα, ὅτι οἱ θρησκεῖες ὅλες εἶναι μία. Δὲν ἔχουν διαφορά. Σὲ ὅποια θέλεις, πηγαίνεις. Καὶ ὅποιον Θεὸ θέλεις, προσκυνᾶς. Αὐτὸς εἶναι ὁ λεγόμενος θρησκευτικὸς συγκρητισμός.

Ὅμως ὁ ἕνας καὶ μοναδικὸς Θεός, ποὺ ποτὲ βέβαια δὲν εἶχε ἀφήσει ἀμάρτυρο (=χωρὶς μαρτυρίες, χωρὶς σημάδια) τὸν ἑαυτό του (Πράξ. 14,17), φανερώθηκε ὁλοφάνερα στὸν κόσμο μὲ τὴν ἔνσαρκη παρουσία τοῦ μονογενοῦς του Υἱοῦ Ἰησοῦ Χριστοῦ. Ὁ Χριστὸς εἶναι ὁ μόνος ποὺ ἦρθε γιὰ νὰ σώσει τὸν κόσμο (Ἰω.  3,16-18). «Εὐαγγελίζομαι ὑμῖν χαρὰν μεγάλην», εἷπε ὁ ἄγγελος στοὺς ποιμένες, «ὅτι ἐτέχθη (=γεννήθηκε) «ὑμῖν Σωτὴρ» (Λουκ.  2,10-11.)

Σωζόμαστε μόνο διὰ Ἰησοῦ Χριστοῦ. Κανένας ἄλλος δὲν μπορεῖ, οὔτε ἄνθρωπος, οὔτε ἄγγελος, νὰ μᾶς σώσει. Μόνο ὁ Κύριός μας Ἰησοῦς Χριστός, ποὺ εἶπε: «Ἐγὼ (μόνο) εἶμαι ἡ ἀλήθεια» (Ἰω. 14, 6). «Καὶ δὲν εἶναι δυνατὸν διὰ κανενὸς ἄλλου νὰ σωθοῦμε. Διότι δὲν ὑπάρχει ἄλλο ὄνομα (πλὴν τοῦ ὀνόματος τοῦ Χριστοῦ) ποὺ νὰ δόθηκε κάτω ἀπὸ τὸν οὐρανὸ μεταξὺ τῶν ἀνθρώπων, μὲ τὸ ὁποῖο ὁρίσθηκε νὰ σωθοῦμε» (Πράξ. 4, 12). Λόγω τῆς ἀπόλυτης, μέχρι σταυρικοῦ θανάτου, ὑπακοῆς Του στὸν Πατέρα Του, «ὁ Θεὸς τὸν ὑπερύψωσε καὶ τοῦ χάρισε ὄνομα, ποὺ εἶναι πάνω ἀπὸ κάθε ἄλλο ὄνομα. Ὥστε στὸ ὄνομα τοῦ Ἰησοῦ νὰ καμφθεῖ κάθε γόνυ, ἀγγέλων, ἀνθρώπων καὶ δαιμόνων, καὶ νὰ ὁμολογήσει κάθε γλώσσα, ὅτι Κύριος (ὅλων εἶναι ὁ) Ἰησοῦς Χριστὸς (καὶ μόνο)» (Φιλ. 2, 9-10).

Νὰ γιατί ὁ ἀββᾶς Ἀγάθων νοιαζόταν τόσο πολὺ νὰ μὴν ξεφύγει ἀπὸ τὴν πίστη αὐτή. Ἐμεῖς σὲ ποιὸν Θεὸ κλίνουμε γόνυ; Ποιὸν ἀναγνωρίζουμε Κύριο καὶ Σωτήρα μας;

    Πρωτ. Δ. Μ.

ΟΙ ΔΥΟ ΑΡΚΟΥΔΕΣ

            Δύο φίλοι, νεαρά παιδιά, ἀποφάσισαν νά πᾶνε γιά κυνήγι. Ξεκίνησαν, λοιπόν, μέ τά ὅπλα τους, χαρούμενοι καί αἰσιόδοξοι γιά ἐπιτυχίες μεγάλες! Προχώρησαν βαθιά στό δάσος. Ἀμέριμνοι φθάνουν σέ ἕνα μικρό ξέφωτο. Καί ἐκεῖ, ἀντικρίζουν μιά πελώρια ἀρκούδα νά στέκεται ὄρθια ἀπέναντί τους. Φόβος καί τρόμος κατέλαβε τούς νεαρούς. Ὁ ἕνας, ὡς πιό εὐκίνητος, ἔτρεξε καί σκαρφάλωσε σ᾿ ἕνα ψηλό δένδρο. Ὁ ἄλλος, ἀπελπισμένος, κοίταξε δεξιά-ἀριστερά καί ὥρμησε στήν εἴσοδο μιᾶς σπηλιᾶς ἀπέναντι ἀπό τό δένδρο. Ἡ ἀρκούδα «στρατοπέδευσε» μεταξύ δένδρου καί σπηλιᾶς. Μά, πολύ σύντομα, ὁ νέος βγῆκε τρέχοντας ἀπό τήν σπηλιά. Εἶδε τήν ἀρκούδα καί ξαναμπῆκε στήν σπηλιά! Αὐτό ἔγινε δυό-τρεῖς φορές. Ἀπό τό δένδρο ὁ φίλος του τοῦ φώναξε ἀνήσυχος:

            -Μά τί κάνεις; Μεῖνε στήν σπηλιά. Θά βαρεθῆ καί θά φύγει τό θηρίο.

            Ἀπαντᾶ, κατάχλωμος, ὁ φίλος του:

            -Ὑπάρχει μιά δεύτερη ἀρκούδα στήν σπηλιά!!

*            *            *

            Πόσα μᾶς διδάσκει αὐτή ἡ ἱστορία-παραβολή! Κυνήγι εἶναι ἡ ζωή τοῦ καθενός μας. Πρώτη ἀρκούδα, ἐχθρός πνευματικός, εἶναι ἡ ἀπιστία, ἴσως καί ἡ ἀμφιβολία μας γιά τόν Χριστό καί τήν Ἐκκλησία Του. Δένδρο ὑψηλό πού μᾶς παρέχει ἀσφάλεια εἶναι ἡ Ἐκκλησία τοῦ Χριστοῦ. Ὄντας ἑνωμένοι μέ τήν Ἐκκλησία βλέπουμε μέ καθαρό βλέμμα τήν ψευτιά τῶν εἰδώλων τοῦ κόσμου τούτου καί καταλαβαίνουμε ὅτι ὁ Χριστός εἶναι ὁ μοναδικός ἀληθινός Θεός.

            Σπηλιά εἶναι ἡ συνείδηση, καί γενικώτερα ἡ ψυχή τοῦ  κάθε ἀνθρώπου. Ἡ συνείδησή μας δέν εἶναι φανερή στούς ἄλλους ἀνθρώπους. Οἱ σπηλιές εἶναι συνήθως σκοτεινές. Ἔτσι καί ἡ συνείδησή μας. Ἄν θέλουμε νά δοῦμε τί ἔχει μέσα, πρέπει νά ἀνάψουμε φῶς γιά νά βλέπουμε. Μέσα, λοιπόν, στήν ψυχή μας, κρύβεται ἡ δεύτερη ἀρκούδα: τά πάθη μας, οἱ χρόνιες ἁμαρτωλές μας ἀδυναμίες, οἱ ἁμαρτωλοί λογισμοί μας. Ὅταν τά δοῦμε, κάπως καθαρά, μᾶς πιάνει τρόμος! Γι᾿ αὐτό δέν θέλουμε νά τά βλέπουμε. Τρέχομε ἔξω ἀπό τήν «σπηλιά» τῆς συνείδησής μας, γινόμαστε ἐξωστρεφεῖς. Καί τότε πέφτουμε στήν πρώτη ἀρκούδα, τήν ἀπιστία. Καί γίνεται ἡ ζωή μας κόλαση! Κόλαση, ἐνῶ βρισκόμαστε ἀκόμη σ᾿ αὐτήν τήν ζωή!

            Χρειαζόμαστε ἐπειγόντως «φῶς» καί «ὅπλα». Φῶς πνευματικό γιά νά δοῦμε τί κουβαλᾶμε μέσα μας καί ὅπλα πνευματικά γιά νά ἐξοντώσουμε τά θηρία τῶν παθῶν μας.

            Κάθε ἡμέρα, ὅλη τήν Μεγάλη Τεσσαρακοστή, στό τέλος τοῦ ὄρθρου (=πρωϊνή προσευχή) ψάλλομε ἕνα τροπάριο πού λέγεται «φωταγωγικόν», δηλ. τροπάριο πού «φέρνει φῶς»! Ὅλα τά φωταγωγικά ἔχουν σχεδόν τό ἴδιο περιεχόμενο. Νά, τό φωταγωγικό τοῦ τρίτου ἤχου:

            -Ἐξαπόστειλε, Χριστέ ὁ Θεός, τό φῶς σου τό ἀΐδιο καί φώτισε τά μάτια τά κρυφά τῆς καρδιᾶς μου, μέ τίς πρεσβεῖες τῆς Θεοτόκου καί σῶσε με (Τριώδιον).

            Εἶναι ἀκριβῶς τό πνευματικό φῶς πού χρειαζόμαστε. Ὅμως, γιά νά στείλει αὐτό τό φῶς ὁ Χριστός, ἀπαιτοῦνται κάποιες προϋποθέσεις, πού εἶναι:

  • Νηστεία καί προσευχή.
  • Ἰδιαιτέρως ἔρευνα τῆς συνείδησής μας γιά νά «δοῦμε» τίς «ἀρκούδες» τῶν παθῶν μας, μέ τήν βοήθεια κατάλληλου ὁδηγοῦ, τοῦ ἱερέα-πνευματικοῦ μας πατέρα.

            Ἄς ἀγωνισθοῦμε, λοιπόν, γιά νά λάμψει τό πνευματικό φῶς τοῦ Χριστοῦ καί στήν δική μας καρδιά.

Ἀρχιμ. Ν. Κ.

ΣΩΜΑ ΚΑΙ ΣΑΡΑΚΟΣΤΗ

            Ἡ Μεγάλη Σαρακοστή εἶναι ἡ κατ’ ἐξοχήν περίοδος τοῦ ἐκ­κλη­­σια­στι­κοῦ ἔτους, πού δείχνει τήν τεράστια σημασία τῆς συμ­με­το­χῆς τοῦ ἀνθρωπίνου σώματος στήν λεγόμενη «πνευματική» ζωή. Καί εἶναι πολύ φυσικό, ἀφοῦ μέ τήν Σαρακοστή ἑτοιμαζόμαστε νά γιορ­τάσουμε ὄχι μόνο τήν Ἀνάσταση τοῦ Χριστοῦ ἀλλά καί τήν - δι’ αὐτῆς - ἀνάσταση καί τῶν δικῶν μας σωμάτων.

            Δέν ὑπάρχει ἄλλη θρησκευτική παράδοση, πού νά τιμάει τόσο πο­λύ, νά σώζει καί τελικά νά δοξάζει τό ἀνθρώπινο σῶμα.

Ὁ Χρι­στός καί ἡ Ἐκκλησία Του μᾶς παρέδωσαν ἕνα πλούσιο «πρό­γραμ­μα ἀσκήσεων» γιά τήν περίοδο τῆς Σαρακοστῆς, τό ὁποῖο, φυσικά, πρέπει νά προσαρμόζεται στίς δυνάμεις καί στίς ἀντοχές τοῦ καθενός μέ τήν βοήθεια τοῦ πνευματικοῦ του πατρός.

ΚΑΙ ὁ σωματικός κόπος τῆς νηστείας ΚΑΙ ὁ σωματικός κό­πος τῆς προσευχῆς (γονυκλισίες, ὀρθοστασία, αὐξημένες ἀκο­λου­θίες) δέν ἀποσκοποῦν σέ ἕνα κενόδοξο «πρωταθλητισμό», ἀλλά

  • στήν πιό συχνή καί αἰσθητή μνήμη τοῦ Σωτηρίου Πάθους τοῦ Χρι­στοῦ·
  • στήν συναίσθηση ὅτι οἱ ἁμαρτίες, πού ἀνέβασαν τόν Χριστό στόν Σταυ­ρό ἔγιναν καί μέ τό σῶμα μας· καί
  • στήν μαρτυρία ὅτι ὁ Χριστός δέν ἦλθε... νά καθίσει σέ μιά κα­ρέκλα καί νά μᾶς κά­­νει ἁπλῶς ἠθικές διδασκαλίες. Ἀντίθετα ἦλθε, ντύθηκε ἀνθρώ­πι­­νο σῶμα καί ἔπαθε ΚΑΙ σωματικά μαρτύρια καί θάνατο σταυρικό, γιά νά ἀνακαινίσει καί νά σώσει ὄχι μόνο τήν ψυχή μας ἀλλά καί τό σῶ­μα μας.

*    *    *

            Πρίν δυό χρόνια μετεστράφη στήν Ὀρθοδοξία ὁ πρώην ρω­μαι­­ο­καθο­λι­κός Ἑλβετός ἱερομόναχος καί ἐρημίτης π. Γαβριήλ Bun­ge. Ἀνάμεσα στά πολλά βιβλία του ξεχωρίζει τό βιβλίο «Πήλινα σκεύη», ὅπου ἐξηγεῖ ἀναλυτικά πῶς τό «πήλινο σκεῦος» τοῦ σώματός μας, γίνεται ἕνα θαυμάσιο ἐργαλεῖο καθάρσεως,  ἁγιασμοῦ καί σωτηρίας μας, ὅταν πρόθυμα καλλιεργεῖ τίς χριστομίμητες ἀσκή­σεις τῆς νη­στείας καί τῆς προσευχῆς.

            Σέ πρόσφατη συνέντευξή του ὁ π. Γαβριήλ ἐτόνισε:

            «Δέν μπορεῖς νά μάθεις νά προσεύχεσαι... καθισμένος σέ μιά πολυ­θρό­να. Ἄν εἶσαι ἕτοιμος νά γονατίσεις, νά μετανοήσεις εἰλι­κρινά, νά ὑψώσεις τά μά­τια καί τά χέρια στόν οὐρανό, τότε πολλά πράγματα θά σοῦ ἀποκα­λυ­φθοῦν. Μπορεῖ νά διαβάζεις βιβλία, νά παρακολουθεῖς διαλέξεις, νά συζητᾶς μέ ἄλ­λους. Ἀλλά ποιά εἶναι ἡ ἀξία ὅλων αὐτῶν, ἄν δέν κάνεις ἕνα πραγματικό βῆμα πρός τά ἐμπρός, ἀσκώντας τό σῶμα σου στήν νηστεία καί στήν προσευχή; Δέν εἶναι δυνατόν νά μάθει κάποιος νά κολυμπάει ἀπό τήν καρέκλα! Ὁ μόνος τρό­πος γιά νά μάθει κάποιος κολύμπι, εἶναι νά πέσει  μέσα στό νερό!».

Ἀρχιμ. Β. Λ.

Η ΜΥΣΤΙΚΗ ΡΑΒΔΟΣ

            Μι­ὰ ἀ­π᾿ τὶς σο­βα­ρώ­τε­ρες ἐ­πα­να­στά­σεις τῶν Ἑ­βραί­ων πρὸς τὸν ἡ­γέ­τη τους Μω­υ­σῆ ἦταν αὐ­τὴ τῶν Κο­ρέ, Δα­θὰν καὶ Ἀ­βει­ρών, ποὺ μὲ ἄλ­λους 250 ἐ­πι­φα­νεῖς Ἰσ­ρα­η­λί­τες καὶ ἀρ­κε­τὸ πλῆ­θος λα­οῦ ἀμ­φι­σβήτη­σαν τὸν Ἀ­α­ρών, ὡς τὸν μό­νο ἀ­π΄ τὸν Θε­ὸ ἐ­κλεγ­μέ­νο ἀρ­χι­ε­ρέ­α. Ἡ ἀπάν­τη­ση τοῦ Θε­οῦ ἦ­ταν ἄ­με­ση καὶ ἡ τι­μω­ρί­α τους δρα­στι­κή, γιὰ νὰ πα­ρα­δειγ­μα­τι­σθεῖ ὁ ἰδιαίτε­ρα ἀ­πει­θὴς καὶ σκλη­ρο­κάρ­διος λα­ὸς τοῦ Ἰσ­ρα­ήλ. Γιὰ νὰ στε­ρε­ώ­σει πε­ρισ­σό­τε­ρο τὴν ἀστα­θῆ τους πί­στη ὁ Θε­ός, εἶ­πε τε­λι­κὰ στὸν Μω­υ­σῆ:

            «Κά­θε ἀρ­χη­γὸς φυ­λῆς νὰ σοῦ δώ­σει ἀ­πὸ ἕ­να ρα­βδί. Θὰ συγ­κεν­τρώ­σεις δώ­δε­κα ραβδιὰ καὶ θὰ γρά­ψεις στὸ κα­θέ­να τὸ ὄ­νο­μα τοῦ ἀρ­χη­γοῦ κά­θε φυ­λῆς. Στὸ ρα­βδὶ τῆς φυ­λῆς τοῦ Λευῒ θὰ γρά­ψεις τὸ ὄ­νο­μα τοῦ Ἀ­α­ρών. Θὰ τὰ βά­λεις ὅ­λα στὴ Σκη­νὴ τοῦ Μαρ­τυ­ρί­ου, μπρο­στὰ στὸ ἱ­λα­στή­ριο (τὸ χρυ­σὸ κά­λυμ­μα τῆς Κι­βω­τοῦ τῆς Δι­α­θή­κης μὲ τὰ δύ­ο χρυ­σᾶ Χερου­βίμ), ὅ­που σᾶς ἐμ­φα­νί­ζο­μαι. Τὸ ρα­βδὶ τοῦ ἄν­δρα ποὺ θὰ ἐ­κλέ­ξω θὰ βλα­στή­σει καὶ ἔ­τσι θὰ ἡ­συ­χά­σω ἀ­π᾿ τὰ πα­ρά­πο­να τῶν Ἰσ­ρα­η­λι­τῶν ἐ­ναν­τί­ον σου».

             Ὁ Μω­υ­σῆς μά­ζε­ψε τὰ δώ­δε­κα ρα­βδιὰ καὶ τὰ το­πο­θέ­τη­σε ἐ­νώ­πιον τοῦ Κυ­ρί­ου στὴ Σκη­νὴ τοῦ Μαρ­τυ­ρί­ου. Τὴν ἄλ­λη μέ­ρα ἡ ρά­βδος τοῦ Ἀ­α­ρών, τῆς φυ­λῆς τοῦ Λευ­ΐ, εἶ­χε βλαστή­σει. Ἔ­βγα­λε φύλ­λα, ἄν­θι­σε λου­λού­δια καὶ ἔ­δε­σε καρ­πούς. Ὅ­λοι οἱ Ἰσ­ρα­η­λί­τες εἶ­δαν τὸ θαῦ­μα. Ὁ Κύ­ριος εἶ­πε στὸν Μω­υ­σῆ: «Βά­λε τὴ ρά­βδο τοῦ Ἀ­α­ρὼν στὴν Κι­βω­τό, ὥ­στε νὰ εἶ­ναι ση­μεῖ­ο γιὰ τοὺς ἀ­πει­θεῖς. Ἔ­τσι θὰ στα­μα­τή­σει ὁ γογ­γυ­σμός τους ἐ­ναν­τί­ον μου καὶ δὲν θὰ πεθά­νουν»(Ἀ­ριθμ. 17, 16-26).

            Ἡ βλα­στή­σα­σα ρά­βδος τοῦ Ἀ­α­ρών, μιὰ ἀ­πὸ τὶς πιὸ ἠ­χη­ρὲς μαρ­τυ­ρί­ες τοῦ Θε­οῦ πρὸς τὸ λα­ό του, ἦ­ταν καὶ ἕ­να δυ­να­τὸ σύμ­βο­λο μιᾶς ἄλ­λης, μελ­λον­τι­κῆς πραγ­μα­τι­κό­τη­τας. Ἦ­ταν εἰ­κό­να τῆς Θε­ο­τό­κου, τῆς πα­να­γί­ας μη­τέ­ρας τοῦ Υἱ­οῦ τοῦ Θε­οῦ. Ἀ­κοῦ­με στοὺς Χαι­ρε­τι­σμούς, ποὺ ψάλ­λον­ται τὴ Με­γά­λη Σα­ρα­κο­στὴ στὴν Ἐκ­κλη­σί­α, πὼς ἡ Πα­να­γί­α εἶ­ναι «ἡ ρά­βδος ἡ μυστι­κή, ἄν­θος τὸ ἀ­μά­ραν­τον ἡ ἐξαν­θή­σα­σα».

             Ὅ­πως δηλ. τὸ ξε­ρὸ ρα­βδὶ τοῦ Ἀ­α­ρών, ἔ­ξω ἀ­πὸ κά­θε νό­μο καὶ κα­νό­να τῆς φύ­σης, ἔβγα­λε φύλ­λα, ἄν­θη καὶ καρ­πό, ἔ­τσι καὶ στὸ πρό­σω­πο τῆς ἐ­κλε­κτῆς ὅ­λων τῶν γε­νε­ῶν, κα­τὰ θέ­λη­μα Θε­οῦ, «νι­κᾶ­ται φύ­σε­ως τά­ξις». Ὑ­περ­βαί­νον­τας κά­θε ἀν­θρώ­πι­νη λο­γι­κὴ καὶ φυ­σι­κὸ νόμο ἡ Παρ­θέ­νος ἄ­νευ ἀν­δρὸς γεν­νᾶ ὡς ἄν­θρω­πο τὸν ἴ­διο τὸν Υἱ­ὸ τοῦ Θε­οῦ. Γι᾿ αὐ­τὸ καὶ «κα­τε­πλά­γη Ἰ­ω­σὴφ τὸ ὑ­πὲρ φύ­σιν θε­ω­ρῶν», λέ­με σὲ ἄλ­λο τρο­πά­ριο. Βλέ­πον­τας ὁ Ἰ­ω­σὴφ τὸ ὑ­πέρ­λο­γο θαῦ­μα τῆς Γέν­νη­σης τοῦ Χρι­στοῦ, πα­ρο­μοιά­ζει τὴν πρὸ τό­κου, ἐν τό­κῳ καὶ με­τὰ τόκον Παρ­θέ­νο με­τα­ξὺ ἄλ­λων καὶ μὲ τὴν «ρά­βδον Ἀ­α­ρὼν τὴν βλα­στή­σα­σαν».

            Ρά­βδο ὅ­μως ὑ­πο­νο­εῖ προ­φη­τι­κὰ καὶ ὁ Ἡ­σα­ΐ­ας τὴν Παρ­θέ­νο, ὅ­ταν λέ­γει ὅ­τι «θὰ προέλθει ρά­βδος ἐκ τῆς ρί­ζης Ἰ­εσ­σαὶ καὶ ἄν­θος θὰ ἀν­θί­σει ἀ­πὸ αὐ­τὴν» (Ἡσ. 11, 1). Τὸ ψάλ­λει ἡ Ἐκ­κλη­σί­α θρι­αμ­βευ­τι­κά: «Ρά­βδος ἐκ τῆς ρί­ζης Ἰ­εσ­σαὶ καὶ ἄν­θος ἐξ αὐ­τῆς Χρι­στέ, ἐκ τῆς Παρ­θέ­νου ἀ­νε­βλά­στη­σας». Ἡ Παρ­θέ­νος εἶ­ναι ἡ ρά­βδος, τὸ κλα­δὶ ποὺ προ­έρ­χε­ται ἀ­πὸ τὴ ρί­ζα τοῦ Δαυ­ῒδ καὶ τοῦ Ἰ­εσ­σαί, ἀ­πὸ τὴ φυ­λὴ τοῦ Ἰ­ού­δα, ὅ­πως προ­φη­τεύ­ει γι᾿ αὐ­τὸν ὁ πα­τέ­ρας του, ὁ πα­τριά­ρχης Ἰ­α­κώβ: «Δὲν θὰ ἐ­κλεί­ψει ἄρ­χον­τας ἀ­π᾿ τοὺς ἀ­πο­γό­νους τοῦ Ἰ­ού­δα, μέ­χρις ὅ­του ἔλ­θει αὐ­τὸς ποὺ θὰ εἶ­ναι ἡ προσ­δο­κί­α τῶν ἐ­θνῶν» (Γεν. 49, 10).

            Θα­λε­ρὸ κλα­δί, ρά­βδος λοι­πὸν ἡ Θε­ο­μή­τωρ, ποὺ βλα­στά­νει, ἀν­θο­φο­ρεῖ καὶ καρ­πο­γο­νεῖ τὸν Χρι­στό. Ἐ­μεῖς τώ­ρα τί εἴ­μα­στε; Ξε­ρὸ ρα­βδὶ ἢ μή­πως κα­τα­πρά­σι­νο κλα­δὶ μὲ ἄν­θος καὶ   καρ­πὸ μυ­στι­κὸ στὴν ψυ­χή μας τὸν ἴ­διο τὸν Χρι­στό; Ἐ­κεῖ­νος ἄλ­λω­στε τὸ εἶ­πε, πὼς ὁ κα­θέ­νας μας μπο­ρεῖ νὰ γί­νει μη­τέ­ρα του καὶ ἀ­δελ­φὸς καὶ ἀ­δελ­φή του (Ματθ. 12, 50).

 

Πρωτ. Δ. Μ.

Αγιολογιο

Αγιον Ορος

Αγιοι της Λεσβου

©2005-2016 Zoiforos.gr || Σχεδίαση - Ανάπτυξη Lweb.GR

Login or Register

Register

User Registration
or Cancel