Καλό είναι, όμως, να στρέφουμε την προσοχή μας και στις εξελίξεις της εξωτερικής πολιτικής, διότι εκτυλίσσονται ταυτοχρόνως ενδιαφέροντα γεγονότα και διαδικασίες.
Η ισλαμιστική βία στην Κένυα, τη Συρία, τη Νιγηρία και το Πακιστάν ανατρέπει πολλά δεδομένα και καθιστά πιο επιφυλακτική τις ΗΠΑ και την Ευρ. Ένωση απέναντι στην κυβέρνηση Ερντογάν. Η αραβική άνοιξη κατέληξε χειμώνας για τους Χριστιανούς, αλλά παραλλήλως απέδειξε μεγάλα κενά στην τουρκική εξωτερική πολιτική. Η Άγκυρα έχασε το φιλικό καθεστώς Μόρσι στην Αίγυπτο, ενώ βλέπει να επιβιώνει ο Άσσαντ, τον οποίο πολεμά στη Συρία. Τα μηδενικά προβλήματα του Νταβούτογλου κατέληξαν σε μηδενικές επιτυχίες για την τουρκική εξωτερική πολιτική. Οι πιθανότητες για ένταξη στην Ευρ. Ένωση είναι πλέον ελάχιστες για την Τουρκία, ενώ η στρατηγική συνεργασία Ελλάδος- Κύπρου- Ισραήλ μειώνει τις δυνατότητες της Άγκυρας να εμποδίσει την παραγωγή φυσικού αερίου από την Κύπρο. Η Κύπρος ήδη αξιοποιεί την οριοθέτηση της ΑΟΖ με τους γείτονες και τη συνεργασία της με αμερικανικές και άλλες εταιρίες φυσικού αερίου. Η ελληνική κυβέρνηση δείχνει αποφασισμένη αν προχωρήσει αρχικά στην ανακήρυξη της ΑΟΖ και στη συνέχεια στη διμερή οριοθέτηση με κάθε γείτονα ξεχωριστά. Διαδικασία επίπονη, λόγω της τουρκικής ενστάσεως για το Καστελλόριζο.
Μέσα σε όλα αυτά έρχεται μία νέα σειρά συνομιλιών για τη πολυπόθητη λύση του Κυπριακού. Ελπίδες δημιουργούνται, αλλά και παγίδες είναι πιθανόν να καραδοκούν στον δρόμο μας. Είναι χρήσιμο να θυμόμαστε τα λάθη του παρελθόντος και να μην τα επαναλάβουμε. Το 1955, ενώ είχε αρχίσει ο αγώνας των Ελληνοκυπρίων για την Ένωση με την Ελλάδα, η βρετανική διπλωματία μάς έσυρε στην Τετραμερή Διάσκεψη, όπου αναγνωρίσαμε την Τουρκία ως ισότιμο συνομιλητή, ενώ είχε παραιτηθεί από κάθε δικαίωμα στην Κύπρο, όταν πούλησε το νησί στους Βρετανούς. Οι συνεχείς υποχωρήσεις της ελληνικής πλευράς, στην Αθήνα και στη Λευκωσία, σε συνδυασμό με το μεθοδικό σχέδιο τουρκοποιήσεως που ακολουθεί από το 1955 η Άγκυρα, έδωσαν την ευκαιρία στους Τούρκους να αξιοποιήσουν όπως ήθελαν το μουσουλμανικό πληθυσμό στη Μεγαλόνησο.
Από ένα μίγμα τούρκων στρατιωτών και εξισλαμισθέντων χριστιανών δημιουργήθηκε τουρκοκυπριακή μειονότητα, εξοπλίσθηκε κρυφά, μετατράπηκε σε κοινότητα, διεκδικεί αναγνώριση ως (ψευδο)κράτος και τώρα καλείται να συνομιλεί όχι μόνο με την νόμιμη Κυπριακή Δημοκρατία, αλλά και με εκπρόσωπο της Ελληνικής κυβερνήσεως. Πρέπει εγκαίρως να αποφύγουμε το λάθος. Πιστεύω ότι στο σημείο αυτό οι θεμελιώδεις αρχές της δικής μας πλευράς πρέπει να είναι οι εξής:
1) Η Τουρκία καλείται να συνομιλήσει με την Ελλάδα και τη νόμιμη κυβέρνηση της Κύπρου όχι απλώς ως ένα μέρος της διενέξεως, αλλά ως ο εισβολεύς, ο οποίος καταπατεί επί 39 χρόνια κάθε αρχή διεθνούς δικαίου και τα ψηφίσματα του ΟΗΕ. Καμμία λύση δεν μπορεί να γίνει δεκτή χωρίς εγγυήσεις για αποχώρηση του Αττίλα, των κατοχικών στρατευμάτων της Τουρκίας.
2) Η τουρκοκυπριακή κοινότητα μπορεί να συνομιλεί με εκπρόσωπο της ελληνοκυπριακής πλευράς, αλλά όχι με την Ελλάδα. Η Ελλάς είναι κράτος και δεν αναγνωρίζει το ψευδοκράτος που ανακήρυξαν οι Τουρκοκύπριοι στα κατεχόμενα τον Νοέμβριο 1983.
3) Η Κύπρος είναι κράτος μέλος της Ευρ. Ενώσεως και το πρόβλημά της θα λυθεί με πλήρη εφαρμογή του κοινοτικού κεκτημένου. Απαγορεύσεις μετακινήσεως ή εγκαταστάσεως ελληνοκυπρίων, όπως αυτές που προέβλεπε το σχέδιο Ανάν, είναι απαράδεκτες.
4) Οτιδήποτε θυμίζει το απορριφθέν σχέδιο Ανάν δεν γίνεται δεκτό και κυρίως η ρατσιστική πρόβλεψη ότι η ψήφος 1 Τουρκοκυπρίου θα έχει την ίδια αξία με την ψήφο 3 Ελληνοκυπρίων.
Θέλουμε λύση στην Κύπρο και όχι διάλυση.