Άγιοι από H

 

    Ο Ηλίας ο μεγαλύτερος μετά τον Μωυσή προφήτης του Ισραήλ, καταγόταν από τη Θέσβη της Γαλαάδ και ανήκε στη φυλή του Ααρών. Έδρασε δε την εποχή που βασίλευε ο Αχαάβ. Από τη γέννηση του κιόλας προμηνύθηκε η θαυμαστή του πορεία. Ο πατέρας του Σωβάκ όταν γεννήθηκε ο Ηλίας είδε θείο όραμα: Δυο λευκοφορεμένοι άνδρες σπαργάνωσαν το γιο του με φωτιά, του έδωσαν να φάει φλόγα και τον ονόμασαν Ηλία. Ο Σωβάκ τότε πήγε στα Ιεροσόλυμα, όπου οι ιερείς, ερμηνεύοντας το όραμα, του ανακοίνωσαν ότι ο γιος του θα γίνει προφήτης και θα κρίνει το Ισραήλ με δίκοπο μαχαίρι και φωτιά. Πράγματι, ο Ηλίας άσκησε το προφητικό του αξίωμα με ζήλο και διακρίθηκε για τη φλογερή ψυχή του και την πνευματική του καθαρότητα. Προείπε για την έλευση του Κυρίου και διακήρυξε την αλήθεια, εμπόδισε με μόνο το λόγο του τη βροχή, ανέστησε το γιο της Σεραφθίας και έκαψε τους εκατό στρατιώτες του ασεβή βασιλιά Οχοζία. Διέσχισε περπατώντας πάνω στα ύδατα τον Ιορδάνη ποταμό και με πύρινη άμαξα ανελήφθη στους ουρανούς. Τέλος, μαζί με τον Μωυσή, παρέστη στη Μεταμόρφωση του Κυρίου, μπροστά στους κατάπληκτους αποστόλους.

     Η Εκκλησία μας (18 –5) τιμά τη μνήμη των Αγίων 8 μαρτύρων: Πείρου, Διονυσίου, Χριστίνης παρθένου, Ανδρέου, Παύλου, Βενεδίμου, Παυλίνου και Ηρακλείου. Αυτοί οι Άγιοι μαρτύρησαν στα χρόνια του αυτοκράτορα Δεκίου, τον 3ο μΧ. αιώνα. Ο πρώτος, ο Άγιος μάρτυρας Πέτρος, καταγόταν από τη Λάμψακο της Μικρός Ασίας. Συνελήφθη και οδηγήθηκε μπροστά στον άρχοντα για να θυσιάσει στην Αφροδίτη. Εκείνος όμως άκαμπτος ομολόγησε την πίστη του στον Κοριό και τιμωρήθηκε με φριχτά βασανιστήρια προτού παραδοθεί τελικά στον δήμιο. Ο Παύλος και ο Ανδρέας ήταν από τη Μεσοποταμία και συνυπηρετούσαν στο στρατό του Δεκίου. Όταν έφτασαν στην Αθήνα αφιερώθηκαν στη χριστιανική πίστη και έτσι συνελήφθησαν και φυλακίστηκαν μαζί με τον Διονύσιο και τη Χριστίνα. Ο Παύλος, ο Ανδρέας, ο Διονύσιος και η Χριστίνα βασανίσθηκαν σκληρά, χωρίς να πτοηθούν από τα μαρτύρια. Στο τέλος λιθοβολήθηκαν όλοι μαζί, ενώ η Χριστίνα αποκεφαλίσθηκε. Το μένος των ειδωλολατρών δέχθηκαν και οι Άγιοι μάρτυρες Βενέδιμος, Παυλίνος και Ηράκλειος, οι οποίοι δρούσαν στην Αθήνα. Συνελήφθησαν και στη συνέχεια αποκεφαλίσθηκαν λαμββάνοντας το στέφανο του μαρτυρίου.

     Ο Άγιος Ηρωδίων ανήκε στον κύκλο των εβδομήντα Αποστόλων του Κυρίου. Υπήρξε στενός συνεργάτης των δώδεκα Αποστόλων, τους οποίους συντρόφευσε στις περιοδείες τους μετά την Ανάληψη του Κυρίου, κηρύττοντας το λόγο του Ευαγγελίου. Ιδιαίτερη σχέση δε είχε αναπτύξει με τον Απόστολο Πέτρο. Ξεχώριζε μάλιστα για τη σεμνότητα, την εγκράτεια και την πνευματική του δύναμη. Για το λόγο αυτό διαδέχθηκε στην Εκκλησία της Πάτρας τον Απόστολο Ανδρέέα τον Πρωτόκλητο, ο οποίος βρήκε μαρτυρικό θάνατο. Από τη θέση αυτή εποίμανε με απαράμιλλη αφοσίωση και σωφροσύνη τους πιστούς που του εμπιστεύθηκε ο θεός. Για τη χριστιανική του δράση συνελήφθη από τους Ιουδαίους και τους ειδωλολάτρες, δαρείς ανηλεώς. Τελικά τον κατακρεούργησαν με τα μαχαίρια τους και έτσι παρέδωσε την αγία ψυχή του στον θεό.

     Ο ένδοξος προφήτης Ησαΐας καταγόταν από την πόλη της Ιερουσαλήμ. Γεννήθηκε το 770 περίπου π.Χ. και το 690 π.Χ. υπέστη θάνατο μαρτυρικό, υστέρα από εντολή του βασιλιά Μανασσή. Είναι δικαίως ο μέγιστος των τεσσάρων προφητών της Παλαιάς Διαθήκης, αφού αξιώθηκε από τον θεό να προφητεύσει με ακρίβεια τον ερχομό του Ιησού Χρίστου, καθώς και τα πάθη Του. Δίπλα από τον τάφο του Ησαΐα, σε έναν τόπο που ονομαζόταν Αρωήλ, ο θεός δημιούργησε για χάρη του ευσεβούς προφήτη την πηγή του Σιλωάμ.

     Οι τριάντα τρεις μάρτυρες έζησαν την εποχή που αυτοκράτορες των Ρωμαίων ήταν ο Διοκλητιανός και ο Μαξιμιανός. Πρώτος συνελήφθη για την πίστη του ο Ιέρων, ο οποίος καταγόταν από τα Τύανα της Καππαδοκίας και ασκούσε το επάγγελμα του γεωργού. Όταν ξέσπασε ο διωγμός κατά των χριστιανών ο έπαρχος Αγρικόλας, που γνώριζε καλά ότι ο Ιερών κήρυττε τον ευαγγελικό λόγο σε κάθε ευκαιρία, διέταξε να τον συλλάβουν και να τον οδηγήσουν ενώπιον του προκειμένου να τον ανακρίνει ο ίδιος. Μπροστά στον έπαρχο ο Ιερών δεν ένιωσε φόβο, αλλά γενναία ομολόγησε την πίστη του στον Ιησού Χριστό. Έπειτα από την ομολογία αυτή ο Αγρικόλας διέταξε να βασανίσουν τον Άγιο και να του κόψουν το αριστερό του χέρι. Ο Ιερών υπέστη τρομερά βασανιστήρια, αλλά δε λύγισε, παρά υπέμενε τα μαρτύρια του με υποδειγματική καρτερία. Λίγες μέρες αργότερα συνελήφθησαν και οι χριστιανοί Νίκανδρος, Ησύχιος, Βάραχος, Μαξιμιανός, Καλλίνικος, Ξάντικος, Αθανάσιος, Θεόδωρος, Δουκίτιος, Ευγένιος, Θεόφιλος, Ουαλέριος, Θεόδοτος, Καλλίμαχος, Ιλάριος, Γιγάντιος, Λογγίνος, θεμέλιος, Ευτύχιος, Διόδοτος, Καστρίκιος, Θεαγένης, Μάμας, Νίκων, Θεόδουλος, Βοστρύκιος, Ουίκτωρ, Δωρόθεος, Κλαυδιανός, Επιφάνιος, Ανίκητος και Ιέρων, οι οποίοι την επομένη αποκεφαλίσθηκαν μαζί με τον Ιέρωνα.

     Ο όσιος Ησύχιος καταγόταν από τη Γαλατία. Επειδή είχε κλήση προς τη μοναχική πολιτεία έφυγε από την πατρίδα του και πήγε στα μέρη της Αρδανίας. Στους πρόποδες του βουνού Μαΐωνος βρήκε πηγή και εκεεί έκτισε ναό έπ’ ονόματι του Αγ. Ανδρέα. Έζησε αυστηρή ασκητική ζωή και έκανε θαύματα. Πέθανε σε μεγάλη ηλικία και το έτος 781 το ιερό του λείψανο, μεταφέρθηκε στην Αμάσεια.

     Μεγάλος αξιωματούχος του παλατιού και της Συγκλήτου Βουλής ήταν στους χρόνους του αυτοκράτορα Μαξιμιανού ο Άγιος Ησύχιος. Όλα όμως αυτά τα αξιώματα που κατείχε ως ανώτατος πολιτικός άρχων δε δίστασε να τα περιφφρονήσει και να ομολογήσει με θάρρος ενώπιον του αυτοκράτορα ότι είναι χριστιανός. Τότε ο βασιλιάς εξαγριώθηκε, διέταξε να του αφαιρέσουν την επίσημη στολή του αξιώματος του, να του φορέσουν ταπεινωτικό ένδυμα και για να τον εξευτελίσει ακόμη περισσότερο τον διέταξε να εκτελεί γυναικείες εργασίες. Αφού εκτελέσθηκε η ατίμωση του, διέταξε ο αυτοκράτορας να εμφανισθεί ο άγιος ενώπιον του, όπου και τον ρώτησε τα εξής: «Δεν ντρέπεσαι που από το αξίωμα που είχες κατάντησες σ' αυτήν την ταπείνωση;». Και ο Άγιος απάντησε με πολλή ηρωισμό: «Οι παρούσες τιμές είναι παροδικές, ενώ οι τιμές που προσφέρει ο Χριστός στους πιστούς είναι απέραντες και αιώνιες». Μετά την ηρωική αυτή απάντηση του Αγίου ο βασιλιάς διέταξεε να δέσουν μυλόπετρα στον τράχηλο του και να τον ρίξουν σε κάποιον ποταμό της Συρίας. Η εντολή εκτελέσθηκε αμέσως και έτσι ο Άγιος μάρτυρας Ησύχιος έλαβε το στέφανο του μαρτυρίου.

 

 

Πίσω Αρχική σελίδα