Ζωηφόρος

Η απειρία του Οντολογικού Λόγου..., του B. Δ. Μακρυπούλια,

Η απειρία του Οντολογικού Λόγου

ως αιτία υπέρβασης του Επικούρειου

και Μαρξιστικού Λόγου

του B. Δ. Μακρυπούλια

Δρ. φιλοσοφίας

Θα πρέπει σαφώς να συμφωνήσουμε ότι η Οντολογία ως ενατένιση και οδός του ήδη εν στιγμή υπάρχοντος προηγείται κάθε λογικής ή εμπειρικής γνώσεως αλλά και κάθε ηθικής ή αισθητικής αξιολογίας. Η Οντολογία ως τέλεια αφαιρετικός λόγος έχει το μεγάλο πλεονέκτημα έναντι της γνώσεως και της πράξεως ότι δεν υπόκειται σε καμμία εξωτερική φθορά αιτίας και κίνησης αλλά αυτοαναιρείται κατά τέλειο εσωτερικό και αυτοελεγχόμενο τρόπο και μάλιστα δέχεται μόνο ως εξωτερικότητα να υπακούσει σε εξωτερικούς κανόνες και ντετερμινιστικές ρυθμίσεις. Διότι εσωτερικά συνεχώς απελευθερώνεται δίνοντας τη δυνατότητα σε νέες δυνάμεις και ενέργειες να προχωρήσουν προς νέες οντικές δημιουργίες.

Το ον ως το ήδη υπάρχον είναι πέρα από το Λόγο και το Γίγνεσθαι που στηρίζεται σε αυτόν ακριβώς το Λόγο. Δεν συζητάμε σύμφωνα με το χριστιανικό τρόπο προσπέλασης των πραγμάτων. Ότι δήθεν δηλαδή δεν μπορούμε να συλλάβουμε όλο το Λόγο κ.ο.κ. Όχι σε καμμία περίπτωση. Θεωρώ ότι το θέμα δεν είναι νοητικό, δεν πιστεύω ότι υπάρχει αυτός ο τριμερής διαχωρισμός του ανθρώπου σε νού και ψυχή και σώμα. Φυσικό είναι ότι επειδή ο άνθρωπος τριχοτομήθηκε έχασε την δύναμη ολικής σύλληψης των πραγμάτων. Ο άνθρωπος θα προσπελάσει και πάλι το ον όταν ως στιγμή αφεθεί απολύτως σε αυτό ως μία ενοποιητική δύναμη πέρα από διαχωρισμούς μορφής και περιεχομένου, πολιτισμικής –φιλοσοφικής και άλλης όποιας δημιουργίας. Όταν κενωθεί από όλους και όλα και νοιώσει ότι είναι μόνο μία δύναμη η οποία και θα πρέπει να αναδιανεμηθεί και να ξαναδοθεί με διαφορετικό τρόπο στην οντική συνέχεια.

Ο Επίκουρος λοιπόν ενάντια σε αυτήν την οντική κένωση γέμισε το μυαλό του ανθρώπου με συγκεκριμένες σκέψεις οι οποίες οντικά δεν έχουν καμμία αξία εάν σκεφθούμε ότι εν στιγμή μπορεί ο άνθρωπος να ανακαλύψει μέσα από την τέλεια αφαίρεση των επίκτητων δυνάμεών του την οντική οδό και συνέχεια. Η αρχή η αντιοντική λοιπόν που κινεί τον Επίκτητο είναι η εγγενής αδυναμία αυτού-και σύνολης της παραδεδομένης φιλοσοφίας-να ομιλήσει οντικά. Να κατανοήσει την απόλυτη οντική συνέχεια η οποία απλά αναμοιράζει και ανατροποποιεί συνεχώς τις δυνάμεις ώστε εν στιγμή όλα να  Είναι και όλα να Γίγνονται. Μέσα από μία καταπληκτική ταύτιση του Είναι και των τρόπων ύπαρξης αυτού. Είμαι ό,τι επιθυμώ και Γίγνομαι αυτό που θέλω. Το αποτέλεσμα της οντικής αυτής αδυναμίας είναι ο πολυδιαχωρισμός σκέψεων και συμπερασμάτων, η αποδοχή όλων των διαιρέσεων του ήδη υπάρχοντος. Ότι τάχα δηλαδή υπάρχει ο άνθρωπος και το Άλλο-ο κόσμος ας πουμε ως ύλη-ότι δήθεν υπάρχει ζωή και θάνατος-ενώ ουσιαστικά και οντικά υπάρχει μία συνεχής τροποποίηση των δυνάμεων.

Ο  υφέρπων υλισμός στη φυσική του-ο οποίος βέβαια ξεκινά από τη Λογική του-είναι αποτέλεσμα της αντιοντικής θέασης του κόσμου και του ανθρώπου γύρω του. Ο Επίκουρος, και βέβαια ο Μάρξ που τόσο από αυτόν επηρεάσθηκε,δεν μπόρεσε να καταλάβει ότι ο άνθρωπος δεν υπάρχει ως ανεξάρτητη μονάδα από όλες τις γύρω του οντικές δυνάμεις, φανερές και μη. Ο άνθρωπος είναι μία συνέχεια όλων των ήδη υπαρχόντων πραγμάτων, είναι το ίδιο με το ήδη υπάρχον, ενωμένο μαζί του με τις αλυσίδες της συνεχείας, άρα ό,τι και αν πούμε για να βοηθήσουμε την αυτογνωσία και τον προσδιορισμό  του μέσα στο χωρόχρονο θα είναι μόνο πρόσκαιρο και παροδικό.

Θεωρώ λοιπόν ότι κάτω από αυτό το πρίσμα θα πρέπει να δούμε τα κριτήρια αληθείας που μας παρέδωσε ο Επίκουρος: το πάθος, η αίσθησις, η πρόληψις και η φανταστική επιβολή της φαντασίας. Ο Επίκουρος είναι δυστυχώς μέρος του κύκλου αυτής της διάστασης και των μεταβλητών που κυρίως ο Πλάτων και ο Αριστοτέλης έχουν επιβάλει: η πρώτη Ιδέα είναι ο κινητήριος μοχλός αυτού του κόσμου, ως γνώση, ως αίσθηση του ωραίου και ως πράξη του καλού. Γιατί όμως. Η αδυναμία μας ενορατικά και τελείως μυστικά να ενωθούμε με το ήδη υπάρχον μας φέρει στο σημείο να δούμε ένα εξωτερικό κομμάτι του αυθυπάρκτου και να το θεωρήσουμε ως σημείο αναφοράς του όντος, ως σύμβολο και πηγή από όπου με εξωτερικό τρόπο καταλαβαίνουμε ότι από εκεί αναβλύζουν δυνάμεις γνώσεως και πράξης. Από το οράω αυτό το σημείο είναι η Ιδέα, το ορώμενο σημείο από όπου συλλαμβάνω το ον αφ΄ ής στιγμής η εσωτερική του σύλληψη είναι αδύνατη. Η Ιδέα λοιπόν είναι η παραδοχή του νοητού Υποκειμένου  ότι επειδή δεν μπορεί οντικά και ενορατικά εν στιγμή να νοιώσει την οντική συνέχεια κατασκευάζει ένα εξωτερικό σημείο νόησης το οποίο καθώς θα γίνεται όλο και  πιο  ορατό θα τον καθοδηγεί στο ταξίδι του σε αυτόν τον κόσμο. Η αξιολογία της ενδελέχειας εκ μέρους του Αριστοτέλη είναι μόνο η αναμενόμενη εξέλιξη της ιδέας.

Τα κριτήρια αληθείας του Επίκουρου δεν είναι τίποτε άλλο παρά η πολυαναμενόμενη ώρα στην οποία ο άνθρωπος στέκεται όρθιος απέναντι στην Ιδέα. Ο Επίκουρος αντιπροσωπεύει τη στιγμή κατά την οποία ο άνθρωπος συνειδητοποιεί δύο πολύ απλά πράγματα: Πρώτον ότι σε αυτή την κοσμική δύναμη ο άνθρωπος έχει επιλέξει έναν εξωτερικό τρόπο προσπέλασης του αιωνίου μέσα από τη σκέψη που συνδυάζεται με την αίσθηση. Δεύτερον η οντική συνέχεια είναι κάτι που εκφράζεται αλλού και διαφορετικά εδώ πάντως η οντική συνέχεια αναλογικά συνειδητοποιείται στην συνέχεια της ύλης και της νομοτελειακής κατάστασης των πραγμάτων. Ο Μάρξ είναι φυσικό λοιπόν να οδηγείται μέσα από τον Επίκουρο στην τελική του προσπάθεια να προσδιορίσει κατά απολύτως εξωτερικό τρόπο την ιδέα, μέσα από την ύλη. Μέσα από όλα αυτά μάλιστα ο γερμανοεβραίος φιλόσοφος οδηγείται στην μεγάλη πρόκληση να εξωτερικεύσει τελείως με υλικά ενδύματα το ον. Το διάβημα είναι τελείως αποτυχημένο διότι το ον πρόσκαιρα δέχεται τα μαρξιστικά κατηγορήματα μίας ιστορικής και υλικής διαλεκτικής η οποία θα καταρρεύσει όταν ο άνθρωπος ενορατικά εμβαθύνει στην άπειρη και πέρα από σημερινές μορφές και περιεχόμενα φύση του όντος –μέσα σε αυτή τη φύση ακόμη και η έννοια άνθρωπος θα γίνει μία απλή δύναμη και ενέργεια η οποία  θα νοείται με τελείως διαφορετικό και αφαιρετικό τρόπο, ως ένα δηλαδή απλό σύνολο δυνάμεων με σκοπό την τελείως απροσδιόριστη οντική συνέχεια  και τίποτε άλλο.

Ο Επίκουρος όταν συζητά για το πάθος προχωρεί σε μία αντιοντική κίνηση οντικού προσδιορισμού του ανθρώπου. Ενώ ο άνθρωπος προέρχεται από τα σπλάχνα του όντος, ο άνθρωπος είναι ον διότι οντικά την ίδια στιγμή όλα είναι όλα, ο άνθρωπος τεχνηέντως αποκόπτεται από την οντική συνέχεια και το πάθος δηλώνει την ανύπαρκτη ουσιαστικά εξωτερική σχέση του αποκομμένου ανθρώπου από το μητρικό ον.Η λέξη πάθος δεν επελέγη τυχαία από το φιλόσοφο  και ακριβώς καταδεικνύει την πάσχουσα θέση του ανθρώπου έναντι της πρώτης ιδέας, του κόσμου που εκ της ιδέας εκπορεύεται ,έναντι τελικά του ίδιου του του εαυτού και των όποιων δυνατοτήτων του να κατανοήσει κάποια πράγματα και με την ανάλογη πράξη να προχωρήσει σε μία φιλοσοφική ζωή.

Αυτό ακριβώς το Επικούρειο πάθος κινεί πρωταρχικά και αρκετά σοβαρά και τη μαρξιστική φιλοσοφία. Είναι το κριτήριο του πάσχοντος προλετάριου, του κάθε καταφρονεμένου ανθρώπου ο οποίος προσπαθεί να αυτοπροσδιορισθεί ως άτομο αλλά κυρίως ως κοινωνία ή συλλογικό υποκείμενο αφαιρετικά εννοούμενο ως εργάτης ,σε μία διαρκή σχέση με την ιδέα που κινεί αυτόν τον κόσμο και με τη δυνατότητα αυτή η ιδέα να προσδιορισθεί πλήρως μέσα από την υλική αφαιρετικότητά της ώστε ο παράδεισος να εφαρμοσθεί στη γη, γεννώντας μέσα από την ανάλογη αταξική κοινωνία το συναίσθημα της ηδονής της συμμετοχής των προλεταρίων στα υλικά μέσα παραγωγής. Η ηδονή όπως και στον Επίκουρο δεν προέρχεται από το αισθητικό υπογάστριο αλλά από την επαφή της ιδέας με τη δυνατότητα του ανθρώπου πρακτικά να βιώσει αρκετά από όσα αυτή η ιδέα του φέρνει στο μυαλό.

Καταλαβαίνουμε όμως ότι το πάθος απομακρύνει δραματικά τον εσωτερικό άνθρωπο από την οντική οδό και από την οντική σκοποθεσία-μέρος της οποίας είναι και η Χαϊντεγγεριανή μέριμνα. Το πάθος ξεκινά από ό,τι ο άνθρωπος νομίζει ως πράγμα καθ΄εαυτό, θεωρώντας πάντα ότι ο ίδιος είναι πράγμα εν εξελίξει. Ο λόγος αυτός είναι μερικός και περιορίζει τον άνθρωπο ο οποίος απλά προσπαθεί να «κλέψει» την ευτυχία του ουρανίου πατέρα και να τη μεταφέρει στη δική του ζωή. Ενώ εν στιγμή θα μπορούσε να πιστέψει ότι δεν υπάρχει μία πρώτη ιδέα, ή ένας πρώτος υπερβατικός θεός άρα δεν χρειάζεται κανένα πάθος να νοιώθει. Μέσα στο άπειρο ον όλα έχουν τη σωστή ανταλλαγή δυνάμεων ,όλα είναι ανακατανομές δυνάμεων σε τέτοιο βαθμό ώστε όλες οι σημερινές μορφές και τα περιεχόμενα θα μεταβληθούν σε νέους κόσμους και καταστάσεις μέχρι την οντική αποκατάσταση. Το πάθος εμποδίζει την εν στιγμή παραίτηση του ανθρώπου από την μερική γνώση αυτού του κόσμου και του δίνει ψεύτικες ελπίδες ενός καλύτερου κόσμου και εαυτού. Ενώ ήδη εν στιγμή ο άνθρωπος ανήκει στο τέλειο ον αρκεί να αφεθεί σε αυτό.

Η δεύτερη Επικούρεια δύναμη, η αίσθηση, είναι η πύλη της εξωτερικότητας διά της οποίας καλούνται να περάσουν δυνάμεις της εσωτερικότητας που μακροπρόθεσμα θα κατασταλάξουν στο ανθρώπινο Είναι και Γίγνεσθαι και θα αποτελέσουν την ανθρώπινη φύση. Η ανθρώπινη φύση –θα πρέπει οπωσδήποτε αυτό να τονισθεί-είναι μία μερικότητα μπροστά στην άπειρη οντική προσφορά δυνάμεων και ενεργειών. Η αίσθηση είναι μία από τις άπειρες πόρτες διά της οποίας περνάνε δυνάμεις που σε κάθε περίπτωση θα μπορούσε να είναι διαφορετικές. Θα μπορούσε π.χ να δημιουργηθεί μία ανθρώπινη φύση η οποία ως πλήρης εσωτερικότητα θα ταύτιζε το νοείν με το Είναι ,αυτό όμως πήγαινε τόσο ενάντια στην τωρινή εξουσία που θέλει την φιλοσοφία ελεγχόμενη άρα και τους ανθρώπους ελεγχομένους. Ο Επίκουρος λοιπόν μέσα από το κριτήριο της αίσθησης συμμετέχει στον Πλατωνικό δυαλισμό ,σε αυτή την καταστρεπτική συνήθεια και πίστη που ήλθε από τον θεό του καλού και του κακού(ιαχβέ)της Ανατολής και τίποτε το  κοινό δεν έχει με τον λησμονημένο προομηρικό ίσως οντικό Ελληνικό λόγο. Ο δυαλισμός του Επίκουρου που στρώνει το έδαφος στον μαρξιστικό δυαλισμό είναι η διχοτόμηση του ήδη υπάρχοντος κόσμου και του πέρα από αυτόν, του αιωνίως υπάρχοντος κόσμου.Η εσωτερικότητα χάνει πολύ από τη δύναμή της και εξισορροπείται μέσα από τις εξωτερικές ενέργειές της και την αντίστοιχη ανθρώπινη αντιμετώπιση σε αυτές. Ο Κικέρων αναφέρει ότι «αυτός ο Επίκουρος είπε ότι όλες οι αισθήσεις είναι αγγελιαφόροι της αληθείας(Κικέρων, Περί της φύσεως των θεών, Ι, xxv).

Δεν ορίζεται πουθενά όμως η αλήθεια, οι αισθήσεις επικαλύπτουν μία εσωτερική άμεση προσέγγιση της αληθείας και ο άνθρωπος ως μεσάζων ανάμεσα στην εσωτερικότητα της αληθείας και στην εξωτερικότητα της αίσθησης σηκώνεται μεν, καταλαβαίνει ότι πολλά μπορεί σε αυτόν τον κόσμο ,αλλά δεν ευρίσκει την άμεση οντική οδό της απολύτου στιγμής που οδεύει και οδηγεί προς το αιωνίως υπάρχον, προς το απόλυτα αυθύπαρκτο ήδη ειρημμένον.

Ο Επίκουρος –και σε αυτό το σημείο νομίζω ότι αποφασιστικά προετοιμάζει το μαρξιστικό υπόβαθρο-προχωρεί πολύ μπροστά τον Σωκρατικό ανθρωπομορφισμό, αναπτύσσει το «εν οίδα ότι ουδέν  οίδα» και γενικά προσπαθεί να δώσει στο υποκείμενο λόγους και αιτίας μιάς ανεβασμένης ζωής, άποψης και δράσης. Δυστυχώς όμως ο κύκλος του είναι ο παραδεδομένος ,δεν ελευθερώνει οντικά τον άνθρωπο και θεωρεί άπειρο αυτό που ήδη ο άνθρωπος έχει μέσα του ενώ πεπερασμένη γνώση αυτή που μπορεί με την αίσθησή του να ελέγξει. Όμως δεν ενώνει πραγματικά την έσω γνώση με την έξω γνώση-ώστε ο άνθρωπος εν στιγμή να γνωρίσει το ήδη υπάρχον-με αποτέλεσμα ο Μάρξ αφαιρετικά να μεταφέρει το έσω γνωστικό υπόβαθρο στην έξω διαμορφωθείσα φύση και να θεωρήσει ότι το περιβάλλον και ο άνθρωπος είναι δυνάμεις που μέσα από την διαλεκτική ηρεμούν σε τέτοιο βαθμό ώστε ο άνθρωπος να νομίζει ότι ο κόσμος της ύλης περιέχει τα πάντα, την απόλυτη αρμονία των αρχών οι οποίες διά της εικόνας της εξωτερικότητας έχουν ξαφνικά ηρεμήσει.

Αυτή η Επικούρεια αίσθηση μέσα από τη διαλεκτική της μαρξικής εξωτερικότητας οδηγεί στην μερικότητα του μαρξικού υλισμού. Οι αισθήσεις είναι αγγελιαφόροι της δικής μου  αλήθειας και  ο Μάρξ ρητά αναφέρει ότι η δική του αλήθεαι δεν είναι άλλη παρά η σιγουριά της αντικειμενικότητας των αισθήσεων. Ήδη ο Μάρξ στη διδακτορική του διατριβή είχε σταθεί στο πλευρό του Επίκουρου ενάντια στο Δημόκριτο, στο πλευρό του ανθρώπου που πίστευε στην αντικειμενικότητα του εξωτερικού κόσμου παρά στην υποκειμενικότητα αυτού. Ο Μάρξ θέλησε οπωσδήποτε να κλείσει μέσα σε αρχές το σύστημα που σκέφθηκε. Είναι σίγουρο πλέον ότι ο εβραίος κατά το ήμισυ στοχαστής θέλησε να μιμηθεί το εξαήμερο του ιαχβέ, ο οποίος ιαχβέ πήρε μέρος και μόνο των απείρων οντικών δυνάμεων και τις παρουσίασε σαν το όλον και μόνον υπάρχον δημιούργημα ,περιορίζοντας το άπειρο του όντος και της αποκατάστασής του.

Παρόμοια ο γερμανοεβραίος φιλόσοφος προχώρησε στο δικό του «εξαήμερο» που δεν είναι άλλο παρά η μεταβολή της ανήσυχης και άπειρης και συνεχώς μεταβαλλόμενης οντικής δύναμης σε αφαιρετική, ήσυχη και πλήρως προβλέψιμη και ελέγξιμη υλική δύναμη. Η ύλη-ας πούμε ότι ο ιαχβέ είναι ο πρώτος που σκέφτεται την ύλη-είναι η τελική αφαίρεση της κάθε πνευματικής κίνησης. Όταν το πνεύμα ηρεμεί από την εσωτερική συγκατάβαση των δυνάμεών του οι οποίες αποκαταστάθηκαν και ηρέμησαν ,τότε γίνεται πέτρα και επιβάλλεται στους ανθρώπους ως σταθερή κατάσταση, πλήρως τελεολογική και ντετερμινιστική. Γι αυτό και η πρόοδος του ανθρωπίνου πνεύματος προέκυψε μετά την ανακάλυψη του λίθου. Ο λίθος δίδει τον σταθερό τρόπο σκέψης που βοηθεί τον άνθρωπο στην απολύτως θετική θέαση των πραγμάτων για τα οποία λησμονεί  ότι είναι πρόσκαιρα πριν την οντική χαότητά τους.

Ο Επίκουρος παράσχει στο Μάρξ τη βεβαιότητα ότι η αίσθηση της ύλης ως σταθερός τρόπος σκέψης και αξιολόγησης όλων των  πραγμάτων και των ιστορικών εποχών,ως δυνατότητα αποκρυστάλλωσης και εξήγησης του μαρξικού εξαημέρου είναι  κάτι που μπορεί να επιτευχθεί. Η υποδούλωση του ανθρώπου στον πιο αντιοντικό τρόπο σκέψης και πράξης άρχισε και τις τελικές συνέπειες τις βιώνουμε σήμερα. Ο άνθρωπος σκέφτεται και πράττει σύμφωνα και απόλυτα με τη λογική της πέτρας. Ενώνει τις δυνάμεις όπως θέλει αυτός ώστε να έχει την ησυχία της ύλης, χειραγωγεί τις μάζες ώστε αυτές να είναι ήσυχες σαν το λίθο, καθοδηγεί τα πάντα σαν να βάζει νοητό σημείο προς το οποίο θέλει να πετάξει το λιθαράκι του. Η απροσδιοριστία και η υποκειμενικότητα του Δημοκρίτου λοιδωρείται από το Μάρξ και η αντικειμενικότητα του έξω και η Επικούρεια ελεγξιμότητα αυτού υιοθετείται πλήρως μαζί βέβαια με τη λιθοποίηση της άπειρης και οντικά απροσδιόριστης ανθρώπινης προσωπικότητας. Η μαρξική αίσθηση είναι πλέον η αφύπνιση των ποσοτικά πολλών ενάντια στο ποιοτικά Έν, προκειμένου οι πολλοί να γίνουν ποιοτικό Εν. Ο κύκλος είναι μέρος του όντος άρα αυτοαναιρούμενος και βέβαια η ομοίωση των πολλών με το Έν κρύβεται από το Μάρξ. Απλά αντικαθίσταται με το όνομα αταξική κοινωνία όπου το Πλωτινικό Εν θα είναι πλήρως προσγειωμένη οντότητα  με την ετικέτα «δύναμη πλήρως εξωτερικευμένη και ντετερμινιστικά περιορισμένη και μέσα από την πλήρη προβλεψιμότητά της καθέαυτή υπάρχουσα ως αιτία του εαυτού της». Πράγματι τελείως αφαιρετικά η ύλη είναι το ίδιο με τον κόσμο του ιαχβέ-αθάνατη(πάντα εργάτες θα υπάρχουν),ελεύθερη(οι εργάτες έχουν τα μέσα παραγωγής),θεός τελικά(ορίζει τη σκέψη της και την πράξη της). Η Επικούρεια αίσθηση δικαιώνεται διότι ο ουρανός δεν χρειάζεται να νοείται, οι αισθήσεις στο μαρξικό κόσμο αποθεώνονται.

Φθάνουμε λοιπόν στο τελευταίο Επικούρειο στάδιο «στην φανταστική επιβολή της φαντασίας» την οποία πολύ άνετα θα μπορούσαμε να δούμε και σε σχέση με τις απόψεις του φιλοσόφου σε θέματα φυσικής. Ο άνθρωπος μέσα σε ένα περιβάλλον κατά βάση άπειρο βρίσκει το δικό του χώρο σε σχέση με τους θεούς. Είναι βασικό το σημείο αυτό διότι ο άνθρωπος νοιώθει ως συνέχεια του απείρου που φέρει την ώρα των θεών αλλά και τη δική του ώρα. Την ώρα που ο άνθρωπος μπορεί να σκεφθεί και να θεμελιώσει το δικό του κόσμο. Επιβάλλει τις δικές του σκέψεις διότι ακριβώς όπως είπαμε μέσα στο άπειρο δίδεται χώρος και στον άνθωπο να επιβάλει τα προϊόντα της φανταστικής διανοίας του.

Η ύλη γύρω μας γίνεται σύμβολο του απείρου και ο άνθρωπος νοιώθει ότι μπορεί μέσα σε αυτή την ύλη να δημιουργήσει ένα κόσμο ευδαίμονα ,να αφήσει τον εαυτό του ελεύθερο να χαρεί το σύμβολο του απείρου και να μην φοβείται την εναλλαγή των συμβόλων του απείρου που άλλοι το λένε παιχνίδι ζωής και θανάτου. Ο υλισμός του Επίκουρου είναι η απόλαυση του υλικού κόσμου ως συμβόλου του απείρου. Ο άνθρωπος σε αυτόν τον κόσμο πρέπει να αφεθεί, να νοιώσει την τυχαιότητα, τη χαρά τη δημιουργία. Να νοιώσει σαν να είναι σε ένα άπειρο κόσμο –η ύλη ως σύμβολο του απείρου είναι άπειρη και ελεύθερη ,άρα ο άνθρωπος δεν πρέπει ούτε εδώ να λυπάται αλλά να απολαμβάνει τα δώρα της συμβολικής ύλης, τη φύση ,τον κόσμο, τη ζωή ,σε σχέση πάντα με το πραγματικό άπειρο που καιροφυλακτεί.

Ο Μάρξ επάνω σε αυτό το σύμβολο φυλακίζει το άπειρο και προσπαθεί να αιωνοποιήσει το σύμβολο της ύλης οικοδομώντας επάνω του την αταξική κοινωνία των υλικών εργατών θεωρώντας ότι με αυτό τον τρόπο το σύμβολο θα κρύψει το συμβολιζόμενο και η ύλη θα είναι για πάντα συγκεκριμένος οδηγός ευτυχίας των ανθρώπων. Το πρώτο τεράστιο λάθος του μόλις αναφέρθηκε. Το συμβολιζόμενο ον  θα απορροφήσει στη ροή του χρόνου το σύμβολο της ύλης ,όπως και ο πνευματικός άνθρωπος που μοχθεί να διαπλάσει την κατανομή των δυνάμεων που λέγεται οντική αόρατη δημιουργία και εξήγηση του κόσμου θα απορροφήσει σε έναν ανώτερο κόσμο τους υλικούς εργάτες. Και όλα αυτά μέσα στην άπειρη ροή του  ήδη υπάρχοντος.

Ο διαλεκτικός υλισμός είναι η Επικούρεια προσπάθεια ,της διαλεκτικής φυσικής του Επίκουρου προκειμένου να εξηγηθεί η δυνατότητα ντετερμινιστικής προσπέλασης του κόσμου αυτού. Όπως ο Επίκουρος προσπάθησε να ελέγξει το σύμβολο ύλη θεωρώντας ότι ο άπειρος κόσμος των θεών –θέση-δίνει χώρο και στον πεπερασμένο υλικό κόσμο των θνητών –αντίθεση-ώστε ο άνθρωπος να οικοδομήσει πολιτισμό –σύνθεση-με παρόμοιο τρόπο και ο Μάρξ το απόλυτο πνεύμα-θέση-το περιχώρησε στο επεξηγημένο σύμβολο ύλη-αντίθεση-προκειμένου να μεταφέρει τον ιαχβικό παράδεισο στον γήϊνο παράδεισο της αταξικής κοινωνίας του-σύνθεση.

Όμως  το όλο πράγμα βέβαια κάποιος  μπορεί και να το δεί από άλλη σκοπιά ,πιο υπερκοσμική,πιο οντική. Το όλο σύστημα φυσικής του Επίκουρου ,που καταδεικνύει τη γνωσιολογική σειρά του φιλοσόφου, στηρίχθηκε σε έναν αντι-οντικό και αναπόδεικτο δυαλισμό που θα μπορούσαμε να υποστηρίξουμε ότι  είναι διχοτόμηση του Ενός ,άρα κακοποίηση της αληθείας. Σύμφωνα με τον Επίκουρο στο όλο σύμπαν υπάρχουν δύο στοιχεία(Ι) η αγέννητη και ανώλεθρη ύλη, και (ΙΙ) ο κενός χώρος, η αναφής, μη προσιτή στην αφή φύση. Ο άνθρωπος έχει όλη την ελευθερία διά του κενού να κατανοήσει κατά αισθητικό τρόπο την ανώλεθρη ύλη μέσα από την απειρία της εδώ ύλης –ζωής. Ως Επικούρεια ύλη βέβαια θα εννοήσουμε την κοσμική απειρία που ανοίγεται στον παρόντα κόσμο και επιτρέπει στον άνθρωπο ελευθερία σκέψεων και πράξεων. Η ύλη είναι το  σύνολο όλων των δυνάμεων ,όλων των ποιοτήτων που μέσα από την εσωτερική συσχέτισή τους και αρμονία αλλά και διά του εξωτερικού τρόπου τους έρχονται σε επαφή με τον άνθρωπο. Ο άνθρωπος αφήνεται σε αυτό το σύνολο μέσα στο οποίο ζει και διά της ελευθερίας αυτής δημιουργεί έναν κόσμο τον οποίο όλο και περισσότερο ελέγχει. Ο Μάρξ βέβαια δεν έχασε την ευκαιρία. Ο εργάτης, η εικόνα του αφαιρετικού πνευματικού ανθρώπου ο οποίος αφήνεται να υπάρχει μόνο μέσα από την πράξη της εργασίας, διά της ύλης γύρω του κατεβάζει και κατανοεί την ανώλεθρη ύλη φτιάχνοντας έναν κόσμο ανώλεθρο και δίκαιο.

Το λογικό λάθος είναι τεράστιο και οντικό. Θα έπρεπε τα συστήματα και του Επίκουρου και του Μάρξ να εκπονηθούν μέσα από την ενότητα και απειρία του όντος και όχι μέσα από την διχοτόμησή του. Επειδή στηρίζονται στην διχοτόμηση του άνω και του κάτω απορρίπτουν ό,τι θεωρούν άγνωστο και δέχονται ό,τι θεωρούν γνωστό. Ο Επίκουρος απορρίπτει την ενιαία θεώρηση ζωής και θανάτου-το ότι απέναντι στο ον δεν υπάρχει θάνατος και ζωή αλλά συνεχής πορεία αλλαγμένων δυνάμεων-και ο Μάρξ απορρίπτει την ενιαία θεώρηση του φαινομένου της ζωής-δεν υπάρχει καλό και κακό, πλούσιος και φτωχός αλλά μία συνεχής εναλλαγή δυνάμεων μέχρι την οντική αποκατάσταση. Ακινητοποιούν το ανεξήγητο για να κινήσουν το υλικό. Το ανεξήγητο όμως κινείται εσωτερικά, η οντική συνέχεια κινείται συνεχώς και συμπαρασύρει τα υλικά συστήματα και του Μάρξ και του Επίκουρου μέχρι τη στιγμή που θα φθάσει και ο άνθρωπος ευρισκόμενος στον κόσμο του τελείου θα καταλάβει ότι άδικα καθυστερούσε την πιο μεγάλη αλήθεια ότι όλα μπορεί να τα καταλάβει και να τα πράξει ενοποιητικά ευρισκόμενος ήδη στον κόσμο της ανώλεθρης αληθείας.

ΒΙΒΛΙΟΓΡΑΦΙΑ

1.Γρηγ.Φιλ.Κωσταράς,Φιλοσοφική προπαιδεία, τέταρτη έκδοση, Αθήνα.

2.Αποσπάσματα από τη διδακτορική διατριβή του Καρόλου Μάρξ από το δικτυακό τόπο: http://www.marxistbooks.gr/diatrivi_b.htm.

Αγιολογιο

Αγιον Ορος

Αγιοι της Λεσβου

©2005-2016 Zoiforos.gr || Σχεδίαση - Ανάπτυξη Lweb.GR

Login or Register

Register

User Registration
or Cancel