ΜΙΑ... ΚΑΡΔΙΟΛΟΓΙΚΗ ΕΠΕΜΒΑΣΗ
Μέρες καλύτερες θά ‘ρθοῦν / τό λέει τό ἔνστικτό μας
αὐτό τό κάτι μέσα μας / τό ἐντελῶς δικό μας
Λόγια πού τά ἀκούσαμε, τά τραγουδήσαμε, μᾶς ἄγγιξαν, μᾶς μάγεψαν καί μᾶς γέμισαν ἐλπίδες! Μποροῦμε ὅμως, ὅπως ἔμμεσα μᾶς προτρέπουν, νά ἐφησυχάζουμε; Καί γενικότερα, ἐπιτρέπεται στά πνευματικά θέματα ἐφησυχασμός;
Ἡ ἐμπειρία τῶν ἁγίων καί ἡ διδασκαλία τῆς Ἐκκλησίας μας εἶναι -καί σ’ αὐτό τό σημεῖο!- σαφέστατη καί κρυστάλλινη! Δέν ὑπάρχουν περιθώρια στασιμότητας. Δέν ὑπάρχει στάσιμη κατάσταση. Ὁ ἄνθρωπος ἤ πρός τά «ἄνω» θά βαδίζει, ἤ πρός τά «κάτω». Γιατί, ὅταν σταματήσει τίς προσπάθειές του καί τόν προσωπικό του ἀγώνα γιά τήν ἀπόκτηση τῶν ἀρετῶν, ἡ ψυχή παρασύρεται ἀπό χρόνιες συνήθειες καί τήν πνευματική ραθυμία· ἡ καρδιά σκληραίνει· καί ὅλο τό «Εἶναι» μας πέφτει σέ μιά φθοροποιό νωθρότητα, καί τέλος, σέ πώρωση.
Τί κάνουμε λοιπόν; Ὑπάρχει ἐλπίδα; Ὑπάρχει λύση; Πῶς ξεκινᾶμε, γιά νά πᾶμε λίγο πιό κοντά στόν Χριστό; Πῶς «βάζουμε ἀρχή» (ὅπως ἔλεγαν οἱ ἅγιοι Πατέρες) στόν προσωπικό μας ἀγώνα;
Ἄς δοῦμε, πῶς ἀντιμετώπισε τό θέμα αὐτό ἕνας ἅγιος· ὁ ἅγιος Ποιμήν (γιορτάζει στίς 27 Αὐγούστου).
* * *
Κάποτε τόν ἐπισκέφθηκαν μερικοί μοναχοί, πού -ὅπως γίνεται φανερό ἀπό τό ἐρώτημά τους- εἶχαν σύνεση, περίσκεψη καί εἰλικρινές πνευματικό ἐνδιαφέρον. Καί τόν ρώτησαν:
-Πῶς θά καταφέρουμε νά νικήσουμε τή σκληρότητα τῆς καρδιᾶς μας; Πῶς μποροῦμε νά κάνουμε τήν καρδιά μας λίγο πιό μαλακή; Λίγο πιό ἀνθρώπινη; Νά ἀποκτήσει φόβο Θεοῦ;
Τούς ἀπάντησε ὁ ἅγιος:
-Τό νερό εἶναι ἀπό τή φύση του ἁπαλό καί μαλακό, (τό χαρακτηρίζει ἔτσι ὁ ἅγιος, ἐπειδή τό σχῆμα του μεταβάλλεται πολύ εὔκολα). Ἀντίθετα, ἡ πέτρα εἶναι ἀπό τή φύση της πολύ σκληρή. Κι ὅμως! Ἄν τύχει πάνω ἀπό μιά πέτρα νά εἶναι κρεμασμένο ἕνα δοχεῖο μέ νερό, πού στάζει ἀδιάκοπα στό ἴδιο σημεῖο, τό «ἁπαλό» νερό τρυπάει τή «σκληρή» πέτρα! Τό ἴδιο συμβαίνει καί μέ μᾶς. Ὁ λόγος τοῦ Θεοῦ εἶναι ἁπαλός καί μαλακός. Ἡ καρδιά μας εἶναι σκληρή. Κι ὅμως! Ὅταν ὁ ἄνθρωπος ἀκούει τακτικά καί μέ προσοχή τό λόγο τοῦ Θεοῦ, ἡ καρδιά του «τρυπάει»· μαλακώνει! Ἀποκτάει κατάνυξη καί φόβο Θεοῦ.
Γιατί, ὅπως θεόπνευστα σημειώνει ὁ Ἀπόστολος Παῦλος: «Ὁ λόγος τοῦ Θεοῦ εἶναι ζωντανός καί δραστικός. Πιό κοφτερός ἀπό κάθε δίκοπο σπαθί. Εἰσχωρεῖ βαθιά, ὡς ἐκεῖ πού χωρίζει τό κόκαλο ἀπό τό μεδούλι· καί κρίνει τούς διαλογισμούς καί τῆς προθέσεις τῆς καρδιᾶς» (Ἑβρ. 4,12).
* * *
Ἔχουν ἀποκαλέσει τήν πατρίδα μας: «τόπο τῆς πέτρας καί τῆς θυσίας»!
Γιά τίς «πέτρες» πού μᾶς περιβάλλουν, ἀλλά καί γι’ αὐτές πού ἔχουμε μέσα μας (=τήν πέτρινη ἀπό τίς ἁμαρτίες καρδιά μας), μιλήσαμε πολύ συνοπτικά. Καί ἀναπτύξαμε μιά ἀποτελεσματική συνταγή. Μά αὐτό δέν ἀρκεῖ. Θά πρέπει νά ἀσχοληθοῦμε καί μέ τό ἄλλο σκέλος: μέ τίς «θυσίες» -θεάρεστες καί σωστικές- πού πρέπει νά καταβάλλουμε συνέχεια. Χωρίς ἐφησυχασμούς, στασιμότητες καί ὀπισθοχωρήσεις. Γιά νά ἀνταποκριθοῦμε στίς ἀπαιτήσεις καί τίς προδιαγραφές τῆς τιμητικῆς γιά μᾶς ὀνομασίας μας ὡς πνευματικῶν ἀνθρώπων· καί Ὀρθοδόξων Χριστιανῶν.
Ἁπλές καί σαφεῖς προτάσεις καί προοπτικές. Ἐδῶ θά φανεῖ ἡ ἀξία μας. Ἐδῶ θά κριθοῦμε.
Ἀρχιμ. Γρηγόριος Λίχας
ΤΟ ΠΙΟ ΕΥΛΟΓΗΜΕΝΟ ΘΕΑΤΡΟ
Σέ πολλά τροπάρια τῆς περιόδου τοῦ Τριῳδίου δοξάζομε τόν Χριστό ὡς τόν «μόνον εὐδιάλλακτον». Εἶναι ὁ Μόνος, πού ζητάει ἐναγώνια ἀφορμές, περιμένει μέ λαχτάρα καί τίς πιό μικρές ἐκδηλώσεις μετανοίας μας, γιά νά συμφιλιώνεται μαζί μας. Εἶναι ὁ πιό «εὔκολος» στό νά συγχωρεῖ. Στό νά θέλει «νά τά βρῆ» μαζί μας.
Σέ μᾶς ὅμως, ὁ ἐγωισμός μας, κάνει τήν συμφιλίωση μέ τόν ἐχθρό μας, ὄχι καί τόσο εὔκολη ὑπόθεση. Συχνά χρειάζεται κάποια ἔξυπνη μεθόδευση. Κάποια καλοστημένη «σκηνοθεσία».
Ἄς δοῦμε ἕνα παράδειγμα τέτοιου εὐλογημένου «θεάτρου»:
* * *
Διαβάζομε στό Γεροντικό, γιά δυό γέροντες, πού εἶχαν ἔχθρα μεταξύ τους. Ἔτυχε κάποτε ὁ ἕνας ἀπό αὐτούς νά ἀρρωστήσει. Ἦλθε λοιπόν ἕνας ἀδελφός νά τόν ἐπισκεφθῆ. Τότε ὁ γέροντας παρακαλοῦσε τόν ἀδελφό καί τοῦ ἔλεγε:
- Ἐγώ καί ὁ τάδε γέροντας ἔχουμε ἐνοχληθῆ μεταξύ μας καί ἤθελα νά τόν παρακαλέσεις νά συμφιλιωθοῦμε.
Ὁ ἀδελφός δέχθηκε νά βοηθήσει στήν συμφιλίωσή τους. Καί φεύγοντας ἄρχισε νά σκέπτεται μέσα του, πῶς θά μεθοδεύσει τό πρᾶγμα. Γιατί φοβόταν, μήπως δέν δεχθῆ ὁ ἄλλος τήν παράκληση, καί ἔτσι ἡ ἔχθρα γίνει μεγαλύτερη.
Κατ’ οἰκονομία Θεοῦ, ἐκείνη τήν ἡμέρα κάποιος ἄλλος ἀδελφός τοῦ ἔφερε μερικά φροῦτα. Ὁ ἀδελφός διάλεξε τά καλύτερα ἀπό αὐτά, καί ἐπῆγε καί τά ἔδωκε πρός τόν γέροντα, τόν ὁποῖο σκεπτόταν νά ἐπισκεφθῆ. Καί τοῦ εἶπε:
- Πάτερ, τοῦ εἶπε, αὐτά τά ἔφερε κάποιος στόν τάδε γέροντα πού εἶναι ἄρρωστος, καί ἐπειδή ἔτυχε νά βρεθῶ ἐκεῖ, μοῦ τά ἔδωσε νά στά φέρω.
Ἐκεῖνος ἔμεινε μέ ἀνοικτό τό στόμα:
- Σ’ ἐμένα τά ἔστειλε αὐτά; κατάφερε μόνο νά ρωτήσει.
- Ναί, πάτερ. Σ’ ἐσένα, ἀπάντησε ὁ ἀδελφός.
- Εὐχαριστῶ. Νά εἶναι καλά, εἶπε τώρα ὁ γέροντας.
Ἔπειτα, ὁ ἀδελφός γύρισε στό κελλί του· πῆρε τά ὑπόλοιπα φροῦτα καί τά ἔφερε στόν ἄλλο γέροντα, πού ἦταν ἄρρωστος.
- Πάρε αὐτά, πάτερ, τοῦ εἶπε. Σοῦ τά στέλνει ὁ τάδε γέροντας.
Κι ἐκεῖνος, γεμᾶτος χαρά, ρωτάει:
- Λοιπόν συμφιλιωθήκαμε;
- Ναί, πάτερ, ἀπάντησε ὁ ἀδελφός. Μέ τίς εὐχές σου!
* * *
Πόσες φορές πιάνουμε τόν ἑαυτό μας νά μεταφέρει στούς ἄλλους, ἀντί γιά τά «γλυκά φροῦτα» τῆς συδιαλλαγῆς καί τῆς εἰρήνης, τό «δηλητήριο» τῆς ρουφιανιᾶς καί τῶν πικρῶν λόγων;
Πόσες φορές, εἰς τό ὄνομα μιᾶς καταραμένης δῆθεν «εἰλικρίνειας», τρέχουμε νά ἐνημερώσουμε τούς φίλους μας γιά τά πικρόχολα σχόλια τρίτων, σπέρνοντας τήν ταραχή καί τό μῖσος;
Πόσες φορές, βγάζοντας δικά μας ἀπωθημένα, πᾶμε δῆθεν νά «προστατέψουμε» τούς «δικούς μας», κατακρίνοντας καί «θάβοντας» τούς ἄλλους, καί δημιουργώντας «ἀντίπαλα στρατόπεδα», ἐκεῖ πού δέν ὑπάρχουν;
Πόσο προτιμότερο θά ἦταν, νά βάζαμε τό «ξερό» μας νά σκεφθῆ τρόπους συμφιλίωσης τῶν ἄλλων καί νά βάζαμε τά «χεράκια» μας, γιά νά κτιστοῦν γέφυρες ἀνάμεσα σέ πρόσωπα, πού ἔχουν χαλάσει τίς καρδιές τους;
Καί πόσο καλύτερο θά ἦταν, νά ἀρχίζαμε νά κτίζουμε τέτοιες «γέφυρες», κάνοντας προσευχή στόν ΜΟΝΟ ΕΥΔΙΑΛΛΑΚΤΟ Κύριό μας, νά μαλακώσει τίς καρδιές καί νά λιώσει τούς πάγους τοῦ φθόνου καί τῆς κακίας;
Ἀρχιμ. Β.Λ.
Η ΑΓΙΑ ΤΡΙΑΣ
ΝΥΝ ΚΑΙ ΑΕΙ
Στήν Α’ Οἰκουμενική Σύνοδο (325 μ.Χ.) συμμετεῖχε καί ὁ γνωστός μας θαυματουργός ἅγιος Σπυρίδων. Ἐκεῖ, ὁ κατά κόσμον ἀγράμματος ἅγιος συζήτησε μέ ἕναν θεολόγο-φιλόσοφο γιά τήν Ἁγία Τριάδα.
Εἶπε, λοιπόν, ὁ ἅγιος:
-Ἡ ἁγία Τριάδα εἶναι ἕνας Θεός. Δέν εἶναι τρεῖς διαφορετικοί Θεοί. Οὔτε ἕνας μέ τρία πρόσωπα. Ὁ Πατέρας εἶναι ἀγέννητος. Ὁ Υἱός (ὁ Χριστός δηλ. πού ἔγινε ἄνθρωπος ἀπό τήν Παρθένο Μαρία) γεννᾶται ἀπό τόν Πατέρα. Καί τό Ἅγιον Πνεῦμα ἐκπορεύεται ἀπό τόν Πατέρα. Αὐτά μᾶς τά ἀποκάλυψε ὁ Χριστός στό Εὐαγγέλιο. Ἄς μήν ἔχουμε τήν ἀπαίτηση νά καταλάβουμε τό κορυφαῖο αὐτό μυστήριο τοῦ Θεοῦ, μέ τίς πεπερασμένες δυνάμεις πού διαθέτει τό φτωχό μυαλουδάκι μας.
Καί ἐπειδή μερικοί δέν μποροῦσαν οὔτε νά «ἐξηγήσουν» οὔτε νά καταλάβουν, πῶς ὁ Θεός εἶναι ἕνας, καί ταυτόχρονα εἶναι Τρία Πρόσωπα, ὁ ἅγιος ἔκανε ἕνα θαῦμα.
Πῆρε ἕνα κεραμίδι καί εἶπε:
-Εἰς τό ὄνομα τοῦ Πατρός· καί ἀμέσως ἡ φλόγα, πού χρησιμοποιήθηκε γιά νά ψηθῆ τό κεραμίδι, ἀνέβηκε πρός τά πάνω.
Μετά λέγει:
-Καί τοῦ Υἱοῦ· καί τότε τό νερό, πού χρησιμοποιήθηκε γιά τό πλάσιμο τοῦ κεραμιδιοῦ, ἔτρεξε πρός τά κάτω.
-Καί τοῦ Ἁγίου Πνεύματος· καί τό χῶμα ἀπό τό ὁποῖο εἶχε πλασθῆ τό κεραμίδι, ἔμεινε στό χέρι τοῦ ἁγίου.
-Νά, λοιπόν, τούς λέγει ὁ ἅγιος, τό κεραμίδι εἶναι ἕνα. Ἀλλά ἀποτελεῖται ἀπό τρία πράγματα-συστατικά. Ἀπό αὐτό τό παράδειγμα νά πάρετε μιά ἀμυδρή εἰκόνα γιά τήν ἁγία Τριάδα. Πιστεύετε ἀκράδαντα σ’ Αὐτήν καί θά σωθῆτε. Πιστεύομε ὄχι σέ κάποιον Θεό, ἀλλά στήν Ἁγία Τριάδα ὅπως μᾶς Τήν φανέρωσε ὁ Χριστός.
* * *
Ἐρευνοῦμε καί ἐξετάζουμε τά πράγματα στήν πίστη μας, ἐκεῖ ὅπου χωράει ἔρευνα μέ τό μυαλό μας. Ἀπό ἐκεῖ καί πέρα δοξάζουμε καί ὑμνοῦμε τήν Ἁγία Τριάδα γιά τό ἄπειρο πέλαγος ἀγάπης πού μᾶς ἔδειξε.
Γι’ αὐτό, λοιπόν, ὅλες οἱ ἐκφωνήσεις (δηλ. ἡ τελευταία πρόταση στίς εὐχές πού διαβάζει ὁ ἱερέας) τῆς θείας Λειτουργίας, ἀποτελοῦν δοξολογία τοῦ Πατρός καί τοῦ Υἱοῦ καί τοῦ ἁγίου Πνεύματος. Καί καταλήγουν μέ τήν γνωστή φράση:
-Νῦν καί ἀεί καί εἰς τούς αἰῶνας τῶν αἰώνων.
Νῦν: τώρα, γιά τό παρόν πού ζοῦμε στόν σημερινό ὑλικό κόσμο.
Ἀεί: πάντοτε, δηλ. καί στό μέλλον, ὅσο θά διαρκεῖ ὁ παρών κόσμος.
Εἰς τούς αἰῶνας τῶν αἰώνων: στήν αἰωνιότητα τῆς βασιλείας τοῦ Θεοῦ. Πέρα ἀπό τόν χρόνο τοῦ παρόντος προσωρινοῦ ὑλικοῦ κόσμου.
Πόσο ἀξίζει ἡ φράση πού λέμε σέ πλῆθος τροπαρίων, εὐχῶν, ὕμνων τῆς Ἐκκλησίας μας:
-Δόξα Πατρί καί Υἱῷ καί Ἁγίῳ Πνεύαμτι, νῦν καί ἀεί καί εἰς τούς αἰῶνας τῶν αἰώνων.
Ἀρχιμ. Ν.Κ.
Ἁγίου Ἰωάννου τοῦ Χρυσοστόμου
Η ΣΠΙΘΑ ΚΑΙ ΤΑ ΦΡΥΓΑΝΑ
-Τί; Ἔχεις κάμει ἁμαρτήματα πολλά;
-Μήν ἀπελπίζεσαι!..
-Τί; Ἐξακολουθεῖς και ἁμαρτάνεις κάθε ἡμέρα;
-Μήν ἀπελπίζεσαι! Ἀλλά καί μή μένεις μέ τά χέρια «σταυρωμένα»!..
Τί νά κάμω;
* * *
Ἡ πνευματική ζωή μοιάζει μέ ἕνα σπίτι. Σπίτι καινούργιο. Τό καινούργιο σπίτι, ὅσο καλή καί ἄν εἶναι ἡ κατασκευή, μέ τό χρόνο ὑφίσταται φθορές. Καί χρειάζεται ἐπισκευές καί ἀνακαίνιση. Καί οἱ καλοί νοικοκύρηδες, ὅλο καί τό περιποιοῦνται τό σπίτι τους. Καί κάθε χρόνο τό κάνουν ὀμορφότερο.
Ἡ πνευματική ζωή μας ὑφίσταται φθορές ἀπό τίς ἁμαρτίες μας. Καί μερικές φορές μάλιστα ζημίες, πού κάνουν τήν ψυχή μας ἐρείπιο, βόθρο, κοπρώνα.
Ἀσφαλῶς τό σπίτι σου τό θέλεις νά λάμπει καί νά μοσχοβολάει. Τήν ψυχή σου, γιατί τήν ἀφήνεις στήν κατάσταση πού τήν ἔφεραν οι ἁμαρτίες σου;
Καί λοιπόν; Τί νά κάμω;
* * *
Τί νά κάμεις;
Ἄρχισε τήν ἀνακαίνιση.
Μέ τήν προσευχή· μέ τήν ἐπιδιόρθωση· μέ τήν νηστεία· μέ τήν μετάνοια· μέ τήν θεία κοινωνία.
Καί μή τό ξεχνᾶς:
Οἱ ἁμαρτίες σου, ὅλες μαζί, εἶναι γιά τό Θεό μιά σπίθα. Ἡ εὐσπλαγχνία Του μιά θάλασσα!.. Ἡ ὕπαρξή σου εἶναι ἕνας σωρός φρύγανα.
Ρίξε τίς ἁμαρτίες σου στό ἀπέραντο πέλαγος τῆς εὐσπλαγχνίας τοῦ Κυρίου, νά σβήσουν! Καί θά σβήσουν.
Μήν τίς ἀφήνεις νά μένουν ἐπάνω στήν ὕπαρξή σου. Γιατί ἡ σπίθα μέσα στά φρύγανα θά δράσει. Καί θά ἀνάψουν. Καί θά σέ κάψουν.
(Ἐλεύθερη ἀπόδοση)