Ζωηφόρος

Για την μετάφραση της Λατρείας, του π. Βασίλειου Θερμού,

Γιατί δεν απαιτείται συνοδική έγκριση

για την μετάφραση της Λατρείας

του πρωτοπρεσβυτέρου Βασίλειου Θερμού

Καθώς τό ζήτημα τῆς μετάφρασης τῶν κειμένων τῆς Λατρείας ἔχει ἔλθει στό προσκήνιο φαίνεται νά διαμορφώνονται δύο βασικές ὁμάδες πολεμίων της. Ἡ πρώτη καί πολυπληθέστερη ἀποτελεῖται ἀπό ἐκείνους οἱ ὁποῖοι ἀγνοοῦν καί τήν ἱστορία καί τήν Θεολογία· ἔτσι ἡ ἄγνοια τούς ἐξοπλίζει μέ αὐτοπεποίθηση καί ὄχι σπάνια μέ ἰταμότητα. Τό διαδίκτυο πλέον βρίθει ὕβρεων καί ἀπειλῶν ἐναντίον ὅσων ἀπό ἀγάπη γιά τήν Ἐκκλησία εἰσηγοῦνται τή μετάφραση.

Ἡ δεύτερη ὁμάδα περιλαμβάνει τούς ὀλίγους πού προσέρχονται στόν διάλογο σχετικά διαβασμένοι μέν, μονόπλευρα δέ. Ὁ ἰδεολογικός καί ἰδεοληπτικός τρόπος τοῦ σκέπτεσθαι πού υἱοθετοῦν τούς καθιστᾶ ἀνίκανους νά ἀκούσουν προσεκτικά τά ἐπιχειρήματα τοῦ ἄλλου. Ἔτσι ἐκτρέπονται πρός προκατειλημμένη στράτευση κατά τήν ὁποία ἐπαναλαμβάνουν διαρκῶς τά ἴδια ἐπιχειρήματα καί δέν μπαίνουν στόν κόπο νά συζητήσουν μέ τόν ἀντίλογο πού ἔχει διατυπωθῆ. Μάλιστα δέν ἀποφεύγουν καί προσβλητικούς χαρακτηρισμούς, ὅπως αὐτός πού γράφτηκε πρόσφατα ὅτι δηλαδή ὅσοι ζητοῦν μετάφραση ἔχουν θεολογικό ἔλλειμμα! Λές καί δέν ἔχουν ἀναπτυχθῆ σοβαρά θεολογικά ἐπιχειρήματα ὑπέρ της, λές καί δέν ἔχουν κατά καιρούς ὑποδειχθῆ θεολογικά σφάλματα τῶν ἀντιπάλων της...

Ἐπειδή ἀπό ἰδιοσυγκρασία ἀπεχθάνομαι τίς ἐπαναλήψεις δέν θά ἀναφερθῶ ξανά ἐδῶ στό γιατί ἐπιβάλλεται ἡ μετάφραση, πού ἔχει ἤδη καθυστερήσει. Τή σχετική ἀναλυτική τεκμηρίωση ὅποιος ἐνδιαφέρεται μπορεῖ νά τή βρεῖ στά βιβλία μου «Ἐκ τῆς αὐλῆς ταύτης» καί «Σύνεσις καί παράνοια», τήν δέ κριτική στίς θεολογικές προϋποθέσεις τῶν διαφωνούντων μέ τή μετάφραση ἐκθέτω στά βιβλία «Τό ξεχασμένο μυστήριο» καί «Πένταθλον». Στό κείμενο αὐτό θά ἤθελα νά ἀσχοληθῶ μέ κάποιο ἄλλο ζήτημα.

Ἀκούστηκε πολλές φορές τόν τελευταῖο καιρό ἡ ἰδέα ὅτι χρειάζεται ἡ Σύνοδος νά ἀποφανθῆ περί τῆς μεταφράσεως καί ὅτι δέν πρέπει τό θέμα νά ἀφεθῆ στήν πρωτοβουλία τῶν ἐπί μέρους μητροπολιτῶν. Μάλιστα, πολλοί ἀπό τήν πλευρά τῶν ἀντιρρησιῶν ἰσχυρίζονται ὅτι δέν θά εἶχαν πρόβλημα ἄν ἡ ἀπόφαση γιά μετάφραση ἐτύγχανε συνοδικῆς ἐγκρίσεως. Ὅσο καί ἄν κάποιοι ἐξ αὐτῶν ἐνδέχεται νά εἶναι εἰλικρινεῖς στή δήλωσή τους, ἡ προσωπική μου ἐμπειρία λέει πώς μᾶλλον οἱ περισσότεροι χρησιμοποιοῦν τή δήλωση αὐτή ὡς ὑπεκφυγή, μέ τήν ἐλπίδα ὅτι ποτέ ἡ Σύνοδος δέν θά ἀποφασίσει κάτι τέτοιο.

Ἄς ἐξετάσουμε λοιπόν ἄν ἡ πρόταση αὐτή εἶναι ὀρθή. Κατά τή γνώμη μου δέν εὐσταθεῖ γιά τούς ἑξῆς λόγους:

1) Γιά λόγους ἱστορικούς.

Ὁ μελετητής τῆς ἐκκλησιαστικῆς ἱστορίας διαπιστώνει ὅτι οὐδέποτε χρειάσθηκε συνοδική ἀπόφανση γιά τέτοιου εἴδους θέματα, οὔτε κἄν γιά σημαντικώτερες μεταβολές πού ἔλαβαν χώρα στή Λατρεία. Δέν ἀποφάσιζε καμιά Σύνοδος γιά τό ποιά ἀπό τίς πολλές Θεῖες Λειτουργίες θά τελεῖται σέ μιά συγκεκριμένη περιοχή (ἀφοῦ γνωρίζουμε ὅτι ἐπί αἰῶνες δέν ἐπικρατοῦσε λειτουργική ὁμοιομορφία), οὔτε σέ ποιά γλῶσσα θά τελεῖται (κάτι πού ποίκιλλε ἀνάλογα μέ τό ἐκκλησίασμα). Ἡ Αἰθερία περιγράφει στό ὁδοιπορικό της(1)  ὅτι στά Ἱεροσόλυμα κατά τή Λατρεία μεταφράζονταν τά ἀναγνώσματα σέ διάφορες γλῶσσες λόγῳ τῶν ποικίλων ἐθνικοτήτων τῶν προσκυνητῶν· καμία Σύνοδος δέν μαρτυρεῖται νά τό ἔχει ἐπιβάλει.

Μείζονες λειτουργικές ἀλλαγές ἔλαβαν χώρα χωρίς συνοδική ἀπόφαση. Ἡ ριζική μεταβολή τελέσεως τοῦ Χρίσματος (ἀπό τή ἐπίθεση τῶν χειρῶν τοῦ ἐπισκόπου στό ἅγιο μῦρο) σέ ποιά συνοδική ἀπόφαση μνημονεύεται; Ἡ κατάργηση ψαλμωδήσεως τοῦ Ψαλτηρίου ἔτυχε συνοδικῆς ἐγκρίσεως; Μήπως ἡ ἔκλειψή του ἀπό τούς ἐνοριακούς ναούς ἐπίσης; Ἡ ἀντικατάσταση τοῦ ἀσματικοῦ τυπικοῦ ἀπό τό μοναχικό; Τό πέρασμα ἀπό τήν ψαλμωδία τῶν κανόνων στήν ἁπλῆ ἀνάγνωσή τους (καί αὐτή κολοβωμένη) πού ἐπικρατεῖ στίς μέρες μας ποιά Σύνοδος τό ἀποφάσισε; Τήν τέλεση ἀγρυπνιῶν στίς ἐνορίες, κάτι ἄγνωστο στό παρελθόν; Τήν ἀνατροπή τῆς τελετουργικῆς σειρᾶς κατά τό Βάπτισμα σέ ἀντίθεση μέ τήν τάξη πού ἀναγράφεται στά λειτουργικά βιβλία; Τήν ἀντικατάσταση τοῦ συνήθους κοινωνικοῦ ἀπό ἄλλα ψαλμωδήματα; Τήν ἐξαφάνιση τῆς εἰσαγωγικῆς ἀκολουθίας κατά τό μυστήριο τῆς μετανοίας καί ἐξομολογήσεως; Καί ἄλλα ὧν οὐκ ἔστιν ἀριθμός.

Ἄς μοῦ ἐπιτραπῆ ἐδῶ νά ἰσχυριστῶ πώς ἡ παράλειψη κανόνων, ψαλτηρίου, εὐχῆς κτλ. εἶναι ἀπείρως πιό τολμηρό βῆμα ἀπό τήν μετάφραση τῆς Λατρείας, διότι ἀποφασίζει ὅτι κάτι δέν θά ἀκουστῆ καθόλου. Ὄχι νά ἀκουστῆ σέ ἄλλο γλωσσικό ἰδίωμα ἀλλά νά τό στερηθῆ τό ἐκκλησίασμα ἐντελῶς! Καί αὐτό τό τολμηρό βῆμα γίνεται ὄχι μέ ἄδεια Συνόδου, ὄχι μέ ἄδεια μητροπολίτη, ἀλλά μέ τήν ἁπλῆ πρωτοβουλία τοῦ ἱερέα ἤ τοῦ ψάλτη! «Ἀκριβοί στά πίτουρα καί φτηνοί στό ἀλεύρι» ἔχουν γίνει κάποιοι.

Μεταξύ Ἑλλάδος καί Κύπρου ὑπάρχουν διαφορές στίς λειτουργικές συνήθειες. Καλύπτονται μέ συνοδική ἀπόφαση; Ἀλλά καί στό ἐσωτερικό τοῦ ἑλλαδικοῦ χώρου ἀναρίθμητα λειτουργικά ἔθιμα σχηματίζουν ἕνα μωσαϊκό. Ἀσχολήθηκε Σύνοδος μέ αὐτά ποτέ; Μόνο μία φορά ἔγινε πρίν ἀπό ἀρκετά χρόνια εἰσήγηση στήν Ἱεραρχία γιά τήν λειτουργική ἀνομοιομορφία ἀλλά οὐδεμία ἀπόφαση ἐλήφθη.

Καί γιά ἐπανέλθουμε στή μετάφραση, ἔλαβε καμιά ἀπόφαση ἡ Ρωσική Σύνοδος γιά τό αὐτονόητο, νά τελεῖται δηλαδή ἡ Λατρεία ἀπό μετάφραση στούς ἐκχριστιανιζόμενους λαούς τῆς Σιβηρίας ἤ τῆς Ἰαπωνίας; Εἶναι ἄλλο ζήτημα ὅτι πράγματι ἀσχολήθηκε μέ τόν ἔλεγχο καί τήν ἔγκριση τῶν μεταφράσεων καί αὐτό προφανῶς ὄχι ἀπό τήν πρώτη στιγμή τῆς ἱεραποστολῆς. Τό ἴδιο συνέβη καί μέ τίς Συνόδους τοῦ Οἰκουμενικοῦ Πατριαρχείου καί τοῦ Πατριαρχείου Ἀλεξανδρείας γιά τίς ἱεραποστολές τους.

Ἐδῶ καί κάποιες δεκαετίες στήν Ἀμερική ἡ Λατρεία τελεῖται καί στά Ἀγγλικά, ἀνάμικτα μέ τά Ἑλληνικά. Πότε ἀποφάσισε Σύνοδος γι’ αὐτό; Πότε ὅρισε Σύνοδος ὅτι τά ἀναγνώσματα καί τό Σύμβολο τῆς Πίστεως καί ἡ Κυριακή Προσευχή θά ἀπαγγέλλονται στούς ἑλληνορθόδοξους ναούς τῆς Γαλλίας καί τῆς Γερμανίας καί στήν τοπική γλῶσσα ὅπως συχνά συμβαίνει σήμερα; Ἡ ἴδια ἐλευθερία ἐναλλαγῆς γλωσσῶν παρατηρεῖται στήν πράξη κατά τήν τέλεση Βαπτίσεων καί Γάμων, ἀκόμη καί μέσα στήν Ἑλλάδα ὅταν συμμετέχουν ἀλλοεθνεῖς, χωρίς καμιά συνοδική ἔγκριση. Σέ ὁρισμένες μητροπόλεις μας ὅπου ὑπάρχουν ἐνορίες ρωσόφωνων ἤ γεωργιόφωνων προσφύγων τελεῖται –καί πολύ ὀρθά- ἡ Λατρεία στή γλῶσσα τους μόνο μέ ἀπόφαση τοῦ ἐπιχωρίου ἐπισκόπου. Ἤ μήπως ὁ γέροντας Σωφρόνιος ἔλαβε συνοδική ἄδεια γιά νά ἀναπέμπει κατά τή Λειτουργία τίς εὐχές τίς ὁποῖες συνέθεσε;

Ἐν ὀλίγοις, οὐδέποτε ἡ Ἐκκλησία μας εἶδε τίς τοπικές ἀποκλίσεις τῆς Λατρείας ὡς κάτι γιά τό ὁποῖο πρέπει νά ἐνεργήσει ἰσοπεδωτικά καί συγκεντρωτικά. Ἀντίθετα, ἡ Σύνοδος συχνά ἀναγκάστηκε νά δεχθῆ καί νά εὐλογήσει ἐκ τῶν ὑστέρων λειτουργικές πρακτικές πού εἶχαν καθιερωθῆ καί οἱ ὁποῖες φυσικά ἀποδείχθηκε ὅτι διέθεταν ἐκκλησιολογικά ἐρείσματα. Χαρακτηριστικό παράδειγμα ἡ εἰς ἐπήκοον ἀπαγγελία τῶν εὐχῶν τῆς Λειτουργίας, τήν ὁποία θέσπισε ἡ Σύνοδος τῆς ἑλλαδικῆς Ἐκκλησίας τό 2004 ἀκυρώνοντας τήν παλαιά ἀπόφασή της τοῦ 1956. Γιατί; Ἐπειδή τήν ἐφάρμοζαν ἤδη πολλοί κληρικοί καί ἐπειδή διαπιστώθηκε ἀπό τούς λειτουργιολόγους ἡ θεολογική της τεκμηρίωση. Ἡ πράξη προηγήθηκε καί ἐπειδή φάνηκε ἡ ὀρθότητά της εὐλογήθηκε κατόπιν. (Ἐδῶ ἐπρόκειτο πράγματι γιά θέμα τοῦ ὁποίου ἔπρεπε νά ἐπιληφθῆ ἡ Σύνοδος διότι ἡ πρακτική τῆς μή ἀκροάσεως τῶν εὐχῶν ἀπό τούς πιστούς ἔχει σοβαρές θεολογικές συνέπειες ἀφοῦ θέτει ἀναίτια σέ ἐξωεκκλησιασμό ὁλόκληρο τό πλήρωμα τοῦ Σώματος τοῦ Χριστοῦ!).

2) Γιά λόγους ἐκκλησιολογικούς.

Τό ζήτημα τό ὁποῖο ἀνέκυψε μᾶς δίνει τήν θαυμάσια εὐκαιρία νά ἀναστοχασθοῦμε πάνω στά ὅρια τῶν δικαιοδοσιῶν ἐπισκόπου καί Συνόδου. Ἐπειδή στήν ἑλλαδική Ἐκκλησία ἐπεκράτησαν ἐπί μακρόν νοοτροπίες μέ ἐκκλησιολογικό ἔλλειμμα, ὅπως εἶναι φυσικό ἐπικρατεῖ σύγχυση ἐπί τῶν ὁρίων αὐτῶν, οἱ δέ λύσεις πού δίνονται βασίζονται συνήθως στή συνήθεια καί ἐμπειρική πρακτική καί ὄχι στή Θεολογία τῆς Ἐκκλησίας μας.

Ὅπως ἐπισημαίνει ὁ μητροπολίτης Περγάμου Ἰωάννης, ἀπό τούς πρώτους αἰῶνες ἡ Ἐκκλησία ἀντελήφθη πώς εἶναι πολύ λεπτή καί εὐαίσθητη ἡ γραμμή πού διαχωρίζει τήν ἀποστολή τοῦ ἐπισκοπικοῦ λειτουργήματος ἀπό ἐκείνη τοῦ συνοδικοῦ θεσμοῦ. Καί τοῦτο διότι ἡ τοπική Ἐκκλησία-ἐπισκοπή, ὡς φανέρωση τῆς Καθολικῆς Ἐκκλησίας, ὄφειλε νά ἐξοπλιστῆ μέ θεσμική ἀνεξαρτησία καί ἐλευθερία, ἐκτός ἀπό τίς περιπτώσεις ἐκεῖνες ὅπου διακυβευόταν ἡ εὐχαριστιακή ἑνότητα μέ τίς ὑπόλοιπες τοπικές Ἐκκλησίες. Ἡ διαφύλαξη αὐτῆς τῆς ἑνότητας ὑπῆρξε τό αἴτιο δημιουργίας καί τό κύριο μέλημα τοῦ συνοδικοῦ θεσμοῦ.(2)  

Ἔτσι προκύπτει ἀβίαστα ὅτι στήν διακριτική ἁρμοδιότητα τῆς τοπικῆς Ἐκκλησίας ὑπάγονται καί ὅλες οἱ περιπτώσεις λειτουργικῆς ποικιλίας. Κριτήριο τῶν πρωτοβουλιῶν της θά εἶναι πάντοτε τό πνευματικό συμφέρον τοῦ λαοῦ. Ἡ ἐλευθερία ἀρχικά ἔφθανε μέχρι καί τή δυνατότητα τοῦ ἐπισκόπου νά συνθέτει ἤ νά ἐπιλέγει τίς εὐχές τῆς ἀναφορᾶς!(3)  Ἐξυπακούεται ὅτι ὅταν μιλοῦμε ἐδῶ γιά ἐνίσχυση τῶν ἁρμοδιοτήτων τοῦ ἐπισκόπου δέν ἐννοοῦμε μιά «ἀπολελυμένη ἐξουσία» του (ἡ ὁποία κατά τόν Χρυσόστομο εἶναι «ἀφόρητος»), ἀλλά γιά ἀγαπητική συλλειτουργία διαβούλευσης ὅλων ἐντός τῆς ἐπισκοπῆς ὑπό τήν διοικητική καί πνευματική εὐθύνη του.

Συνεπῶς κάθε ἄνωθεν ἐπιβολή ἀπό τή Σύνοδο πρός τήν τοπική Ἐκκλησία, ὅταν πρόκειται γιά ζητήματα στά ὁποῖα εἶναι ἀπαραίτητη ἡ ἀποκέντρωση, ἐπιβουλεύεται τήν ἐκκλησιολογική ἀρτιότητα τῆς ἐπισκοπῆς διότι ὑποσκάπτει τίς ἀρχές πάνω στίς ὁποῖες στηρίζεται. Ἡ μείωση τοῦ ἐπισκόπου ἐπιφέρει μείωση ὁλόκληρου τοῦ ποιμνίου του, ὄχι ὑπό τήν ἔννοια τοῦ μονοκρατορικοῦ αὐταρχισμοῦ ὁ ὁποῖος ἔχει γίνει τόσο δημοφιλής σήμερα ἀπό ἐπισκοπική ἰδιοτέλεια, ἀλλά ὑπό τήν ἔννοια ὅτι ὁ ἐπίσκοπος συμπεριλαμβάνει ἀγαπητικά τούς πιστούς στό πρόσωπό του καί ἔχει ἐπιφορτισθῆ μέ τήν ἀναφορά στόν Θρόνο τῆς Χάριτος τῶν ἀγωνιῶν τους καί τῶν προτάσεών τους, τῶν ἰδεῶν τους καί τῶν χαρισμάτων τους. Ἐδῶ βέβαια ἀπαιτεῖται λεπτότατη διάκριση τῶν πνευμάτων, ἀλλά ποιός εἶπε πώς τό ἐπισκοπικό λειτούργημα δέν εἶναι σταυρός;         

Μιά τέτοια ἀσκητική ποιμαντική τῆς ἐπισκοπῆς προϋποθέτει καί συνεπάγεται τήν συνοδικότητα. Ἐπειδή χάσαμε τό συνοδικό φρόνημα μεταξύ ἐπισκόπου καί πρεσβυτέρων, στή συνέχεια ὅπως ἦταν ἀναμενόμενο τό χάσαμε καί μεταξύ ἐπισκόπου καί Συνόδου. Τά ὅρια τῶν δικαιοδοσιῶν στά διάφορα ἐπίπεδα ἀλληλοεπηρεάζονται καί ἡ παραβίαση τῆς ἐκκλησιολογίας «ἐκδικεῖται».

Ὁ π. Ἀλέξανδρος Σμέμαν μᾶς θυμίζει μέ ὀξυδέρκεια: «Ἀπ’ ὅλα τά ἐπίπεδα τῆς ἐκκλησιαστικῆς διακυβέρνησης, το πιό ‘ἀφανές’ ἴσως σήμερα εἶναι τό ἐπίπεδο τῆς ἐπισκοπῆς. Κατά κάποιο τρόπο συνθλίβεται μεταξύ τῆς πραγματικότητας τῆς ἐνορίας καί μιᾶς ὑπερεπισκοπικῆς δύναμης, τοῦ πατριάρχη, τῆς συνόδου κλπ. Κι ὅμως ἡ οὐσιαστική ‘ἐξουσία’ τῆς Ἐκκλησίας, ὁ ἐπίσκοπος, πρέπει νά ἐκφραστεῖ καί νά ὁλοκληρωθεῖ στό ἐπίπεδο τῆς ἐπισκοπῆς... Ὁ ἐπίσκοπος εἶναι ὁ φορέας, τό ὄργανο καί ὁ διάκονος τῆς καθολικότητας. Χάρισμά του καί καθῆκον εἶναι νά δίνει στήν Ἐκκλησία κατεύθυνση καί σκοπό, νά καλεῖ τήν κάθε ἐνορία καί ὅλες μαζί νά φανερωθοῦν ὡς κίνηση, ὡς πορεία πρός τήν Βασιλεία τοῦ Θεοῦ, νά οἰκοδομεῖ τήν Ἐκκλησία».(4) 

Μέ ἄλλα λόγια, ὁ ἐπίσκοπος καλεῖται νά δρᾶ ὡς ἐμπνευσμένος ἀπό τόν Παράκλητο ἡγέτης καί ὄχι ὡς ἄβουλος ὑπάλληλος ἑνός ἀνώτερου ὀργάνου. Δυστυχῶς, μέ τίς ἀναπηρίες μέ τίς ὁποῖες ξεκίνησε νά ὀργανώνεται στόν τόπο μας ἡ Ἐκκλησία, τά πράγματα ἀντεστράφησαν καί ἐπεκράτησε τό μοντέλο τῆς (ἐπίσης ἀνάπηρης) πολιτικῆς μας ζωῆς. Σέ αὐτήν ὅλα ἐκπορεύονται ἀπό τόν συγκεντρωτικό καί πανίσχυρο κρατικό μηχανισμό, καταργήθηκε κάθε ἔννοια ἀποκέντρωσης, οἱ δημόσιοι λειτουργοί δέν αὐτενεργοῦν διότι περιμένουν ἐντολές γιά ὅλα ἀπό τόν ὑπουργό, ὁ δέ ὑπουργός ἐξαρτᾶται πλήρως ἀπό τόν πρωθυπουργό του. Οἱ ὁμοιότητες μέ τήν πολιτική ὀργάνωση εἶναι προφανεῖς σέ σημεῖο πού νά δίνουμε τήν ἐντύπωση ὅτι τήν ἀντιγράψαμε!(5)       

Ἐξοικειωμένοι ὅλοι μας μέ αὐτό τό σχῆμα ὡς πολίτες ἀποδεχθήκαμε πλήρως τόν συσχηματισμό τοῦ ἐκκλησιαστικοῦ μας ὀργανισμοῦ ὁ ὁποῖος ἀποτέλεσε καί τήν διαστρέβλωσή του. Ὁ πρεσβύτερος αἰσθάνεται δημόσιος ὑπάλληλος πού καλεῖται νά ἐκτελεῖ τίς ἐντολές τοῦ προϊσταμένου του ἐπισκόπου, ὁ δέ μητροπολίτης αἰσθάνεται ὑφιστάμενος τῆς Συνόδου καί πληρεξούσιός της πρός τήν ἐπαρχία του! Ὅπως εὔστοχα τονίζει ὁ π. Ἀντώνιος Πινακούλας, φθάσαμε οἱ ἐπίσκοποι νά αἰσθάνονται ὅτι ἐκπροσωποῦν τή Σύνοδο στόν λαό καί ὄχι τό ἀντίθετο ὅπως θά ἔπρεπε νά συμβαίνει.(6) Ἔτσι παρατηρεῖται τό ἀπίστευτο φαινόμενο, μητροπολίτες ἐρωτώμενοι γιά κάποιο θέμα νά μήν τολμοῦν νά ἐκφράσουν ἄποψη (ἴσως καί νά μή διαθέτουν δική τους) ἀλλά νά λένε «ὅ,τι ἀποφασίσει ἡ Σύνοδος» ἤ «ὅ,τι πεῖ ὁ ἀρχιεπίσκοπος»!   

3) Γιά λόγους ψυχολογικούς.

Τά ἐκκλησιολογικά ἐλλείμματα ἀφήνουν ἐλεύθερο τόν δρόμο γιά ψυχολογικές ἀναπληρώσεις, πού συνιστοῦν κερκόπορτες γιά ἐνέργειες στή βάση τῆς ἀτομικότητας.      

Ὑπάρχουν πολλοί λόγοι γιά τόν ἐπισκοπικό αὐταρχισμό. Φρονῶ ὅμως ὅτι ἕνας ἀπό αὐτούς εἶναι ἡ ἐκκλησιολογική ἀχρήστευση τοῦ ἐπισκοπικοῦ ἀξιώματος, τό ὁποῖο, ὅπως εἴδαμε, συνθλίβεται μεταξύ δύο ἀντισυνοδικῶν καταστάσεων, τόσο σέ ἐπίπεδο Συνόδου ὅσο καί σέ ἐπίπεδο ἐπισκοπῆς. Ἡ μεγαλύτερη ζημιά πού ἔχει λάβει χώρα ἐδῶ, ἱστορικῆς σημασίας θεωρῶ, ἦταν ἡ ἀφαίρεση τοῦ Χρίσματος ἀπό τόν ἐπίσκοπο ὡς χειροτονίας τῶν βαπτιζομένων. Ἀκολούθησε ἑπομένως ἡ λησμοσύνη τῆς ἁγιοπνευματικῆς δωρεᾶς τῶν λαϊκῶν, μέ ἀνυπολόγιστες συνέπειες, ἀλλά καί ἡ καθίζηση τῆς ἐπισκοπικῆς διακονίας κάπου μεταξύ τοῦ μακρυνοῦ πατριαρχείου πού ἁγιάζει τό μῦρο καί τοῦ πρεσβυτέρου ὁ ὁποῖος χρίει μέ αὐτό ἐντός δευτερολέπτων! Πολλά ἐκκλησιαστικά δεινά ἀκολούθησαν αὐτήν τήν παραφθορά.

Ἡ φύση ἀπεχθάνεται τά κενά. Ἄν δέν δοθῆ ἡ εὐκαιρία στόν ἐπίσκοπο νά αὐτενεργήσει ὑλοποιώντας οὐσιώδεις πτυχές τῆς ἀποστολῆς του (κατά τήν ἄσκηση τῶν ὁποίων ἄλλωστε συνειδητοποιεῖ τό νόημά της καί τό βάθος της), γίνεται πιό εὔκολο νά ὀλισθήσει πρός ἀντιεκκλησιαστικές στάσεις καί πρακτικές. Ἄν δέν βιώσει στήν πράξη τά συστατικά τῆς δωρεᾶς πού τοῦ δόθηκε, γίνεται πιθανότερο νά ἐκτραπῆ πρός δραστηριότητες περιττές, ἤ καί ἐπιβλαβεῖς ἀκόμη. Φυσικά αὐτό ἐξαρτᾶται ἀπό τόν χαρακτῆρα τοῦ καθενός καί τίς πνευματικές ἀντιστάσεις του.

Ἄς θυμόμαστε ὅτι πάντοτε ὑπάρχουν δύο δυναμικές πού προσδοκοῦν ἐκπλήρωση: τά ἀτομικά προτερήματα καί τάλαντα τῆς συγκεκριμένης προσωπικότητας ἀπό τή μιά, τό χάρισμα τῆς ἐπισκοπικῆς πατρότητας ἀπό τήν ἄλλη. Ἀμφότερα ἐκφράζουν μιά δημιουργικότητα πού ἀδημονεῖ νά δράσει, μιά ἐνέργεια πού προσδοκᾶ νά λάβει ποιμαντικό σχῆμα. Ἄν ἐμποδιστοῦν στό ὄνομα τῆς ὁμοιομορφίας γίνεται πιθανό τό κρυμμένο αὐτό δυναμικό νά λάβει προβληματικές μορφές ἀφοῦ ἡ ἀπραξία δέν ἀποτελεῖ φυσιολογική κατάσταση γιά τόν ἄνθρωπο. Κοινό γνώρισμα αὐτῶν τῶν προβληματικῶν μορφῶν ἡ λαχτάρα νά ἀφήσει κανείς τήν προσωπική του σφραγῖδα πίσω του. Μερικές φορές ἡ ἄτυπη αὐτή «ἀνταρσία» παίρνει τή μορφή ἄρνησης συνεργασίας: ὁ ἐπίσκοπος τότε π.χ. δέν ἀνταποκρίνεται στήν πρόσκληση τῆς Συνόδου νά στείλει ἐκπροσώπους σέ κάποια ἐκδήλωση κ.ο.κ. Εἴμαστε ὅλοι ἄνθρωποι πού ὑπακούουμε σέ ψυχολογικούς νόμους καί γι’ αὐτό ἀγωνιζόμαστε νά ἐκδηλώσουμε τήν ἑτερότητά μας, ἐνίοτε ἀνορθόδοξα, διότι ἀσφυκτιοῦμε στήν ὁμοιομορφία καί στή συμμόρφωση.

Παράλληλη καί ἀνάλογη μέ τήν ἀνάγκη δημιουργικῆς ἔκφρασης τοῦ ἐπισκόπου εἶναι καί ἡ ἀντίστοιχη τοῦ πρεσβυτέρου καί τοῦ ποιμνίου τους. Πόσοι καί πόσοι κληρικοί καί λαϊκοί ἀδελφοί μας δέν ἔχουν ποθήσει κάτι πέρα ἀπό τά καθιερωμένα, κάποια πρωτοβουλία πού θά ἀνανεώσει τήν ἀποξηραμένη εὐσέβεια καί θά ἀναζωογονήσει τή ρουτινοποιημένη Λατρεία! Καί ὅμως, ὁ συγκεντρωτισμός κάποιων ἐπισκόπων ἀπαγορεύει μικροαλλαγές πού θά μποροῦσε ἄνετα νά ἐπιχειρήσει ἡ ἐνορία, κατά τόν ἴδιο τρόπο πού τό ἐπιχείρημα περί τῆς Συνόδου φρενάρει καί «εὐνουχίζει» ἀντίστοιχα τήν ἐπισκοπική μέριμνα. Ἔχει καταντήσει ἡ φράση «ὅταν ἀσχοληθῆ ἡ Σύνοδος μέ τό θέμα αὐτό» τό συνηθέστερο ἄλλοθι γιά τήν ἀπραξία σέ ἐπίπεδο μητροπόλεως.

                                                *

Δέν ἔχει λοιπόν καμιά ἁρμοδιότητα ἡ Σύνοδος ἐπί τῆς μεταφράσεως τῶν λατρευτικῶν κειμένων; Αὐτή θά ἦταν μιά εὔλογη ἀπορία. Βεβαίως καί ἔχει. Ἀκροώμενη μετά προσοχῆς καί σεβασμοῦ τίς ποιμαντικές ἀγωνίες τῶν μελῶν της καί τοῦ ὑπολοίπου πληρώματος, διευκολύνει ἀδελφικά τό ἔργο τῆς μεταφράσεως ὑποβοηθώντας στήν ἐπιλογή τῶν καλύτερων καί στήν βελτίωσή τους στή συνέχεια. Ἐπίσης ἔχουν χρέος ἡ Σύνοδος καί ὁ κάθε μητροπολίτης χωριστά νά διασφαλίσουν χώρους (ἐνορίες καί μοναστήρια) ὅπου θά ἐξακολουθήσει νά ἀκούγεται τό παλιό γλωσσικό ἰδίωμα.

Δανειζόμενος ἀπό τή νομική ὁρολογία θά ἔλεγα ὅτι ὁ ἔλεγχος ἐκ μέρους τῆς Συνόδου πρός τίς μητροπόλεις δέν εἶναι δυνατό νά εἶναι προληπτικός παρά μόνο σέ θέματα τά ὁποῖα ἅπτονται τῆς ὑποστάσεως τῆς ἀνά τήν Ἑλλάδα Ἐκκλησίας (νομικά, οἰκονομικά, καινοφανῆ προβλήματα, θεολογικές καί ἐκκλησιολογικές ἀνιχνεύσεις, συνεργασία μητροπόλεων, κεντρικά ποιμαντικά ἐγχειρήματα κ.ο.κ.). Ἡ κάθε ἐπισκοπή, ὡς τοπική Ἐκκλησία πού συγκεφαλαιώνει τό πλήρωμα τῆς ἐκκλησιαστικῆς καθολικότητας, ὡς ἁρμονική συναρμογή χαρισματούχων, κληρικῶν καί λαϊκῶν, λαμβάνει στά ὅριά της ὅλα ἐκεῖνα τά μέτρα πού θεωρεῖ ποιμαντικῶς ἀπαραίτητα, ὁ δέ ἔλεγχος τῆς Συνόδου ἔχει κατασταλτικό χαρακτῆρα στήν περίπτωση κατά τήν ὁποία ἡ συγκεκριμένη πρωτοβουλία ξεφεύγει ἀπό τήν ἀλήθεια τῆς Ἐκκλησίας.

Κάτι ἀκόμη: δέν θά ἔπρεπε νά λησμονήσουμε καί τήν ταχύτητα μέ τήν ὁποία καταρρέουν τά αὐτονόητα στήν Ἐκκλησία μας. Ἔχει συμβῆ καί ἄλλες φορές στήν ἱστορία της νά θεωρηθοῦν κάποιες γνῶμες τολμηρές, ἴσως καί ἐξωφρενικές, ἐνῶ στή συνέχεια ὁ χρόνος τίς δικαίωσε. Στίς ἀρχές τοῦ 20οῦ αἰῶνα εἴχαμε νεκρούς στούς δρόμους ἐπειδή κυκλοφόρησε μετάφραση τῆς Ἁγίας Γραφῆς στή νέα ἑλληνική! Πενήντα χρόνια ἀργότερα οἱ χριστιανοί μελετοῦσαν τήν Ἁγία Γραφή ἀπό μετάφραση, ἐνῶ λειτουργοῦσαν καί πολλοί ἁγιογραφικοί κύκλοι πού τήν χρησιμοποιοῦσαν! Σήμερα κυκλοφοροῦν πολλές μεταφράσεις της καί αὐτό θεωρεῖται ὅ,τι πιό φυσικό καί αὐτονόητο.

Τό ἴδιο συνέβη καί μέ τήν ἰδέα τῆς ἱεραποστολῆς (ἀκατανόητο σκάνδαλο κάποτε, ἀναγκαιότητα σήμερα), τό ἴδιο θά συμβῆ τώρα καί μέ τή μετάφραση τῶν κειμένων τῆς Λατρείας. Δέν εἶναι τυχαῖο ὅτι κατά τά τελευταῖα δέκα χρόνια τόσοι ἐπίσκοποι καί πρεσβύτεροι ἄρχισαν νά μεταφράζουν. Μόνο οἱ ἐθελοτυφλοῦντες τό θεωροῦν αὐτό δυστύχημα καί ξοδεύουν τίς δυνάμεις τους γιά νά τό ἀνακόψουν. Μάταια, κατά τή γνώμη μου: ἡ δύναμη τῆς συνήθειας καί τό ἄγχος τῆς ἀμυντικότητας δέν θά μπορέσουν τελικά νά κατισχύσουν τῆς ἐκκλησιολογίας καί τῆς ποιμαντικῆς. Τό ποτάμι ἄρχισε νά κυλᾶ καί δέν γυρίζει πίσω...

Ὁ π. Ἰωάννης Μάγεντορφ μᾶς θυμίζει: «Καμιά φορά ὁ καλύτερος τρόπος νά σκοτώσεις μιά παράδοση εἶναι νά ἀκολουθεῖς τόν ἐξωτερικό τύπο χωρίς νά κατανοεῖς πραγματικά τό περιεχόμενο. Ἡ ζῶσα παράδοση ἐμπεριέχει τό εἶδος ἐκεῖνο τῆς ἀλλαγῆς καί τῆς προσαρμοστικότητας πού διασώζει τή συνεχῆ της ἐπικαιρότητα· εἰδάλλως ἡ Ἐκκλησία γίνεται ἔνα μουσεῖο πομπώδους ἐπιδείξεως καί τοπικισμοῦ ἀνώδυνα ἀποδεκτό στό πλαίσιο μιᾶς πλουραλιστικῆς καί βασικά ἐπιφανειακῆς κοινωνίας, ἀλλά οὐσιαστικά ἀσυνεπές στήν ἴδια τήν Ὀρθοδοξία».

Στό ἐπίμαχο ζήτημα χρειάζεται νά προσέξουμε τήν ποιότητα τῶν μεταφράσεων ὥστε νά μήν βρίσκουν προσχήματα οἱ ἀντίπαλοί της. (Ὅσες φορές ἱεροπράκτησα ἀπό μετάφραση, προσκεκλημένος ἄλλων κληρικῶν, συνάντησα σημεῖα πού χρειάζεται νά βελτιωθοῦν, τόσο στό κείμενο τῆς Λειτουργίας ὅσο καί σέ αὐτά τοῦ εὐχολογίου). Παράλληλα πρέπει νά ἐργαστοῦμε συλλογικά ὥστε νά παραχθῆ τό ἄριστο ἀνθρωπίνως ἀποτέλεσμα.

Ἄν κινδυνεύει ἡ ἑνότητα τῆς Ἐκκλησίας μας ἀπό τή μετάφραση τότε πρέπει νά μετανοήσουμε συλλογικά γιά τό πόσο ἀνώριμη Ἐκκλησία εἴμαστε. Ἡ ἔγνοια μας γιά τήν ἑνότητα εἶναι ἐπιβεβλημένη ἀλλά δέν θά πρέπει ἡ Ἐκκλησία νά παραμένει ὅμηρος μιᾶς ὁμάδας μελῶν της μέ φοβικές στάσεις, πολλῷ μᾶλλον μέ τρομοκρατικές συμπεριφορές. Ἐπιτέλους, ἔχουν ψυχή καί οἱ μή συντηρητικοί! Εἴτε ἐντός εἴτε ἐκτός Ἐκκλησίας!

Μετά ἀπό πολλά χρόνια οἱ ἁπλοῖ χριστιανοί θά ἀναρωτιοῦνται γιατί εἴχαμε τόσο πολύ καθυστερήσει νά τό πράξουμε. Ὁ δέ ἱστορικός τοῦ μέλλοντος θά πιστώσει τό μεταφραστικό ζήτημα τῆς ἐποχῆς μας μέ τήν ἀνανέωση τοῦ ἐν γένει ἐκκλησιαστικοῦ μας φρονήματος καί μέ τήν διευκρίνιση θεολογικῶν σημείων τά ὁποῖα ἐπί αἰῶνες «σχόλαζαν» ἀνεπίτρεπτα στίς συνειδήσεις.

Υποσημειώσεις:

1.Ὁδοιπορικόν τῶν Ἁγίων Τόπων καί Σινᾶ, ἐκδ. Τῆνος, 1989, σ. 105.

2.Ὁ συνοδικός θεσμός, «Θεολογία», τ. 80 (2), 2009, σ. 16-17, 23.

3.Ὅ.π., σ. 22.  Ἡ βαθμιαία ἔκλειψη αὐτῆς τῆς ἐλευθερίας ὀφείλεται στήν ἐμφάνιση τῶν αἱρέσεων καί συνεπῶς στήν ἀνάγκη νά διασφαλιστῆ ἡ ἑνότητα τῆς πίστεως, καί ὄχι σέ λόγους ἐκκλησιολογικῶν ἀρχῶν.                                            

4.Ἡ ἀποστολή τῆς Ἐκκλησίας στόν σύγχρονο κόσμο, σ. 212-215. (Οἱ ἐμφάσεις εἶναι τοῦ πρωτοτύπου).

5.Καί μόνο τό γεγονός ὅτι στά ἐπίσημα ἔγγραφα προτάσσεται τοῦ ὀνόματος τῆς μητροπόλεως ἡ φράση «Ἑλληνική Δημοκρατία» λέει πολλά...

6.Ἡ συνοδικότητα ἐντός τῆς ἐπισκοπῆς, «Θεολογία», τ. 80 (2), 2009, σ. 171.

Αγιολογιο

Αγιον Ορος

Αγιοι της Λεσβου

©2005-2016 Zoiforos.gr || Σχεδίαση - Ανάπτυξη Lweb.GR

Login or Register

Register

User Registration
or Cancel