Logo
Print this page

Θεολογικές Αδολεσχίες ΙΓ’ (5)

1. Δεν υπάρχει αμφιβολία ότι ο άσωτος επέστρεψε στον πατέρα του και  μετανόησε. Αυτό είναι δεδομένο. Όμως το ότι είναι δεδομένο δε σημαίνει ότι γίνεται εμπόδιο να αναφερθεί ο λόγος της μετάνοιάς του και της επιστροφής του. Το είπε ο ίδιος « πόσοι μίσθιοι του πατρός μου περισσεύουσιν άρτων, εγώ δε λιμώ ώδε απόλλυμαι »(Λουκ. ιε’, 17).

 

Με άλλα λόγια επέστρεψε, γιατί  τον έκοψε η πείνα. Αν υποθέσουμε ότι είχε και άλλα χρήματα, μπορεί να συνέχιζε τη σπατάλη μέχρι να τελειώσουν και αυτά. Αν είχε να λάβει και άλλα από το μερίδιο που του αναλογούσε, μπορεί να ζητούσε από τον πατέρα του και κανένα έμβασμα ακόμα. Όμως δεν είχε άλλη επιλογή παρά να επιστρέψει στον πατέρα του ή να πεθάνει της πείνας, και ευτυχώς διάλεξε το πρώτο, δηλαδή την επιστροφή.

Αυτά για το λόγο της επιστροφής και της μετάνοιάς του. Όσο για αυτή ταύτη τη μετάνοιά του,  αυτή φαίνεται από τα λόγια της εξομολογήσεώς του στον πατέρα του, «πάτερ, ήμαρτον εις τον ουρανόν και ενώπιόν σου, και ουκέτι ειμί άξιος κληθήναι υιός σου »(Λουκ. ιε’, 21).

Θα ήταν παράληψη όμως, αν δεν αναφέραμε και την αγάπη του Πατέρα η οποία φαίνεται από το ότι τον δέχτηκε χωρίς να λάβει υπ’ όψη του το λόγο της επιστροφής του,  χωρίς να του ζητήσει καμία εξήγηση για το πώς περνούσε στη μακρινή χώρα  και για το ποιες αμαρτίες έκανε.

Αντίθετα ο αδελφός του, χωρίς να έχει στοιχεία, τον συκοφάντησε στον πατέρα λέγοντας, « ότε δε ο υιός σου ούτος, ο καταφαγών σου τον βίον μετά πορνών, ήλθεν, έθυσας αυτώ τον μόσχον τον σιτευτόν » (Λουκ. ιε’, 30). Πού ήξερε αυτός τι έκανε ο αδελφός του;

2. Η ευτυχία δεν έρχεται ούτε με το πέρασμα του χρόνου ούτε με την αλλαγή του τόπου αλλά με τη γνώση και την επίγνωση της αλήθειας.  Ο Κύριος είπε,  «  και γνώσεσθε την αλήθειαν και η αλήθεια ελευθερώσει υμάς »( Ιω. η’, 32 ).  Τώρα, αν κάποιος δε θέλει να γνωρίσει την αλήθεια, αυτό είναι άλλο ζήτημα. Πρώτος και καλλίτερος, συγνώμη, και χειρότερος ήθελα να πω, είναι ο διάβολος ο οποίος,   « ανθρωποκτόνος ην απ' αρχής, και εν τη αληθεία ουκ έστηκεν, ότι ουκ έστιν αλήθεια εν αυτώ· όταν λαλή το ψεύδος εκ των ιδίων λαλεί, ότι ψεύστης εστί και ο πατήρ αυτού »(Ιω. η’,44).  Όποιος όμως θέλει να γνωρίσει την αλήθεια  επιζητεί το Πνεύμα της αληθείας  και ακούει τα λόγια του Χριστού ο Οποίος είπε στον Πιλάτο,  « εγώ εις τούτο γεγέννημαι και εις τούτο ελήλυθα εις τον κόσμον, ίνα μαρτυρήσω τη αληθεία· πας ο ων εκ της αληθείας ακούει μου της φωνής »( Ιω. ιη’, 37). Υπάρχουν όμως και οι αδιάφοροι   τους  οποίους εκπροσωπεί ο Πιλάτος με τα λόγια που είπε στο Χριστό, « Τι εστιν αλήθεια; »( Ιω. ιη’, 38 ),  όταν του είπε τα παραπάνω λόγια. Αυτό προφανώς δεν το είπε για να πάρει κάποια απάντηση  για το τι είναι αλήθεια.

3. Ένας έκανε την εξής ερώτηση: Γιατί  ο Θεός παρομοιάζεται στις γραφές ως ποιμένας και εμείς  οι πιστοί σαν πρόβατα, και συμπλήρωσε λέγοντας:   Να με παρουσιάζουν με αμνό, μου φαίνεται κάπως λάθος και ίσως ακόμα και υποτιμητικό.  Τι μπορεί να του πει κανείς;

Αγαπητέ, αφού δηλώνεις ότι ανήκεις στους πιστούς, διάβασε τα παρακάτω λίγα λόγια και, αν αυτά δεν σε καλύπτουν, ευχαρίστως να σου  γράψω  και άλλα συμπληρωματικά. Πάντως σε διαβεβαιώνω εκ των προτέρων ότι δεν υπάρχει καμία σκιά στα λόγια του Θεού έστω και, αν κάποια μας φαίνονται δυσνόητα. Γράφεις, « πρέπει να πω πως το να με παρομοιάζουν με αμνό, μου φαίνεται κάπως λάθος και ίσως ακόμα και υποτιμητικό».

Άλλο πράγμα είναι να πει κάποιος προσβλητικά σε κάποιον, είσαι πρόβατο που είναι σαν να σου λέει είσαι ζώο, και άλλο ο χαρακτηρισμός αμνός του Θεού. Πρώτος που παρουσιάστηκε ως αμνός του Θεού είναι ο Ίδιος ο Χριστός, όπως φαίνεται, εκτός των άλλων, και από το εξής, « Τη επαύριον βλέπει ο Ιωάννης τον Ιησούν ερχόμενον προς αυτόν, και λέγει· Ίδε ο αμνός του Θεού ο αίρων την αμαρτίαν τού κόσμου » ( Ιω. α’, 29). Αυτό ο Χριστός, δηλαδή να χαρακτηρίζεται ως αμνός του Θεού, δεν το θεώρησε λάθος ούτε βέβαια υποτιμητικό, όπως γράφεις.

Ας δούμε το γιατί ώστε να δοθεί απάντηση και στο ερώτημά σου,  γιατί ο Θεός παρομοιάζεται στις γραφές ως ποιμένας κι εμείς, οι πιστοί, σαν πρόβατα. Ο Χριστός δεν είναι μόνο Θεός αλλά και άνθρωπος. Κατά την ανθρώπινη φύση Του έπαθε και θυσιάστηκε για τη σωτηρία των ανθρώπων. Ο Ησαΐας προφήτευσε σχετικά με τα εξής λόγια, « ως πρόβατον επί σφαγήν ήχθη· και ως αμνός εναντίον του κείροντος αυτόν άφωνος, ούτως ουκ ανοίγει το στόμα αυτού » (Πρ. η’, 32). Η Θεία όμως φύση Του έμεινε απαθής. Έτσι, επειδή ο Θεός καθοδηγεί και κατευθύνει τον άνθρωπο, αυτό, σε συνδυασμό και με τα προηγούμενα περί προβάτων, οδηγεί στον χαρακτηρισμό του Θεού ως ποιμένα. Στους Ψαλμούς αναφέρεται το εξής, «Κύριος ποιμαίνει με και ουδέν με υστερήσει. εις τόπον χλόης, εκεί με κατεσκήνωσεν, επί ύδατος αναπαύσεως εξέθρεψέ με, την ψυχήν μου επέστρεψεν. ωδήγησέ με επὶ τρίβους δικαιοσύνης ένεκεν του ονόματος αυτού. εάν γαρ και πορευθώ εν μέσω σκιάς θανάτου, ου φοβηθήσκά, ότι συ μετ᾿ εμού ει· η ράβδος σου και η βακτηρία σου, αύταί με παρεκάλεσαν. ητοίμασας ενώπιόν μου τράπεζαν, εξεναντίας των θλιβόντων με· ελίπανας εν ελαίῳ την κεφαλήν μου, και το ποτήριόν σου μεθύσκον με ωσεὶ κράτιστον. και το έλεός σου καταδιώξει με πάσας τας ημέρας της ζωής μου, και το κατοικείν με εν οίκω Κυρίου εις μακρότητα ημερών »( Ψ. 22,1-6 ).

Είναι λοιπόν προφανές ότι το ρήμα ποιμαίνω σε καμία περίπτωση δεν κατεβάζει τον άνθρωπο στην τάξη των προβάτων, αλλά αντιθέτως δηλώνει τη συμπόρευση του με το Θεό. Ο Θεός είναι ο Δημιουργός και Ποιητής των ανθρώπων, και κατά συνέπεια ο Σωτήρας τους. Πάντως σε κάθε περίπτωση την ελευθερία του ανθρώπου δεν την παραβιάζει ούτε ο Ίδιος ο Θεός, αφού είναι δικό Του δώρο.

4. Θα ήταν λογικό να έλεγε ο Αδάμ στο Θεό, γιατί με δημιούργησες χωρίς τη συγκατάθεσή μου;

Όχι,  αυτό θα ήταν παράλογο. Πώς θα τον ρωτούσε πριν τον δημιουργήσει αφού τότε δεν υπήρχε; Αυτό θα μπορούσε να το πει, όταν τον έφερε από την ανυπαρξία στη ύπαρξη.  Αλλά και τότε δεν είχε λόγο για να  πει  αυτά τα λόγια   αφού τον έβαλε στον παράδεισο και του παραχώρησε όλα τα αγαθά του.  Αν όμως το έλεγε μετά την έξοδό του από τον παράδεισο ή αν  το πει κάποιος άλλος απόγονος του Αδάμ σήμερα,  και πάλι δε θα  ήταν και δεν  θα είναι λογικό, γιατί ο Θεός είναι φιλάνθρωπος  και εργάζεται τη σωτηρία του ανθρώπου  και μετά την έξοδο των πρωτοπλάστων από τον παράδεισο: α) Ο Θεός « εστί σωτήρ πάντων ανθρώπων, μάλιστα πιστών » ( Α’ Τιμ. δ’, 10).  β)  « Τα αδύνατα παρά ανθρώποις δυνατά παρά τω Θεώ εστιν »(Λουκ. ιη’, 27).  γ)  « ο πατήρ απέσταλκε τον υιόν σωτήρα του κόσμου » ( Α’ Ιω. δ’, 14).  Γιατί λοιπόν να πει κάποιος στο Θεό, γιατί με δημιούργησες χωρίς τη συγκατάθεσή μου, αφού ο  Θεός  τον περιμένει να επιστρέψει κοντά Του;  Είναι σαν να  αρνείται στο Θεό  να δώσει τη συγκατάθεσή του για τη σωτηρία του. Αγνοεί  ότι  για να  σωθεί ένας άνθρωπος μόνο ο  διάβολος  δε δίνει τη συγκατάθεσή  του, γιατί είναι μισάνθρωπος.  Προσοχή λοιπόν μήπως κάποιος   από εγωισμό, θεωρήσει  αυτή τη σατανική άρνηση για τη σωτηρία του προσωπική του  άρνηση. Αυτός είναι για κλάματα, γιατί την σατανική πονηρία την εκλαμβάνει ως προσωπική του φιλοσοφία. 

5. Από τα κοσμικά στα πνευματικά.

Αν θέλει κανείς να προχωράει στη τελειότητα, καλό είναι, όταν ακούει διάφορα  τραγούδια αγάπης, και   άλλα σχετικά, να τα αναγάγει, απαλλαγμένα βέβαια από φαντασίες και σχήματα, στο μυστήριο της σχέσης του Χριστού με την Εκκλησία, σύμφωνα και με τα λόγια του Παύλου, « το μυστήριον τούτο μέγα εστίν, εγώ δε λέγω εις Χριστόν και εις την εκκλησίαν » (Εφ. ε’, 32).  Όσο για τον εαυτό του, δηλαδή για το εγώ του,  επίσης  καλό είναι να έχει πάντα υπ’ όψη του τα λόγια του Κυρίου προς τους Αποστόλους, « όταν ποιήσητε πάντα τα διαταχθέντα υμίν, λέγετε ότι δούλοι αχρείοί εσμεν, ότι ό ωφείλομεν ποιήσαι πεποιήκαμεν »( Λουκ. ιζ’, 10).

του Ιωάννη Δήμου

 

από την ιστοσελίδα του:  www.sostikalogia.com

Related items

©2005-2016 Zoiforos.gr || Σχεδίαση - Ανάπτυξη Lweb.GR