Ζωηφόρος

Οι ταυτότητες, οι Αλεβίτες και ο μύθος του «κοσμικού κράτους», του Αλεξάνδρου Μασσαβέτα,

Οι ταυτότητες, οι Αλεβίτες

και ο μύθος του «κοσμικού κράτους»

του Αλεξάνδρου Μασσαβέτα

Κωνσταντινούπολη

Η πρόσφατη απόφαση του Ευρωπαϊκού Δικαστηρίου Ανθρωπίνων Δικαιωμάτων, που ζήτησε από την Τουρκία να καταργήσει την αναγραφή του θρησκεύματος στις ταυτότητες, έφερε για άλλη μια φορά στο προσκήνιο την όλη συζήτηση για τον κοσμικό χαρακτήρα του Τουρκικού κράτους. Στο επίκεντρο της συζήτησης βρίσκεται η κοινότητα των Αλεβιτών και τα σοβαρά προβλήματα που προκαλεί η πολιτική αφομοίωσης στο Σουννιτικό Ισλάμ που εφαρμόζουν εναντίον της οι κρατικές αρχές. Ο αγώνας των Αλεβιτών για την αναγνώριση της θρησκευτικής τους ιδιαιτερότητας είναι στενά συνδεδεμένος με την κατοχύρωση ενός κατ’ ουσίαν, και όχι μόνο κατ’ όνομα, κοσμικού κράτους.

Η απόφαση που ζητεί από την Τουρκία να καταργήσει την αναγραφή του θρησκεύματος, έστω και ως προαιρετική, στις ταυτότητες εξεδόθη ύστερα από προσφυγή του Σινάν Ισίκ, Αλεβίτη και κατοίκου Σμύρνης. Ο Ισίκ προσέφυγε στη δικαστική οδό επειδή οι αρχές δεν του επέτρεψαν να αντικαταστήσει την αναγραφή «Ισλάμ» στην ταυτότητά του με εκείνη «Αλεβισμός». Οι Τουρκικές αρχές, παρά τις συνεχείς διαμαρτυρίες των Αλεβιτών, δε δέχονται ότι η ιδιότυπη αυτή αίρεση αποτελεί ξεχωριστή θρησκεία, ούτε καν παρακλάδι του Ισλάμ. Σημειωτέον ότι όταν άρχισε η διαμάχη του Ισίκ με τις αρχές, το 2005, η αναγραφή του θρησκεύματος ήταν υποχρεωτική, και έτσι ο Ισίκ βρέθηκε ενώπιον μιας κατάστασης όπου η ταυτότητά του ανέγραφε μία θρησκεία στην οποία δεν αισθανόταν πως υπάγεται.

Το δικαστήριο της Σμύρνης, στο οποίο είχε προσφύγει ο Ισίκ, είχε δεχθεί τη γνωμοδότηση της Διεύθυνσης Θρησκευτικών Υποθέσεων, κατά την οποία ο Αλεβισμός δεν αποτελεί per se ξεχωριστή θρησκεία. Σημειωτέον ότι, σε αντίθεση από το ότι συνέβαινε στην Ελλάδα, στην Τουρκία δεν αναγράφεται το δόγμα (Σουνίτης, Ελληνορθόδοξος, Ρωμαιοκαθολικός) αλλά μόνο τη θρησκεία (Ισλάμ, Χριστιανισμός, Ιουδαϊσμός) στο σχετικό χωρίο.

Αν και η προσφυγή του Ισίκ εκφράζει το πάγιο αίτημα των Αλεβιτών να αναγνωρισθεί από το κράτος η ξεχωριστή θρησκευτική τους ταυτότητα, το δικαστήριο έκρινε πως η προσβολή των δικαιωμάτων του δεν έγκειται στην μη αναγραφή του Αλεβισμού, αντί του Ισλάμ, ως θρησκείας στην ταυτότητά του. Αντίθετα, έκρινε πως η ίδια η αναγραφή του θρησκεύματος, ακόμη και όταν είναι προαιρετική, δε συνάδει με την αρχή της ανεξιθρησκείας και ελευθερίας της συνειδήσεως, όπως αυτή ορίζεται στο άρθρο 9 της Ευρωπαϊκής Σύμβασης Δικαιωμάτων του Ανθρώπου. Κάλεσε συνεπώς την Τουρκία να αφαιρέσει τη σχετική καταχώρηση από τις ταυτότητες.

Η Τουρκία δύναται, εντός τριών μηνών, να προσβάλει την απόφαση με έφεση. Η τουρκική πολιτεία διατείνεται πως από το 2006, κάθε πολίτης μπορεί με μία απλή αίτησή του να αλλάξει την καταχωρούμενη στην ταυτότητά του θρησκεία με απλή δήλωσή του, χωρίς να απαιτείται η πολύπλοκη δικαστική διαδικασία του παρελθόντος, ή να ζητήσει να αφεθεί το σχετικό χωρίο κενό.

Είναι πράγματι αντίθετη με την ανεξιθρησκία η προαιρετική, έστω, αναγραφή του θρησκεύματος στις ταυτότητες; Και τι σκοπό εξυπηρετεί η αναγραφή του θρησκεύματος στο κρατικό έγγραφο αυτοπροσδιορισμού; Το δικαστήριο τόνισε πως αφενός κανείς δεν υποχρεούται να ανακοινώσει τις θρησκευτικές του πεποιθήσεις, αφετέρου η έστω και προαιρετική αναγραφή συνιστά πίεση προς την κατεύθυνση αυτή, που δε συμβαδίζει με την αρχή του κοσμικού κράτους. Συζητώντας με νεαρούς Τούρκους, που είτε ανήκουν σε μειονότητες είτε είναι άθεοι, εύκολα συνειδητοποιεί κανείς πόσο σωστό είναι το σκεπτικό του δικαστηρίου.

Αν και πολλές δεκάδες χιλιάδες Τούρκοι, σύμφωνα με οργανώσεις ανθρωπίνων δικαιωμάτων, έχουν αλλάξει θρήσκευμα, εγκαταλείποντας το Ισλάμ για τον Καθολικισμό ή διάφορες Προτεσταντικές εκκλησίες, ελάχιστοι επεδίωξαν την αναγραφή της νέας τους θρησκείας στις ταυτότητές τους, ή έστω τη διαγραφή του όρου «Ισλάμ» από αυτές. Οι νεότεροι, ιδίως, φοβούνται πως μία κενή καταχώρηση τους εγγυάται δυσμενή μεταχείριση από τις πολιτικές και στρατιωτικές αρχές.

«Παρότι δεν υφίστανται νόμοι που να καθιερώνουν διακριτική μεταχείριση εις βάρος των Μη-Μουσουλμάνων, οι διακρίσεις είναι πολλές, και καθιερώνονται από άγραφους κανόνες της πρακτικής των αρχών. Εάν η λέξη Ισλάμ δεν αναγράφεται στην ταυτότητά σου, δεν υπάρχει περίπτωση να διορισθείς στο δικαστικό σώμα, να γίνεις δεκτός σε στρατιωτική σχολή, ως μόνιμος διπλωματικός υπάλληλος ή σε οποιαδήποτε θέση του δημοσίου τομέα. Μόνο ως πανεπιστημιακοί μπορούν να διορισθούν οι μειονοτικοί» εξηγεί ο Γιουσούφ, που είναι Συροορθόδοξος και κατοικεί στη Σμύρνη. «Οι γονείς μου, όταν ήρθαν από το χωριό στη Σμύρνη, με δήλωσαν ως Μουσουλμάνο στις αρχές, που αμέλησαν να ελέγξουν τα σχετικά χαρτιά του πατέρα μου. [Μέχρι το 2006 τα παιδιά υποχρεωτικά έπαιρναν το θρήσκευμα του πατέρα, και απαιτείτο περίπλοκος και χρονοβόρος δικαστικός αγώνας για να αλλάξει κανείς θρησκεία και την αντίστοιχη καταχώρηση]. Λόγος, να μην μου κλείσουν πόρτες. Μετά την απόλυσή μου από το στρατό και όταν αποκατασταθώ επαγγελματικά, θα αποκαταστήσω την αλήθεια στην ταυτότητά μου».

Όπως χιλιάδες Χριστιανοί στην Τουρκία, εκ γενετής ή προσήλυτοι, ο Γιουσούφ φέρει «ουδέτερο» όνομα, που δεν προδίδει τη Χριστιανική του καταγωγή, και ζει μια ζωή εν μέρει κρυφή. «Το σημαντικό είναι πως η εκκλησία γνωρίζει την περίπτωσή μου, και θα μπορέσω να παντρευθώ με θρησκευτικό γάμο χωρίς να χρειασθεί να αλλάξω την καταχώρηση στην ταυτότητά μου. Αν πάλι πεθάνω ξαφνικά, θα με θάψουν σε χριστιανικό νεκροταφείο. Ξέρω πως κάποια στιγμή πρέπει να αφαιρεθεί η λέξη Ισλάμ από την ταυτότητά μου, ώστε αυτή να αντιπροσωπεύει αυτό που πραγματικά είμαι. Αλλά αυτό θα γίνει όταν θα είμαι πια σίγουρος πως το κράτος δε θα μπορεί να χρησιμοποιήσει την πίστη μου εναντίον μου».

Παρότι το στράτευμα έχει ορίσει τον «ισλαμικό σκοταδισμό» ως τη νούμερο ένα «εσωτερική απειλή» για τη χώρα, εξακολουθεί να αντιμετωπίζει τους μη-Μουσουλμάνους ως «ξένους» και να θέτει την αφοσίωσή τους στη χώρα και το τουρκικό έθνος υπό αμφισβήτηση. Πολλοί νεαροί Τούρκοι που είναι άθεοι αποφεύγουν να διαγράψουν το Ισλάμ από τη σχετική καταχώρηση του δελτίου ταυτότητας πριν εκτίσουν τις στρατιωτικές τους υποχρεώσεις, για να μη θεωρηθεί πως ανήκουν σε θρησκευτική μειονότητα ή έχουν αριστερές πεποιθήσεις. «Δεν ξέρω τι δυσκολίες θα μπορούσα να συναντήσω στο στρατό. Πάντως, αν και είμαι άθεος ως το κόκκαλο, δε διαγράφω το Ισλάμ μέχρι να εκτίσω τη θητεία μου» εξηγεί ο Ιλκέρ, που παραδέχεται ότι η καταχώρηση «Ισλάμ» τον προσβάλλει. «Δεν με αντιπροσωπεύει ιδεολογικά, ενώ ξέρω πως βρίσκεται εκεί, για πολλούς, ως έλεγχος φρονημάτων».

Οι ισχυρισμοί σχετικά με την ύπαρξη «άγραφων νόμων» στην Τουρκία που περιορίζουν αισθητά τα δικαιώματα των μειονοτήτων συνάδουν με αντίστοιχες καταγγελίες για την πρακτική των αρχών στην Ελλάδα. Συγκεκριμένα, βρίθουν οι καταγγελίες πως είναι αδύνατη στην πράξη η εισδοχή μη Ορθοδόξων σε στρατιωτικές σχολές, στο διπλωματικό σώμα και σε καίριες θέσεις της δημόσιας διοίκησης. «Φυσικά δεν είναι δυνατόν νόμος να περιορίζει τα δικαιώματα με βάση το θρήσκευμα. Στην πράξη όμως, δεν βλέπω καμμία ρεαλιστική πιθανότητα ενός Ρωμαιοκαθολικού, πόσω μάλλον Εβραίου η Μουσουλμάνου, στη Σχολή Ικάρων, στη Σχολή Ευελπίδων ή όποια άλλη στρατιωτική σχολή. Είναι δυστυχώς διάχυτη η πεποίθηση ότι αυτοί είναι λιγότερο Έλληνες. Η αναγραφή παλιά του θρησκεύματος στις ταυτότητες μπλόκαρε αποτελεσματικά μία παρόμοια αίτηση, ενεργοποιώντας αμέσως τους άγραφους κανόνες της πρακτικής» τόνισε αναφορικά με την Ελληνική πραγματικότητα στο newstime παράγοντας της Ελληνικής Πολεμικής Αεροπορίας.

Οι φιλελεύθεροι σχολιαστές στην Τουρκία και οι ξένοι παρατηρητές σημειώνουν πως οι Αλεβίτες είναι η κατεξοχήν ομάδα που πλήττεται από την αναγραφή του θρησκεύματος στις ταυτότητες, αλλά και την όλη πρακτική των αρχών να προωθούν το σουννιτικό ισλάμ ως de facto επίσημο δόγμα του κράτους. Η θρησκευτική αυτή κοινότητα υπολογίζεται πως αριθμεί γύρω στο 15%-20% του πληθυσμού. Το βασικότερο πρόβλημα των Αλεβιτών εντοπίζεται στην εμμονή των αρχών να τους υπαγάγουν στην ευρύτερη κατηγορία του Ισλάμ, και δη του Σουνιτικού, κατηγοριοποίηση που σημαντικό τμήμα των Αλεβιτών δε δέχεται.

«Ο αγώνας των Αλεβιτών στην Τουρκία είναι ένας αγώνας αναγνώρισης της ταυτότητάς τους» τονίζει ο Κερέμ Οκτέμ, ερευνητής του Κέντρου Ευρωπαϊκών Μελετών του Κολλεγίου του Αγίου Αντωνίου του Πανεπιστημίου της Οξφόρδης. Ο Οκτέμ μιλά για μία αναγέννηση της Αλεβιτικής ταυτότητας τις τελευταίες δεκαετίες. «Οι Αλεβίτες ζουν παραδοσιακά σε χωριά, που είναι διασπαρμένα σε ολόκληρη τη Μικρά Ασία. Λόγω της μετανάστευσής τους στα αστικά κέντρα, που υπαγόρευσαν οικονομικές ανάγκες, πολλοί μεταξύ των νέων Αλεβιτών αποκόπηκαν από τις παραδόσεις τους και εκδήλωσαν τάσεις αφομοίωσης στη σουνιτική πλειοψηφία, υιοθετώντας έθιμα ξένα για την κοινότητα όπως η προσευχή στο τζαμί. Η δυναμική διεκδίκηση της ιδιαιτερότητάς τους είναι φαινόμενο πρόσφατο, και σχετίζεται με την άνοδο του ισλαμισμού στη χώρα, μία τάση που εκλαμβάνουν αναπόφευκτα ως απειλή κατά του τρόπου ζωής τους.

Πολλοί Αλεβίτες διατείνονται πως η αναγραφή του Αλεβισμού ως θρησκεύματος στις ταυτότητες θα παρείχε τουλάχιστον κάποια προστασία έναντι στις προπάθειες εξισλαμισμού, ή σουννοποίησης, των μελών της κοινόητητας από τις αρχές» εξηγεί ο Οκτέμ, αναφερόμενος και στην περίπτωση του Ισίκ που προκάλεσε την πρόσφατη δικαστική απόφαση. Για εξισλαμισμό πρέπει να γίνει λόγος εάν δεχθούμε πως οι Αλεβίτες είναι χωριστή θρησκεία, όπως υποστηρίζουν πολλά μέλη της, για σουννοποίηση εάν υιοθετηθεί η άποψη πως αποτελεί ξεχωριστό δόγμα του Ισλάμ.

Ο Οκτέμ τονίζει πως στην Τουρκία οι Αλεβίτες αντιμετωπίζουν συστηματικές προσπάθειες αφομοίωσης στη σουνιτική πλειοψηφία σε πολλαπλά επίπεδα. «Η χούντα Εβρέν του 1980 καθιέρωσε ως υποχρεωτικό το μάθημα των θρησκευτικών στα σχολεία (από το οποίο εξαιρούνται οι Χριστιανοί και Εβραίοι). Το εν λόγω μάθημα όμως αναφέρεται αποκλειστικά στις αρχές του σουνιτικού Ισλάμ, ενώ καταφέρεται συχνά με προσβλητικές εκφράσεις κατά των δοξασιών των Αλεβιτών.» Διαφωνεί με το συχνά διατυπώμενο ισχυρισμό πως η Τουρκία αποτελεί κοσμικό κράτος. «Αν και το Τουρκικό Σύνταγμα δεν ορίζει το Ισλάμ ως επίσημη θρησκεία του κράτους, ωστόσο αυτό αποτελεί κρατική θρησκεία. Είναι οργανωμένο από το κράτος, το οποίο διορίζει και αμείβει από τον κρατικό προϋπολογισμό τους κατά τόπους λειτουργούς του, ενώ το κράτος το επιβάλλει πάνω στους μη-Μουσουλμάνους – τους Αλεβίτες – υπό μορφή κρατικού προσυλητισμού. Δεν μπορεί να γίνει λόγος για κοσμικό κράτος όταν αυτό δεν τηρεί ίσες αποστάσεις από όλες τις πίστεις, αλλά πριμοδοτεί μία έναντι των άλλων.

Η Διεύθυνση Θρησκευτικών Υποθέσεων (Ντιγιανέτ) είναι μία κρατική αρχή, που διευθύνει τη διδασκαλία των θρησκευτικών στα σχολεία και συντάσσει τα κηρύγματα που απευθύνονται στα τζαμιά την Παρασκευή. Η Ντιγιανέτ εκπροσωπεί μόνο το Σουνιτικό Ισλάμ. Οι κρατικές αρχές δε δέχονται ότι τα ιερά των Αλεβιτών, τα τζεμ-εβί, αποτελούν τόπους λατρείας. Ως συνέπεια, τα τζεμ-εβί δεν απολαμβάνουν τη δωρεάν παροχή ρεύματος και νερού και τις διάφορες φοροαπαλλαγές όπως τα τζαμιά, οι εκκλησίες και οι συναγωγές. Ταυτόχρονα, υπό την καθοδήγηση της Ντιγιανέτ, οι αρχές επιμένουν στην ανοικοδόμηση τζαμιών στα χωριά των Αλεβιτών, συχνά με το πρόσχημα της εξυπηρέτησης των λίγων σουνιτών δασκάλων και δημοσίων υπαλλήλων που εδρεύουν εκεί» σημειώνει ο Οκτέμ.

Σχεδόν δεν έχει μείνει αλεβιτικό χωριό χωρίς τζαμί στην Τουρκία, καταγγέλουν οι Αλεβιτικές οργανώσεις. Η ανοικοδόμηση τζαμιών γίνεται δεκτή ως βαθύτατη προσβολή από τον αλεβιτικό πληθυσμό, που τη βλέπει ως άλλη μία προσπάθεια αφομοίωσης. «Πολλά χωριά Αλεβιτών δε διαθέτουν κατάλληλα σχολικά κτίρια ή υποφέρουν από διακοπές στην παρχοχή νερού και ηλεκτρικού ρεύματος. Γιατί το κράτος επιμένει να δαπανά τεράστια ποσά για να κτίζει τζαμιά, ενάντια στη θέληση του τοπικού πληθυσμού;» κατήγγειλε με επερώτηση στην Τουρκική Εθνοσυνέλευση το 2006 βουλή ο βουλευτής Κωνσταντινουπόλεως Αλί Ριζά Γκιουλτσιτσέκ. «Καθώς το κράτος και οι στρατιωτικές αρχές δεν αναγνωρίζουν τον Αλεβισμό ως θρησκεία και τα τζεμ-εβί ως ιερά, οι Αλεβίτες στρατιώτες που σκοτώνονται σε επιθέσεις του ΡΚΚ κηδεύονται σε τζαμιά και με το Σουνιτικό τυπικό. Είναι άλλη μία κωμικοτραγική εκδήλωση της πολιτικής αφομοίωσης και εξισλαμισμού που έχει προκαλέσει διαμαρτυρίες και συζητήσεις» σημειώνει ο Οκτέμ.

Αν και οι Αλεβίτες, επειδή ακριβώς θεωρούνται μουσουλμάνοι από τις αρχές, δεν αντιμετωπίζουν τους ίδιους αποκλεισμούς από τους άγραφους κανόνες όπως οι μη-Μουσουλμάνοι, υφίστανται ωστόσο διαφορετική μεταχείριση, προσθέτει. «Μόνο ένας από τους 81 νομάρχες της Τουρκίας είναι Αλεβίτης» σημειώνει ο Οκτέμ, που εξηγεί πως οι άγραφοι κανόνες πρακτικής των κρατικών αρχών είναι πολύ δυσκολότερο να αποχειχθούν και να μεταρρυθμισθούν από ότι οι νόμοι.

Εντύπωση προκάλεσε σε πολλούς στην Τουρκία το γεγονός ότι ο πρόεδρος της Ντιγιανέτ Αλί Μπαρντάκογλου χαιρέτισε την απόφαση του Ευρωπαϊκού Δικαστηρίου περί απαγόρευσης της αναγραφής του θρησκεύματος στις ταυτότητες. «Πρόκειται για μία απόφαση τακτικής. Προκειμένου να δεχθεί το αίτημα των Αλεβιτών για την αναγνώριση μιας χωριστής θρησκευτικής ταυτότητας, η Ντιγιανέτ προτιμά την απόκρυψη του θρησκεύματος ολωσδιόλου» πιστεύει ο Οκτέμ.

Κατά τον ερευνητή, το πρόβλημα των Αλεβιτών είναι πως η πίστη τους δεν είναι οργανωμένη. Η κοινότητα αποτελείται από ένα συνοθύλευμα πληθυσμών, των οποίων οι δοξασίες παρουσιάζουν σημαντικές διαφορές. Παρά το σημαντικό τους αριθμό, οι Αλεβίτες δεν έχουν καταφέρει μέχρι σήμερα να αναπτύξουν ενιαία φωνή και να προβάλουν κοινά αποδεκτές λύσεις έναντι στα προβλήματα που αντιμετωπίζουν. «Κάποιες φωνές ζητούν ειδικό τμήμα για τους Αλεβίτες εντός της Ντιγιανέτ, καθώς και να συμπεριληφθούν οι Αλεβιτικές δοξασίες στα υποχρεωτικά μαθήματα των θρησκευτικών. Άλλοι πάλι ζητούν την κατάργηση του μαθήματος, αλλά και την κατάργηση της Ντιγιανέτ.»

Ούτε ο Οκτέμ, ούτε και οι Αλεβίτες διαννοούμενοι πιστεύουν πως η κοινότητα θα δει τα αιτήματά της για αναγνώριση της ιδιαίτερης ταυτότητάς της από τις κρατικές αρχές να ικανοποιούνται σύντομα. Καθολική είναι η συμφωνία των αναλυτών πως η σημερινή κυβέρνηση του Κόμματος Δικαιοσύνης και Ανάπτυξης, που έχει τις καταβολές της στο πολιτικό Ισλάμ, αντιτίθεται ιδεολογικά στις θέσεις που θέλουν τους Αλεβίτες να αποτελούν μη σουνιτική αίρεση, πόσο μάλλον ξεχωριστή θρησκεία. Μόνο με τη διεκδίκηση των δικαιωμάτων τους στα ευρωπαϊκά όργανα θα μπορέσουν οι δέκα και πλέον εκατομμύρια Αλεβίτες της Τουρκίας να αναγκάσουν το κράτος να παραιτηθεί από τις πολιτικές εξισλαμισμού – ενσωμάτωσής τους στη σουνιτική πλειοψηφία.

πηγή: http://www.newstime.gr/?i=nt.el.article&id=32431

 

 

Αγιολογιο

Αγιον Ορος

Αγιοι της Λεσβου

©2005-2016 Zoiforos.gr || Σχεδίαση - Ανάπτυξη Lweb.GR

Login or Register

Register

User Registration
or Cancel