Ζωηφόρος

Άρθρα για την περιουσία της Εκκλησίας,

Μια απόφαση του ΣτΕ

και

Το τελεσίγραφο του Ιερώνυμου

Άρθρα για την περιουσία της Εκκλησίας

***

Το τελεσίγραφο του Ιερώνυμου

Απειλεί να αποσύρει η Εκκλησία τις καταθέσεις από τις τράπεζες

από την εφημερίδα «Press Time», Σάββατο 14 – Κυριακή 15 Μαΐου 2011

***

Η περιουσία της Εκκλησίας αποτιμάται περίπου στα 10 με 1ς δισεκατομμύρια ευρώ. Μόνο η κεντρική διοίκηση έχει καθαρά έσοδα, που κυμαίνονται στα περίπου 9 εκατ. ευρώ το χρόνο, η εκμετάλλευση 1.300 ακινήτων που διαχειρίζεται η Εκκλησία σε ολόκληρη τη χώρα αποφέρει ετήσια έσοδα άνω των 20 εκατ. ευρώ

***

Μπορεί ο Αρχιεπίσκοπος Ιερώνυμος να ταλαιπωρείται από τη σοβαρή επέμβαση στο πόδι του, στο ΚΑΤ (έπαθε διπλό κάταγμα, μετά από πέσιμο, στο Αγρίνιο), όμως είναι άλλο αυτό που τον προβληματίζει Είναι η νέα του συνάντηση με τον πρωθυπουργό, από τον οποίο περιμένει απαντήσει σε ένα «καυτό» θέμα: αυτό της αποδέσμευσα των λογαριασμών της Εκκλησίας στην Τράπεζα της Ελλάδος

Ο Αρχιεπίσκοπος έθεσε τελεσίγραφο στον πρωθυπουργό να άρει τη δέσμευση των περίπου 50 εκατ. ευρώ από τις Μητροπόλεις και τα κεντρικά ταμεία της Εκκλησίας που βρίσκονται στην ΤτΕ (η δέσμευση έγινε προ ολίγων μηνών βάσει νόμου του 1950, για να εξασφαλιστεί ρευοτότητα) και να μην μεταφερθούν όλα τα υπόλοιπα χρήματα της Εκκλησίας από τις καταθέσεις στις ιδιωτικές τράπεζες στην ΤτΕ. Αν ο πρωθυπουργός διαφωνήσει, όπως είπε ο κ. Ιερώνυμος στην τελευταία συνάντηση μαζί του, η Εκκλησία θα αποσύρει τις καταθέσει της από τις τράπεζες όλης της χώρας με σκοπό να τις βγάλει προφανώς στο εξωτερικό.

Αν και δεν έχει γίνει επίσημη απογραφή, η περιουσία της Εκκλησίας αποτιμάται περίπου στα 10 με 15 δισεκατομμύρια ευρώ. Μόνο η κεντρική διοίκηση έχει καθαρά έσοδα που κυμαίνονται στα περίπου 9 εκατ. ευρώ το χρόνο, η εκμετάλλευση 1.300 ακινήτων που διαχειρίζεται η Εκκλησία σε ολόκληρη τη χώρα αποφέρει ετήσια έσοδα άνω των 20 εκατ. ευρώ, ενώ άγνωστο παραμένει το ποσό των τραπεζικών καταθέσεων περίπου 2.500 μοναστηριών, τα οποία διαχειρίζονται δικά τους ακίνητα, καθώς και επενδύσεις

                                                                       Η απειλή

Να αποσύρει τις καταθέσεις της Εκκλησίας από τις τράπεζες όλης της χώρας για να προστατευθεί από ενδεχόμενη κατάρρευση, θέλει ο Αρχιεπίσκοπος Ιερώνυμος. Ο Προκαθήμενος της Ελλαδικής Εκκλησίας έριξε τη «βόμβα» στη συνάντησή του με τον πρωθυπουργό (ζητώντας του να αποδεσμεύσει τους λογαριασμούς της Εκκλησίας στην ΤτΕ), αφήνοντας τον... σύξυλο.

Αν και προς το παρόν επισήμως δεν έχει γίνει κάποια κίνηση ή κάποιο σχόλιο από την Εκκλησία, η «διαρροή» και μόνο των προθέσεων του Αρχιεπισκόπου, προκαλεί αναστάτωση στην αγορά. Γιατί μπορεί να θέλει να προστατεύσει την περιουσία της Εκκλησίας από μια κατάρρευση του χρηματοπιστωτικού συστήματος, όμως επί της ουσίας με την ανησυχία που προκαλεί και «σπρώχνει» άλλους καταθέτες να κάνουν το ίδιο και ωθεί προς την κατάρρευση (χωρίς λόγο!) και δημιουργεί «κλίμα». Άλλωστε, δεν είναι τυχαίο ότι η διαρροή των προθέσεων του Αρχιεπισκόπου έγινε σχεδόν ταυτόχρονα με το σενάριο εξόδου από το ευρώ, που δημοσίευσε το Spiegel. Είναι όμως αυτός ο τρόπος να βοηθήσει η Εκκλησία τη χώρα, στην πιο δύσκολη στιγμή της;

«θα θέλαμε σήμερα να συζητήσουμε πάνω σε θέματα κοινού ενδιαφέροντας και να πάρουμε αποφάσεις που θα βοηθήσουν την καλύτερη πορεία και την ανακούφιση των ανθρώπων μας» ήταν η απάντηση του Αρχιεπίσκοπου Ιερώνυμου, ύστερα από το θερμό καλωσόρισμα του πρωθυπουργού Γιώργου Παπανδρέου - κάνοντάς τον να αναρωτιέται σε ποιους «ανθρώπους μας» αναφέρεται. Η προγραμματισμένη συνάντησή τους πραγματοποιήθηκε την περασμένη Παρασκευή και ο κ. Ιερώνυμος εξήλθε με χαμόγελο. Και ας είχε προκαλέσει, με αυτά που είπε και αυτά που σκέφτεται πολλά σκυθρωπά πρόσωπα...

Η συζήτηση των δύο ανδρών κράτησε αρκετά. Ο Αρχιεπίσκοπος έθεσε αρκετά καίρια ερωτήματα, τα οποία μήνες τώρα τον ταλανίζουν. Τα θρησκευτικά, οι μεταμοσχεύσεις αλλά κυρίως η οικονομία ήταν το φλέγον ζήτημα που έριξε στο τραπέζι ο Αρχιεπίσκοπος Ιερώνυμος. Για όλα αυτά ο πρωθυπουργός ήταν καλά προετοιμασμένος και είχε εύκαιρες τις απαντήσεις. Όμως όσον αναφορά την απόσυρση των καταθέσεων της Εκκλησίας από τις τράπεζες τον έπιασε αδιάβαστο.

Ύστερα από τα σκάνδαλα που ξέσπασαν και τις σπάταλες που αποκαλύφθηκαν ότι είχαν γίνει με τα χρήματα της Εκκλησίας ο Αρχιεπίσκοπος Ιερώνυμος έχει αναλάβει προσωπικά τη διαχείριση της εκκλησιαστικής περιουσίας. Ο κ. Ιερώνυμος γνωρίζοντας την οικονομική κρίση που έχει ξεσπάσει και τις επιπτώσεις που μπορεί να προκληθούν προσπαθεί πάση θυσία να προστατέψει τις εκκλησιαστικές καταθέσεις.

Η απόσυρση των χρημάτων από τις τράπεζες ήταν μια έμμεση «απειλή» προς ων Γιώργο Παπανδρέου, καθώς θέλει να γνωρίζει τις κινήσεις του και πως θα καταλήξει αυτή η περίοδος που έχει «γονατίσει» όλο τον ελληνικό λαό. Η ερώτηση του προς τον πρωθυπουργό δεν είναι τυχαία, καθώς ο Αρχιεπίσκοπος την ημέρα της συνάντησης, είχε γίνει δέκτης «πληροφοριών» ότι η Ελλάδα θα ξαναγυρνούσε στη δραχμή. Το σενάριο αυτό φόβισε τον κ. Ιερώνυμο, ειδικότερα τη συγκεκριμένη περίοδο που έχει πάρει πάνω του όλες τις οικονομικές υποθέσεις της Εκκλησίας θα ήταν καταστροφή αν το χρηματοπιστωτικό σύστημα κατέρρεε.

                                                               Ζητά αποδέσμευση

Είναι γνωστό πως η Εκκλησία έχει τεράστιες καταθέσεις σχεδόν σε όλες τις τράπεζες της χώρας μας, θεωρείται ο πιο καλός «πελάτης», καθώς όλα αυτά τα χρόνια τα κέρδη από τις ενορίες τα μοναστήρια και τα εκκλησιαστικά ιδρύματα καταθέτονται απευθείας στις τράπεζες. Αν ο γιγαντιαίος καταθέτης αποφασίσει να αποσύρει ω τεράστιο ποσό, που έχει στο λογαριασμό του θα προκαλέσει έλλειψη ρευστότητας στις τράπεζες και τη χείριστη ψυχολογία στην αγορά. Σαν ντόμινο θα παρασυρθούν όλες και θα ισοπεδωθούν, ενώ σειρά θα έχει η εθνική οικονομία, που ήδη βρίσκεται στο χείλος του γκρεμού.

Η κίνηση του Αρχιεπίσκοπου να ζητήσει από τον πρωθυπουργό την άμεση αποδέσμευση των κεφαλαίων που διατηρούνται στην Τράπεζα της Ελλάδος δημιούργησε ένα κλίμα κακής ψυχολογίας στην αγορά. Ο πρωθυπουργός τον απέφυγε τεχνηέντως μεταθέτοντας τη συζήτηση γι' αυτό σε μια άλλη συνάντηση. Και το θέμα επρόκειτο να συζητηθεί σε νέα συνάντηση των δύο ανδρών, η οποία ωστόσο μετατέθηκε για αργότερα, λόγω του ατυχήματος (κάταγμα στο πόδι) που είχε ο κ. Ιερώνυμος.

***

Απόφαση του ΣτΕ αναθεωρεί το status των Εκκλησιαστικών Νομικών Προσώπων 

Ενδέχεται να αποτελέσει βασικό επιχείρημα

στην προσπάθεια της Εκκλησίας της Ελλάδος

να προστατεύσει τα χρηματικά διαθέσιμά της

του Νίκου Παπαχρήστου

Mια απόφαση που εξέδωσε πριν λίγες ημέρες το Συμβούλιο της Επικρατείας ενδέχεται να αποτελέσει το ισχυρότερο «βέλος» στην φαρέτρα των επιχειρημάτων της Εκκλησίας της Ελλάδος στο ζήτημα που έχει προκύψει με την Τράπεζα της Ελλάδος  που ζητά από τις τράπεζες  να εφαρμόσουν έναν νόμο του 1950 ο οποίος προβλέπει ότι όλα τα ΝΠΔΔ οφείλουν να έχουν κατατεθειμένα τα χρηματικά διαθέσιμά τους στην ΤτΕ ώστε εκείνη  αποκλειστικά να διαχειρίζεται και να επενδύει τα εν λόγω ποσά σε κινητές αξίες του ελληνικού Δημοσίου (π.χ. ομόλογα). Η απόφαση του ΣτΕ, που αφορά σε μια υπόθεση Μονής της Μητροπόλεως Καλαβρύτων, έρχεται να ενισχύσει τα επιχειρήματα της Εκκλησίας αφού χαρακτηρίζει τις Μονές νομικά πρόσωπα δημοσίου δικαίου «ιδιάζουσας φύσεως».

Η απόφαση που ενισχύει την επιχειρηματολογία της Εκκλησίας

Κατά το μέχρι τώρα δεδομένο (με βάση τον Καταστατικό Χάρτη) σύστημα σχέσεων Εκκλησίας και Πολιτείας τα εκκλησιαστικά νομικά πρόσωπα (Εκκλησία Ελλάδος, Ι.Μητροπόλεις, Ι. Μονές, Ενορίες κ.λπ) είναι Νομικά Πρόσωπα Δημοσίου Δικαίου (όπως π.χ. είναι οι οργανισμοί τοπικής αυτοδιοίκησης, τα πανεπιστήμια και πολλά ασφαλιστικά ταμεία). Δηλαδή τουλάχιστον κατά την λεκτική διατύπωση του Καταστατικού Χάρτη (άρθρο 1 παρ. 4) τα Εκκλησιαστικά Νομικά Πρόσωπα Δημοσίου Δικαίου εμφανίζονται να είναι τμήμα της Δημόσιας Διοίκησης (που περιλαμβάνει το Ελληνικό Δημόσιο, τους ΟΤΑ και τα υπόλοιπα ΝΠΔΔ).

Το ίδιο ισχύει κατά τον νόμο και για δύο άλλες θρησκευτικές κοινότητες στην Ελλάδα (τις Μουφτείες της Θράκης και τις Ισραηλιτικές Κοινότητες) που χαρακτηρίζονται ως ΝΠΔΔ.

H απόφαση 502/2011 του ΣτΕ για πρώτη φορά επιχειρεί να αλλάξει την ερμηνεία του Καταστατικού Χάρτη, που μέχρι τώρα ακολουθούσε το ΣτΕ (αλλά και το Ελληνικό Δημόσιο).

Με αφορμή δίκη σχετική με το κύρος αποφάσεων μιας Προσωρινής Επιτροπής Διοικήσεως της Ιεράς Μονής Μεγάλου Σπηλαίου έκρινε ότι οι Μονές είναι θρησκευτικά καθιδρύματα και ότι είναι Νομικά Πρόσωπα Δημοσίου Δικαίου «ιδιάζουσας φύσεως». Δεν ασκούν τμήμα κρατικής εξουσίας και δεν ανήκουν στην οργάνωση της Δημόσιας Διοίκησης, συνεπώς πρέπει οι αποφάσεις τους να κρίνονται όχι από τα διοικητικά δικαστήρια, αλλά από τα πολιτικά δικαστήρια, που είναι αρμόδια για τις διαφορές μεταξύ ιδιωτών.

Η παραπάνω απόφαση παραπέμπει, λόγω της σπουδαιότητάς του, το ζήτημα στην Ολομέλεια του ΣτΕ ώστε να κριθεί εκεί οριστικά. Το ερώτημα είναι ποια στάση θα κρατήσει η  Μητρόπολη Καλαβρύτων και Αιγιαλείας (που είναι διάδικος) και η Ιερά Σύνοδος της Εκκλησίας της Ελλάδος.

Παρόμοια επιχειρήματα είχε επικαλεστεί το 1994 και το Ευρωπαϊκό Δικαστήριο των Δικαιωμάτων του Ανθρώπου στην υπόθεση των Ιερών Μονών κατά Ελλάδος.  Έκρινε ότι οι Ι.Μονές παρά την διατύπωση του Καταστατικού Χάρτη είναι «μη κυβερνητικοί οργανισμοί», έχουν χαρακτηρισθεί Νομικά Πρόσωπα Δημοσίου Δικαίου για να έχουν τα προνόμια και την αυξημένη νομική προστασία που έχουν τα ΝΠΔΔ, όμως δεν είναι κρατικής προέλευσης νομικά πρόσωπα και για τον λόγο αυτό η περιουσία τους προστατεύεται όπως η περιουσία κάθε ιδιώτη απέναντι στο Κράτος.

Η Εκκλησία της Ελλάδος τα ίδια επιχειρήματα έχει υποστηρίξει σε πολλές περιπτώσεις προστριβών της με το Κράτος . Αυτός άλλωστε ήταν, κατά πληροφορίες, ο πυρήνας την θέσεων της στην πρώτη αντίδρασή της για το ζήτημα των χρηματικών διαθεσίμων των εκκλησιαστικών Νομικών Προσώπων και την εφαρμογή των νόμων 1611/1950 και 2216/1994 αλλά και στο ζήτημα της  υπαγωγής των θρησκευτικών λειτουργών της στην αναλογία 5 προς 1 που ισχύει για τους υπαλλήλους του Δημοσίου και των ΝΠΔΔ.

Βέβαια ενδεχομένως κάποιοι να επιχειρηματολογήσουν ότι η Εκκλησία της Ελλάδος τάσσεται κατά του χωρισμού Εκκλησίας και Κράτους, άρα πώς είναι δυνατόν να υποστηρίζει ότι είναι «οιονεί» ή sui generis νομικό πρόσωπο δημοσίου δικαίου.

Είναι όμως προφανές ότι αλλιώς αντιλαμβάνεται τον «χωρισμό» το Κράτος  και αλλιώς η Εκκλησία (δηλ. στενότερα).

Την Εκκλησία της Ελλάδος φαίνεται να την  απασχολεί , όχι τόσο εάν τα νομικά της  πρόσωπα θα χαρακτηρίζονται ιδιωτικού ή δημοσίου δικαίου, αλλά η προστασία του Κράτους απέναντί της (μισθοδοσία του Κλήρου, διδασκαλία των θρησκευτικών, ενίσχυση της εκκλησιαστικής εκπαίδευσης κ.λπ) ως ανταπόδοση στη διαχρονική προσφορά της - και υλικής- στην ελληνική κοινωνία και Πολιτεία.

Ούτως ή άλλως η Εκκλησία της Ελλάδος για πρώτη φορά ονομάστηκε ρητώς με νόμο ως νομικό πρόσωπο δημοσίου δικαίου με τον επί Χούντας εκδοθέντα Καταστατικό Χάρτη (ν.δ. 126/1969).

Ωστόσο δεν θα πρέπει να παραλείψουμε να αναφέρουμε ότι ο Μητροπολίτης Δημητριάδος Ιγνάτιος σε εκδήλωση που πραγματοποιήθηκε το 2009 είχε προτείνει, αναφορικώς με το νομικό καθεστώς της Εκκλησίας της Ελλάδος, τη δημιουργία μιας sui generis («ιδιόρρυθμης») κατηγορίας νομικού εκκλησιαστικού προσώπου, η οποία θα υπερβαίνει τις μονομέρειες των δύο άλλων τύπων (την «κρατική», με τη μορφή ΝΠΔΔ, και την «ιδιωτική» με τη μορφή σωματείου του αστικού κώδικα).

«Ένα τέτοιο νομικό πρόσωπο εκκλησιαστικού δικαίου», υποστήριξε ο Μητροπολίτης Ιγνάτιος, «θα περιφρουρούσε την ιδιαίτερη ταυτότητα αλλά και αυτονομία της Εκκλησίας και επίσης θα εμπέδωνε έτι περαιτέρω τις διακριτές σχέσεις της με την Πολιτεία».

Πάντως η απόφαση του ΣτΕ, ανεξαρτήτως από την επίδραση που θα έχει στην υπόθεση της ΤτΕ και της "τύχης" των εκκλησιαστικών χρηματικών διαθεσίμων, χαρακτηρίζεται από Νομικούς κύκλους ιδιαίτερα σημαντική αφού επιχειρεί να αναθεωρήσει το καθεστώς των Εκκλησιαστικών Νομικών Προσώπων.

Πηγή: http://www.amen.gr/index.php?mod=news&op=article&aid=5704

Αγιολογιο

Αγιον Ορος

Αγιοι της Λεσβου

©2005-2016 Zoiforos.gr || Σχεδίαση - Ανάπτυξη Lweb.GR

Login or Register

Register

User Registration
or Cancel