Όταν ο άνθρωπος ξέρει ότι ζει τις τελευταίες ώρες του, πρέπει να δείχνει ότι το ξέρει ή πρέπει να το κρύβει, για να μη λυπήσει τους δικούς του;
Παραβρέθηκα στα ειρηνικά τέλη δύο ανθρώπων, μιας μοναχής κι ενός άντρα. Στα πρόσωπα και των δυο η ειρήνη της ψυχής τους είχε απαλείψει κάθε σημάδι της ηλικίας τους κι έμοιαζαν κι οι δυο σαν να ήταν νέοι, αν και ήταν σε ώριμη ηλικία.
Η μοναχή φερόταν σαν να ζούσε μια μέρα σαν όλες τις άλλες. Χάρηκε που με είδε και μου έσπασε ένα χαμόγελο που έκανε ακόμα πιο όμορφο το ειρηνικό πρόσωπό της.
Ο άντρας μου είπε εντελώς ήρεμα, σαν να επρόκειτο για κάποιον άλλον, ότι πεθαίνει. Του είπα ότι αυτοί που αγαπούν πάνω από όλα το Χριστό, δεν πεθαίνουν και μου έσφιξε το χέρι ευχαριστημένος.
Του Μ. Ε. Λαγκουβάρδου