Logo
Print this page

«Λυχνία» Οκτώβριος 2011

Μηνιαίο Περιοδικό Ι.Μ. Νικοπόλεως & Πρεβέζης Αρ. Φύλλου 339 Οκτώβριος 2011      

«ΤΟ ΚΛΟΥΒΙ ΚΑΙ ΤΟ ΜΑΝΤΡΙ» του Αρχιμ. Β. Λ.

«Η ΤΡΙΧΑ» του Αρχιμ. Ν. K

«Η ΒΛΑΣΤΗΜΙΑ ΚΑΙ ΤΟ ΚΟΜΠΟΣΧΟΙΝΙ» του Πρωτ. Δ. Μ.

«ΓΙΑΓΙΑ, ΝΑ ΜΕ ΠΕΡΙΜΕΝΕΙΣ» του Πρωτοπρεσβ. Αδαμαντίου Αυγουστίδη

ΤΟ ΚΛΟΥΒΙ ΚΑΙ ΤΟ ΜΑΝΤΡΙ

Ὁ μεγάλος Τσέχος συγγραφέας Φράντς Κάφκα, μιλώντας κάποτε γιά τούς ἐχθρούς τῆς ἀνθρώπινης ἐλευθερίας, χρησιμοποίησε τήν πετυχημένη εἰκόνα: «Ἕνα κλουβί βγῆκε σέ ἀναζήτηση πουλιοῦ».

            Μιά προσεκτική ματιά στό σύγχρονο κόσμο ἀρκεῖ, γιά νά διακρίνει κανείς τεράστιο πλῆθος «κλουβιῶν» πού ἀναζητοῦν ... «χαζοπούλια». Τό ἀλκοόλ, τά ναρκωτικά, ἡ σαρκολατρεία καί ὁ τζόγος ἀποτελοῦν τά πιό κραυγαλέα παραδείγματα τέτοιων «κλουβιῶν». Πόσοι ἄνθρωποι αὐτοφυλακίζονται σέ αὐτά τά πάθη καί σιγοπεθαίνουν, στερημένοι ἀπό τό ὀξυγόνο τῆς ἀληθινῆς ἐλευθερίας!

Ἐκτός ὅμως ἀπό τά φανερά «κλουβιά» ὑπάρχουν καί τά καμουφλαρισμένα. Τέτοια εἶναι οἱ διάφορες ἀρρωστημένες ἰδέες καί σάπιες «φιλοσοφίες ζωῆς», πού σερβίρονται μέ τό χρυσό περιτύλιγμα τῆς δῆθεν... ἀπελευθερωμένης καί προοδευτικῆς νοοτροπίας. Σ’ αὐτά τά «κλουβιά» πιάνονται οἱ ἐξυπνάκηδες, πού νόμισαν ὅτι, γκρεμίζοντας κάποια σωτήρια «μή», ξανοίχτηκαν ἐπί τέλους σέ πελάγη δῆθεν ἐλευθερίας καί αὐτονομίας...

*   *   *

            Στίς 26 Ὀκτωβρίου τιμᾶμε τήν μνήμη τοῦ ἁγίου Δημητρίου. Ὁ Δημήτριος νωρίς στήν ζωή του συνάντησε, ὄχι «ἕνα κλουβί πού εἶχε βγῆ σέ ἀναζήτηση πουλιοῦ» ἀλλά «ἕνα ΜΑΝΤΡΙ πού εἶχε βγῆ σέ ἀναζήτηση προβάτων»! Συνάντησε τό «Μαντρί τῆς Ἐκκλησίας».

            Θά μποροῦσε κανείς νά εἰπεῖ: «Καί τί διαφέρει τό κλουβί ἀπό τό μαντρί; Καί τά δυό ἔχουν ἴδια γεύση! Καί τά δυό περιορίζουν τήν ἐλευθερία».

Ὅμως ὁ ἅγιος ἤξερε ὅτι ἡ «Μάνδρα» τῆς Ἐκκλησίας δέν ἔχει καμμιά σχέση μέ τά «μαντριά» τοῦ κόσμου. Γιατί, ἁπλούστατα, Ποιμένα ἔχει Κάποιον, πού ἔδωσε τήν ζωή Του, γιά νά ἀπελευθερώσει τά «πρόβατά» Του ἀπό τήν σκλαβιά στήν ἁμαρτία καί στόν θάνατο, δηλαδή στά χειρότερα ἀφεντικά τοῦ κόσμου. Ἕνας τέτοιος λοιπόν Ποιμένας δέν μπορεῖ ΠΟΤΕ νά εἶναι τύραννος. Ἀντίθετα, εἶναι κάτι πολύ περισσότερο ἀπό ΣΤΟΡΓΙΚΟΣ ΠΑΤΕΡΑΣ. Καί γι’ αὐτό, ἡ ἐμπιστοσύνη σέ τέτοιο Πατέρα δέν μπορεῖ ποτέ, οὔτε νά προέρχεται ΑΠΟ ΚΑΤΑΠΙΕΣΗ, οὔτε νά ὁδηγεῖ ΣΕ ΚΑΤΑΠΙΕΣΗ. Ἕναν τέτοιο Πατέρα, Τόν ἐμπιστεύεσαι τελείως ἐλεύθερα. Ἡ ἀγάπη Του σέ «σκλαβώνει» τελείως ἐλεύθερα! Καί συγχρόνως σέ ὁδηγεῖ στήν ΑΛΗΘΙΝΗ ΕΛΕΥΘΕΡΙΑ! Σέ αὐτήν, πού ὁ Ἀπόστολος Παῦλος τήν ὀνομάζει «ἐλευθερία τῆς δόξης τῶν τέκνων τοῦ Θεοῦ».

            Αὐτό τό εὐλογημένο «Μαντρί» τῆς Ἐκκλησίας, αὐτή τήν ἀσφαλῆ Κιβωτό τῆς ἀνθρώπινης ἐλευθερίας, ὁ ἅγιος Δημήτριος Τήν ἀγάπησε σάν τό ἀληθινό του Σπίτι. Καί δούλεψε κι αὐτός νά τό στεριώσει μέ τόν λόγο τῆς διδασκαλίας του καί μέ τό αἷμα τοῦ μαρτυρίου του.

Ἀλλά καί μετά τό μαρτυρικό του τέλος, ΖΩΝΤΑΣ πιά καί τήν ἔσχατη ἐλευθερία, τήν ἐλευθερία ἀπό τόν θάνατο, συνεχίζει νά ποτίζει τό «Μαντρί» τῆς Ἐκκλησίας καί νά τό τρέφει μέ τό μῦρο τοῦ λειψάνου του καί μέ τά πολλά θαύματά του.

                                  Ἀρχιμ. Β. Λ.

Η ΤΡΙΧΑ

            Ἕνας ἄνθρωπος εἶχε ὡραῖα καί πλούσια μαλλιά. Κάθε πρωΐ τά χτένιζε μέ προσοχή. Καί τά καμάρωνε! Ὅμως, κάποια στιγμή τά μαλλιά του ἄρχισαν νά πέφτουν! Ὄχι βέβαια ὅλα μαζί! Λίγες τρίχες κάθε φορά. Μέ ἀποτέλεσμα: Ὅλο καί λιγόστευαν. Ἔτσι μετά ἀπό λίγο καιρό, ἄρχισε νά φαίνεται ἡ φαλάκρα του. Καί τέλος τά μαλλιά του ἔπεσαν ὅλα! Καί ὁ ἄνθρωπός μας ἔμεινε μέ μία μόνο τρίχα στό κεφάλι του. Καί γιά νά παρηγορῆται, αὐτήν τήν μία τρίχα, κάθε πρωΐ τήν «χτένιζε» μέ θρησκευτική εὐλάβεια!

            Μιά ἡμέρα ὅμως... ἔγινε τό κακό! Μόλις ἔβγαλε τό καπέλλο του, τί νά ἰδῆ! Ἡ μοναδική τρίχα τῆς κεφαλῆς του εἶχε μείνει μέσα. Κολλημένη στό καπέλλο! Κούνησε τό κεφάλι του πικραμένος. Καί εἶπε:

            -Τί ἔπαθα! Ἔμεινα φαλακρός!

            Θά ἀπορεῖτε. Μά δέν ἔβλεπε τήν φαλάκρα του τόσον καιρό;

            Τήν ἔβλεπε. Ἀλλά τοῦ ἄρεσε νά ἔχει μαλλιά. Καί ἔτσι καλλιεργοῦσε μέσα του τήν ψευδαίσθηση ὅτι ἔχει μαλλιά. Ἔστω καί ἄν αὐτά τά μαλλιά ἦσαν μία μόνο τρίχα!

            Ἴσως γελάμε εἰς βάρος του. Ἀλλά γιατί;

            Μήπως τό ἴδιο δέν κάνουν καί οἱ σημερινοί ἄνθρωποι;

            Ἀδιαφοροῦν οἱ γονεῖς γιά τήν χριστιανική ἀνατροφή τῶν παιδιῶν τους. Καί λοιπόν; Ὅταν οἱ νεαροί βλαστοί τους στά δεκαοκτώ τους χρόνια γίνουν ναρκομανεῖς, ὑψώνουν οἱ γονεῖς φωνή ἀπογνώσεως:

            -Γιατί Θεέ μου; Ὅλα πήγαιναν καλά. Τό παιδί μεγάλωνε φυσιολογικά! Πήγαινε ὅπου ἤθελε. Διασκέδαζε ὅπως ἤθελε.            Ἀλήθεια ὅμως. «Πήγαιναν ὅλα καλά»; Ἤ ἁπλῶς αὐτοί ἀγαπώντας τό παιδί τους ἔμοιαζαν μέ τόν γέρο, πού καλοχτένιζε τίς λίγες τρίχες πρῶτα καί τήν μία καί μοναδική στό τέλος, δίνοντας κουράγιο καί παρηγοριά στόν ἑαυτό του, ὅτι εἶχε μαλλιά;

            Δυστυχῶς, τά μάτια μας ἀνοίγουν μόνο:

            -ὅταν τό κακό προχωρεῖ τόσο πού δέν μᾶς ἐπιτρέπει πιά, νά τά κλείνωμε· καί νά βλέπωμε νοερά ψεύτικους κόσμους ὄμορφους!

            Καί λοιπόν;

            Λοιπόν χρειαζόμαστε κατεπειγόντως «ἐπέμβαση» στό μυαλό! Γιά διόρθωση. Καί θεραπεία. Πῶς θά γίνει;

            Νά, ὁ ἄνθρωπος προχωράει πάντοτε σιγά-σιγά. Ἀπό τά μικρά πάει στά μεγάλα. Αὐτό τό εἶχε καταλάβει πολύ καλά ἕνα δεκαπεντάχρονο παλληκάρι ὁ Ἰωάννης ἀπό τήν Μονεμβασία. Βρέθηκε μέ τή μάνα του αἰχμάλωτος σ᾿ ἕνα Τοῦρκο. Καί βάλθηκε ὁ ἀγᾶς νά τόν τουρκέψει. Καί ὅταν ἔφθασε ἡ νηστεία τοῦ Δεκαπενταυγούστου, ὁ Τοῦρκος δέν τοῦ ἔδινε νηστίσιμα φαγητά, γιά νά χαλάσει ὁ νέος τήν νηστεία τῆς Παναγίας. Καί νά ἀρχίσει νά γίνεται πλαδαρή ἡ συνείδησή του. Ἀλλ᾿ ὁ Ἰωάννης δέν ὑποχώρησε· δέν κάμφθηκε. Ἔμεινε δυό καί τρεῖς μέρες νηστικός. Ἡ μητέρα του τοῦ ἔλεγε:

            -Φάγε, παιδάκι μου! Νά μήν πεθάνεις. Ὁ Θεός συγχωρεῖ! Ἀφοῦ δέν τό κάνεις μέ τήν θέλησή σου. Ἄφησε προσωρινά τήν νηστεία. Εἶναι μικρό πρᾶγμα. Τήν πίστη νά μήν χάσωμε. Αὐτή εἶναι τό μεγάλο!

            -Τί λές μάνα! Ἄν δέν κρατοῦμε τά μικρά, πῶς θά κρατήσουμε τά μεγάλα;

            Μπορεῖς νά μήν θαυμάσεις τήν σοφία τοῦ μικροῦ Ἰωάννη;

            Μπορεῖς νά μήν λυπηθῆς, γιά ἐκείνους πού ἔχουν τετραπλάσια τά χρόνια του, ἀλλά οὔτε τό μισό μυαλό του;

            Μετά ἀπό λίγο ὁ ἀγᾶς θανάτωσε τόν Ἰωάννη (21 Ὀκτωβρίου 1773). Καί ἔτσι ἔγινε νεομάρτυς τῆς Ἐκκλησίας τοῦ Χριστοῦ. Μεγάλος ἐνώπιον Θεοῦ καί ἀνθρώπων.

Ἀρχιμ. Ν. Κ.

Η ΒΛΑΣΤΗΜΙΑ ΚΑΙ ΤΟ ΚΟΜΠΟΣΧΟΙΝΙ

Γράφει ὁ σοφὸς καὶ ἐνάρετος κληρικὸς π. Ἐπιφάνιος Θεοδωρόπουλος, πὼς τοῦ ἔλεγε κάποιος: «Πάτερ, ἕνα περίεργο πράγμα. Πάω νὰ βιδώσω μιὰ βίδα, δὲν βιδώνει. Προσπαθῶ, προσπαθῶ, προσπαθῶ, δὲν βιδώνει. Ἅμα πῶ μιὰ βλαστήμια, βιδώνει ἀμέσως»! «Εἶναι πολὺ ἁπλὸ καὶ εὐεξήγητο αὐτὸ ποὺ συμβαίνει», διευκρινίζει ὁ π. Ἐπιφάνιος. «Δὲν ἐμποδίζει τὴ βίδα κάποιο φυσικὸ αἴτιο, ἀλλὰ κάτι ἄλλο, παραπέρα: ἡ δαιμονικὴ ἐνέργεια. Γιὰ νὰ κάνει τὸν ἄνθρωπο νὰ βλαστημήσει. Ἀπ’ τὴ στιγμὴ ποὺ θὰ γίνει αὐτό, ἡ δαιμονικὴ ἐνέργεια φεύγει ἀπ’ τὴ βίδα καὶ ὑποδουλώνει τὸν ἄνθρωπο. Τί νὰ τὴν κάνει τὴ βίδα πιά; Γι’ αὐτὸ καὶ αὐτὴ βιδώνει τότε μιὰ χαρά. Ἀντὶ νὰ βλασφημήσεις», καταλήγει ὁ π. Ἐπιφάνιος, «δὲν λὲς ἐκείνη τὴν ὥρα, κάνοντας τὸ σημεῖο τοῦ σταυροῦ, ‘’πίσω μου σ’ ἔχω, σατανᾶ’’ ἢ ‘’Κύριε Ἰησοῦ Χριστέ, ἐλέησόν με’’; Νὰ δεῖς, δὲν θὰ βιδώσει ἡ βίδα»;

Πόσο εὔκολα καταφεύγουμε στὴν κάκιστη συνήθεια τῆς βλαστήμιας, ὅταν κάτι δὲν μᾶς πάει καλά! Μήπως ἔτσι λύνουμε τὸ πρόβλημα; Ὄχι βέβαια, ἁπλῶς τὸ περιπλέκουμε περισσότερο. Γιατί στὴν τρέχουσα δυσκολία μας προσθέτουμε καὶ τὴν παρέμβαση τοῦ διαβόλου. Καὶ μὲ τὴ δική του ἐπιρροὴ καὶ ἐνέργεια τί καλὸ μποροῦμε νὰ περιμένουμε; Ὅμως μποροῦμε σὲ κάθε στιγμή, καὶ ἰδιαίτερα ὅταν βρισκόμαστε σὲ ψυχικὴ ἀναστάτωση (ἀπὸ στενοχώρια, θυμό, ἀγωνία, φοβία, ἄγχος καί ἄλλα πολλά), νὰ ἐπαναλαμβάνουμε ἀδιάκοπα μέσα μας τὶς σύντομες προσευχὲς πρὸς τὸ Χριστὸ καὶ τὴν Παναγία: «Κύριε Ἰησοῦ Χριστέ, Υἱὲ τοῦ Θεοῦ, ἐλέησόν με τὸν ἁμαρτωλὸν» - «Ὑπεραγία Θεοτόκε, σῶσον ἡμᾶς». Ὁ ἅγιος Ἰωάννης, συγγραφέας τῆς Κλίμακος, συμβουλεύει: «Ὀνόματι Ἰησοῦ μάστιζε πολεμίους». Μὲ τὸ ὄνομα τοῦ Ἰησοῦ νὰ μαστιγώνεις τοὺς ἐχθρούς σου (=τοὺς δαίμονες).

Ἔτσι ἐφαρμόζουμε ἐμπράκτως τὴν προτροπὴ τοῦ Εὐαγγελίου: «Ἀδιαλείπτως προσεύχεσθε». Ἂν ἔχουμε μάλιστα καὶ κομποσχοίνι (πράγμα ποὺ ἔγινε καὶ πολύ τῆς μόδας τελευταῖα), μποροῦμε νὰ τὸ χρησιμοποιοῦμε ἀνάλογα. Δὲν εἶναι κάτι μαγικὸ τὸ κομποσχοίνι γιὰ νὰ μᾶς ὠφελεῖ καὶ νὰ μᾶς προστατεύει ἀπὸ μόνο του. Ἀξία ἔχει μόνο, ὅταν γίνεται μέσο προσευχῆς. Ἡ χρήση του εἶναι ἁπλούστατη: τὸ κρατᾶμε στὸ χέρι περνώντας μὲ τὰ δάχτυλά μας (ἀντίχειρα καὶ δείκτη) ἕναν-ἕναν τοὺς κόμπους του, λέγοντας στὸν καθένα μιὰ φορὰ τὴν προσευχή, ποὺ ἀναφέραμε, πρὸς τὸ Χριστὸ ἢ τὴν Παναγία. Τὸ χρησιμοποιοῦμε, γιατί τὴν ὥρα τῆς προσευχῆς ὁ διάβολος συγκεντρώνει πάνω μας ὅλη τὴ δύναμη πυρὸς ποὺ διαθέτει, γιὰ νὰ δημιουργεῖ στὸ νοῦ μας ἀντιπερισπασμό. Γι’ αὐτό, ὅπως λέει καὶ ὁ ἀββᾶς Ἀγάθων στὸ Γεροντικό, «τὸ νὰ προσεύχεσαι, χρειάζεται ἀγώνα μέχρι τὴν τελευταία σου πνοή».

Στὴν περιστολὴ τῶν περισπασμῶν τοῦ νοῦ ἐν ὥρᾳ προσευχῆς βοηθάει σημαντικὰ καὶ τὸ κομποσχοίνι. Καὶ πρέπει νὰ τὸ ἀξιοποιοῦμε δεόντως, ἀντὶ νὰ τὸ ἔχουμε περασμένο ἁπλῶς γιὰ στολίδι στὸ χέρι μας.

Τὸ κομποσχοίνι λοιπὸν γιὰ τὴν προσευχή! Καὶ ἡ προσευχὴ γιὰ τὴ λύση τῶν δυσκολιῶν, μικρῶν καὶ μεγάλων. Μακριὰ ἀπὸ τὴν εὔκολη «λύση» τῆς βλαστήμιας.

Πρωτ. Δ. Μ.

 

ΓΙΑΓΙΑ, ΝΑ ΜΕ ΠΕΡΙΜΕΝΕΙΣ

Πρωτοπρεσβ. Ἀδαμαντίου Αὐγουστίδη

               Στίς ἐφηβικές μου ἀναμνήσεις συνυπάρχουν τά πάρτι, ἡ ρόκ μουσική καί ἡ γιαγιά μου. Γιά ἐκείνην, ἡ ρόκ μουσική δέν ἦταν παρά ἕνας κακότεχνος θόρυβος. Πάντως σεβόταν περισσότερο τήν νεανική μας σύγχυση, ἀπό ὅσο ἐμεῖς τήν νηφάλια σοφία της. Ἤξερε ποῦ πηγαίναμε, ἀλλά ποτέ δέν ἔμπαινε στόν πειρασμό νά ἀντιπαρατεθῆ πρός ὅ,τι θεωροῦσε φυσικό γιά τήν ἡλικία μας. Σηκωνόταν, μᾶς φιλοῦσε, εὐχόταν νά περάσουμε καλά, κι ὕστερα προσέθετε νά ἔχουμε τόν Χριστό στήν καρδιά μας ἐκεῖ πού θά εἴμαστε, καί ἄς κάνουμε ὅ,τι θέλουμε. Μετά μᾶς σταύρωνε, εὐχόταν νά εἶναι ἡ Παναγιά μαζί μας, καί συμπλήρωνε διστακτικά, σάν νά μήν ἦταν σίγουρη ἄν ἔπρεπε ἤ ὄχι νά τό ξεστομίσει, νά μήν ἀργήσουμε, γιατί θά προσευχόταν γιά μᾶς ὅσο λείπαμε καί δέν ἄντεχε νά ξενυχτάει...

            Τελειόφοιτος τῆς Ἰατρικῆς, ἀφελῶς πεπεισμένος γιά τήν παντοδυναμία τῆς ἐπιστήμης, βρέθηκα στήν Μονή Τιμίου Προδρόμου στό Ἔσσεξ. Ἔμεινα μόνο λίγες μέρες στό μοναστήρι ἀλλά ἡ ἀνακάλυψη ὑπῆρξε συγκλονιστική. Οἱ μοναχοί ζοῦσαν μέ τόν τρόπο τῆς γιαγιᾶς μου. Ἀναγνωριστικά σημάδια: τό κομποσχοίνι, τό ἀνεπιτήδευτο χαμόγελο καί ἡ ἄνευ ὅρων ἀποδοχή τοῦ ἄλλου.

            Ἐπιστρέφοντας στήν Ἑλλάδα πῆγα νά δῶ τήν γιαγιά. Μισοαστεῖα-μισοσοβαρά τῆς εἶπα κάποια στιγμή: «Τόσα κομποσχοίνια ἔχεις, δέν θά μοῦ δώσεις κι ἐμένα ἕνα;» Σοβάρεψε ἀπότομα. Σχεδόν βούρκωσε. Πῆγε καί μοῦ ἔφερε ἕνα κομποσχοίνι μεταξωτό καί εἶπε: «Πάρτο. Εἶναι τό δικό σου. Στό φυλάω τρία χρόνια καί περίμενα πότε θά μοῦ τό ζητήσεις». Ἡ γιαγιά μου περίμενε νά γυρίσω· ἀπό τά πάρτι, ἀπό τήν Ἀγγλία, ἀπό τόν λανθασμένο δρόμο. Ἐγώ, καί ὅσοι ἄλλοι συμπεριλαμβάνονταν στήν προσευχή της...

            Λίγους μῆνες, πρίν τήν ἀναχώρηση ἀπό τά ἐπίγεια, μέ εἶχε πάρει ἰδιαιτέρως καί μέ αἰφνιδίασε πάλι. Σέ ἕνα χαρτοκιβώτιο εἶχε μαζέψει μιά σειρά μέ ὅλα τά λειτουργικά βιβλία. Μέ τήν ἴδια ἁπλότητα, πού μοῦ ἔδωσε τό «δικό μου» κομποσχοίνι, μοῦ ἄφησε ρητή ἐντολή: «Ἄν κάποιος ἀπό σᾶς γίνει ἱερέας, θά τά κρατήσει αὐτός. Ἄν ὄχι, θά βρεῖς κάποιο φτωχό ναό καί θά τά δώσεις ἐκεῖ»...

            Στήν κηδεία της πολλοί ἄγνωστοι ἐμφανίστηκαν καί μιλοῦσαν γι’ αὐτήν μέ εὐγνωμοσύνη. Ὅπως ἐκείνη ἡ ἡλικιωμένη κυρία, πού ἔλεγε ὅτι ἡ γιαγιά συνέχισε νά τήν δέχεται στό σπίτι της, ὅταν ὅλοι τήν ἀπέφευγαν. Καί αὐτό, γιατί ἀπόκτησε ἕνα ἐξώγαμο παιδί λίγο μετά τόν πόλεμο καί τήν θεωροῦσαν πόρνη. Διηγιόταν, ἀνάμεσα στά κλάματα, πῶς τῆς ἔχωνε τσάντες μέ τρόφιμα κάτω ἀπό τό παλτό, παρακαλώντας την νά μήν τό μάθει κανείς...

*   *   *

            Ἡ γιαγιά μου καί πολλοί ἄλλοι εὐλογημένοι παπποῦδες καί γιαγιάδες ἀναπαύονται πιά ἐν εἰρήνῃ. Ἡ εὐθύνη γιά τό σήμερα καί τό αὔριο ἔχει περάσει στά χέρια μας. Καλούμαστε νά καθρεφτίσουμε τόν ἑαυτό μας στήν παρακαταθήκη πού μᾶς ἄφησαν καί νά προβληματιστοῦμε σοβαρά γιά τόν τρόπο, πού θά διαχειριστοῦμε τήν πνευματική μας κληρονομιά.

Ἀπό τό βιβλίο ΠΑΡΑΜΥΘΗΤΙΚΗ ΘΕΟΛΟΓΙΑ

©2005-2016 Zoiforos.gr || Σχεδίαση - Ανάπτυξη Lweb.GR