Ζωηφόρος

Τα συμπεράσματα Ημερίδας με θέμα το Θεολογικό Διάλογο, του Χρυσόστομου Α. Σταμούλη,

Τα συμπεράσματα Επιστημονικής Ημερίδας

με θέμα «Ο Θεολογικός Διάλογος

μεταξύ της Oρθοδόξου

και της Ρωμαιοκαθολικής Εκκλησιάς»

του Χρυσόστομου Α. Σταμούλη

To Τμήμα Θεολογίας του ΑΠΘ για τον διαχριστιανικό διάλογο:

«Όποιος πιστεύει στην αλήθεια δεν φοβάται να διαλεχθεί γι΄ αυτήν...»

τονίζεται στο κείμενο συμπερασμάτων του Τμήματος Θεολογίας του ΑΠΘ

«Yπάρχουν πολλά ακόμη να γίνουν» στο διαχριστιανικό διάλογο

Στις 20 Μαΐου του 2009, στην Αίθουσα Τελετών του Α.Π.Θ., το Τμήμα Θεολογίας του Α.Π.Θ., σε συνεργασία με τον Τομέα Δογματικής Θεολογίας πραγματοποίησαν Επιστημονική Ημερίδα με θέμα Ο θεολογικός διάλογος μεταξύ της Ορθοδόξου και της Ρωμαιοκαθολικής Εκκλησίας. Συμμετείχαν οι δύο συμπρόεδροι του επίσημου Θεολογικού Διαλόγου των δύο Εκκλησιών, καρδινάλιος Walter Kasper και Μητροπολίτης Περγάμου Ιωάννης Ζηζιούλας, καθώς και οι Ιωάννης Σπιτέρης (Καθολικός Αρχιεπίσκοπος Κερκύρας), Αθανάσιος Βλέτσης (Καθηγητής του Ορθοδόξου Ινστιτούτου του Μαξιμιλιανού Πανεπιστημίου του Μονάχου), Μάξιμος Βγενόπουλος (Αρχιδιάκονος Οικουμενικού Πατριαρχείου), Γεώργιος Μαρτζέλος (Καθηγητής Τμήματος Θεολογίας Α.Π.Θ.-Διευθυντής του Πατριαρχικού Ιδρύματος Πατερικών Μελετών), Δημήτριος Τσελεγγίδης (Καθηγητής Θεολογικής Σχολής Α.Π.Θ.), Χρυσόστομος Σαββάτος (Μητροπολίτης Μεσσηνίας), Πέτρος Βασιλειάδης (Πρόεδρος του Τμήματος Θεολογίας), Χρυσόστομος Σταμούλης (Αν. Καθηγητής Α.Π.Θ.).

Τις εισηγήσεις ακολούθησαν δύο ωριαίες συζητήσεις, κατά τη διάρκεια των οποίων οι εισηγητές απάντησαν σε ερωτήσεις του πολυπληθούς ακροατηρίου.

Τα συμπεράσματα των εισηγήσεων είναι τα εξής:

Σεβασμιότατος Καρδινάλιος Walter Kasper

Κατά τον Καρδινάλιο Κάσπερ, ο απόστολος Παύλος, προσωπικότητα πολυπολιτισμική, συνιστά το κοινό θεμέλιο στο οποίο στέκονται από κοινού Ανατολή και Δύση και ως εκ τούτου μπορεί να αποτελέσει και αποτελεί κλασικό παράδειγμα οικουμενικής αναζήτησης, παράδειγμα οικουμενικής ανοικτότητας απέναντι στον κάθε πολιτισμό και τις προκλήσεις του. Με τον Παύλο συντελείται η μεγάλη αλλαγή στην ιστορία του πολιτισμού, καθώς τη θέση του θεοποιημένου ανθρώπου καταλαμβάνει ο ενανθρωπήσας Θεός, ο Χριστός, ο οποίος αποτελεί το κέντρο της ιστορίας. Κατά συνέπεια η Εκκλησία ως χώρος που γεμίζει από τον Χριστό οφείλει να πληρώνει το σύμπαν. Την ενότητά της η Εκκλησία συναντά στο μυστήριο της Θ. Ευχαριστίας. Ανατολή και Δύση έχουν κοινή αποστολική παράδοση και μοιράζονται τα βασικά δόγματα της πίστης, έτσι όπως ορίστηκαν στις οικουμενικές συνόδους της πρώτης χιλιετίας. Η αδυναμία άρσης του σχίσματος του 1054 οφείλεται στην έλλειψη κατανόησης και αγάπης των δύο αδελφών Εκκλησιών. Μετά από είκοσι σχεδόν αιώνες και παρ’ όλες τις ενδιάμεσες αστοχίες το πρωταρχικό κίνητρο και ο μοναδικός στόχος της οικουμενικής κίνησης πρέπει να παραμένει η εντολή του Ιησού «ίνα πάντες εν ώσι» (Ιω. 17,21) και ως εκ τούτου η ολοκληρωμένη εκκλησιαστική κοινωνία. Ορθόδοξη και Ρωμαιοκαθολική Εκκλησία συμφωνούν στην ανάγκη του πρωτείου, το οποίο κατά την πρώτη χιλιετία ανήκει αποκλειστικά και μόνον στον επίσκοπο Ρώμης. Ανοικτό, εντούτοις, μένει το πρόβλημα σύνδεσης του πρωτείου με το θέμα της συνοδικότητας. Ο διάλογος έχει κάνει σημαντικά βήματα, μένουν, όμως, αρκετά ακόμη θέματα ανοικτά, τα οποία θα συζητηθούν στην ερχόμενη συνάντηση της Κύπρου, χωρίς βέβαια να ελπίζει κανείς πως μπορούν μαγικά και αυτόματα να λυθούν όλα τα προβλήματα που απασχολούν εδώ και αιώνες τις δύο Εκκλησίες. Τούτο, όμως, δεν αποκλείει την πίστη, πως με τη βοήθεια του Θεού και ειλικρινή μετάνοια τίποτα δεν είναι αδύνατο.

Καθηγητής Αθανάσιος Βλέτσης

Ο καθηγητής Αθανάσιος Βλέτσης, ύστερα από την ιστορική αναδρομή στους δρόμους του θεολογικού διαλόγου Ορθοδοξίας και Ρωμαιοκαθολικισμού και αφού υπενθύμισε ότι η ενεργοποίηση της αγάπης μέσα από την ευθύνη για το μέλλον του κόσμου αποτελεί την αποστολή των Εκκλησιών, κατέληξε στα εξής επτά σημεία-προτάσεις, τα οποία θεωρεί αναγκαία για την περαιτέρω προώθηση του διαλόγου.

1. Αφετηρία κάθε διαλόγου είναι η αυτογνωσία, και αυτογνωσία στη χριστιανική παράδοση είναι αδιάλειπτα δεμένη με την ομολογία των σφαλμάτων, με την διάθεση για μετάνοια και αλληλο-συγχώρεση, ως προϋπόθεση ενός νέου ξεκινήματος της ζωής: «πρὸ πάντων τὴν εἰς ἑαυτοὺς ἀγάπην ἐκτενῆ ἔχοντες, ὅτι ἀγάπη καλύπτει πλῆθος ἁμαρτιῶν» (1 Πετρ 4,8).

2. Ο διάλογος καλλιεργείται μέσα σε ένα κλίμα αμοιβαίας εμπιστοσύνης, ειλικρινούς και ανιδιοτελούς αγάπης και κατανόησης. Η κοινή προσευχή υπήρξε πάντα μια τέτοια ενεργητική πηγή που ξέρει να εμπιστεύεται τελικά τα προβλήματά της στο χορηγό κάθε δώρου αγαθού: τον εν Τριάδι Θεό.

3. Ο διάλογος καλλιεργείται μέσα από τη συγκεκριμένη στράτευση προσώπων με όραμα και φλεγόμενη καρδιά: Στην κατεύθυνση αυτή οδηγοί μπορεί να είναι τα μεγάλα αναστήματα που διακόνησαν το διάλογο στις απαρχές του. Εξίσου όμως άοκνη πρέπει να είναι η μέριμνα για την ανανέωση των προσώπων με την προετοιμασία και ένταξη νέων ανθρώπων «στη διακονία του καταλλαγής».

4. Τα βήματα και πολύ περισσότερο πορίσματα του διαλόγου δεν μπορούν να μένουν υπόθεση κάποιας κλειστής ομάδας επαγγελματιών της θεολογικής επιστήμης. Όσο ίσως τίποτα άλλο επιβάλλεται να γίνει γνώστης και μέτοχος ο λαός του Θεού.

5. Συγκεκριμένα και απτά δείγματα αγάπης πρέπει να συνοδεύουν το θεολογικό διάλογο και τα οποία πρέπει να αγκαλιάζουν έτσι το λαό, αλλά και δείχνουν με τρόπο ορατό την πρόοδο που επιτελείται. Τέτοια μέτρα έχουν ήδη παρθεί, από την αναγνώριση του βαπτίσματος (πριν από 2 χρόνια στην πόλη Magdeburg), μέχρι τη διευθέτηση προβλημάτων ποιμαντικής διακονίας ιδιαίτερα σε μικτά ζευγάρια. Δε θα μπορούσε ένα επόμενο τέτοιο βήμα να είναι να επιτραπεί στα μικτά ζευγάρια η κοινή θεία ευχαριστία, όπως υποστήριξε τελευταία ο συνάδελφος Γρηγόρης Λαρεντζάκης;

6. Ο διάλογος των Εκκλησιών είναι υπόθεση ζωής: δεν εξαντλείται μόνο στα σημεία που χωρίζουν τις Εκκλησίες, ούτε τελειώνει με την επίτευξη επιμέρους στόχων. Οι προτεραιότητες ενός κόσμου που συνεχώς αλλάζει θέτουν ενώπιον μας νέα προβλήματα, όπως τα παρακάτω:

- από την οικολογία και την εξάντληση των βιώσιμων πόρων

- από τη βιοηθική και την ευθανασία, ως προκλήσεις στη αρχή και στο τέλος της ζωής

- από την κρίση αξιών, ιδιαίτερα στην οικοδόμηση μιας κοινωνίας δικαίου

- από τη διάδοση μέσων μαζικής καταστροφής

- lust but not least από το χώρο της οικονομίας και της συναφούς οικ. μετανάστευσης

Ωστόσο ο συγκεκριμένος επίσημος θεολογικός διάλογος δεν μπορεί να είναι χωρίς αρχή και τέλος. Ως εκ τούτου θα μπορούσε να ξεκινήσει κανείς από δυο βασικές επιλογές, κινήσεις καλής θέλησης. Να αφαιρεθεί εκ μέρους των Ρωμαιοκαθολικών η προσθήκη του Filioque από το σύμβολο των Δυτικών Εκκλησιών και να ακολουθήσει εκ μέρους των Ορθοδόξων η αποκατάσταση της μνημόνευσης του ονόματος του Πάπα στα Δίπτυχα (με βάση και την αντίληψη περί ευχαριστιακής εκκλησιολογίας, όπως ιδιαίτερα την σκιαγράφησε η πρόταση του Josef Ratzinger το 1976). Η συμβολική των αριθμών θα μπορούσε να επισημάνει το έτος 2014 ως ένα τέτοιο σταθμό. Είναι έτοιμες οι Εκκλησίες για ένα τέτοιο βήμα;

Σεβασμιότατος Καθολικός Αρχιεπίσκοπος Κερκύρας,

Καθηγητής Ιωάννης Σπιτέρης

Θέμα του ήταν το πρωτείο του επισκόπου Ρώμης στην 1η χιλιετία. Σύμφωνα με τον Αρχιεπίσκοπο Κερκύρας, οι ιστορικές μελέτες μπορούν να αποτελέσουν ένα είδος κάθαρσης και να βοηθήσουν στην αποβολή ορισμένων βαρών που έχει φορτώσει τόσο την Ανατολή όσο και τη Δύση, πράγμα που βοηθά τη θετική εξέλιξη του διαλόγου.

Σύμφωνα πάντα με τούτη την καταφυγή στην ιστορία, αποκαλύπτονται δυο ερμηνείες για τη θέση του πρωτείου στην ιστορία της Εκκλησίας. Η θέση του Βυζαντίου και η θέση της Δύσης.

Σύμφωνα με την πρώτη, το πρωτείο δεν ήταν απλά πρωτείο τιμής. Το βυζάντιο ανεγνώριζε ξεκάθαρα στον επίσκοπο Ρώμης μια εξουσία και ένα πρωτείο που δεν μπορεί να ελαχιστοποιηθεί σ’ ένα απλό πρωτείο τιμής. Έτσι η κοινωνία με τον Ρώμης είχε μεγάλη σημασία, χωρίς αυτό να σημαίνει απόλυτη μοναρχική εξουσία. Δικλείδα ασφαλείας απέναντι σε έναν τέτοιο κίνδυνο αποτελούσε δίχως άλλο ο θεσμός της πενταρχίας και συνεπώς το γεγονός της συνοδικότητας, η οποία εξασφάλιζε την εκκλησιαστική ενότητα και την ορθόδοξη πίστη.

Σύμφωνα με τη δεύτερη, η εκκλησία είναι το σώμα και ο Χριστός η κεφαλή του. Η Εκκλησία, ως σώμα Χριστού, έχει μυστηριακή και πνευματική υπόσταση, αλλά και ιστορική διάσταση. Σε αυτό το οργανικό σώμα πρέπει να υπάρχει μια κεφαλή όχι μόνο στη μυστικιστική της υπόσταση (ο Χριστός), αλλά και στην ορατή της διάσταση, η οποία δεν είναι άλλη από τον επίσκοπο Ρώμης, τον “Vicarius Christi”. Μια τέτοια θέση θεμελιώνεται στο γεγονός ότι η Ρώμη είναι η έδρα του Πέτρου. Έτσι βλέπει τον εαυτό της ως «μέριμνα» για όλες τις εκκλησίες και ως «μητέρα» τους.

Με βάση λοιπόν τη γνώση και αξιοποίηση τούτης της ιστορίας, σήμερα, οι καθολικοί θεολόγοι διακρίνουν μεταξύ παποσύνης που θεωρείται υπόλειμμα του μεσαίωνα και μεταξύ της διακονίας του επισκόπου Ρώμης, που συνιστά την απαραίτητη δομή για την πραγματική και ουσιαστική λειτουργία της καθολικής εκκλησίας. Ο αδελφικός διάλογος μεταξύ των δύο Εκκλησιών οφείλει να αναζητήσει σε τι συνίσταται το θέλημα του Χριστού σχετικά με τις δομές της Εκκλησίας του και πως αυτές πρέπει να εξασκούνται για το καλό της Εκκλησίας.

Αρχιδιάκονος Δρ. Μάξιμος Βγενόπουλος

(Οικουμενικό Πατριαρχείο)

Ο πατέρας Μάξιμος Βγενόπουλος υποστήριξε ότι η ύπαρξη πρώτου και κεφαλής σε παγκόσμιο επίπεδο είναι συμβατή με την ευχαριστιακή εκκλησιολογία της αρχαίας εκκλησίας. Σύμφωνα με την κανονική παράδοση πάντοτε υπήρχε στην Εκκλησία μια κεφαλή και ένα κέντρο ενότητας σε παγκόσμιο επίπεδο, το οποίο εκφράζει την ενότητά της. Στην αρχαία Εκκλησία υπήρξε ο Ρώμης, στην δε Ορθόδοξη Εκκλησία είναι αδιαμφισβήτητα ο Πατριάρχης Κωνσταντινουπόλεως-κεφαλή της παγκοσμίου Ορθοδοξίας. Αποδίδοντας τον παγκόσμιο αυτό χαρακτήρα ως χαρακτηριστικό και του Ρώμης και του Κωνσταντινου-πόλεως αναζητά τη σύνδεση του πρωτείου με το συνοδικό σύστημα της εκκλησίας και τη θεώρησή του στο πλαίσιο του πρωτείου τιμής. Και τούτο διότι ο συνοδικός θεσμός ουδέποτε λειτούργησε χωρίς την παρουσία του πρώτου. Επίσης προκρίνει αυτή τη θεώρηση ως αίτημα για διάλογο με δογματική σημασία και ως πρόκληση για τη σύγχρονη ορθόδοξη θεολογία. Προς αυτήν την κατεύθυνση κινείται το κείμενο της Ραβέννας, που θέτει τον θεσμό του πρώτου σε Τριαδολογική βάση. Το πρωτείο είναι θέμα πίστεως και όχι μόνο κανονικής τάξεως.

Σεβασμιότατος Καθολικός Επίσκοπος Καρκαβίας,

Καθηγητής Δημήτριος Σαλάχας

Σύμφωνα με τον επίσκοπο Καρκαβίας, το πρωτείο και η συνοδικότητα είναι θεσμοί αλληλοεξαρτώμενοι σε κάθε επίπεδο (τοπικό-εθνικό-παγκόσμιο). Ιστορικά στην 1η χιλιετία ο επίσκοπος Ρώμης ήταν πρώτος μεταξύ των Πατριαρχών και η εκκλησία Ρώμης η προκαθήμενη της αγάπης. Επίσης ο Ρώμης ήταν πρώτος μεταξύ των επισκόπων αλλά ωστόσο ο ρόλος του δεν ήταν ακόμη σαφής. Το θέμα λοιπόν των αρμοδιοτήτων του πρώτου Ρώμης αποτελεί και σήμερα σημείο προβληματισμού. Επιπλέον υπάρχουν διαφορές ως προς τη θεολογική θεμελίωση του πρωτείου. Ως εκ τούτου ακόμα και η συμφωνία στη βάση της κανονικής και ιστορικής διάσταση του πρωτείου, δεν είναι ικανή να οδηγήσει στην άρση του συνόλου των διαφορών οι οποίες θα συνεχίσουν να παραμένουν το αγκάθι της κοινής προσπάθειας για την ένωση. Η Ανατολή μοιάζει αδύναμη να παρακολουθήσει τις εξελίξεις του πρωτείου εντός της Ρωμαιοκαθολικής εκκλησίας στη διάρκεια της 2ης χιλιετίας. Και το πρόβλημα τούτο σχετίζεται δίχως άλλο με την εμμονή της στη συνοδικότητα, που φαίνεται να δεσμεύει τον πρώτο στις αποφάσεις των συλλογικών οργάνων. Τα παραπάνω θέματα, όμως, θα εξεταστούν ενδελεχέστερα στην επόμενη συνάντηση της Κύπρου, με θέμα: «Ο ρόλος του επισκόπου Ρώμης στην κοινωνία των Εκκλησιών κατά την πρώτη χιλιετία».

Καθηγητής Γεώργιος Μαρτζέλος

Ο Καθηγητής Γεώργιος Μαρτζέλος εξέθεσε την εκκλησιολογική πρόοδο που συντελέστηκε με το Κείμενο της Ραβέννας, τονίζοντας τη σημαντικότητα της συμβολής των Ορθοδόξων, που προσδιορίζεται στην απόλυτη σύνδεση πρωτείου και συνοδικότητας. Πραγματικότητα που αποτελεί εκκλησιολογική και κανονική συνέπεια της ορθόδοξης τριαδολογίας και της ευχαριστιακής εκκλησιολογίας.

Ήδη με το κείμενο αυτό, που συνεχίζει και προεκτείνει την εκκλησιολογική προβληματική των κειμένων του Μονάχου (1982), του Bari (1987) και του Νέου Βάλαμο (1988), τέθηκαν οι σταθερές βάσεις, για να γίνει κατά την προσεχή Γενική Συνέλευση της Μικτής Θεολογικής Επιτροπής, που θα πραγματοποιηθεί φέτος τον Οκτώβριο στην Κύπρο, το επόμενο μεγάλο βήμα: να εξετασθεί δηλ. ο ρόλος του επισκόπου Ρώμης ως «πρώτου τη τάξει» μεταξύ των πατριαρχών στα πλαίσια της εκκλησιαστικής κοινωνίας κατά την περίοδο της αδιαίρετης Εκκλησίας. Και το βήμα αυτό, όπως αντιλαμβανόμαστε, είναι πολύ σημαντικό για την υπέρβαση ενός από τα μεγαλύτερα αίτια που προκάλεσαν το σχίσμα μεταξύ των δύο Εκκλησιών, αλλά και από τα μεγαλύτερα εμπόδια που δυσχεραίνουν την πορεία προς αποκατάσταση της μυστηριακής ενότητας μεταξύ τους.

Επιπρόσθετα, το Κείμενο της Ραβέννας αποτελεί από ορθόδοξη άποψη ένα πολύ σημαντικό βήμα στο διάλογο μεταξύ των δύο Εκκλησιών, γιατί, εκτός των άλλων, θέτει τις εκκλησιολογικές βάσεις για τη συζήτηση στα πλαίσια του διαλόγου της θεολογικής και κανονικής νομιμότητας των μονομερών ενεργειών του επισκόπου Ρώμης, όπως η προσθήκη του Filioque στο Σύμβολο της Πίστεως, η τροποποίηση του «πρωτείου τιμής» σε «πρωτείο εξουσίας» εφ’ ολοκλήρου της Εκκλησίας, καθώς επίσης και η κατάργηση του τίτλου «Πατριάρχης της Δύσεως», που δεν συνάδουν με την Εκκλησιολογία της αρχαίας και αδιαίρετης Εκκλησίας.

Έτσι, καίτοι ο διάλογος ύστερα από πρόταση της Μικτής Θεολογικής Επιτροπής ξεκίνησε το 1980 από τα σημεία που ενώνουν τις δύο Εκκλησίες, ήδη οδηγείται κατ’ ανάγκην με αργά αλλά σταθερά βήματα στην εξέταση των διαφορών μεταξύ των δύο Εκκλησιών. Το παρήγορο βέβαια εν προκειμένω είναι ότι οι διαφορές αυτές κατόπιν συμφωνίας και των δύο πλευρών εξετάζονται και θα εξετάζονται κατά την πορεία του διαλόγου υπό το πρίσμα της θεολογίας της αρχαίας και αδιαίρετης Εκκλησίας. Και αυτό ακριβώς αποτελεί δέσμευση των δύο διαλεγομένων Εκκλησιών.

Ανεξάρτητα όμως από την πορεία και την εξέλιξη του Θεολογικού αυτού Διαλόγου θα πρέπει να τονιστεί ότι οι υπάρχουσες διαφορές μεταξύ των δύο Εκκλησιών δεν μπορούν να λυθούν έξω και μακριά από το πλαίσιο και το κλίμα του διαλόγου., πράγμα που τονίζεται και από τον άγιο Μάρκο τον Ευγενικό, ο οποίος με αφορμή τα γεγονότα της εποχής του σημείωνε: «Ότε διίστανταί τινες αλλήλων και ου χωρούσι προς λόγους, δοκεί μείζων είναι και η μεταξύ τούτων διαφορά. ότε δ’ εις λόγους συνέλθωσι και εκάτερον μέρος νουνεχώς ακροάσηται τα παρ’ εκατέρου λεγόμενα, ευρίσκεται πολλάκις ολίγη η τούτων διαφορά».

Καθηγητής Δημήτριος Τσελεγγίδης

Ο καθηγητής Δ. Τσελεγγίδης με έντονη κριτική διάθεση σημείωσε πως στο κοινό Κείμενο η Ορθόδοξη Εκκλησιολογία επεκτείνεται και εφαρμόζεται ανεπίτρεπτα και στους ετεροδόξους. Αυτό γίνεται απροϋπόθετα, χωρίς δηλαδή να λαμβάνονται υπόψη οι υφιστάμενες δογματικές διαφορές, πράγμα που νομιμοποιεί εκκλησιολογικά την ετεροδοξία και την εξισώνει με την Ορθοδοξία.

Ο εκκλησιολογικός αυτός νεωτερισμός διαποτίζει όλο το κοινό Κείμενο και εκβάλλει σε επιμέρους εκκλησιολογικές παραδοξότητες, οι οποίες αλλοιώνουν την έως τώρα αυτοσυνειδησία της Ορθοδοξίας. Το κοινό Κείμενο δηλαδή φαίνεται να προϋποθέτει σαφώς, ότι Ορθόδοξοι και Ρωμαιοκαθολικοί ανήκουν στη «Μία Εκκλησία» και ότι οι Ρωμαιοκαθολικοί έχουν κοινή με τους Ορθοδόξους αποστολική πίστη, παρά την ταύτιση ουσίας και ενέργειας στο Θεό, παρά το Filioque, παρά την εσφαλμένη δογματική διδασκαλία τους για τον κτιστό χαρακτήρα της άκτιστης και θεοποιού Χάριτος. Όλα τα παραπάνω, στα οποία παραμένουν σταθερά μέχρι σήμερα οι Ρωμαιοκαθολικοί, ακυρώνουν στην πράξη το χαρακτήρα της Εκκλησίας ως «κοινωνίας θεώσεως», με την οντολογική σημασία του όρου, πραγματική δηλαδή και όχι συμβολική μετοχή του ανθρώπου στη θεία ζωή. Ακυρώνουν όμως ταυτόχρονα και τον ουσιαστικό χαρακτήρα των μυστηρίων της.

Ως εκ τούτου και με βάση πάντα τη διατύπωση του κειμένου της Ραβέννας, μπορεί να υποστηριχθεί ότι η βάση του διαλόγου, θεολογικώς κρινόμενη, είναι δυστυχώς, τελείως εσφαλμένη. Και τούτο, γιατί παραμερίστηκαν θεμελιώδεις βιβλικές και πατερικές προδιαγραφές-προϋποθέσεις. Γι’ αυτό και η ουσιαστική αποτυχία του πραγματικού Θεολογικού Διαλόγου είναι προδικασμένη. Ο Θεολογικός Διάλογος οδήγησε ήδη τη Μικτή Διεθνή Επιτροπή σε κατάθεση 10 κοινών Κειμένων χωρίς τις παραπάνω προϋποθέσεις, αφού σε κανένα κοινό Κείμενο δεν γίνεται λόγος για σαφή καταδίκη των καινοφανών δογμάτων του Ρωμαιοκαθολικισμού, όπως λ.χ. του Filioque. Την πρακτική αυτή βλέποντας με έκδηλη πνευματική ανησυχία ο μακαριστός Γέροντας π. Παΐσιος ο Αγιορείτης, παρατήρησε εύστοχα και προφητικά: «Για αλλού ξεκινήσαμε και αλλού πηγαίνουμε, χωρίς να το καταλαβαίνουμε, όταν δεν ακολουθούμε τα χνάρια των Αγίων Πατέρων».

Από τις αρχές του 20ου αιώνα, με τη γνωστή Πατριαρχική Εγκύκλιο του 1920, άρχισε να παραμερίζεται ουσιαστικά η σύσταση του αγίου Γρηγορίου Παλαμά προς τους Ρωμαιοκαθολικούς και να υιοθετούνται άλλες προϋποθέσεις για το Θεολογικό Διάλογο με τους ετεροδόξους. Έτσι, εγκαινιάστηκε μια άλλη μη Πατερική πορεία, με αναπόφευκτη συνέπεια τώρα «να πηγαίνουμε αλλού, χωρίς (ίσως) να το καταλαβαίνουμε». Το Κείμενο της Ραβέννας, με τη θεολογική κριτική του οποίου ασχολήθηκε ο κ. Τσελεγγίδης, παρουσιάζει εύγλωττα τις αρνητικές συνέπειες των εσφαλμένων προϋποθέσεων του Θεολογικού Διαλόγου και προδιαγράφει το ποιόν και του επόμενου κοινού Κειμένου τον Οκτώβριο στην Κύπρο, εκτός και αν στο μεταξύ αλλάξουν οι προϋποθέσεις του Διαλόγου.

Σεβασμιότατος Μητροπολίτης Μεσσηνίας

Χρυσόστομος (Σαββάτος)

Σύμφωνα με τον Μητροπολίτη Μεσσηνίας, η έκδοση του πρώτου κοινού θεολογικού κειμένου, στο Μόναχο το 1982, δημιούργησε μια θετική αίσθηση ότι είναι δυνατή η λειτουργία του τρίπτυχου: Αγία Τριάς-Εκκλησία-Ευχαριστία, προκειμένου να αποτελέσει τη βάση των δύο εκκλησιών για την πορεία του θεολογικού διαλόγου. Η αισιοδοξία όμως αυτή υποχώρησε γρήγορα καθώς αποδείχθηκε ότι τα συγκεκριμένα κείμενα, τα τρία πρώτα κείμενα του διαλόγου, δεν είχαν απήχηση στη ζωή της εκκλησίας.

Η διαπίστωση αυτή οδήγησε για μία ακόμη φορά στην αναζήτηση των λόγων που οδηγούν στην αδυναμία αποδοχής (reception) των συγκεκριμένων κειμένων και στην παράλληλη προσπάθεια προτάσεων υπέρβασής τους. Σύμφωνα με τον Μητροπολίτη Χρυσόστομο, οι αιτίες τούτης της προβληματικής πρακτικής είναι οι εξής:

1. Αδυναμία συμφωνίας εάν τα κοινά κείμενα είναι κείμενα εργασίας ή δοκίμια θεολογικά που εξαντλούν την ορθόδοξη ή την ρωμαιοκαθολική διδασκαλία για το συγκεκριμένο θέμα..

2. Αδυναμία συμφωνίας για το χαρακτήρα του διαλόγου. Είναι διάλογος μεταξύ θεολόγων ή διάλογος της εκκλησίας. Αν υποτεθεί ότι τα κείμενα αφορούν τις εκκλησίες, τότε αυτά πρέπει να φτάσουν στο λαό και να γίνουν κτήμα του.

3. Αδυναμία υπέρβασης των δομικών διακρίσεων των δύο Εκκλησιών, που αποτελούν και το βαθύτερο πυρήνα της ύπαρξής τους.

Εν τέλει η όποια πορεία του διαλόγου, προκειμένου να έχει κάποιον λόγο υπάρξεως και να αποφύγει τις δυσκολίες του παρελθόντος, θα πρέπει να είναι πορεία με χαρακτηριστικά αξιοπρέπειας, ειλικρίνειας και τιμιότητας.

Καθηγητής Π. Βασιλειάδης, Πρόεδρος του Τμήματος Θεολογίας

Η Β΄Βατικανή Σύνοδος αποτέλεσε σταθμό της κορύφωσης των εκκλησιολογικών συζητήσεων σε διαχριστιανικό επίπεδο. Στη σύνοδο αυτή υπήρξε η αγωνία του επαναπροσδιορισμού της εκκλησιαστικής ταυτότητας της δυτικής χριστιανοσύνης, με ενδεικτικό στοιχείο αυτής της ατμόσφαιρας το κυρίαρχο σύνθημα: «Η ευχαριστία κάνει την εκκλησία».

Ως εκ τούτου βάση προσέγγισης του διαλόγου αποτελεί κατεξοχήν η ευχαριστιακή κατανόηση της εκκλησίας. Άλλωστε η ευχαριστία ως κατεξοχήν κοινωνία αποτελεί τη μοναδική έκφραση ενότητας της εκκλησίας. Συνεπώς τα κριτήρια του θεολογικού διαλόγου της αληθείας δεν μπορούν να βασίζονται ούτε στην κανονική παράδοση, που φυσιολογικά διαμορφώθηκε στις δύο εκκλησίες, ούτε στην αντιρρητική τους παράδοση, ούτε τέλος στη βιβλική εξηγητική παράδοση της κάθε διαλεγόμενης εκκλησίας. Και τούτο διότι μόνον η πιστότητα στην αυθεντική Αποστολική Παράδοση, με άλλα λόγια η αυθεντική εκκλησιολογία, μπορεί να τεθεί ως βάση και κριτήριο του διαλόγου της αληθείας».

Βέβαια, η εκκλησιολογική αυτοσυνειδησία των εκκλησιών αναζητείται στις μεταγενέστερες εκφράσεις της και ελάχιστα έως και μηδενικά στα κείμενα της ΚΔ, τα οποία και αποτελούν τον ακρογωνιαίο λίθο της κάθε εκκλησιολογίας. Πράγμα που συνιστά δίχως άλλο ένα από τα βασικά ελλείμματα του διαλόγου, που στις περισσότερες των περιπτώσεων μένει εγκλωβισμένος στο παρελθόν και την παραδοσιαρχία. Ως αποτέλεσμα άμεσο προβάλλει κυρίως για την Ορθόδοξη Εκκλησία η απουσία διαλόγου της με τη νεωτερικότητα και η συνακόλουθη ανάπτυξη του φαινομένου της αντιδυτικότητας.

Εν τέλει, προκειμένου να οδηγηθούν οι Εκκλησίες σε ένα γόνιμο και ουσιαστικό διάλογο θα πρέπει να λάβουν σοβαρά υπόψη της τα εξής: Ο διάλογος της αληθείας είναι κατ’ αρχήν έκφραση πνευματικότητας. Στο διάλογο της αληθείας προσέρχεται κανείς όχι με πνεύμα αλαζονείας αλλά με πνεύμα ταπείνωσης και φόβου Θεού. Στο διάλογο πηγαίνουμε όχι για να ομολογήσουμε την Ορθοδοξία μας, αλλά για να συνδράμουμε συνεργικά στο έργο του Αγίου Πνεύματος. Στο διάλογο απαιτείται αποφασιστικότητα, από μέρους των κατά τόπους Αυτοκέφαλων Ορθοδόξων Εκκλησιών, αλλά παράλληλα και ενημέρωση του Ορθοδόξου πληρώματος της εκκλησίας. Σε αντίθεση με την Καθολική Εκκλησία, στον Ορθόδοξο κόσμο το ουσιαστικό αυτό στοιχείο της χριστιανικής μαρτυρίας έχει αφεθεί στα ακραία στοιχεία (και ασθενέστερα μέλη, κατά μία επιτυχή έκφραση του Οικουμενικού Πατριάρχη), με αποτέλεσμα όχι την ενημέρωση αλλά την παρα-πληροφόρηση των πιστών. Τέλος, ο διάλογος είναι διάλογος αληθείας, δεν αποβλέπει στο συμβιβασμό ετερόκλητων θέσεων. Η αποτυχία της περιβόητης συνόδου Φεράρας-Φλωρεντίας αποτελεί σήμερα παράδειγμα προς αποφυγή.

Σεβασμιότατος Μητροπολίτης Περγάμου Ιωάννης Ζηζιούλας

Σύμφωνα με τον Μητροπολίτη Περγάμου, ο διάλογος Ορθοδόξων και Ρωμαιοκαθολικών αποτελεί κεφάλαιο της σύγχρονης ιστορίας. Συνεπώς οι οποιεσδήποτε αντιδράσεις πρέπει να κατανοούνται στο πλαίσιο της προσδοκίας της ενότητας που αποτελεί μέριμνα της Εκκλησίας.

Το σχίσμα δεν είναι μια ουδέτερη πραγματικότητα αλλά ένα δραματικό γεγονός, το οποίο η Εκκλησία βίωσε ήδη από την εποχή του Ευαγγελίου. Τα παλαιά σχίσματα, όμως, θεραπεύτηκαν, πράγμα που δεν συμβαίνει και με το σχίσμα του 1054. Έτσι μοιάζει σήμερα, ο αγώνας για ενότητα, να είναι αγώνας για το αδύνατο. Η μεγαλύτερη ευθύνη αυτού του σχίσματος βαραίνει τη Ρώμη, η οποία με τη θεολογία του πρωτείου, αλλά και την είσοδο στην ιστορία του φαινομένου της ουνίας απέκλειε στο παρελθόν κάθε δυνατότητα κοινωνίας.

Παρ’ όλα αυτά μεταπολεμικά η συνάντηση των Ορθοδόξων με τη Δύση στα πλαίσια της Οικουμενικής Κίνησης έδωσε νέα ώθηση και νέες προοπτικές σ’ αυτό που στο παρελθόν φάνταζε αδύνατο. Έτσι, διαπιστώνεται ότι Ορθόδοξοι και Ρωμαιοκαθολικοί έχουν περισσότερα κοινά απ’ ότι έχουν με τους Προτεστάντες. Παρ’ όλα αυτά οι φοβίες και οι καχυποψίες για υποταγή των Ορθοδόξων στον πάπα διέβαλαν το διάλογο και μεγέθυναν τη ρήξη.

Η Ορθοδοξία διαθέτει ισχυρές θεολογικές δυνάμεις για να ανταπεξέλθει στο διάλογο. Πράγμα που επιβεβαιώνεται με την παρατήρηση της επιρροής της σύγχρονης Ορθόδοξης θεολογίας στη σύγχρονη θεολογία της Δύσης. Όποιος πιστεύει στην αλήθεια δεν φοβάται να διαλεχτεί γι’ αυτήν. Η αλήθεια δεν φοβάται το διάλογο.

Ανεξάρτητα από τα ουσιαστικά βήματα που έχουν ήδη γίνει, Ορθόδοξοι και Ρωμαιοκαθολικοί δεν συμπίπτουν, υπάρχουν πολλά ακόμη να γίνουν (παπικό πρωτείο, προσηλυτισμός). Εντούτοις η στροφή έχει ήδη γίνει. Οι Εκκλησίες έχουν την ευθύνη να δημιουργήσουν σχέσεις εμπιστοσύνης και σεβασμού, προκειμένου να προωθηθεί ο διάλογος, ο οποίος εν τέλει ανήκει στα χέρια του Θεού.

Η άρνηση του διαλόγου αποτελεί έγκλημα και η αποδοχή του δυνατότητα κοινωνίας και αγάπης. Την ένωση κάνει η Εκκλησία και όχι οι θεολογικοί διάλογοι.

* Δείτε επίσης αναφορές για την Ημερίδα στον γραπτό και ηλεκτρονικό Τύπο:

O ΑΝΤΙΚΤΥΠΟΣ ΣΤΟΝ ΗΜΕΡΗΣΙΟ ΚΑΙ ΗΛΕΚΤΡΟΝΙΚΟ TYΠΟ μέχρι 22.5.09

1.  21.5.09

MHTPΟΠΟΛΙΤΗΣ ΠΕΡΓΑΜΟΥ:

Τραγικός ο διαχωρισμός των δύο εκκλησιών

Ιδιαίτερα επιτυχημένη κρίθηκε από την πλειονότητα των συμμετεχόντων η ημερίδα για τον θεολογικό διάλογο μεταξύ ορθόδοξης και ρωμαιοκαθολικής εκκλησίας, που πραγματοποιήθηκε χθες με πρωτοβουλία του Τμήματος Θεολογίας του ΑΠΘ, με τη συμμετοχή, μεταξύ άλλων, των δύο συμπροέδρων του θεολογικού διαλόγου καρδινάλιου Walter Kasper και του μητροπολίτη Περγάμου και ακαδημαϊκού Ιωάννη Ζηζιούλα.

Της Μαρίας Τερζούδη

Με κεντρικό θέμα το πρωτείο του πάπα και με αφορμή το τελευταίο κοινά αποδεκτό κείμενο που συντάχθηκε το 2007 από εκπροσώπους των δύο εκκλησιών -κείμενο της Ραβέννας- ξένοι και έλληνες καθηγητές συζήτησαν τα προβλήματα και την προοπτική της μεταξύ τους σύγκλισης. “Σε ποσοστό 90% η ελληνική ακαδημαϊκή κοινότητα είναι σαφώς προσανατολισμένη στο διάλογο με τη ρωμαιοκαθολική εκκλησία. Το ίδιο απαιτεί και το 99% του απλού λαού, ο οποίος δεν θέλει πολέμους και διαμάχες, αλλά να γίνει μια συζήτηση, να λυθούν τα προβλήματα. Το μέσο είναι ο διάλογος”, αναφέρει ο πρόεδρος του Τμήματος Θεολογίας Πέτρος Βασιλειάδης. Όπως διευκρινίζει, το Οικουμενικό Πατριαρχείο πρωτοπορεί στη συγκεκριμένη πρωτοβουλία, ενώ η Εκκλησία της Ελλάδας συντάσσεται σαφώς με το Πατριαρχείο, υστερώντας, ωστόσο, στη λήψη πρωτοβουλιών.

Ο διμερής διάλογος ξεκίνησε επίσημα το 1980. Συνεχίστηκε έως το 2000, οπότε και “ναυάγησε”, καθώς προέκυψε το ακανθώδες θέμα της ουνίας. Οι προσπάθειες ξεκίνησαν και πάλι το 2006, ενώ επόμενη επίσημη συνάντηση, με το ίδιο κεντρικό θέμα, θα πραγματοποιηθεί τον ερχόμενο Οκτώβριο στην Κύπρο.

ΤΟ “ΑΓΚΑΘΙ” ΤΟΥ ΠΡΩΤΕΙΟΥ

Σχετικά με το πρωτείο του πάπα, όπως εξηγεί ο κ. Βασιλειάδης, η μεν δυτική εκκλησία δέχεται ένα πρωτείο δικαιοδοσίας. Η ανατολική εκκλησία δέχεται το πρωτείο τιμής του πάπα, ακόμη και με ορισμένα “συντονιστικά” στοιχεία, αλλά δεν αποδέχεται με κανέναν τρόπο πρωτείο δικαιοδοσίας. “Πρόκειται για διαφορετική ερμηνεία κάθε πρωτείου”, διευκρινίζει. Σιγά σιγά, όπως λέει χαρακτηριστικά, οι πάγοι σπάζουν, πράγμα που φαίνεται και από τον τρόπο που αντιδρούν ορισμένοι, η μειοψηφία που αρνείται την αγάπη μεταξύ χριστιανών, έστω κι αν ο άλλος διαφωνεί, επιλέγοντας τη σύγκρουση. “Θα υπάρξει βελτίωση γιατί αυτό θέλει ο κόσμος, παρά το ότι υπάρχουν μειοψηφίες. Το αν θα φτάσουμε σε ανώτερο επίπεδο ενότητας, παραμένει ζητούμενο”, καταλήγει ο κ. Βασιλειάδης.

Τη σημασία του κειμένου της Ραβέννας εξήρε και ο μητροπολίτης Περγάμου Ιωάννης Ζηζιούλας. Χαρακτήρισε το διαχωρισμό των δύο εκκλησιών ως ένα από τα κρισιμότερα ζητήματα της εποχής και την αιτία του, το σχίσμα, ως το τραγικότερο γεγονός στην ιστορία της εκκλησίας. “Πρέπει να μεριμνήσουμε για την ενότητα της εκκλησίας”, τονίζει και κάνει λόγο για αλλαγή στάσης και από την πλευρά των ρωμαιοκαθολικών. “Η αλήθεια δεν κινδυνεύει ποτέ από το διάλογο”, καταλήγει. 

2. Romfea.gr 17:29

Επεισόδια στην Ημερίδα για τον Διαχριστιανικό Διάλογo

Επιστημονική ημερίδα με θέμα τον «Θεολογικό διάλογο μεταξύ της Ορθοδόξου και της Ρωμαιοκαθολικής Εκκλησίας» διοργανώνει από σήμερα η Θεολογική Σχολή του ΑΠΘ.

Η αυλαία της ημερίδας άνοιξε νωρίς το πρωί εν μέσω αντιδράσεων και διαμαρτυριών από μέλη θρησκευτικών ενώσεων και σωματείων.

Οι διαμαρτυρόμενοι ανάρτησαν πανό με συνθήματα εναντίον του Πάπα και της Ρωμαιοκαθολικής Εκκλησίας έξω από την αίθουσα τελετών του ΑΠΘ, όπου διεξαγόταν το συνέδριο.

Σε μεμονωμένες περιπτώσεις επιχείρησαν να εισέλθουν με τα πανό μέσα στην αίθουσα, αλλά οι κινήσεις τους αποδοκιμάστηκαν από τους διοργανωτές της ημερίδας.

Μικρής έκτασης αντιδράσεις ξεσήκωσε, επίσης, η ομιλία του επίσημου προσκεκλημένου της ημερίδας, καρδινάλιου, Βάλτερ Κάσπερ. Το θέμα της ομιλίας του καρδινάλιου ήταν «Ο απόστολος Παύλος και οι οικουμενικές προκλήσεις για τις Εκκλησίες σήμερα».

Με το πέρας των πρωινών εργασιών της ημερίδας ο κ. Κάσπερ κλήθηκε να απαντήσει σε πλήθος ερωτήσεων. Απαντώντας σε αυτές και στην προσπάθειά του να αποφορτίσει την ένταση που επικρατούσε, έκανε λόγο για ενότητα της Εκκλησίας, της Πίστης και των Μυστηρίων της, αλλά χωρίς να αποκλείεται η ελευθερία έκφρασης μέσα σε αυτήν.

Στην ομιλία του, ο καρδινάλιος τόνισε ότι «για να υπάρξει μια μέρα η πλήρης εκκλησιαστική κοινωνία, προϋποτίθεται μια εκ βάθους μετάνοια, παράλληλα με την ιστορική και θεολογική εργασία σε όλες τις πλευρές».

Ακολούθησε η ομιλία του καθηγητή του Πανεπιστημίου του Μονάχου, Αθανάσιου Βλέτση, ο οποίος υπογράμμισε ότι πρέπει να δοθεί προτεραιότητα στην αγάπη μεταξύ των πιστών.

Στη συνέχεια, ο καθολικός αρχιεπίσκοπος Κερκύρας, Ιωάννης Σπιτέρης, έκανε αναδρομή στη στάση της Ανατολής και της Δύσης απέναντι στο πρωτείο του επισκόπου Ρώμης κατά την πρώτη χιλιετία, επισημαίνοντας ότι τα ιστορικά αυτά στοιχεία βοηθούν στην ανάπτυξη της προβληματικής του θεολογικού διαλόγου μεταξύ των δύο Εκκλησιών.

Ο Αρχιδιάκονος του Οικουμενικού Πατριαρχείου, Μάξιμος Βγενόπουλος, αναφέρθηκε στο «Πρωτείο του επισκόπου Ρώμης στα πλαίσια της αδιαίρετης Εκκλησίας, υπό το φως της νεότερης ορθόδοξης θεολογίας» και υπογράμμισε τη σημασία ύπαρξης ενός κοινά αποδεκτού πρωτείου στην Ορθόδοξη Εκκλησία και σε παγκόσμιο επίπεδο, θέμα που, όπως είπε χαρακτηριστικά, είναι «ζήτημα πίστης και όχι μόνο κανονικής τάξης».

Ο καθολικός επίσκοπος Καρκαβίας, Δημήτριος Σαλάχας και ο καθηγητής του ΑΠΘ, Γεώργιος Μαρτζέλος, εξέτασαν ενδιαφέροντα σημεία του κειμένου της Ραβέννας, το οποίο αποτελεί, όπως παρατήρησαν, ένα πολύ σημαντικό βήμα στο διάλογο μεταξύ των δύο Εκκλησιών.

Τέλος οι εργασίες θα συνεχιστούν το απόγευμα με ομιλίες των καθηγητών του ΑΠΘ, Δημητρίου Τσελεγγίδη, Πέτρου Βασιλειάδη και Χρυσόστομου Σταμούλη, καθώς και των μητροπολιτών Μεσσηνίας Χρυσόστομου, και Περγάμου, Ιωάννη.

Οι ομιλητές θα εστιάσουν το ενδιαφέρον τους στα προβλήματα και τις προοπτικές του διαλόγου μεταξύ των δύο Εκκλησιών.

3.

Ως εδώ η ομηρία στη μισαλλοδοξία

Οι "σούπερ ορθόδοξοι" προκάλεσαν φασαρίες σε δημόσια συζήτηση που έγινε στη Θεσσαλονίκη για το διαχριστιανικό διάλογο

Τελευταία Ενημέρωση: May 21, 2009 amen.gr

του Παναγιώτη Αντ. Ανδριόπουλου, θεολόγου

Χθες στην Θεσσαλονίκη, κατά την επιστημονική ημερίδα για τον διάλογο μεταξύ Ορθοδόξων και Καθολικών που πραγματοποιήθηκε στο Αριστοτέλειο Πανεπιστήμιο, παρέστησαν δεκάδες «αντιοικουμενιστές», οι οποίοι, πιο ήπια το πρωί, αλλά ιδιαίτερα έντονα το απόγευμα, εξέφρασαν την διαμαρτυρία τους στο φαινόμενο του διαλόγου των δύο Εκκλησιών.

Το ρεπορτάζ λέει ότι προπηλακίστηκε λεκτικά ο συμπρόεδρος του θεολογικού διαλόγου Μητροπολίτης Περγάμου κ. Ιωάννης Ζηζιούλας, ακαδημαϊκός, με αποτέλεσμα να αναγκαστεί να κατέβει από το βήμα του ομιλητού.

Είναι πρόδηλο ότι οι «σούπερ ορθόδοξοι» έσπευσαν στον ακαδημαϊκό χώρο για να δημιουργήσουν φασαρία. Για να παρακωλύσουν τις εργασίες της ημερίδας. Για να κάνουν αισθητή την παρουσία τους, ώστε να θεωρούνται «υπολογίσιμη» δύναμη.

Έχουμε φτάσει, λοιπόν, σε μεθόδους εισβολής και φασιστικές! Δεν αρκούνται ότι είναι εναντίον του θεολογικού διαλόγου, πράγμα που είναι δικαίωμά τους, αλλά επιδιώκουν να επιβληθούν με κάθε τρόπο, όπως φαίνεται. Και δεν σέβονται κανένα! Ούτε τον παγκοσμίως γνωστό, 80χρονο Μητροπολίτη Περγάμου, ούτε τους ξένους καλεσμένους της ημερίδας. Κανένα! Αυτοί, οι αυτόκλητοι «σωτήρες της Ορθοδοξίας».

Η Εκκλησία της Ελλάδος πρέπει να ανασκουμπωθεί απέναντι σε παρόμοια φαινόμενα. Δεν αρκεί να αποφασίζει την συμμετοχή της στον διάλογο, αλλά θα πρέπει οι Ιεράρχες της να γίνουν διαπρύσιοι κήρυκες του διαλόγου, ώστε οι πιστοί να συνειδητοποιήσουν την αξία του στον σύγχρονο κόσμο. Χωρίς περιστροφές και υπεκφυγές. Ο διάλογος, παρά τα προβλήματα, είναι σήμερα αναγκαίος παρά ποτέ.

Η Εκκλησία της Ελλάδος θα πρέπει να καταδικάσει πάραυτα απαράδεκτα φαινόμενα, σαν αυτά που έλαβαν χώρα στην Θεσσαλονίκη. Γιατί στην ανοχή της ποντάρουν όλοι αυτοί που κόπτονται για την Ορθοδοξία και είναι εκφραστές ενός πρωτοφανούς φανατισμού και μιας μισαλλοδοξίας ειδεχθούς!

Δεν υπαινίσσομαι, φυσικά, κανένα μέτρο εναντίον των «σούπερ χριστιανών». Μιλώ για την σθεναρή και αταλάντευτη στάση που πρέπει να έχει η Εκκλησία σε θέματα διαλόγου και καταλλαγής, καλλιεργώντας αυτή τη συνείδηση στο πλήρωμά της και όχι να …παίζει το κρυφτούλι, φοβούμενη τους «ευσεβιστές».

Το επ’ εμοί, ανήκω σ’ αυτούς που όμηρος αυτών των κυρίων δεν θα γίνω.

4.

Φανατισμός εναντίον διαλόγου

Οι αντιδράσεις των δήθεν υπερασπιστών της Ορθοδοξίας

πρέπει να προβληματίσουν το σύνολο της Κοινωνίας

Τελευταία Ενημέρωση: May 21, 2009 amen.gr

του Νικου Παπαχρήστου

Τα χθεσινά επεισόδια στην Θεσσαλονίκη οφείλουν να προβληματίσουν αφενός την πανεπιστημιακή κοινότητα και αφετέρου το υγειές κομμάτι του Χριστεπώνυμου πληρώματος της Εκκλησίας, που είμαι βέβαιος ότι αποτελεί την συντριπτική πλειοψηφία των πιστών. Η εικόνα που αντίκρισα στην Αίθουσα Τελετών του ΑΠΘ με απογοήτευσε και με έκανε να αισθανθώ ντροπή. Μερικές δεκάδες «υπερ-Ορθοδόξων» να υβρίζουν δήθεν υπερασπιζόμενοι την Ορθοδοξία ενώ στην πραγματικότητα «βίαζαν» με τους λόγους και με τις πράξεις τους την ουσία του λόγου του Χριστού. Άνθρωποι μεγάλης ηλικίας αλλά και νεότεροι, εκφραστές – με την στάση τους- της μισαλλοδοξίας και του φανατισμού, αποτέλεσαν ζωντανή μαρτυρία για όσα συμβαίνουν στην Παιδεία και γενικά στην σύγχρονη ελληνική Κοινωνία.

Ας πάρουμε όμως τα πράγματα από την αρχή…

Το τμήμα Θεολογίας του Αριστοτελείου Πανεπιστημίου Θεσσαλονίκης αποφάσισε να φιλοξενήσει μια συζήτηση για τον υπό εξέλιξη διάλογο ανάμεσα σε Ρωμαιοκαθολικούς και Ορθόδοξους Χριστιανούς. Τι πιο φυσιολογικό για μια πανεπιστημιακή Σχολή να θέλει να δώσει την ευκαιρία στους φοιτητές της, αλλά γιατί όχι και σε καθηγητές, να πληροφορηθούν από τους πρωταγωνιστές του διαλόγου για την πορεία μιας προσπάθειας που μακροπρόθεσμα ίσως οδηγήσει στην «ένωση» της διαιρεμένης Εκκλησίας του Χριστού.

Αυτή άλλωστε είναι και η αποστολή του Πανεπιστημίου. Η γνώση δεν περιέχεται μόνο μέσα στις σελίδες κάποιων βιβλίων. Είναι μια ζωντανή διαδικασία. Παράγεται και προσφέρεται κάθε στιγμή. Και υποχρέωση του Πανεπιστημίου είναι να την προσφέρει στους φοιτητές. Ταυτόχρονα οφείλει να τους "οπλίσει" με  τα κατάλληλα εφόδια ώστε να μπορούν να διακρίνουν την χρήσιμη πληροφορία από την περιττή. Οι Πανεπιστημιακές σπουδές δεν γίνονται για ένα «ξερό» πτυχίο αλλά γιατί «ανοίγουν» πρωτόγνωρους δρόμους σκέψης. Σε βοηθούν να δεις με μια άλλη οπτική τα πράγματα. Να αναθεωρήσεις απόψεις αλλά και να ισχυροποιήσεις θέσεις.

Σε αυτό το πνεύμα κινήθηκαν, όπως όλα δείχνουν, και οι καθηγητές του τμήματος Θεολογίας του Πανεπιστημίου. Επιχείρησαν να εμπλουτίσουν τις γνώσεις αλλά και τις εμπειρίες των φοιτητών τους. Έπραξαν κάτι που είναι αυτονόητο στη διεθνή πανεπιστημιακή πρακτική. Που γίνεται ακόμα και στα πιο συντηρητικά Πανεπιστήμια  του κόσμου. Προτεραιότητα τους ήταν η ευρύτερη μόρφωση των φοιτητών τους και όχι να γίνουν αρεστοί σε κάποιους ταλιμπάν, οι οποίοι ψάχνουν ευκαιρίες για να δείξουν, με την ιδιότυπη τρομοκρατία που ασκούν σε όλους τους άλλους, τη δική τους ύπαρξη.

Το τμήμα Θεολογίας του ΑΠΘ, με όλες τις αδυναμίες και τα στραβά που έχει το ελληνικό Πανεπιστήμιο, θέλησε να ανοίξει  ένα «παράθυρο» στο διάλογο με θέμα το διαχριστιανικό διάλογο. Να ακουστούν οι θέσεις τις κάθε πλευράς, να καταγραφούν οι διαφωνίες και οι επιφυλάξεις, να αποτυπωθούν οι προοπτικές του εγχειρήματος.

Για τον σκοπό αυτό προσκλήθηκαν και απηύθυναν ομιλίες οι δύο συμπρόεδροι του του θεολογικού διαλόγου, ο Καρδινάλιος Βάλτερ Κάσπερ (Walter Kasper) και ο Μητροπολίτης Περγάμου Ιωάννης Ζηζιούλας, Ακαδημαϊκός.

Επίσης μίλησαν ο Μητροπολίτης Μεσσηνίας Χρυσόστομος, ο Μέγας Αρχιδιάκονος του Οικουμενικού Θρόνου, Δρ. Μάξιμος Βγενόπουλος, ο Ρωμαιοκαθολικός Αρχιεπίσκοπος Κερκύρας Ιωάννης Σπιτέρης, ο Ρωμαιοκαθολικός Επίσκοπος Καρκαβίας Δημήτριος Σαλάχας, οι Καθηγητές του Τμήματος Θεολογίας του ΑΠΘ Πέτρος Βασιλειάδης, Γεώργιος Μαρτζέλος, Δημήτριος Τσελεγγίδης, Χρυσόστομος Σταμούλης και ο Καθηγητής του Τμήματος Ορθοδόξου Θεολογίας του Πανεπιστημίου του Μονάχου Αθανάσιος Βλέτσης.

Και όμως μια ομάδα φανατικών, που αυτοπροσδιορίζονταν «ορθόδοξοι της ακαινοτομήτου πίστεως», είχαν διαφορετική άποψη. Ανέλαβαν ρόλο αυτόκλητων «υπερασπιστών» και «προστατών» της Ορθοδοξίας- προφανώς ως οι μοναδικοί κάτοχοι της Αλήθειας - και αποφάσισαν για όλους πως δεν θα έπρεπε να αφήσουν να γίνει αυτή η ημερίδα.

Στην πρωινή συνεδρίαση τα μέλη των παρεκκλησιαστικών οργανώσεων δεν ξεπερνούσαν τα 20-30 άτομα. Κρέμασαν και δυο πανό, μοίρασαν βιβλία κατά του Οικουμενισμού, προσπάθησαν κάτι να φωνάξουν την ώρα της ομιλίας του Καρδιναλίου Κάσπερ αλλά.. μέχρις εκεί.

Το απόγευμα, όμως, η εικόνα άλλαξε. Ξαφνικά, γύρω στις 4, κατέφθασαν, με λεωφορεία από διάφορες περιοχές της Θεσσαλονίκης ακόμα και από τον Βόλο και την Λάρισα, περισσότεροι από 150-200 – κάποιοι τους μέτρησαν και 300- «υπερασπιστές» της Ορθοδοξίας. Έσπευσαν μάλιστα να πιάσουν από νωρίς θέσεις σε διαφορετικά σημεία της Αίθουσας Τελετών σαν(;) να κινούνταν βάσει σχεδίου.

Μου προκάλεσε εντύπωση. Ρώτησα μια νεαρή κοπέλα για ποιο λόγο ήρθαν τόσοι πολλοί σε μια εκδήλωση που δεν τους έβρισκε σύμφωνους. «Μα για τον καθηγητή Τσελεγγίδη και για να προστατεύσουμε την Ορθοδοξία» μου απάντησε. Τον εν λόγω καθηγητή δεν τον γνωρίζω. Άκουσα την ομιλία του χθες όπως και όλων των συμμετεχόντων στην ημερίδα. Ο καθηγητής Τσελεγγίδης διατύπωσε τις έντονες επιφυλάξεις του- αν όχι την κάθετη αντίθεση του- στο διάλογο Ρωμαιοκαθολικών –Ορθοδόξων.

Οι οπαδοί του, σαν να ήταν Fun Club κάποιου τραγουδιστή, ζητωκραύγαζαν για τις «γνήσια ορθόδοξες» - όπως αυτοί τις χαρακτήριζαν- θέσεις του. Οι ίδιοι άνθρωποι, «πολιτισμένοι» και «καλοί» χριστιανοί, λίγα λεπτά αργότερα αποδοκίμασαν  με τον πλέον απαράδεκτο τρόπο τον Μητροπολίτη Περγάμου Ιωάννη, 78 ετών, Ακαδημαϊκό και ομότιμο καθηγητή Θεολογίας του ΑΠΘ. Κυριολεκτικά δεν τον άφησαν να ολοκληρώσει μια σκέψη του. Διέκοπταν συνεχώς την ομιλία του. Έβριζαν, φώναζαν συνθήματα κατά των προκαθημένων των Ορθοδόξων Εκκλησιών, χαρακτήριζαν τον διάλογο "προδοσία".

«Ή εγώ θα είμαι στο βήμα ή εσείς… Θα πω την άποψη μου και μετά, στο διάλογο που θα ακολουθήσει, να πείτε τις δικές σας…Υπάρχουν μερικοί που όχι μόνο διάλογο με τη Ρώμη δεν θέλουν αλλά ούτε και με εμάς. Και αυτό εν ονόματι της Ορθοδοξίας. Ο Θεός να μας ελεήσει» έλεγε μάταια ο κ. Ιωάννης, ο οποίος στο τέλος μάζεψε τα χαρτιά του και κατέβηκε από το βήμα. Η αποστολή των φανατισμένων επετεύχθη.

Φαντάζομαι ότι ο κ.Τσελεγγίδης, αν δεν το έχει ήδη πράξει, θα διαχωρίσει, με δημόσια δήλωση του, την θέση του από τους φερόμενους υποστηρικτές, φίλους, οπαδούς ή όπως αλλιώς αυτοπροσδιορίζονται.

Το σημαντικότερο όμως είναι ότι τα γεγονότα που συνέβησαν χθες το Αριστοτέλειο Πανεπιστήμιο Θεσσαλονίκης θα πρέπει να μας αφυπνίσουν όλους. Όχι μόνο τους πιστούς αλλά το σύνολο της Κοινωνίας.

 

Διερωτώμαι, με ποιο δικαίωμα κάποιοι που πιστεύουν ό,τι πιστεύουν εμποδίζουν κάποιον άλλο να διατυπώσει τις απόψεις του;  Αφού δεν συμφωνούσαν με την εν λόγω εκδήλωση και δεν τους ενδιέφερε να συμμετέχουν στο διάλογο που θα ακολουθούσε  γιατί έσπευσαν να παραστούν; Προφανώς για να την ακυρώσουν μετατρέποντάς το Πανεπιστήμιο σε φρενοκομείο.  Όλοι αυτοί οι ακραίοι που βρέθηκαν χθες το ΑΠΘ, οι οποίοι ήταν εμφανές ότι δεν διέθεταν τη στοιχειώδη κοινωνική μόρφωση, ποιους εκπροσωπούν;

Στην αίθουσα ήμασταν  άλλα 150 άτομα που  θέλαμε να ακούσουμε τους ομιλητές. Με ποιο δικαίωμα αυτοί οι φανατικοί εμφανίσθηκαν ως οι εκ Θεού σωτήρες της Ορθοδοξίας – αγνοώντας τη σημαίνει ορθοπραξία- και με το έτσι θέλω επιχείρησαν να διακόψουν την εκδήλωση; Για να μας προστατεύσουν από κάτι; Για να προστατεύσουν την Ορθοδοξία, την Ελλάδα; Γιατί; Είναι περισσότερο Ορθόδοξοι από τους υπολοίπους; Ή μήπως εμείς είμαστε λιγότερο Ορθόδοξοι χριστιανοί από αυτούς;

Και εντέλει μπορεί στην αίθουσα να υπήρχαν άνθρωποι που δεν πιστεύουν σε καμιά θρησκεία αλλά ήθελαν να παρακολουθήσουν μια συζήτηση για το διαχριστιανικό διάλογο. Δεν ήμασταν σε Ναό. Βρισκόμασταν σε αίθουσα του Πανεπιστημίου. Σε έναν χώρο ανταλλαγής ιδεών τον οποίο αυτοί οι ταλιμπάν –όπως σωστά τους αποκάλεσε ο καθηγητής Μαρτζέλος- τον μετέτρεψαν σε χώρο ανταλλαγής ύβρεων. Δεν σεβάστηκαν το Πανεπιστήμιο, στο οποίο ενδεχομένως σπουδάζουν και τα δικά τους παιδιά, και επέβαλαν τον φανατισμό τους.

Λυπάμαι πολύ. Λυπάμαι και ντρέπομαι. Και ως πιστός και ως πολίτης. Λυπάμαι για την εικόνα που δείξαμε στους φιλοξενούμενους του Πανεπιστημίου. Λυπάμαι για την χαμηλή κοινωνική και θρησκευτική παιδεία ανθρώπων που υποτίθεται πιστεύουν στο Θεό της Αγάπης. Ντρέπομαι γιατί δημοσιογραφικά βρέθηκα αντιμέτωπος με μια εικόνα που ήρθε από το μεσαίωνα.

Οι καθηγητές του τμήματος Θεολογίας και κάθε τμήματος του ΑΠΘ -και όλων των Πανεπιστημίων- οφείλουν να συνεχίσουν το έργο τους. Να συνεχίσουν τη δουλειά τους. Το Πανεπιστήμιο πρέπει να μείνει ανοιχτός χώρος διαλόγου.

Όσο για τους χθεσινούς ταραξίες, μάλλον δεν διαφέρουν και πολύ από τους λεγόμενους "αναρχικούς" και τους κουκουλοφόρους που καίνε και ρημάζουν τα Πανεπιστήμια...Μπορεί να μην καίνε  αλλά φιμώνουν…Μπορεί να μην καταστρέφουν αλλά φυλακίζουν την σκέψη στα ιδεολογήματα και τον φανατισμό τους…

Φτάνει πια. Ας αναλάβουν όλοι τις ευθύνες τους...

Το άρθρο αυτό βρέθηκε στην ιστοσελίδα: http://www.amen.gr

To url του άρθρου είναι: http://www.amen.gr/index.php?mod=news&op=article&aid=112

Προσωπική μαρτυρία - και άποψη (Παναγιώτη Αντ. Ανδριόπουλου, θεολόγου): Eτυχε να παραβρεθώ κι' εγώ στις εργασίες της χθεσινής Επιστημονικής Ημερίδας του Τμήματος Θεολογίας του ΑΠΘ, από το πρωϊ μέχρι το μεσημέρι. Είδα έξω από την αίθουσα τελετών καμμιά 30αριά (άντε 40αριά) εξωπανεπιστημιακούς διαμαρτυρομένους να κάθονται απολύτως ειρηνικά με πανώ και πλακάτ εκφράζοντας την αντίθεσή τους για τη πραγματοποίηση της εκδήλωσης. Καθώς κοντοστάθηκα με πλησίασε μια ευγενέστατη κυρία, η οποία αφού μου ευχήθηκε "Χριστός Ανέστη" μου έδωσε ένα βιβλίο ("Η Πατερική στάση στους θεολογικούς διαλόγους, κλπ.", του θεολόγου κ. Παναγιώτη Σημάτη, το οποίο μοιράζονταν δωρεάν), εντός του οποίου υπήρχε διπλωμένο ένα "Ενημερωτικό Δελτίο" της "Φιλορθοδόξου Ενώσεως Κοσμάς Φλαμιάτος", υποστηρικτές της οποίας ήταν οι διαμαρτυρόμενοι. Διαβάζοντας στο πρόλογο του Δελτίου ότι το Τμήμα Θεολογίας ως φορέας υλοποίησης της Ημερίδας απηύθυνε πρόσκληση και στην εν λόγω Ενωση, γύρισα και ρώτησα τη ίδια κυρία:

- "Μα είσθε όλοι καλεσμένοι, γιατί μένετε έξω και δεν έρχεσθε μέσα να παρακολουθήσετε τις εργασίες;"

- "Είναι αιρετικοί, όλοι αυτοί δεν έχουμε καμμιά δουλειά μαζί τους εμείς....", αποκρίθηκε η κυρία και μαζί της συμφώνησαν όλοι οι παρατυχόντες διαμαρτυρόμενοι.

Σεβόμενος - αλλά, φυσικά, μη αποδεχόμενος - την άποψή τους, ανεχώρησα για το αμφιθέατρο. Ηταν κοντά στις 10.30 - 11 π.μ. Κατά τις 12 μ., όμως, εισήλθε στο πανεπιστημιακό αμφιθέατρο εξωπανεπιστημιακός τις διαμαρτυρόμενος με πλακάτ φωνασκών "Κάτω ο Πάπας", "Εξω οι αιρετικοί", κ.α. Αποδοκιμασθείς υπό των παρακαλουθούντων την ημερίδα καθηγητών και φοιτητών ο διαμαρτυρόμενος έκανε μεταβολή και απήλθε. Λίγο αργότερα κατά τη 1 μ.μ εξ αιτίας ειλημμένων υποχρεώσεων ανεχώρησα από την Ημερίδα αφού προηγουμένως είχα ακούσει πολύ ενδιαφέρουσες για την ιδιότητά μου, ως θεολόγου εκπαιδευτικού, εισηγήσεις τόσο από την Ορθόδοξη, όσο και από την Ρωμαιοκαθολική πλευρά. Λυπάμαι που διαβάζω για επεισόδια στην απογευματινή συνεδρία, προκληθέντα υπό φανατικών, σε πανεπιστημιακό αμφιθέατρο, χώρος που για όλους εμάς που αποφοιτήσαμε απ' αυτό το Ιδρυμα θεωρείται (όπως όλα τα πανεπιστημιακά αμφιθέατρα) "ναός της Δημοκρατίας" - και γι' αυτό το λόγο εξ άλλου προφυλάσσεται με το "άσυλο". Κρίμα...

* Αλήθεια, τους θεολόγους και τους φοιτητές της Θεολογίας - για τους οποίους, κατά κύριον λόγον, διοργανώθηκε η Επιστημονική Ημερίδα - που ήθελαν να παρακολουθήσουν χωρίς προβλήματα, εντάσεις, κλπ. τις εργασίες της Ημερίδας (υποτίθεται ότι είχαν αυτό το ελάχιστο δικαίωμα, ή όχι;..) δεν έπρεπε να τους σεβασθούν οι προκαλέσαντες τα απογευματινά επεισόδια; Νομίζουμε ότι οι εν λόγω έχουν κάθε δικαίωμα να αρνούνται τον θεολογικό διάλογο, αυτό που δεν δικαιούνται είναι να θέλουν να επιβάλλουν στανικώς αυτή τους την άρνηση στους άλλους. Σε καμμιά δε περίπτωση δεν νομιμοποιούνται - ούτε δικαιούνται - να ρυθμίζουν αυτοί και να κανονίζουν τα εκπαιδευτικά προγράμματα και τις επιστημονικές δράσεις, ημερίδες, κλπ., που είναι αναγκαία για τη επιστημονική κατάρτιση των φοιτητών ενός πανεπιστημιακού Τμήματος Θεολογίας. Λίγο σεβασμός στους θεσμούς δεν έβλαψε ποτέ κανέναν.

5.

Ορθόδοξη αντίδραση στα οικουμενιστικά ανοίγματα

Η φιέστα των οικουμενιστών και των παπικών στη Θεσσαλονίκη απέτυχε. Η ευλογημένη οργή («οργίζεσθε και μη αμαρτάνετε») του πιστού λαού ανέκοψε τα ανοίγματα κληρικών και θεολόγων του Οικουμενισμού. Οι πρωτεργάρτες του Διαλόγου παπικών και Ορθοδόξων Βάλτερ Κάσπερ και Σεβ. Ιωάννης Ζηζιούλας έμαθαν πως δεν μπορούν να συμφωνούν άνομα συμφωνήματα αγνοώντας τον πιστό λαό. Ο λαός άρχισε να ξυπνάει. Αμφισβητεί τα «ορθόδοξα» «αλάθητα» και «πρωτεία» των οικουμενιστών Ορθοδόξων και δεν ανέχεται πλέον να κλίνει γόνυ στην αίρεση του Παπισμού.

Οι γραφίδες των οικουμενιστών θεολόγων και των φιλο-οικουμενιστών δημοσιογράφων πήραν φωτιά. Έγραψαν για τους «ευσεβιστές», τους «παρεκκλησιαστικούς», τους «ταλιμπάν», τους φανατικούς.

Όσο κι αν μοχθούν οι οικουμενιστές και οι φίλοι τους ο πιστός λαός ξύπνησε. Δεν αναμένει παρά μια πιο οργανωμένη αντίδραση, μια ηγετική ομάδα που θα εκφράσει πιο δυνατά αυτό που όλοι οι πιστοί λένε: Τέλος στην ανοχή προς τους οικουμενιστές. Τέλος στους διαλόγους με τους αμετανόητους παπικούς και προτεστάντες. Τέλος στα προσκυνήματα στον Πάπα και την κουστωδία του. Τα αίματα των υπό των Παπικών μαρτυρησάντων, τα δάκρυα και οι λόγοι των αντιπαπικών αγίων αλλά και η ζώσα μας ορθόδοξη παράδοση προτρέπουν σε αντίδραση φιλόθεη και ορθόδοξη.

Είναι δε τουλάχιστον αστείοι οι καθωσπρεπισμοί που ακούστηκαν ακόμη κι από πανεπιστημιακούς θεολόγους. Εδώ το κινδυνευόμενον είναι η Πίστη και εμείς θα μετρήσουμε αν κάποια αντίδραση υπήρξε λίγο πιο έντονη από ό,τι πρέπει; Και τι είναι αλήθεια το πρέπον; Σιωπηλοί να ακούμε τον Σεβ. Περγάμου σεβόμενοι απλώς τα χρόνια του; Αν δεν ορθοτομεί δεν τον σώζει η μεγάλη ηλικία. «Ο πραύς έστω μαχητής» μας προτρέπει ο προφήτης Ιωήλ. Νυν καιρός του λαλείν.

22/5/2009      Thriskeftika.blogspot.com

6.

Παρ’ ολίγον πεδίο μάχης Τμήμα Θεολογίας ΑΠΘ

Του Νίκου Παπαχρήστου

Την αντίδραση μερίδας «υπερoρθοδόξων» και μελών παρεκκλησιαστικών οργανώσεων προκάλεσε η ημερίδα για τον διαχριστιανικό διάλογο που διοργάνωσε, την Τετάρτη, το τμήμα Θεολογίας του ΑΠΘ. Η αίθουσα τελετών του πανεπιστημίου παραλίγο να μετατραπεί σε «πεδίο μάχης» όταν κάποιοι «αυτόκλητοι» σωτήρες της Ορθοδοξίας επιτέθηκαν φραστικώς κατά των προσκεκλημένων ομιλητών, καρδιναλίου Βάλτερ Κάσπερ και μητροπολίτη Περγάμου Ιωάννη, συμπροέδρων της μεικτής επιτροπής Θεολογικού Διαλόγου Ρωμαιοκαθολικών και Ορθοδόξων. Από τις ύβρεις τους δεν γλίτωσαν ούτε ο μητροπολίτης Μεσσηνίας Χρυσόστομος ούτε οι καθηγητές της Θεολογικής Σχολής. Αποτέλεσμα ήταν να διακοπεί πολλές φορές η εκδήλωση, η οποία ήταν ανοιχτή στο κοινό, ενώ ο Περγάμου κ. Ιωάννης δεν μπόρεσε να απαντήσει σε ερωτήματα και απορίες φοιτητών αλλά και καθηγητών του ΑΠΘ. Αξίζει να σημειωθεί πως περισσότεροι από 150 φανατισμένοι πιστοί κατέφθασαν οργανωμένα λίγο μετά το μεσημέρι και όπως αποδείχθηκε είχαν στόχο να μην επιτρέψουν να πραγματοποιηθεί η συνεδρία. Εκπληκτοι καθηγητές, Ελληνες και ξένοι, κληρικοί και φοιτητές προσπαθούσαν να προστατεύσουν το δικαίωμά τους να συζητήσουν για τον διάλογο μεταξύ των χριστιανών. «Υπάρχουν μερικοί που όχι μόνο διάλογο με τη Ρώμη δεν θέλουν αλλά ούτε και μ’ εμάς. Και αυτό εν ονόματι της Ορθοδοξίας. Ο Θεός να μας ελεήσει» σχολίασε ο Περγάμου Ιωάννης, ο οποίος προηγουμένως έκανε μια εμπεριστατωμένη ομιλία για την πορεία και τις προσδοκίες του διαλόγου.

Στο επίκεντρο της ημερίδας βρέθηκαν οι διαφορετικές θεολογικές προσεγγίσεις μεταξύ Δύσης και Ανατολής, η διαφωνία για την έννοια του παπικού πρωτείου, το μεγάλο σχίσμα των Εκκλησιών και κυρίως οι προσπάθειες για επαναπροσέγγιση Ρωμαιοκαθολικών και Ορθοδόξων. Ο καρδινάλιος Κάσπερ επισήμανε ότι εκτός από τα βαθύτερα θεολογικά προβλήματα που θα πρέπει να συζητηθούν, υπάρχει και το πρόβλημα της αποδοχής των κοινών θέσεων που προκύπτουν από τους διαλόγους.

Hμερομηνία :  22/5/09  

http://www.kathimerini.gr

7.

Πανό κατά του… Πάπα στη Θεσσαλονίκη

Εντάσεις και μικροεπεισόδια στιγμάτισαν τη θεολογική ημερίδα που πραγματοποιήθηκε στο Αριστοτέλειο Πανεπιστήμιο Θεσσαλονίκης και στο οποίο συμμετείχαν επιφανείς εκπρόσωποι της Ορθόδοξης και της Ρωμαιοκαθολικής Εκκλησίας. Σε μια περίοδο που σημειώνονται σημαντικά βήματα στο Διαχριστιανικό Διάλογο, κάποιες δεκάδες… «σκληροπυρηνικών» Ορθοδόξων παρ’ ολίγο να διακόψουν τη ροή της ημερίδας, φωνάζοντας συνθήματα και διακόπτοντας τους ομιλητές. Οι διαμαρτυρόμενοι είχαν αναρτήσει πανό με συνθήματα κατά του Πάπα, της Ρωμαιοκαθολικής Εκκλησίας και του… «Οικουμενισμού», ενώ έφθασαν στο σημείο να επιτεθούν φραστικά στο Μητροπολίτη Περγάμου Ιωάννη - πιθανώς με το σκεπτικό ότι το Οικουμενικό Πατριαρχείο έχει λάβει σαφή θέση υπέρ της ενότητας όλων των Χριστιανών- ο οποίος αντέδρασε με τη φράση «ο Θεός να μας ελεήσει». Η ένταση έγινε πιο μεγάλη όταν στο βήμα ανέβηκε ο επίσημος προσκεκλημένος της εκδήλωσης, πρόεδρος του Ποντιφικού Συμβουλίου για την ενότητα των χριστιανών Καρδινάλιος Βάλτερ Κάσπερ, ο οποίος παρά τις φωνές και τις διακοπές κατάφερε να μιλήσει και να ευχηθεί για την ενότητα και την «πλήρη εκκλησιαστική κοινωνία».

Να σημειωθεί ότι στην ημερίδα, μεταξύ άλλων, μίλησαν επίσης ο Μητροπολίτης Μεσσηνίας Χρυσόστομος, ο Μέγας Αρχιδιάκονος του Οικουμενικού Θρόνου, δρ. Μάξιμος Βγενόπουλος και ο Ρωμαιοκαθολικός Αρχιεπίσκοπος Κερκύρας Ιωάννης Σπιτέρης.

Κώστας Καντούνης

Το άρθρο έχει συνταχθεί την Παρασκευή, 22 Μαΐου, 2009 στην ΑΠΟΓΕΥΜΑΤΙΝΗ

8

AMEN.GR May 23, 2009

Απ’ τη Ραβέννα στη Θεσσαλονίκη...

Σκέψεις για τον διαχριστιανικό διάλογο μ’ αφορμή την Επιστημονική Ημερίδα του Τμήματος Θεολογίας του ΑΠΘ

του Χάρη Ανδρεόπουλου*

H συμμετοχή της Ορθοδοξίας στον οικουμενικό διάλογο δεν αποτελεί ιστορική ή άλλης φύσεως αναγκαιότητα, αλλά, συνέπεια των βασικών πτυχών της χριστιανικής θεολογίας. Η οικουμενική διάσταση της Ορθοδοξίας, τονίζει μετ’ εμφάσεως ο γνωστός καινοδιαθηκολόγος, καθηγητής – και νυν πρόεδρος - του Τμήματος Θεολογίας ΑΠΘ κ. Πέτρος Βασιλειάδης («Ορθόδοξη θεολογία και οικουμενικός διάλογος», εκδ. Αποστολικής Διακονίας, 2005, σελ. 196),  απορρέει από τη ρητή εντολή και απαράβατη επιταγή  «ίνα πάντες εν ώσιν» (Ιωαν. 17:21) καθώς και από την ακράδαντη πεποίθησή της ότι υπέρτατος στόχος της Θείας Οικονομίας είναι η ενότητα των πάντων (κατά το παύλειο «ίνα ή ο Θεός τα πάντα εν πάσι», Α’ Κορ. 15:28) και η εν Χριστώ ανακεφαλαίωση σύνολης της κτιστής δημιουργίας.

Για το όραμα αυτό, άλλωστε, «της των πάντων ενώσεως» αιώνες τώρα ακατάπαυστα δέεται εν συνάξει η Ορθόδοξη Εκκλησία. Και ενώ συνεχίζει να προσεύχεται η Ορθόδοξη Εκκλησία για το σκοπό αυτό, ταυτόχρονα επιχειρεί τη προσέγγιση και συζήτηση με τους ετεροδόξους στα πλαίσια των ποικίλων και πολυμερών διαλόγων, όχι μόνο επειδή αυτό είναι το επιτακτικό της καθήκον κατά το θέλημα του Κυρίου, αλλά διότι σήμερα το επιβάλλουν, περισσότερο από κάθε άλλη φορά, οι συνθήκες  μέσα στις οποίες ζει ο σύγχρονος κόσμος, όπως επισημαίνεται και  στην διδακτική ενότητα (Δ.Ε.) 35 του νέου βιβλίου Θρησκευτικών της Γ’ Γυμνασίου (ΟΕΔΒ, 2006) και στο  υπό τον τίτλο «Το όραμα και οι προσπάθειες για την ενότητα των χριστιανών» σχετικό κεφάλαιο (σελ. 141 – 144). 

Με την Ρωμαιοκαθολική Εκκλησία (Ρ/Κ) ο επίσημος θεολογικός διάλογος, μετά από πολυετή διακοπή, ξαναξεκίνησε πρόπερσι (2007), με θέμα συζήτησης το «Πρωτείο εν τη Εκκλησία», αλλά, δυστυχώς, όχι μόνο δεν σημειώθηκε «πρόοδος μεταξύ Φαναρίου και Βατικανού», όπως αναφέρονταν σε σχετικά δημοσιεύματα του Τύπου (Οκτωβρίου – Νοεμβρίου 2007), μ’ αφορμή τη συνάντηση αντιπροσωπειών της Ρ/Κ και της Ορθόδοξης Εκκλησίας στην Ραβέννα, αλλά οπισθοδρόμηση!

Ο Πέτρος, η πέτρα και το "παπικό πρωτείο"

Αυτό που πρέπει να ξεκαθαρισθεί περί της αναφερομένης σε δημοσιεύματα τινά «συμφωνίας» είναι ότι ουσιαστικά πρόκειται για απλή επαναβεβαίωση απόψεων, η οποία, βεβαίως, αφορά, όχι στο πρωτείο εξουσίας που διεκδικεί δι’ εαυτήν η Ρ/Κ Εκκλησία, αλλά στο πρωτείο τιμής, που όντως αναγνωρίσθηκε στον επίσκοπο Ρώμης από την Δ’ Οικουμενική Σύνοδο, εξ αιτίας της πολιτικής σημασίας της πόλεως, αλλά  δεν παρείχε καμμιά διοικητική ή άλλη εξουσία.

To «πρωτείο» προβάλλεται από τον Πάπα ως υπέρτατη διοικητική εξουσία σ’ ολόκληρη την χριστιανική Εκκλησία. Την εξουσία αυτή προσπάθησε να θεμελιώσει η Ρ/Κ Εκκλησία πάνω σε μια πλαστή θεωρία, σύμφωνα με την οποία ο Απόστολος Πέτρος ήταν η κεφαλή των Αποστόλων και, βάσει της θεωρίας αυτής, το προνόμιο αυτό μετέδωσε στον επίσκοπο της Ρώμης, στην οποία υπήρξε πρώτος επίσκοπος. Ετσι, λένε οι Ρωμαιοκαθολικοί, η Εκκλησία πρέπει να αναγνωρίζει τον Πάπα ως κεφαλή της και τοποτηρητή του Χριστού στη γή.   

Οι απόψεις αυτές των Ρωμαιοκαθολικών, όπως υπογραμμίζει ο καθηγητής του τομέα Δογματικής στο Τμήμα Θεολογίας του ΑΠΘ κ. Δημ. Τσελεγγίδης («Δυτική Θεολογία και πνευματικότητα», εκδ. υπ. Δημοσιευμάτων ΑΠΘ, Θεσ/νίκη, σελ. 42 - 43),  είναι βιβλικά και ιστορικά αστήρικτες. Στο χωρίο Εφεσ. 5, 23 σημειώνεται απερίφραστα ότι «ο Χριστός έστι η κεφαλή της εκκλησίας», στην οποία παραμένει αυτός κατά τη διαβεβαίωσή του «έως της συντελείας του αιώνος» (Ματθ. 28, 20). Αλλά και από την Καινή Διαθήκη δεν προκύπτει ότι ο Απόστολος Πέτρος ήταν κεφαλή των Αποστόλων με την έννοια της διοικητικής εξουσίας. Βέβαια οι Ρωμαιοκαθολικοί προσπαθούν να θεμελιώσουν την εξουσία αυτή στο Ματθ. 16, 18 («Σύ ει Πέτρος και επί ταύτη τη πέτρα οικοδομήσω μου την Εκκλησίαν»), το οποίο ερμηνεύουν έτσι ώστε χωρίς τον Πάπα, διάδοχο του Απ. Πέτρου, να μην μπορεί να νοηθεί η ύπαρξη της Εκκλησίας.

Εδώ όμως οι Ρωμαιοκαθολικοί παραβλέπουν σκόπιμα τη σωστή ερμηνεία των χωρίου από τους Πατέρες της Εκκλησίας, οι οποίοι στηρίζουν τη σωστή αυτή ερμηνεία στο χωρίο Α’ Κορ. 3, 11 – 12: «Θεμέλιον άλλον ουδείς δύναται θείναι παρά τον κείμενον, ος έστι Ιησούς Χριστός». Κατά την Καινή Διαθήκη όλοι οι Απόστολοι είχαν τα  ίδια προνόμια απ’ το Χριστό, ο οποίος απέκρουσε κάθε φιλόδοξη επιθυμία για υπεροχή ορισμένων μόνο Αποστόλων (των παιδιών του Ζεβεδαίου Ιακώβου και Ιωάννη. Βλ. σχετ. Ματθ. 20, 25 – 26 και 23, 8 – 11, Μαρκ. 10, 35 – 45).

Στέλνοντας ο Χριστός τους μαθητές για κήρυγμα δεν όρισε κανένα για αρχηγό τους και μετά την ανάσταση έδωσε σε όλους ίδια δικαιώματα. Οπως μαρτυρούν οι Πράξεις των Αποστόλων και οι άλλες Επιστολές, ο Πέτρος δεν είχε λάβει από τον Κύριο καμμιά υπεροχή έναντι των άλλων Αποστόλων. Αλλά και αν συνέβαινε κάτι τέτοιο, ουδέποτε το προνόμιο αυτό θα μεταβιβαζόταν στον επίσκοπό Ρώμης ως διάδοχου του Πέτρου, απλούστατα γιατί ο Πέτρος μαρτύρησε μεν στη Ρώμη, ποτέ όμως δεν χρημάτισε πρώτος επίσκοπός της, καθώς οι Απόστολοι ήταν καθολικοί επίσκοποι της Εκκλησίας και όχι μιας επιμέρους τοπικής Εκκλησίας (βλ. Θεοδώρου Ανδ., «Απαντήσεις σε ερωτήματα ιστορικοδογματικά», εκδ. Αποστολικής Διακονίας,1999, σελ. 155 – 156).

Και βέβαια είχε πρεσβεία ο Ρώμης στην αρχαία Εκκλησία, αυτά, όμως, δεν ήταν πρεσβεία εξουσίας και εκκλησιαστικής δικαιοδοσίας, αλλά απλά πρεσβεία τιμής, επειδή ήταν επίσκοπος της Ρώμης, της λαμπρής και δοξασμένης πρωτεύουσας της Ρωμαϊκής αυτοκρατορίας, της μητέρας των αγίων και των μαρτύρων. Εννοείται ότι μετά το σχίσμα του 1054 έπαυσε να ισχύει αυτή η αναγνώριση του πρωτείου τιμής στον επίσκοπο (της μέχρι τότε αδιαιρέτου, αρχαίας Εκκλησίας) της Ρώμης και ως έχων τα πρεσβεία τιμής θεωρείται έκτοτε ο επίσκοπος της Κωνσταντινουπόλεως, Νέας Ρώμης και Οικουμενικός Πατριάρχης της Ανατολικής του Χριστού Εκκλησίας. 

  Καθολική η μόνη αληθινή Εκκλησία"

Δυστυχώς, η Ρ/Κ Εκκλησία μέχρι σήμερα επιμένει στις πλάνες της περί «πρωτείου» θέλοντας να επιβάλλει τις φίλαρχες αξιώσεις της στην Ανατολική, τη δική μας Ορθόδοξη Εκκλησία. Στην «Οδηγία» που εξέδωσε το «Συμβούλιο για το Δόγμα της Πίστεως» της Ρ/Κ Εκκλησίας τον Ιούλιο του 2007 καταγράφεται ο ισχυρισμός ότι μόνον η Ρ/Κ Εκκλησία εξασφαλίζει σωτηρία των πιστών, διότι είναι εκείνη που ίδρυσε ο Ιησούς Χριστός.

Η «κοινωνία των επισκόπων μετά του διαδόχου του Πέτρου» (που κατ’ αυτούς είναι ο Πάπας) καθορίζεται ως η ουσιαστική προϋπόθεση με την οποία οριοθετούνται και όλες οι εκκλησιαστικές δομές και περιγράφονται οι εσωτερικές αρχές και οι όροι, δι’ έκαστην «ιδιαιτέραν» Εκκλησία, αλλά δι’ αυτήν την «καθολική Εκκλησία». Η μη επίτευξη της κοινωνίας αυτής αποτελεί, κατά την ως άνω «Οδηγία», το εμπόδιο για την μη φανέρωση μέσα στην ιστορία εκάστης «Εκκλησίας» ως Εκκλησίας.

Και η «Οδηγία» καταλήγει στη διαπίστωση ότι «η μόνη αληθινή Εκκλησία, η οποία διατηρεί τα γνήσια στοιχεία, τα οποία καθώρισεν ο Χριστός δια την Εκκλησίαν, είναι  η «Καθολική Εκκλησία», αυτή είναι η πραγματική και ορατή Εκκλησία εντός της ιστορίας, η οποία ιδρύθηκε υπό του Χριστού επί της γης». Σύμφωνα με την ίδια «Οδηγία»: Η Ορθόδοξη Εκκλησία είναι μεν «αυθεντική Εκκλησία», διατηρεί χάρη στην Αποστολική διαδοχή πραγματικά μυστήρια και επομένως δικαιούται να λέγεται ιδιόρρυθμη και τοπική, είναι «αδελφή Εκκλησία» με την Καθολική, αλλά παρουσιάζει ένα «μειονέκτημα», μία σημαντική «ατέλεια» και η «ατέλεια» αυτή, συνίσταται εις το ότι η Ορθόδοξη δεν αναγνωρίζει το «πρωτείο της Ρώμης», δηλαδή δε αναγνωρίζει τον Πάπα ως «ορατή κεφαλή» της Εκκλησίας, ως «τοποτηρητή του Χριστού στη Γη» (εφημ. «Καθολική», τ. 3.078/24-7-07, σελ.3).

Ιδιαίτερα δυσάρεστη εντύπωση προκάλεσε το γεγονός ότι η Ρ/Κ Εκκλησία επανέλαβε (Ιούλιος 2007) τις παραπάνω αιρετικές δοξασίες της, δύο μήνες πριν την προγραμματισμένη (για τον Οκτώβριο του 2007) συνεδρίαση στη Ραβέννα της Ιταλίας της μικτής Επιτροπής εκπροσώπων της Ρ/Κ και της Ορθοδόξου Εκκλησίας, που είχε σαν θέμα το επίμαχο πρωτείο. Δηλαδή η Ρ/Κ Εκκλησία έσπευσε  να προκαταλάβει τα συμπεράσματα της Eπιτροπής, υπονομεύοντας σοβαρά τον ίδιο τον διάλογο. Ετσι, στη συνεδρίαση της Ραβέννας, όχι μόνο δεν υπήρξε συμφωνία για το πρωτείο του Πάπα (πως θα μπορούσε άλλωστε, τη στιγμή που η περί πρωτείου αντίληψη έρχεται σε πλήρη αντίθεση με την ορθόδοξη εκκλησιολογία;), αλλά διαπιστώθηκε ότι ούτως εχόντων των πραγμάτων ο δρόμος για την ενότητα είναι ακόμη μακρύς. Πολύ μακρύς.

Η κατάργηση του τίτλου του "Πατριάρχη της Δύσεως"

Ενα άλλο πλήγμα στο διαχριστιανικό διάλογο - στο οποίο αναφέρθηκε εκτενώς ο καθηγητής του τομέα Δογματικής του Τμήματος Θεολογίας του ΑΠΘ, κ. Γεώργιος Μαρτζέλος στην επιστημονική ημερίδα που διεξήχθη τη περασμένη Τετάρτη (20.5.2009) στη Θεσσαλονίκη - αποτέλεσε και η κατάργηση του τίτλου του «Πατριάρχη της Δύσεως» από τους τίτλους του Πάπα Βενέδικτου ΙΣτ', η οποία θα δυσχεράνει αντί να διευκολύνει τις σχέσεις της Δυτικής Καθολικής με την Ανατολική Ορθόδοξο Εκκλησία.

Ο τίτλος «Πατριάρχης της Δύσεως» παρελείφθη από την έκδοση του 2006 της Επετηρίδας (Annuario) της Αγίας Έδρας, ενώ διατηρούνται οι τίτλοι του «Βικάριου του Χριστού» και του «Ύπατου Ποντίφικος της Παγκοσμίου Εκκλησίας». Ο κ. Μαρτζέλος επεσήμανε ότι ο μόνος τίτλος από αυτούς που χρησιμοποιεί ο Πάπας ο οποίος ανάγεται στην περίοδο της πρώτης χιλιετίας, την περίοδο της ενιαίας Εκκλησίας και γίνεται αποδεκτός από την Ορθόδοξη Εκκλησία, ήταν ο τίτλος του «Πατριάρχου της Δύσεως», η κατάργηση του οποίου θα περιπλέξει την πολύ δύσκολη συζήτηση περί των πρωτείων του Πάπα.

Για το ίδιο θέμα και ο Σεβασμιώτατος Μητροπολίτης Περγάμου κ. Ιωάννης (Ζηζιούλας) είχε επισημάνει (εφημ. «ΤΟ ΒΗΜΑ», 14.6.2006, σελ. 12)  παλαιότερα άρθρα του καθηγητού Joseph Ratzinger (σημερινού Πάπα Βενέδικτου ΙΣτ') τα οποία υποδεικνύουν ότι ο μόνος τρόπος για την αντιμετώπιση του ζητήματος των πρωτείων του Πάπα θα ήταν η αναγνώριση μόνον όσων ήσαν αποδεκτά κατά την πρώτη χιλιετία, της ενιαίας Εκκλησίας, υποστηρίζοντας εν προκειμένω ο Σεβασμιώτατος Περγάμου ότι η κατάργηση του τίτλου του «Πατριάρχου της Δύσεως» υπονομεύει εντελώς αυτή τη δυνατότητα.

Προφανώς τις θέσεις αυτές θα ανέλυε περαιτέρω ο σεβασμιώτατος στην πρόσφατη ημερίδα στη Θεσσαλονίκη, αλλά, δυστυχώς, ομάδα «υπερορθοδόξων» που διαμαρτύρονταν με φωνασκίες  εντός της αιθούσης για τον διάλογο με την Ρ/Κ Εκκλησία, του στέρησε αυτή τη δυνατότητα, καθώς, λόγω του επεισοδιακού κλίματος που δημιούργησαν οι εξωπανεπιστημιακοί, αναγκάσθηκε να κατέλθει του βήματος.

Αξίζει, να επισημανθεί ότι στο πλαίσιο του διαχριστιανικού διαλόγου η Ορθόδοξη Εκκλησία, δια του συντονιστικού αυτής κέντρου, του Οικουμενικού Πατριαρχείου, εξαίροντας το οικουμενικό κύρος του Συμβόλου της Νικαίας – Κωνσταντινουπόλεως, έχει δηλώσει ευθύς εξ αρχής και χωρίς περιστροφές ότι «πάσα ένωσις δέον να στηρίζηται επί της κοινής πίστεως και ομολογίας της αρχαίας αδιαιρέτου Εκκλησίας των επτά Οικουμενικών Συνόδων και των οκτώ πρώτων αιώνων».  (Σταυρίδη Βασ. «Ιστορία της Οικουμενικής Κινήσεως», Θεσ/νίκη, 1984, σελ. 349) και μόνο επί αυτής της βάσεως συζητά και προσεύχεται για την ενότητα της διαιρεμένης χριστιανοσύνης.

Που σημαίνει ότι δεν νοούνται ορθόδοξες υποχωρήσεις στ’ όνομα του διαλόγου, αλλά αγώνας και μόνο για την επάνοδο των πεπλανημένων ετερόδοξων αδελφών μας στο χώρο της μιάς και μοναδικής, εν Χριστώ, αληθείας, όπως την εξέφρασαν με τα δόγματα και τους κανόνες οι Οικουμενικές Σύνοδοι της αδιαίρετης αρχαίας μας Εκκλησίας. Αν συμφωνήσουμε σ’ αυτή την αρχή και το πλαίσιο διαλόγου, τότε μπορούμε να ελπίζουμε ότι το όραμα υπέρ «της των πάντων ενώσεως» μπορεί να γίνει πραγματικότητα, να σημάνει την ενότητα.

Προσωπική μαρτυρία - και άποψη:

Eτυχε να παραβρεθώ τη περασμένη Τετάρτη στις εργασίες της  Επιστημονικής Ημερίδας του Τμήματος Θεολογίας του ΑΠΘ. Είδα έξω από την αίθουσα τελετών καμμιά 30αριά (άντε 40αριά) εξωπανεπιστημιακούς διαμαρτυρομένους να κάθονται απολύτως ειρηνικά με πανώ και πλακάτ εκφράζοντας την αντίθεσή τους για τη πραγματοποίηση της εκδήλωσης. Καθώς κοντοστάθηκα με πλησίασε μια ευγενέστατη κυρία, η οποία αφού μου ευχήθηκε "Χριστός Ανέστη" μου έδωσε ένα βιβλίο ("Η Πατερική στάση στους θεολογικούς διαλόγους, κλπ.", του θεολόγου κ. Παναγιώτη Σημάτη, το οποίο μοιράζονταν δωρεάν), εντός του οποίου υπήρχε διπλωμένο ένα "Ενημερωτικό Δελτίο" της "Φιλορθοδόξου Ενώσεως Κοσμάς Φλαμιάτος", υποστηρικτές της οποίας ήταν οι διαμαρτυρόμενοι. Διαβάζοντας στο πρόλογο του Δελτίου ότι το Τμήμα Θεολογίας ως φορέας υλοποίησης της Ημερίδας απηύθυνε πρόσκληση και στην εν λόγω Ενωση, γύρισα και ρώτησα τη ίδια κυρία:

- "Μα είσθε όλοι καλεσμένοι, γιατί μένετε έξω και δεν έρχεσθε μέσα να παρακολουθήσετε τις εργασίες;"

- "Είναι αιρετικοί, όλοι αυτοί δεν έχουμε καμμιά δουλειά μαζί τους εμείς....", αποκρίθηκε η κυρία και μαζί της συμφώνησαν όλοι οι παρατυχόντες διαμαρτυρόμενοι.

Σεβόμενος - αλλά, φυσικά, μη αποδεχόμενος - την άποψή τους, ανεχώρησα για το αμφιθέατρο. Ηταν κοντά στις 10.30 - 11 π.μ. Κατά τις 12 μ., όμως, εισήλθε στο πανεπιστημιακό αμφιθέατρο εξωπανεπιστημιακός τις διαμαρτυρόμενος με πλακάτ και φωνασκών "Κάτω ο Πάπας", "Εξω οι αιρετικοί", κ.α. Αποδοκιμασθείς υπό των παρακαλουθούντων την ημερίδα, καθηγητών και φοιτητών, ο διαμαρτυρόμενος έκανε μεταβολή και απήλθε. Λίγο αργότερα κατά τη 1 μ.μ εξ αιτίας ανειλημμένων υποχρεώσεων ανεχώρησα από την Ημερίδα αφού προηγουμένως είχα ακούσει πολύ ενδιαφέρουσες για την ιδιότητά μου, ως θεολόγου εκπαιδευτικού, εισηγήσεις τόσο από την Ορθόδοξη, όσο και από την Ρωμαιοκαθολική πλευρά.

Λυπάμαι που την επομένη διάβασα για επεισόδια στην απογευματινή συνεδρία, προκληθέντα υπό ομάδος 150 προσελθόντων το απόγευμα φανατικών, στο πανεπιστημιακό αμφιθέατρο, έναν χώρο που για όλους εμάς που αποφοιτήσαμε απ' αυτό το Ιδρυμα θεωρείται (όπως όλα τα πανεπιστημιακά αμφιθέατρα) "ναός της Δημοκρατίας" - και γι' αυτό το λόγο εξ άλλου προφυλάσσεται με το "άσυλο". Κρίμα...

* Αλήθεια, τους θεολόγους και τους φοιτητές της Θεολογίας - για τους οποίους, κατά κύριο λόγο, διοργανώθηκε η Επιστημονική Ημερίδα - που ήθελαν να παρακολουθήσουν χωρίς προβλήματα, εντάσεις, κλπ. τις εργασίες της Ημερίδας (υποτίθεται ότι είχαν αυτό το ελάχιστο δικαίωμα, ή όχι;..) δεν έπρεπε να τους σεβασθούν οι προκαλέσαντες τα απογευματινά επεισόδια; Νομίζουμε ότι οι εν λόγω έχουν κάθε δικαίωμα να αρνούνται τον θεολογικό διάλογο, αυτό που δεν δικαιούνται είναι να θέλουν να επιβάλλουν στανικώς αυτή τους την άρνηση στους άλλους. Σε καμμιά δε περίπτωση δεν νομιμοποιούνται - ούτε δικαιούνται - να ρυθμίζουν αυτοί και να κανονίζουν τα εκπαιδευτικά προγράμματα και τις επιστημονικές δράσεις, ημερίδες, κλπ., που είναι αναγκαία για τη επιστημονική κατάρτιση των φοιτητών ενός πανεπιστημιακού Τμήματος Θεολογίας. Λίγο σεβασμός στους θεσμούς δεν έβλαψε ποτέ κανέναν.

* Ο Χάρης Ανδρεόπουλος είναι δημοσιογράφος – θεολόγος ΑΠΘ (This email address is being protected from spambots. You need JavaScript enabled to view it.), συνεργάτης της εφημ. «Ελευθερία» και καθηγητής Β/βάθμιας εκπαίδευσης (Γυμνάσιο – Λύκειο Αρμενίου ν. Λάρισας).

9

AMEN.GR  May 23, 2009

Συνέντευξη KASPER στον Νίκο Παπαχρήστου

"Δεν μπορούμε να μιλάμε για ένα πρωτείο απολυτότητας, εξουσίας" δηλώνει κατηγορηματικά στο Amen.gr ο Καρδινάλιος Βάλτερ Κάσπερ, αναφερόμενος στο επίμαχο ζήτημα του "παπικού πρωτείου". Ο πρόεδρος του Ποντιφικού Συμβουλίου για την ενότητα των Χριστιανών και συμπρόεδρος με τον Μητροπολίτη Περγάμου Ιωάννη Ζηζιούλα της Μικτής Επιτροπής για το Θεολογικό Διάλογο μεταξύ Ορθοδόξων και Ρωμαιοκαθολικών, σε συνέντευξή που παραχώρησε στο Αmen.gr, σημειώνει πως ο διάλογος πρέπει να στηρίζεται στην "μετάνοια" και τη διάθεση συγχώρεσης λαθών του παρελθόντος. Υποστηρίζει δε, πως είναι ιερό καθήκον των λειτουργών των δύο Εκκλησιών να ενημερώνουν τους πιστούς για την πορεία και την σημασία του διαλόγου. Η συνέντευξη πραγματοποιήθηκε, την περασμένη Τετάρτη, στο περιθώριο της εξαιρετικά ενδιαφέρουσας ημερίδας που διοργάνωσε το τμήμα Θεολογίας του Αριστοτελείου Πανεπιστημίου Θεσσαλονίκης με θέμα, "Ο θεολογικός διάλογος μεταξύ της Ορθοδόξου και της Ρωμαιοκαθολικής Εκκλησίας". Λίγο νωρίτερα,  μέλη παρεκκλησιαστικών οργανώσεων επιχείρησαν να διακόψουν την ημερίδα ενώ εμπόδισαν τον μητροπολίτη Περγάμου να απαντήσει σε ερωτήσεις του κοινού. Ο Καρδινάλιος Κάσπερ, μια από τις σημαντικότερες προσωπικότητες του ρωμαιοκαθολικού κόσμου και ένας από τους πιο στενούς συνεργάτες του πάπα Βενεδίκτου 16ου, έδειχνε  εμφανώς προβληματισμένος και απογοητευμένος από τα γεγονότα που διαδραματίστηκαν στο ΑΠΘ.

Ν.Παπαχρήστου: Στην ομιλία σας κάνατε μια σημαντική επισήμανση. Ότι δεν αρκεί τι θα αποφασίσουν ο Πάπας και οι προκαθήμενοι των Ορθοδόξων Εκκλησιών αλλά αυτές τις αποφάσεις να τις αποδεχθούν και οι πιστοί…Ύστερα και από τις αντιδράσεις στην Αίθουσα Τελετών του Πανεπιστημίου της Θεσσαλονίκης πιστεύετε ότι χρειάζεται εντατικότερη ενημέρωση των πιστών για τον διεξαγόμενο διάλογο;

Καρδ.Κάσπερ: Η ενημέρωση των πιστών εκ μέρους των εκκλησιαστικών ταγών είναι άκρως αναγκαία σε αυτή τη διαδικασία. Είναι ιερό καθήκον όλων των εμπλεκομένων φορέων. Από πλευράς Καθολικής Εκκλησίας γίνεται πάρα πολύ μεγάλο έργο, για την ενημέρωση των πιστών εκ μέρους των Επισκόπων, κάθε φορά που τελειώνουμε μια φάση του διαλόγου. Πράγματι  ο λαός δείχνει πολύ μεγάλο ενδιαφέρον για την πορεία του διαλόγου. Βέβαια πρέπει να κάνουμε  μια προσπάθεια να διαλυθούν οι προκαταλήψεις του παρελθόντος διότι υπάρχουν αντιλήψεις μεταξύ των Ορθόδοξων που δεν είναι αληθινές. Πρέπει να ξεφύγουμε από τη διάθεση της πολεμικής και να φτάσουμε στο σημείο της αλληλοκατανόησης, να γνωρίζουμε τι πραγματικά είναι ο άλλος. Αυτή η διαδικασία είναι ένας διάλογος της αγάπης. Εκεί στηρίζεται. Γιατί ένας θεολογικός διάλογος χωρίς αγάπη δεν νοείται.

Ν.Π. Εκτιμάτε ότι είναι ζήτημα καλύτερης κατήχησης των πιστών;

Καρδ.Κ. Κοιτάξτε ο κόσμος βλέπει τις συναντήσεις Πάπα και Πατριάρχη και αντιλαμβάνεται ότι πρόκειται περί μιας ένδειξης της αγάπης της μιας Εκκλησίας για την άλλη. Δεν συνδέονται βέβαια αυτές οι συναντήσεις άμεσα με τον Θεολογικό διάλογο αλλά έχουν έναν συμβολισμό. Όμως και σε πρακτικό επίπεδο μπορούν να γίνουν κάποια βήματα. Για παράδειγμα πριν δύο χρόνια μια ομάδα Ορθόδοξων ιερέων ταξίδεψαν στην Ιταλία και συναντήθηκαν με ιερείς της Ρώμης. Ήταν κάτι σημαντικό.

Τώρα πλέον έχουν γκρεμισθεί τα «σύνορα», πρέπει να συναντιόμαστε. Να είμαστε σε διάλογο. Και πρέπει να ενημερώνεται ο πιστός λαός ώστε να κατανοήσει ποια είναι τα θέματα, ποιες είναι οι δυσκολίες και τι θέλει η κάθε Εκκλησία στο διάλογο αυτό. Χρειάζεται ακόμα δουλειά και από τις δύο πλευρές.

Η Καθολική Εκκλησία στην κατεύθυνση αυτή κάνει ό,τι καλύτερο μπορεί. Να σας δώσω ένα ακόμα παράδειγμα. Υπάρχει ένα μεγάλο ενδιαφέρον στη Δύση σήμερα για τις ιερές εικόνες, για την Ορθόδοξη λειτουργία. Είναι πολύ σημαντικά όλα αυτά και βοηθούν στο να κατανοήσουν οι χριστιανοί της δύσης τους χριστιανούς της ανατολής.

Ν.Π. Απαιτούνται παραχωρήσεις σε αυτή την πορεία; Υπάρχουν Ορθόδοξοι χριστιανοί που θεωρούν ότι με το διάλογο παραδίδονται όλα στον Πάπα…

Καρδ.Κ. Μα νομίζετε ότι και εμείς δεν συναντούμε αντιδράσεις μεταξύ των πιστών της Καθολικής Εκκλησίας; Αντιμετωπίζουμε και εμείς και αντιδράσεις και κριτική. Αλλά προσπαθούμε να ενημερώνουμε τους πιστούς. Για την προσέγγιση έχει σημασία και η προσωπική μετάνοια. Απαιτείται μετάνοια για να πλησιάσουμε τον άλλο και να συνυπάρξουμε. Και θα πρέπει να υπάρξει και συγχώρεση και για τα λάθη μας. Για τα λάθη που έχουμε διαπράξει. Στην σχέση αυτή του διαλόγου βασικό στοιχείο είναι και η συγνώμη.

Ν.Π. Αναφορικά με το  λεγόμενο πρωτείο του Πάπα, ένα ζήτημα το οποίο βρίσκεται πλέον στο επίκεντρο του διαλόγου. Πιστεύετε πως είναι δύσκολο να ξεπεραστεί; Μπορεί να βρεθεί μια κοινά αποδεκτή θέση στο πλαίσιο ίσως όσων ίσχυαν κατά την πρώτη χιλιετία του χριστιανισμού;

Καρδ.Κ. Πράγματι είναι ένα δύσκολο θέμα αλλά υπάρχουν τρόποι να το αντιμετωπίσουμε, να το ξεπεράσουμε. Το κείμενο της Ραβέννας, στο οποίο κατέληξαν οι δύο πλευρές, μας προσφέρει μια βάση συζήτησης προς αυτή την κατεύθυνση αλλά δεν λύνει το ζήτημα. Στη Ραβέννα έγινε το πρώτο βήμα προς κάποια λύση.

Θα πρέπει ωστόσο να αναφέρουμε πως κατά την πρώτη χιλιετία του αδιαίρετου χριστιανισμού υπήρχε κάποιος ιδιαίτερος ρόλος, αναγνωρισμένος ρόλος, τον οποίο είχε ο Ρώμης. Υπήρχε ένας ρόλος, βασικός, του επισκόπου Ρώμης στις διενέξεις που σημειώθηκαν τότε. Ακόμα και στην εικονομαχία συνέβαλε στην εδραίωση της πίστης. Έχουμε μια παράδοση κοινή σχετικά με το πρωτείο του επισκόπου Ρώμης.

Πρέπει να αντιμετωπίσουμε την εξέλιξη που είχε το ζήτημα κατά τη δεύτερη χιλιετία. Δεν είμαστε στο τέλος αυτής της διαδικασίας, όμως προχωράμε…

Ν.Π. Αν ενωθεί ο Χριστιανισμός η θέση της Εκκλησίας της Ρώμης ποια θα είναι; Θα είναι μια από τις τοπικές Εκκλησίες που θα συγκροτούν τη μία Εκκλησία του Χριστού ή κατά τη γνώμη σας θα πρέπει να υπερέχει των άλλων τοπικών Εκκλησιών;

Καρδ.Κ. Κατά τη θεολογική άποψη της Καθολικής Εκκλησίας το πρωτείο του επισκόπου Ρώμης δεν είναι ανεξάρτητο από τη Συνοδικότητα. Είναι στο πλαίσιο της λειτουργίας της Εκκλησίας ως Σώμα. Δεν έχουμε την άποψη ενός πρωτείου απολυτότητας του Πάπα. Ο ρόλος του Πάπα συνδέεται με την αποστολικότητα, με τα μυστήρια, δεν είναι ανεξάρτητος από όλα αυτά. Επίσης ο ρόλος του είναι συνδεδεμένος και με τους άλλους επισκόπους. Δεν είναι ανεξάρτητος από τους άλλους επισκόπους. Γι’αυτό δεν μπορούμε να μιλάμε για ένα πρωτείο απολυτότητας, εξουσίας. Δεν υπάρχει κάτι τέτοιο.

Ν.Π. Ορισμένες ορθόδοξες Εκκλησίες φαίνεται να είναι πιο διστακτικές ή περισσότερο συντηρητικές  στο διάλογο και στην επικοινωνία με την Εκκλησία της Ρώμης. Όπως η ρωσική…

Καρδ.Κ. Με τον Πατριάρχη Αλέξιο είχαμε μια πολύ καλή επικοινωνία, είχαμε συναντηθεί αρκετές φορές. Όπως πολύ καλή επικοινωνία έχουμε και με τον σημερινό Πατριάρχη Κύριλλο, τον οποίο γνωρίζω πολλά χρόνια. Έχει επισκεφθεί και τη Ρώμη, έχουμε μιλήσει σε πολλές περιπτώσεις. Πιστεύω ότι θα υπάρξει καλή συνεργασία.

Ν.Π. Υπάρχει όμως και το πρόβλημα της Ουνίας…

Καρδ.Κ. Το κείμενο που έχουμε υπογράψει στη Μικτή Θεολογική Επιτροπή που συγκλήθηκε στο Μπαλαμάντ του Λιβάνου, αναφέρει ότι η ουνία δεν είναι ούτε το μοντέλο ούτε το πρότυπο της ένωσης των δύο Εκκλησιών. Αποτελεί μια εκκλησιολογία του παρελθόντος. Όμως, οι εκκλησίες αυτές, οι οποίες μετά από διάφορες ενώσεις ανά τους αιώνες υφίστανται, έχουν το δικαίωμα να υπάρχουν. Δεν είναι όμως, επαναλαμβάνω, το μοντέλο με το οποίο επιζητούμε την ενότητα.

Ν.Π. Πάντως την προηγούμενη φορά ο διάλογος αντιμετώπισε προβλήματα όχι εξαιτίας της ουνίας αλλά λόγω της αντίδρασης και της αποχώρησης του εκπροσώπου της ρωσικής Εκκλησίας, εξαιτίας της παρουσίας της αντιπροσωπείας της ορθόδοξης Εκκλησίας της Εσθονίας…

Καρδ.Κ. Αφορούσε ένα εσωτερικό ζήτημα των Ορθοδόξων Εκκλησιών. Η Ρωσική Εκκλησία δεν δέχθηκε την αντιπροσωπεία της Εσθονίας. Αλλά το Οικουμενικό Πατριαρχείο διευθέτησε αυτό το ζήτημα ορίζοντας ότι στο διάλογο θα συμμετέχουν μόνο αυτοκέφαλες και όχι αυτόνομες Εκκλησίες. Όπως και να έχει είναι ένα εσωτερικό ζήτημα των Ορθοδόξων. Για εμάς εξακολουθεί να ισχύει η θέση μας πως βρισκόμαστε σε διάλογο με τις Ορθόδοξες Εκκλησίες εφόσον βρίσκονται σε κοινωνία με το Οικουμενικό Πατριαρχείο, το οποίο έχει έναν συντονιστικό ρόλο μεταξύ των Ορθοδόξων.

Στη μετάφραση από τα ιταλικά βοήθησε ο ρωμαιοκαθολικός επίσκοπος Καρκαβίας, Δημήτριος Σαλάχας, καθηγητής πανεπιστημίου. Τον ευχαριστούμε θερμά.

10

Βήμα σύγκλισης Ορθοδόξων-Καθολικών στην ημερίδα του Αριστοτελείου

 Αισιοδοξία για την προοπτική σύγκλισης μεταξύ Ορθόδοξης και Ρωμαιοκαθολικής εκκλησίας εκφράζουν οι συμπρόεδροι του θεολογικού διαλόγου και η πανεπιστημιακή κοινότητα.

Της Μαρίας Τερζούδη

Οχι στην αποξένωση και την αντιπαράθεση, ναι στο διάλογο με σοβαρότητα, συνέπεια και νηφαλιότητα. Στις αρχές αυτές συμφώνησε η συντριπτική πλειονότητα των συμμετεχόντων στην ημερίδα για το διμερή διάλογο Ορθοδόξων και Καθολικών, που διοργάνωσε την περασμένη Τετάρτη το τμήμα Θεολογίας του ΑΠΘ. Στην εκδήλωση συμμετείχαν οι συμπρόεδροι του θεολογικού διαλόγου καρδινάλιος Βάλτερ Κάσπερ και μητροπολίτης Περγάμου και ακαδημαϊκός Ιωάννης Ζηζιούλας, καθηγητές του ΑΠΘ, καθώς και των πανεπιστημίων της Ρώμης και του Μονάχου. Με κεντρικό θέμα -και σημείο αιχμής των διμερών δογματικών διαφορών- το πρωτείο του πάπα και με αφορμή το τελευταίο κοινά αποδεκτό κείμενο που συντάχθηκε το 2007 από εκπροσώπους των δύο εκκλησιών (κείμενο της Ραβέννας) συζητήθηκαν τα προβλήματα και την προοπτική της μεταξύ τους σύγκλισης.

ΟΜΟΦΩΝΙΑ

“Το 90% της πανεπιστημιακής κοινότητας τάσσεται υπέρ του διαλόγου, όπως και η μεγάλη πλειονότητα του ιερατείου. Πρέπει, ωστόσο, η εκκλησία να είναι πιο αποφασιστική και ό,τι προσυπογράφει να το μεταφέρει με σαφήνεια στο ποίμνιό της. Ο διάλογος είναι απαίτηση του 99% του απλού λαού, ο οποίος δεν θέλει διαμάχες αλλά διάλογο, ώστε να λυθούν τα προβλήματα”, αναφέρει ο πρόεδρος του τμήματος Θεολογίας του ΑΠΘ Πέτρος Βασιλειάδης. Όπως διευκρινίζει, το Οικουμενικό Πατριαρχείο πρωτοπορεί στην προσπάθεια. Η Εκκλησία της Ελλάδας, διά του αρχιεπισκόπου Ιερώνυμου, σαφώς συντάσσεται με το πατριαρχείο, αλλά υστερεί σε πρωτοβουλίες, ώστε να διαφωτιστεί ο λαός σε σχέση με το διάλογο. Ο διμερής διάλογος επισήμως άρχισε το 1980. Συνεχίστηκε έως το 2000, οπότε ναυάγησε, σκοντάφτοντας στο ακανθώδες θέμα της ουνίας και στο βέτο που πρόβαλε κυρίως η σλαβική ορθοδοξία. Οι προσπάθειες ξανάρχισαν το 2006, ενώ επόμενη επίσημη συνάντηση με το ίδιο κεντρικό θέμα θα πραγματοποιηθεί τον ερχόμενο Οκτώβριο στην Κύπρο.

ΤΟ “ΑΓΚΑΘΙ” ΤΟΥ ΠΡΩΤΕΙΟΥ

Το θέμα του πρωτείου του πάπα, κατά κοινή ομολογία, εξακολουθεί να απαιτεί διευκρινίσεις.  Όπως εξηγεί ο κ. Βασιλειάδης, η δυτική εκκλησία δέχεται ένα πρωτείο δικαιοδοσίας. Η ανατολική εκκλησία δέχεται το πρωτείο τιμής του πάπα, ακόμη και με ορισμένες συντονιστικές αρμοδιότητες, αλλά δεν αποδέχεται με κανέναν τρόπο πρωτείο δικαιοδοσίας. “Πρόκειται για διαφορετική ερμηνεία κάθε πρωτείου, για το πώς αυτό διακονείται”, διευκρινίζει και προσθέτει ότι παραμένει ζητούμενο αν θα επιτευχθεί ανώτερο επίπεδο ενότητας. “Σιγά σιγά οι πάγοι σπάζουν. Θα υπάρξει πρόοδος, γιατί αυτό θέλει ο κόσμος, παρά τις αντιδράσεις ορισμένων”, καταλήγει.

ΑΝΤΙΔΡΑΣΕΙΣ

Ως φωνασκούσα μειοψηφία, “κλακαδόρους” και εξαιρέσεις στο γενικότερο θετικό κλίμα του διαλόγου χαρακτηρίζει η πανεπιστημιακή κοινότητα τους αντιδρώντες στο διάλογο των εκκλησιών. Αποδίδοντας τις αντιδράσεις είτε σε άγνοια είτε σε σκοπιμότητες, η πλειονότητα των καθηγητών της Θεολογικής σχολής του ΑΠΘ κάνουν λόγο για μικρούς αλλά καλά οργανωμένους κύκλους που αντιμάχονται το διάλογο, χωρίς καν να εμβαθύνουν στη βάση, στις προϋποθέσεις και στην εξέλιξή του. Όπως επισημαίνουν, ενώ στην Ορθόδοξη εκκλησία οι αντιδρώντες εντοπίζονται κυρίως μεταξύ απλών ανθρώπων, στη Ρωμαιοκαθολική εκκλησία παρατηρούνται αντιδράσεις κυρίως σε επίπεδο επισκόπων. “Ο καρδινάλιος Κάσπερ, ο οποίος έχει χαρακτηριστεί προδότης, κάνει αγώνα να πείσει τους Ρωμαιοκαθολικούς για τις αλήθειες της αρχαίας και αδιαίρετης εκκλησίας”, αναφέρει ο καθηγητής Δογματικής του ΑΠΘ και πρόεδρος της ημερίδας Γεώργιος Μαρτζέλος. Ενδεικτική είναι η ένταση που δημιουργήθηκε κατά τη διάρκεια της ημερίδας, όταν ομάδες συλλόγων και μεμονωμένα άτομα που αντιτίθενται στο διάλογο ανάρτησαν πανό έξω από την αίθουσα τελετών του ΑΠΘ και διέκοψαν επανειλημμένα τους ομιλητές της εκδήλωσης με λεκτικές επιθέσεις και αποδοκιμασίες.

ΑΛΛΑΓΗ ΠΟΛΙΤΙΚΗΣ ΤΟΥ ΒΑΤΙΚΑΝΟΥ

“Πρέπει να μεριμνήσουμε για την ενότητα της εκκλησίας”, υπογράμμισε στην ομιλία του ο μητροπολίτης Περγάμου Ιωάννης Ζηζιούλας. Χαρακτήρισε το διαχωρισμό των δύο εκκλησιών ένα από τα κρισιμότερα ζητήματα της εποχής και την αιτία του, το σχίσμα του 1054, το τραγικότερο γεγονός στην ιστορία της εκκλησίας. Παράλληλα, εξήρε τη σημασία του κειμένου της Ραβέννας. “Τα αίτια πρέπει να αναζητηθούν στην ιστορία των μεταξύ μας σχέσεων. Καταρχάς υπάρχει φόβος μήπως η Ρώμη επιδιώκει την καθυπόταξή μας. Ο φόβος αυτός θα ήταν δικαιολογημένος αν η Ορθοδοξία δεν διέθετε δυνάμεις. Έχει, ωστόσο, ικανές θεολογικές δυνάμεις, διαλέγεται με αυτοπεποίθηση και ο λαός μας πιστεύει στην αλήθεια. Η αλήθεια δεν κινδυνεύει ποτέ από το διάλογο”, αναφέρει. Σήμερα, σύμφωνα με τον μητροπολίτη Περγάμου, ο ίδιος ο πάπας αναγνωρίζει το θέμα του πρωτείου του ως “αγκάθι” και δεν απαιτεί υποταγή. Αντιθέτως, καλεί τους Ρωμαιοκαθολικούς στο διάλογο, πράγμα που συνιστά σημαντική αλλαγή. “Κανείς δεν μας υποχρεώνει να συμφωνήσουμε σχετικά με το πώς αντιλαμβάνεται κανείς το πρωτείο του πάπα”, τονίζει. Το πρωτείο, όπως εξηγεί, είναι άμεσα συνδεμένο με τη συνοδικότητα, δεδομένου ότι σε κάθε σύνοδο τίθεται κάποιος επικεφαλής. “Πρωτείο αναγνωρίζουν και οι Ορθόδοξοι. Δεν νοείται σύνοδος χωρίς πρώτο, τόσο σε εκκλησιολογικό όσο και σε επίπεδο κανονικού δικαίου”.

ΠΟΛΛΑ ΠΡΟΒΛΗΜΑΤΑ, ΑΞΙΟΛΟΓΗ ΠΡΟΟΠΤΙΚΗ

Το κείμενο της Ραβέννας, σύμφωνα με τον μητροπολίτη Περγάμου, είναι πολύ σημαντικό και το περιεχόμενό του, εφόσον αντιμετωπιστεί με νηφαλιότητα, δεν μπορεί να αμφισβητηθεί από κανέναν. Για το διμερή διάλογο επισημαίνει ότι είναι ο σημαντικότερος συγκριτικά με άλλους, δεδομένου ότι οι δύο εκκλησίες ήταν ενωμένες για περισσότερα από 1.000 χρόνια. “Ο διάλογος είναι δύσκολος, με πάρα πολλά προβλήματα.  Έχει, ωστόσο, αξιόλογη προοπτική. Η ατζέντα του είναι πλούσια και τα θέματα προς επίλυση είναι πολλά. Ο εφησυχασμός, ωστόσο, είναι έγκλημα. Ο διάλογος είναι ο μόνος τρόπος για να θεραπευτεί ένα σχίσμα. Η κριτική μας πρέπει να επικεντρωθεί σε ένα σημείο: Αν γίνεται με πιστότητα στην αλήθεια της Ορθοδοξίας. Τέτοια κριτική, όμως, δεν έχει ασκηθεί από κανέναν έως τώρα. Πρέπει να παύσει κάθε προσηλυτιστική ενέργεια. Δεν πρέπει να λέμε όχι γενικώς και αορίστως, αλλά να επισημαίνουμε και τα ευοίωνα σημεία του διαλόγου. Να προχωρήσουμε στο διάλογο εναποθέτοντας την έκβασή του στο Θεό”, κατέληξε ο μητροπολίτης Περγάμου.  

πηγή: http://theologylar.blogspot.com/

 

Αγιολογιο

Αγιον Ορος

Αγιοι της Λεσβου

©2005-2016 Zoiforos.gr || Σχεδίαση - Ανάπτυξη Lweb.GR

Login or Register

Register

User Registration
or Cancel