Logo
Print this page

Μια νύχτα γεμάτη μίσος και αίμα, του Ελευθερίου Σκιαδά,

Μια νύχτα γεμάτη μίσος και αίμα

του Ελευθερίου Σκιαδά

Από το ειδικό αφιέρωμα της έκτακτης έκδοσης της εφημερίδας «Δημοκρατία»,

Κυριακή 29 Μαΐου 2011

***

Δεκαέξι νεκροί Έλληνες (ανάμεσα τους και ο ιερομόναχος στο Μπαλουκλή, που τον έκαψαν ζωντανό) και αμέτρητοι τραυματίες. Καταστράφηκαν ολοσχερώς 4.348 καταστήματα, 11 ξενοδοχεία, 1.000 κατοικίες, 24 φαρμακεία, 21 εργοστάσια, 26 σχολεία.

Βεβηλώθηκαν από τους βαρβάρους: 73 εκκλησίες, οκτώ αγιάσματα και τρία μοναστήρια

***

Ενώ στα μέσα του 19ου αιώνα η ορθόδοξη κοινότητα της Πόλης γνωρίζει μια ευρεία πολυπολιτισμική, εκπαιδευτική και οικονομική άνθηση, με έντονη την παρουσία της και στον οθωμανικό διοικητικό μηχανισμό, στις αρχές του 20ού αιώνα τα πράγματα αλλάζουν, σηματοδοτώντας την παρακμή του ελληνικού στοιχείου στην οθωμανική επικράτεια. Το επίσημο ελληνικό κράτος, αντιμέτωπο με τον Εθνικό Διχασμό, παραβλέπει την αναδυόμενη δυναμική του εθνικιστικού κινήματος, με αποτέλεσμα την κατάρρευση του μικρασιατικού μετώπου στις 26 Αυγούστου 1922, που αναγκάζει τους Έλληνες της Μικράς Ασίας, του Πόντου και της Θράκης να εγκαταλείψουν τις προγονικές εστίες τους.

Επομένως, η Συνθήκη των Σεβρών (10 Αυγούστου 1920) -η υπογραφή της οποίας νομιμοποιούσε την ελληνική παρουσία στη Μικρά Ασία και είχε επιφέρει τον άκρατο ενθουσιασμό του χριστιανικού και ελληνικού στοιχείου της Οθωμανικής Αυτοκρατορίας-, αλλά και το όραμα της Μεγάλης Ιδέας του Βενιζέλου ανήκουν πλέον στο παρελθόν.

Η Συνθήκη

Στις 30 Ιανουαρίου 1923 υπογράφεται η Σύμβαση ειρήνης της Λωζάννης ανάμεσα σε Ελλάδα και Τουρκία, που κατοχύρωνε την υποχρεωτική ανταλλαγή πληθυσμών, ξεριζώνοντας τουλάχιστον 1,2 εκατ. Έλληνες χριστιανούς από τη Μικρά Ασία. Έτσι ξεκινά περίοδος ακραίας

εθνικιστικής πολιτικής, που κορυφώνει το αντιμειονοτικό συναίσθημα που καλλιεργείτο από χρόνια στην Τουρκία. Απόρροια αυτής της κατάστασης υπήρξε η επιβολή ληστρικού φόρου περιουσίας στους μη μουσουλμάνους της χώρας (Νόμος 4305/1943), με αποτέλεσμα αρκετοί από αυτούς, που δεν μπορούσαν να εξοφλήσουν τον φόρο, αφού πρώτα δημευόταν όλη η ακίνητη και κινητή περιουσία τους, να εξορίζονται σε ειδικά στρατόπεδα εργασίας στην ενδοχώρα της Τουρκίας.

Στην Κωνσταντινούπολη, δε, εκείνη την περίοδο καταγράφονται περίπου 1.800 τέτοιες περιπτώσεις. Ήταν σαφές ότι ο αντικειμενικός σκοπός της επιβολής του φόρου ήταν να απελευθερώσει την αγορά από τον έλεγχο των μειονοτήτων και να την παραδώσει στους Τούρκους.

Πώς όμως φτάσαμε στα βίαια επεισόδια εναντίον των Ελλήνων και των άλλων μη μουσουλμανικών μειονοτήτων στις 6 Σεπτεμβρίου του 1955 (τα λεγόμενα «Σεπτεμβριανά»); Αφενός εντάσσονταν στην προσπάθεια ομογενοποίησης της Τουρκίας ή, αλλιώς, της εθνικής εκκαθάρισης που, όπως περιγράψαμε παραπάνω, είχε ξεκινήσει από της αρχές του 20ού αιώνα. Αφετέρου, η συγκυρία του Κυπριακού του 1955 αποτέλεσε την κατάλληλη αφορμή για τη συνέχιση και την κορύφωση του διωγμού των Ελλήνων της Πόλης.

Στο διάστημα που αναφερόμαστε, αδιαμφισβήτητες ήταν οι τουρκικές προσπάθειες να υπονομεύσουν τον οικουμενικό ρόλο του Πατριαρχείου. Επί μήνες τουρκικές εφημερίδες προσπαθούσαν να εμπλέξουν το Πατριαρχείο και προσωπικά τον Πατριάρχη Αθηναγόρα στην ελληνοτουρκική διαμάχη για τη Μεγαλόνησο. Στην πραγματικότητα, ο Πατριάρχης ήταν ιδιαίτερα προσεκτικός στο θέμα της Κύπρου, επιλέγοντας στάση σιωπής. Και όσο πιο πολύ σιωπούσε τόσο δυνάμωναν οι επιθέσεις του τουρκικού Τύπου.

Διαβλέποντας τις επερχόμενες εντάσεις, ο Πατριάρχης αφενός διατηρούσε στενές επαφές με την ελληνική διπλωματία και αφετέρου προσπαθούσε να διατηρεί «ήπιες» σχέσεις με την τουρκική κυβέρνηση. Υπήρξε ο μόνος Οικουμενικός Πατριάρχης που προσευχήθηκε στην Αγιά-Σοφιά. Κατόρθωσε να πείσει τον πρωθυπουργό της Τουρκίας Αντνάν Μεντερές να επισκεφτεί το Φανάρι, καταγράφοντας τη μοναδική επίσκεψη Τούρκου πρωθυπουργού στην ιστορία του Πατριαρχικού Θρόνου.

Εν τέλει, όμως, δεν τήρησε τη στάση που επιθυμούσε η Τουρκία στο κυπριακό ζήτημα, γεγονός που πληρώθηκε τις ημέρες των επεισοδίων.

Ο ρόλος του Τύπου

Τη νύχτα της 6ης Σεπτεμβρίου του 1955,περίπου 100.000 μαινόμενοι Τούρκοι μουσουλμάνοι κατέστρεψαν ή και λεηλάτησαν χιλιάδες ελληνικά καταστήματα και ξυλοκόπησαν όποιον χριστιανό έβλεπαν στον δρόμο τους. Σημαντικό ρόλο στην έναρξη αυτού του πογκρόμ (κύμα βίας εναντίον μιας κοινωνικής ομάδας στην επικράτεια ενός κράτους) έπαιξαν η προβοκατόρικη έκρηξη βόμβας στο σπίτι όπου είχε γεννηθεί ο Κεμάλ Ατατούρκ στη Θεσσαλονίκη και μία εθνικιστική οργάνωση. Επρόκειτο για την οργάνωση «Η Κύπρος είναι τουρκική» (Κibris Τϋrktϋr Cemiyeti - ΚΤC), που ιδρύθηκε τον Αύγουστο του 1954 με σκοπό την κινητοποίηση του τουρκικού λαού στο Κυπριακό με οργάνωση διαδηλώσεων σε όλη τη χώρα. Το γεγονός ότι ηγετικό στέλεχος της ΚΤC ήταν ο συνεργάτης της εφημερίδας «Ηurriyet» Χικμετ Μπιλ καταδεικνύει τη νέα ισχύ που διαδραμάτιζαν τα Μέσα Μαζικής Ενημέρωσης και τη δυνατότητα που είχαν να κινητοποιούν και να φανατίζουν μεγάλες μάζες ανθρώπων.

Οι θηριωδίες

Δεν μπορεί ακόμη να υπάρξει απολογισμός όσων συνέβησαν στη Βασιλεύουσα το 1955. Ανατριχιαστικά είναι ακόμη και τα στοιχεία που προσφέρουν οι επίσημες τουρκικές αρχές. Δολοφονήθηκαν 16 Έλληνες, ανάμεσα τους ο 90 ετών ιερομόναχος της Μονής Βαλουκλή Χρύσανθος Μαντάς, που ο όχλος τον έκαψε ζωντανό μέσα στο κελί του. Καταστράφηκαν 4.348 καταστήματα, 24 φαρμακεία, 21 εργοστάσια, 110 ξενοδοχεία, 1.000 κατοικίες, καθώς και 26 ελληνικά σχολεία. Ερειπώθηκαν και βεβηλώθηκαν 73 εκκλησίες με κειμήλια τεράστιας αξίας, 8 αγιάσματα και 3 μοναστήρια.

Συλήθηκαν χριστιανικά κοιμητήρια και ξεθάφτηκαν νεκροί! Έμεινε αξέχαστη σε πολλούς η εικόνα του ξεθαμμένου λειψάνου του Χρ. Ηλιάσκου στο κοιμητήριο του Σισλή, όπου είχε ταφεί μόλις προ δύο ημερών. Βεβηλώθηκαν οι τάφοι των Πατριαρχών. Βασανίστηκαν έως θανάτου ιερείς και διαπομπεύτηκαν άλλοι! Συγκεκριμένα ο επίσκοπος Παμφίλου Γεράσιμος ξυλοκοπήθηκε μέχρι θανάτου, ενώ ο μητροπολίτης Ηλιουπόλεως Γεννάδιος παραφρόνησε από τους θηριώδεις ξυλοδαρμούς και έπειτα από λίγο πέθανε. Πολλοί ιερείς γυμνώθηκαν και διαπομπεύτηκαν στους δρόμους, πιεζόμενοι να φωνάξουν πως «η Κύπρος είναι τουρκική». Τέλος, βιάστηκαν ομαδικά εκατοντάδες Ελληνίδες, αλλά και μικρά κορίτσια.

Οι βιαιοπραγίες που συντελέστηκαν είχαν αναμφισβήτητα και αποδεδειγμένα τη συναίνεση της τουρκικής κυβέρνησης. Σύμφωνα με εκθέσεις του γερμανικού και του αγγλικού προξενείου, τόσο ο πρόεδρος της Τουρκίας Τζελάλ Μπαγιάρ όσο και ο πρωθυπουργός Αντνάν Μεντερές και ο υπουργός Εξωτερικών Φατίν Ρουστού Ζορλού συμμετείχαν στον σχεδιασμό των επεισοδίων, έχοντας στόχο να ασκήσουν πίεση στη Συνδιάσκεψη που θα γινόταν εκείνες τις μέρες στο Λονδίνο σχετικά με το Κυπριακό.

Οι διαδηλώσεις σύντομα μετετράπησαν σε οχλαγωγίες εκτός ορίου και επεκτάθηκαν σε ολόκληρη την Πόλη και τα προάστια, στην ασιατική πλευρά και τα Πριγκηποννήσια, όπου υπήρχε Ελληνισμός. Για λόγους σκοπιμότητας η τουρκική αστυνομία, με ισχυρές δυνάμεις, φρόντισε να προφυλάξει το ελληνικό προξενείο της Κωνσταντινούπολης και το Πατριαρχείο. Ήταν οι ίδιες αστυνομικές δυνάμεις που επέδειξαν προκλητική παθητικότητα στα εγκληματικά έκτροπα, γεγονός που αποτελεί μία ακόμη απόδειξη ότι υπήρξε κεντρικός σχεδιασμός των επεισοδίων.

Η τουρκική κυβέρνηση για να αποφύγει τη διεθνή κατακραυγή αναγκάστηκε να κηρύξει στρατιωτικό νόμο και να ξεκινήσει τη δικαστική διερεύνηση της υπόθεσης. Στην πρώτη δίκη που έγινε οι κατηγορούμενοι αθωώθηκαν. Όμως μετά το Κίνημα του Στρατού, τον Μάιο του '60, στο έκτακτο δικαστήριο που συστήθηκε για την εκδίκαση του μεντερεσικού καθεστώτος εξετάστηκε και η υπόθεση των Σεπτεμβριανών. Ύστερα από τις δίκες αυτές ο Μεντερές και ο Φατίν Ζορλού απαγχονίστηκαν και πολλοί κυβερνητικοί αξιωματούχοι κρίθηκαν ένοχοι.

Η φωνή αντίστασης...

Ο μοναδικός δημοσιογράφος που τόλμησε να διαμαρτυρηθεί με άρθρο του για τη νύχτα της 6ης Σεπτεμβρίου, αποδίδοντας της τον χαρακτηρισμό «νύχτα του Αγίου Βαρθολομαίου της Ρωμιοσύνης», ήταν ο Ανδρέας Λαμπίκης. Εκδότης και διευθυντής της εφημερίδας «Ελεύθερη Φωνή», μιας εβδομαδιαίας πολιτικής και κοινωνικής εφημερίδας που εκδιδόταν στην Πόλη, άσκησε δριμεία κριτική στο τουρκικό καθεστώς για τα ανθελληνικά γεγονότα και κατέληξε στα τουρκικά μπουντρούμια...

«Πειραγμένα» δημογραφικά στοιχεία των τουρκικών υπηρεσιών δείχνουν ότι οι Έλληνες δεν έφυγαν από την Κωνσταντινούπολη μετά τα Σεπτεμβριανά. Προσπαθούν -ακόμη και σήμερα- να πείσουν ότι αυτό που ουσιαστικά συνέβη ήταν μια εσωτερική μετακίνηση πληθυσμού από απομακρυσμένες συνοικίες προς το κέντρο για λόγους ασφαλείας. Ωστόσο, τα δραματικά γεγονότα του 1955 σήμαναν τον αφελληνισμό της Πόλης και το τέλος της συνύπαρξης μειονοτήτων, ενώ αλλοίωσαν ανεπιστρεπτί τον χαρακτήρα της Βασιλεύουσας.

Zoiforos.GR

Latest from Zoiforos.GR

©2005-2016 Zoiforos.gr || Σχεδίαση - Ανάπτυξη Lweb.GR