Logo
Print this page

Ο Κωστής Μπαστιάς και ο Παπουλάκος

Ἀνακοίνωση τοῦ κ. Γιάννης Κ. Μπαστιᾶ, ἐκδότη καί συγγραφέα, μέ θέμα: «Ὁ Κωστής Μπαστιᾶς καί ὁ Παπουλᾶκος»,

στή Β΄ Ἐπιστημονική Ἡμερίδα ἀφιερωμένη στόν Παπουλᾶκο μέ τίτλο: «Χριστοφόρος Παπουλᾶκος: ὁ σύγχρονος Ἀπόστολος τῆς Ρωμηοσύνης», ἡ ὁποία πραγματοποιήθηκε τό Σάββατο, 18 Μαΐου 2013, στό Μέγαρο τῆς Παλαιᾶς Βουλῆς.

Φαντάζομαι ὅτι πολλοί ἀπό σᾶς γνωρίζετε ἤδη ἀρκετά γιά τόν Χριστοφόρο Παναγιωτόπουλο, τόν Χριστοπανάγο, ἤ Παπουλᾶκο, τόν καλόγερο καί ἱεροκήρυκα ἀπό τ’ Ἄρμπουνα τῶν Καλαβρύτων, πού τήν ἐποχή τοῦ Ὄθωνος ξεσήκωσε τόν Μοριᾶ μέ τά κηρύγματα καί τά θαύματά του.

Σήμερα, στήν ἡμερίδα πού ὀργάνωσαν οἱ φορεῖς, οἱ ὁποῖοι πού ἀναγράφονται στήν πρόσκληση μέ τήν οὐσιαστική στήριξη τού: Ἰνστιτούτου «Χριστοφόρος Παπουλᾶκος» καί ὁ μαχητής τῆς Ὀρθοδοξίας Ἀρχιμανδρίτης Νεκτάριος π’’Ν. Πέττας, δρ. Φιλοσοφίας, ἐλπίζω ὅτι θά πληροφορηθεῖτε πολλά ἀκόμη. Ἐγώ δέν θά σᾶς μιλήσω γιά τήν ζωή καί τό ἔργο τοῦ Παπουλάκου, ἀλλά γιά ἕνα βιβλίο, τόν «Παπουλᾶκο» τοῦ πατέρα μου Κωστῆ Μπαστιᾶ1, μία ἀφήγηση βασισμένη σέ ἱστορικά στοιχεῖα καί ζωντανεμένη μέ τήν γλαφυρή πέννα τοῦ Μπαστιᾶ, πού ὁ ἴδιος τό ἀποκαλεῖ «μαρτυρία». Μαρτυρία ποιανοῦ; Τοῦ βιογραφουμένου Παπουλάκου μέσα ἀπό τό ἱστόρημα τοῦ Μπαστιᾶ, τοῦ πιό γλαφυροῦ πιθανόν ἀναγνώσματος γιά τόν ἱεροκήρυκα τοῦ Μοριᾶ, πού ἔχει συγκινήσει χιλιάδες πιστούς καί μή τά τελευταία 60 χρόνια; Ἤ τοῦ βιογράφου Μπαστιᾶ, πού αἰσθανόμενος τήν ἀνάγκη νά ἐπιστρέψει στήν Ὀρθοδοξία, ἀπ’ ὅπου εἶχε ἀπομακρυνθεῖ, μελετᾶ μεθοδικά τόν Παπουλᾶκο, τά κηρύγματά του, προσπαθώντας νά τά ἑρμηνεύσει, καί τήν ζωή του; 

Ὁ Μπαστιᾶς εἶχε γεννηθεῖ στήν Ἑρμούπολη τό 1901, ὅπου καί μεγάλωσε. Ἀπό τόν ἀξιωματικό πατέρα του εἶχε ἀκούσει πολλές φορές ἱστορίες γιά τόν Παπουλᾶκο. Βλέπετε ὁ πατέρας του εἶχε γεννηθεῖ καί μεγαλώσει στήν Ἀλαγονία τῆς Μεσσηνίας, ἀπ’ ὅπου πέρασε ὁ Παπουλᾶκος καί μίλησε. Καί ὁ θρύλος τοῦ Παπουλάκου μεταδόθηκε ἀπό γενιά σέ γενιά, πού ἀκόμη καί σήμερα συνεχίζει ζωντανός σέ ὅλη τή Πελοπόννησο. Ἔτσι ὁ Μπαστιᾶς ἤξερε ἀπό μικρό παιδί γιά τόν Παπουλᾶκο.

Ἡ μνήμη αὐτή φαίνεται ὅτι ἔμεινε σέ νάρκη, καθώς ἀπό δεκατεσσάρων ἐτῶν ἄρχισε μέσα του ἡ ἀμφισβήτηση, ὅταν τό 1914 βρέθηκε στό Ναύπλιο, ὅπου ὁ πατέρας του εἶχε τοποθετηθεῖ γιά ἕνα χρόνο. Ἐκεῖ εἶδε τούς χωροφύλακες νά φέρνουν ἀπό τόν Βόλο τόν δημοτικιστή ἐκπαιδευτικό Ἀλέξανδρο Δελμοῦζο καί τήν ὁμάδα του, γιά νά δικαστοῦν. Ὁ κόσμος φώναζε, «Νά οἱ ἄθεοι! Νά οἱ ἄθεοι!». Ὁ μαθητής Μπαστιᾶς παρακολούθησε τήν δίκη τῶν «Ἀθεϊκῶν» καί τήν ἀπολογία τοῦ Δελμούζου, πού τόν ἐπηρέασε, εἰδικά σέ σύγκριση μέ τίς ἀνοησίες, πού ἔλεγε ὁ εἰσαγγελέας.  

Στήν πνευματική διαμόρφωση τοῦ Μπαστιᾶ θά ἔπρεπε νά προσθέσουμε καί τήν φοίτηση σέ καθολικά σχολεῖα, ὅπου τόν ἔστειλε ἡ μητέρα του, γιά νά μάθει καλά Γαλλικά, παρά τίς ἀντιρρήσεις τοῦ πατέρα του, πού φοβόταν ὅτι «θά φραγκέψει τό παιδί», ὅπως ἔλεγε. Τά Γαλλικά ὅμως τοῦ ἄνοιξαν τήν πόρτα τῆς Εὐρωπαϊκῆς διανόησης, καθώς στό μεγάλο διαμετακομιστικό κέντρο, πού ἦταν ἡ Ἐρμούπολη, κάθε βδομάδα ἄραζε τό ποστάλι ἀπό τή Μασσαλία μέ γαλλικά βιβλία, ἐφημερίδες καί περιοδικά, τά ὁποῖα κυριολεκτικά ρουφοῦσε ὁ νεαρός Κωστῆς, ἐνημερωμένος πάντα γιά ὅλες τίς Εὐρωπαϊκές ἐξελίξεις στά γράμματα, στίς τέχνες καί στό σοσιαλισμό, πού γρήγορα ἀσπάστηκε. 

Ὁ Μπαστιᾶς ἔγινε συγγραφέας, δημοτικιστής, δημοσιογράφος καί ἀριστερός, ἀπό πολύ νέος. Πολύ γρήγορα ὅμως μετακινήθηκε πολιτικά καί τό 1927, σέ ἡλικία 26 ἐτῶν, ἐκδίδει τό φιλολογικό περιοδικό Ἑλληνικά Γράμματα2 μέ στενούς συνεργάτες τόν σκηνοθέτη καί κριτικό Φῶτο Πολίτη3, τόν κριτικό καί ἀργότερα καθηγητή στό Πανεπιστήμιο Θεσσαλονίκης Γιάννη Ἀποστολάκη, τό παλαιό ἴνδαλμά του, τόν ἐκπαιδευτικό Ἀλέξανδρο Δελμοῦζο, τόν μελετητή τοῦ Διαφωτισμοῦ καί γιά πολλά χρόνια καθηγητή στήν πανεπιστήμιο Sorbonne Paris I, Κ. Θ. Δημαρά, καί ἕνα μεγάλο τμῆμα τῆς διανόησης τῆς ἐποχῆς. Τό περιοδικό ὑποστήριζε στή δημοτική γλώσσα, τίς ἑλληνικές παραδόσεις, τό Γερμανικό ἰδεαλισμό, τόν ἐθνισμό ἀντί τοῦ ἄκρατου ἐθνικισμοῦ καί τόν ἀντικομουνισμό.  

Στή δεκαετία τό ’30 θά ἀσχοληθεῖ μέ τόν Ἐθνικό Θέατρο ὡς γενικός γραμματέας, εἰσηγητής δραματολογίου καί τελικά γενικός διευθυντής καί μετά τήν Κατοχή θά φύγει γιά τήν Νέα Ὑόρκη ὡς ἀνταποκριτής Ἀθηναϊκῶν ἐφημερίδων.

Εἶναι περίεργο, ἀλλά στήν Νέα Ὑόρκη, ὅπου θά μείνει ὀκτώ χρόνια, ἀρχίζει τό ἐνδιαφέρον του γιά τήν Ὀρθοδοξία. Δέν γνωρίζω τί τό προκάλεσε, ἀλλά σίγουρα ἡ φιλία πού ἀναπτύχθηκε μέ τόν Ἀρχιεπίσκοπο Ἀμερικῆς καί μετέπειτα Οἰκουμενικό Πατριάρχη Ἀθηναγόρα,4 θά ἔπαιξε καθοριστικό ρόλο. Ὁ Ἀθηναγόρας βρῆκε στόν Μπαστιά ἕναν  πολιτικό ἀναλυτή, πού γνώριζε καλά τήν πολιτική σκακιέρα καί στήν Ἑλλάδα καί παγκοσμίως. Συζητοῦσαν, καμιά φορά καί ὅλη τήν νύχτα γιά τόν Ἑλληνισμό τῆς Ἀμερικῆς, γιά τήν παιδεία του καί τόν φόβο, ὅτι θά ἔχανε μέ τά χρόνια καί τούς ἀλλόθρησκους γάμους τήν γλώσσα καί πιθανόν καί τήν θρησκεία του. Τοῦ ἔδινε νά διαβάσει γράμματα, πού τοῦ ἔγραφε ὁ πρόεδρος Χάρυ Τρούμαν  καί ζητοῦσε τήν γνώμη του, τόν ρωτοῦσε τί στάση θά ἔπρεπε νά τηρήσει ἡ Ὀρθοδοξία σέ παγκόσμια γεγονότα, ὅπως στήν ἐγκύκλιο τοῦ Πάπα γιά τόν ἀφορισμό τῶν κομμουνιστῶν κ.ἄ..

Ὁ Μπαστιᾶς, ἀπό τήν δική του πλευρά, βρῆκε στήν ἐπιβλητική μορφή τοῦ Ἀθηναγόρα ἕναν ἱεράρχη, ὅμοιο τοῦ ὁποίου δέν εἶχε ξανασυναντήσει, σέ μία στιγμή ἐσωτερικῆς ἀναζήτησης, μακριά ἀπό τήν Ἑλλάδα. Μίλησαν γιά τήν Ἐκκλησία καί γιά τίς μεγάλες μορφές της. Μίλησαν γιά τόν Παπουλᾶκο καί γιά τήν ἀτυχία νά ἀποκοπεῖ ἡ Ἑλλάδα ἀπό τό Οἰκουμενικό Πατριαρχεῖο.

Ὁ Μπαστιᾶς ἔγραψε στόν φίλο του Φώτη Κόντογλου γιά τό ἐνδιαφέρον του γιά τόν Παπουλάκο, καί σύντομα ἄρχισε νά λαμβάνει δέματα μέ ὑλικό γιά τήν ζωή του. Ἐπικοινώνησε μέ πολλούς κληρικούς καί λαϊκούς στήν Ἑλλάδα καί συγκέντρωσε πλούσιο ὑλικό γιά τόν καλόγερο, πού εἶχε ἐρεθίσει τή φαντασία του.  Αἰσθάνθηκε τήν ἀνάγκη νά διαδώσει τήν μορφή του καί στήν Ἑλλάδα καί στόν Ἑλληνισμό  τῆς Ἀμερικῆς. Ἄρχισε νά  σχεδιάζει ἕνα ἀφήγημα, πού τελικά ἔγινε τό πιό δημοφιλές βιβλίο του. Τόν Ἰούλιο τοῦ 1951 ἄρχισε νά δημοσιεύεται σέ συνέχειες στήν ἐφημερίδα Ἡ Βραδυνή. Τό Σεπτέμβριο ἄρχισε ἡ δημοσίευση στόν ἡμερήσιο Ἐθνικό Κήρυκα τῆς Νέας Ὑόρκης. Καί τό Δεκέμβριο ἐκδόθηκε σέ βιβλίο καί ἐστάλλη στήν Ἀθήνα.

Ἡ ὑποδοχή ἀπό τούς κριτικούς ἦταν ἐπαινετική, ἀλλά ὑπῆρχαν καί φωνές, πού τό καταδίκασαν, κυρίως ἀπό τήν ἀριστερά στά πρῶτα ἐκεῖνα χρόνια μετά τόν Ἐμφύλιο. Ἄλλοι μίλησαν γιά τόν «Παπουλᾶκο» ὡς «μαρτυρία», κατανοώντας τί ἔλεγε ὁ Μπαστιᾶς, ἄλλοι φιλολογικά γιά ἕνα λογοτεχνικό ἔργο, ἀποφεύγοντας νά μιλήσουν γιά τόν ἴδιο τόν Παπουλᾶκο καί γι’ αὐτό πού ἦταν, ἱεροκήρυκας, ὅσιος ἤ ἀκόμα καί ἅγιος καί ἄλλοι προσέφυγαν σέ ὕβρεις.

Ὁ Κόντογλου ἔγραψε στήν Κιβωτό: «Τό βιβλίο εἶναι γεμάτο ἀπό ἀγάπη καί πόνο γιά τήν Ὀρθοδοξία. Ὅσα λέγει γιά τόν καιρό τοῦ Παπουλάκου, πού κινδύνευε ἡ Ὀρθοδοξία ἀπό τούς ἑτερόδοξους, [εἶναι] σάν νά τά λέγει καί γιά τή σημερινή κατάσταση»5.

Ὁ ἱστορικός της νεοελληνικῆς λογοτεχνίας  Κ.Θ. Δημαρᾶς, πού ὑπῆρξε ὁ σημαντικότερος  μελετητής τοῦ νεοελληνικοῦ Διαφωτισμοῦ, δηλαδή τῶν ἰδεῶν ὑπέρ τῶν ὁποίων μαχόταν ὁ Παπουλᾶκος, σέ κριτική του στό Βῆμα θά τόν ἀποκαλέσει «ὁ παράξενος ἐκεῖνος ρασοφόρος [πού ξεσήκωσε] τήν Ἑλλάδα σέ δυνατά κύματα φανατισμοῦ καί μισαλλοδοξίας»6. Ἐνῶ ὁ φίλος του Καζαντζάκη καί πεζογράφος Παντελῆς Πρεβελάκης, πού ἤξερε καλά τόν Μπαστιά, θά τοῦ γράψει μέ ἀπορία στή Νέα Ὑόρκη: «Ριζική ἀλλαγή πρέπει  νάχει γίνη μέσα σου ἀπό τόν καιρό πού ἔχω νά σέ ἰδῶ. Δέν μέ πείθουν γι’ αὐτό τά νοήματα μόνα του βιβλίου, ἀλλά καί τό ὕφος σου. Μακάριοι  οἱ πιστοί!!»7.

Ἀπό τήν ἀριστερά οἱ μαρξιστές ἱστορικοί Γιάννης Κορδάτος καί Δημήτρης Φωτιάδης θά ἐξαπολύσουν τά βέλη τους κατά τοῦ Παπουλάκου. Ὁ πρῶτος, στήν Ἱστορία τῆς νεοελληνικῆς λογοτεχνίας του, μέ πρόλογο τοῦ Βάρναλη,  θά ἀναφερθεῖ στόν «γνωστό ψευτοκαλόγερο κι’ ἀγύρτη Παπουλάκο, πού [ὁ Μπαστιᾶς] τόν ἐμφανίζει ἥρωα καί ὑπερασπιστῆ τής ὀρθοδοξίας!»8, ἐνῶ ὁ δεύτερος, ἐξιστορώντας τήν δράση  τοῦ Παπουλάκου, στό ἱστορικό ἔργο του γιά τόν βασιλέα Ὄθωνα,  καί ἀναφερόμενος στίς ἱστορίες πού πίστευε γι’ αὐτόν ὁ κόσμος στόν Μοριᾶ, θά παρατηρήσει: «Δέν εἶναι τόσο θλιβερό πώς τέτοια κι ἄλλα μωρολογήματα τ’ ἀνιστοροῦσαν ἀμόρφωτοι χωριάτες, μά πώς κάθισε  κι ἔγραψε βιβλίο γι’ αὐτά, θαυμάζοντας τόν Παπουλάκο, κι ἕνας συγκαιρινός μας, ὁ Κωστής Μπαστιᾶς, πού ἔφτασε μάλιστα νά γίνει καί διευθυντής τῆς Ραδιοφωνίας τό 1961, γιά νά μορφώσει, μάτια μου, τό λαό!» 9.

Ἀλλά οἱ ἐπιθέσεις κατά τοῦ Παπουλάκου τοῦ Μπαστιᾶ δέν περιορίσθηκαν μόνο στούς μαρξιστές. Ἡ συντηρητική Ἑστία τῶν ἀδελφῶν Κύρου θά κατηγορήσει τήν ἡρωοποίηση  ἑνός «ἐξάλλου καλογήρου», πού κατάφερε νά δημιουργήσει «περί αὐτόν τόν θρύλον τῆς ἁγιωσύνης», γράφοντας: «Ἡ ἀδιάπτωτος γοργότης  τῆς ἱστορήσεως καί ἡ γνωστή ζωηρότης τοῦ διαλόγου τοῦ κ. Μπαστιά ἀποτελοῦν σημαντικόν στοιχεῖον ἐπιτυχίας καί διά τό βιβλίον αὐτό, ἀλλά παρ’ ὅλα ταῦτα, θά πρέπει νά ὁμολογηθῇ, ὅτι ὁ θρησκόληπτος τυχοδιώκτης τοῦ 1850 δέν ἦτο ἄξιος τοιαύτης ἡρωοποιήσεως»10.

Ἀπρόσμενος ὑποστηρικτής τοῦ Μπαστιᾶ καί φυσικά καί τοῦ Παπουλάκου ἐμφανίστηκε τότε ὁ πολύ νέος κριτικός της ἐφημερίδας Νέα Ἀλήθεια τῆς Θεσσαλονίκης, ὁ μόλις εἴκοσι ἑνός ἐτῶν ποιητής Ντῖνος Χριστιανόπουλος, πού φαίνεται ὅτι ἤδη βάδιζε στό ἴδιο κλῖμα, πού εἶχε φτάσει καί ὁ Μπαστιᾶς μέσα ἀπό τήν ἔρευνά του. Γράφει ὁ Χριστιανόπουλος: «Ἐκεῖνα τά χρόνια ἦταν δίσεχτα γιά τήν Ἐκκλησία. Ἄνεμος ὑλιστικός ἔπνεε στό ἐλεύθερο βασίλειο, πού εἶχε σάν ἀποτέλεσμα τήν ἐπίσημη καταδίωξι τῶν μοναχῶν καί τό κλείσιμο τῶν μοναστηριῶν. Ἀπ’ τήν ἄλλη μεριά, ἡ ἐπίσημη ἐκκλησία ἀγωνιζόταν πῶς νά χειραφετηθῆ  ἀπό τό Πατριαρχεῖο καί νά ὑποταχτεῖ στόν Ὄθωνα. […] Ἀκριβῶς τότε βρέθηκαν μερικοί θεολόγοι καί ἱερωμένοι πού […] ἀποφάσισαν  νά βγοῦν καί νά κηρύξουν  στό λαό. […] Ὁ Κοσμᾶς Φλαμιάτος, […] ὁ Ἀπόστολος Μακράκης,  […] ὁ Ἰγνάτιος Λαμπρόπουλος, […] ὁ Διονύσιος ὁ Γέροντας (ὁ Ἐπιφανιάδης), […] πνευματικός πατέρας τοῦ Παπαδιαμάντη καί τοῦ Μωραϊτίδη καί ἄλλοι πολλοί. […] Ἀνάμεσα σ’ αὐτούς […] ξεχωρίζει […] ὁ Παπουλάκος, ὁ δεύτερος μετά τόν Κοσμᾶ τόν Αἰτωλό λαϊκός κήρυκας τοῦ Χριστοῦ. […] Αὐτουνοῦ  τοῦ παράξενου καλόγερου, μέ τή βαθειά πίστη […] ἔρχεται νά μᾶς ἱστορήσει ὁ Κωστής Μπαστιᾶς. […] Ἡ διήγησή του, ἀπό τήν πρώτη σελίδα, εἶναι δραματική, κρατάει σέ ἱερή ἀγωνία τόν ἀναγνώστη καί πολύ συχνά τοῦ μεταγγίζει μία τόσο βαθειά συγκίνηση, πού εἶναι δύσκολο νά κρατήσει τά δάκρυά του. […] Χαιρόμαστε καί τήν πλούσια καί εὔχυμη γλώσσα τοῦ συγγραφέα, καθαρή δημοτική, γεμάτη ζωντάνια καί ὀμορφιά»11.

Ὁ Παπουλᾶκος ἦταν τό πρῶτο ἔργο τοῦ Μπαστιᾶ μέ θέμα τίς μεγάλες μορφές τῆς  Ὀρθοδοξίας. Ζώντας ὅμως στήν Νέα Ὑόρκη, τόν ἀπασχολοῦσε πολύ ἕνα ἄλλο πρόβλημα, αὐτό τῆς κατανόησης τῶν Εὐαγγελίων, πού διαβάζονται κάθε Κυριακή στίς ἐκκλησίες τῆς Ἀμερικῆς ἀπό ἕνα ποίμνιο, πού συχνά δυσκολευόταν νά καταλάβει τήν γλώσσα καί πολύ περισσότερο νά κατανοήσει τό βαθύτερο νόημα τῶν περικοπῶν. Ἀκόμη καί ἱερωμένοι συχνά δέν εἶχαν τά πνευματικά φόντα νά καθοδηγήσουν τούς πιστούς. Ἐνημέρωσε τόν  Ἀμερικῆς Ἀθηναγόρα, πού ἦταν πλέον Οἰκουμενικός Πατριάρχης, καί τόν Ὀκτώβριο τοῦ 1953 ξεκίνησε στόν Ἐθνικό Κήρυκα τῆς Νέας Ὑόρκης μία Σαββατιάτικη στήλη, «Στήν πηγή τῆς ζωῆς», ὅπου δημοσίευε τό κείμενο κάθε περικοπῆς, ὅπως θά τό ἄκουγαν οἱ ἀναγνῶστες του τήν ἄλλη μέρα στήν λειτουργία, τήν μετάφραση στήν δημοτική καί βασικότερο ὅλων τήν ἑρμηνεία. Ὅταν τελικά ἐπέστρεψε στήν Ἑλλάδα τά τέλη τοῦ 1954, ὑπέβαλε στήν Ἱερά Σύνοδο ὅλο τά κείμενα, αὐτοῦ τοῦ Νέου Κυριακοδρόμιου, ζητώντας τήν ἔγκριση τῆς Συνόδου νά τά δημοσιεύσει. Ὁ τότε ἀρχιεπίσκοπος Ἀθηνῶν Σπυρίδων ἐνέκρινε μετ’ ἐπαίνων τό Νέον Κυριακοδρόμιον τοῦ Μπαστιᾶ, μετά ἀπό εἰσήγηση στήν Ἱερά Σύνοδο τοῦ Ἀργολίδος Χρυσοστόμου. 

Τό τρίτο θέμα, πού ἀπασχολοῦσε τόν Μπαστιᾶ ἀπό καιρό ἦταν ὁ Ἀλέξανδρος Παπαδιαμάντης καί τό ἔργο του. Τό Δεκέμβριο τοῦ 1962 κυκλοφόρησε τό δοκίμιο Ὁ Παπαδιαμάντης12, παρά τήν φούρια τῶν ἀσχολιῶν τοῦ ὡς γενικοῦ διευθυντοῦ τῆς Ἐθνικῆς Λυρικῆς Σκηνῆς καί τοῦ Ἐθνικοῦ Ἱδρύματος Ραδιοφωνίας, τοῦ μοναδικοῦ τότε μέσου μαζικῆς  ἐνημέρωσης, ἀφοῦ δέν ὑπῆρχε οὔτε τηλεόραση ἀκόμη, οὔτε ἰδιωτικοί ραδιοφωνικοί σταθμοί, καί συνάμα ἔγραφε καί τά πρωτοσέλιδα πολιτικά σχόλια τῆς ἐφημερίδας Ἡ Βραδυνή. Ἐκεῖ ἰχνηλατεῖ τούς πνευματικούς προγόνους τοῦ Παπαδιαμάντη ἀπό τούς ἡσυχαστές καί τόν Γρηγόριο Παλαμᾶ τόν 14ο αἰώνα ἕως τούς Κολλυβάδες μοναχούς πού ἔχτισαν στήν Σκιάθο τήν Μονή τοῦ Εὐαγγελισμοῦ, «φυτώριον γενομένην τῶν σεμνῶν της νήσου μας ἱερέων τότε», κατά τά λόγια του Παπαδιαμάντη.  Σ’ αὐτούς τούς ἱερεῖς ἀνῆκε καί ὁ πατέρας τοῦ Παπαδιαμάντη. 

Ὁ Μπαστιᾶς σχολιάζει στό δοκίμιό του τά μυθιστορήματα τοῦ Παπαδιαμάντη, Οἱ Ἔμποροι τῶν Ἐθνῶν, πού διαδραματίζεται τήν ἐποχή τῆς Φραγκοκρατίας, καί ἡ Γυφτοπούλα, τήν ἐποχή τῆς πτώσης τῆς Κωνσταντινούπολης, λέγοντας: «Ὅπως μέ  τούς Ἐμπόρους τῶν Ἐθνῶν [ὁ Παπαδιαμάντης] λυτρώθηκε ἀπ’ τή Ρωμαιοκαθολική πολιτιστική καί θεολογική Σειρήνα, ἔτσι καί μέ τή Γυφτοπούλα λυτρώθηκε ἀπ’ τή μάταιη σοφία τῶν μάταιων σοφῶν του παγανισμοῦ». Ἔτσι διαγράφονται ἀπό τόν Μπαστιά  δύο παρατάξεις μέσα ἀπό τό ἔργο τοῦ Παπαδιαμάντη: Διαφωτιστές καί Κολλυβᾶδες -- ὁ Πλήθων Γεμιστός, ἡ μεγάλη πνευματική μορφή τοῦ βυζαντινοῦ Ἑλληνισμοῦ, καί ὁ Γεώργιος Σχολάριος, ὁ μεγάλος Βυζαντινός θεολόγος καί μετέπειτα πατριάρχης Κωνσταντινουπόλεως, πού, κατά τόν Μπαστιᾶ, «φαίνεται […] ὅτι προτιμοῦσε τήν ἐπικράτηση τῶν Τούρκων ἀπό τό βαθμιαῖο ἐκλατινισμό τοῦ ὀρθοδόξου λαοῦ καί τῆς ἐκκλησίας» --  ὁ διαφωτιστής Ἀδαμάντιος Κοραῆς καί ὁ κολλυβᾶς Ἀθανάσιος ὁ Πάριος – ἡ θύραθεν  σοφία καί ἡ ἐξ ἀποκαλύψεως ἀλήθεια – ἡ Θεολογική Σχολή τοῦ Ὀθώνειου Πανεπιστημίου κάτω ἀπό τήν ἐπιρροή τοῦ Θεοκλήτου Φαρμακίδη καί ὁ Ἀλέξανδρος Παπαδιαμάντης, πού, γιά νά ἀποφύγει αὐτή τήν ἐπιρροή, προτίμησε νά σπουδάσει κλασική φιλολογία ἀντί θεολογία. Εἶναι ἐνδιαφέρον νά θυμηθοῦμε τήν συνομιλία τοῦ Παπουλάκου μέ τόν Κοσμᾶ Φλαμιᾶτο γιά τόν Φαρμακίδη, πού ἔγραψε τήν «Διακήρυξη περί Ἀνεξαρτησίας τῆς Ἑλληνικῆς Ἐκκλησίας» καί πόσο συγκλίνουν  οἱ ἀπόψεις Παπουλάκου καί Παπαδιαμάντη κατά τοῦ Αὐτοκέφαλου τῆς Ἐκκλησίας, ὅπως τίς περιγράφει ὁ Μπαστιᾶς.

Ὁ Ν.Δ. Τριανταφυλλόπουλος, μελετητής τοῦ Παπαδιαμάντη, πού τό μνημειῶδες ἔργο του, ἡ κριτική πεντάτομη ἔκδοση τῶν Ἁπάντων του, ἔχει καθιερωθεῖ ὡς ἡ σοβαρότερη πηγή τῶν παπαδιαμαντικῶν κειμένων, ἔχει πεῖ σέ ὁμιλία του ὅτι: «τό δοκίμιο τοῦ Μπαστιᾶ γιά τόν Παπαδιαμάντη εἶναι τό ἐγκυρότερο ἑρμηνευτικό βοήθημα γιά τή μελέτη τοῦ διηγηματογράφου μας, ἰδιαίτερα σήμερα πού ὑπερπερισσεύουν οἱ φαντασιώδεις ἑρμηνεῖες»13.

Ἔτσι, σέ μία δεκαετία, 1952-1962, ὁ Μπαστιᾶς κυκλοφόρησε τρία σημαντικά ἔργα ὀρθόδοξης σκέψης καί τά πλαισίωσε μέ ἑκατοντάδες ἄρθρα, ὅπως ἡ ἑβδομαδιαία στήλη του στήν Βραδυνή, «Ὀρθόδοξος Πνευματικότης», διηγήματα ἀπό ἕνα λογοτεχνικό ἀνάγνωσμα, πού δέν πρόφτασε νά ὁλοκληρώσει, Τό Συναξάρι τοῦ παπᾶ-Πλανᾶ, καί δραματικά σχεδιάσματα, πού παίχτηκαν στό ραδιόφωνο, ὅπως ὁ Κωνσταντῖνος Οἰκονόμος ὁ ἐξ Οἰκονόμων καί Ὁ Ἀναστημένος Χριστός κι οἱ Ἀνανάστητοι Ἄνθρωποι. Καί ὅλα αὐτά ἄρχισαν μέ μία ἔρευνα γιά τόν Παπουλᾶκο, πού ξεκίνησε ἀπό κάποιες παιδικές ἀναμνήσεις διηγήσεων τοῦ πατέρα τοῦ Μπαστιᾶ καί δικοῦ μου παπποῦ, ἀπό τήν Ἀλαγονία τοῦ Ταϋγέτου.

Σημειώσεις:

1) Βλ. «Κωστῆς Μπαστιᾶς Βικιπαίδεια», κείμενο Γιάννη Μπαστιᾶ, στό Google.

2) Βλ. «Ἑλληνικά Γράμματα (περιοδικό) Βικιπαίδεια», κείμενο Γιάννη Μπαστιᾶ,  στό Google.

3) Βλ. «Φῶτος Πολίτης Βικιπαίδεια», κείμενο Γιάννη Μπαστιᾶ, στό Google.

4) Γιάννης Κ. Μπαστιᾶς, Κωστῆς Μπαστιᾶς –Δημοσιογραφία, Θέατρο, Λογοτεχνία (βιογραφία), κεφ. 32, «Ὁ Ἀμερικῆς Ἀθηναγόρας», ἐκδ. Καστανιώτη, Ἀθήνα 2005. 

5) Φώτης Κόντογλου,  «Ὁ Παπουλᾶκος»,  περ. Κιβωτός, Μάιος 1952.

6) Κ. Θ. Δημαρᾶς, «Ὁ “Παπουλᾶκος” τοῦ Κωστῆ Μπαστιᾶ», ἐφημ. Τό Βῆμα, 20 Ἰουνίου 1952.

7) Ἀνέκδοτη ἐπιστολή τοῦ Παντελῆ Πρεβελάκη (17 Ἰουλίου 1952), πού βρίσκεται στό Ἀρχεῖο Κωστῆ Μπαστιᾶ. 

8) Γιάν(ν)ης  Κορδᾶτος, Ἱστορία τῆς νεοελληνικῆς λογοτεχνίας, πρόλογος Κώστα Βάρναλη, Ἀθήνα 1962, σ. 606.

9) Δημήτρης Φωτιάδης, Ὄθωνος – Ἡ ἔξωση, Ἀθήνα 1965, σελ. 190.

10)  «Ὁ Παπουλᾶκος», ἐφημ. Ἑστία, 5 Ἰουνίου 1952.

11) Ντῖνος Χριστιανόπουλος, «Κωστῆ Μπαστιᾶ:  “Ὁ Παπουλᾶκος”», ἐφημ. Νέα Ἀλήθεια (Θεσσαλονίκης), 22 Σεπτεμβρίου 1952.

12) Γιάννης Κ. Μπαστιᾶς, ὅ.π.,  κεφ. 38, «Ὁ Παπαδιαμάντης».

13) Σέ ἑσπερίδα στήν Πάτρα, στίς 7 Φεβρουαρίου 2003, ἀφιερωμένη στόν Παπαδιαμάντη, ὅπου ὁ Ν. Δ. Τριανταφυλλόπουλος ἦταν ὁμιλητής. 

Related items

©2005-2016 Zoiforos.gr || Σχεδίαση - Ανάπτυξη Lweb.GR