Εoρτάζοντες την  3ην του μηνός Απριλίου

  • Ο ΟΣΙΟΣ ΝΙΚΗΤΑΣ ό Όμολογητής Ηγούμενος Μονής Μηδικίου

  • Ο ΟΣΙΟΣ ΙΩΣΗΦ ό Υμνογράφος

  • Ο ΑΓΙΟΣ ΕΛΠΙΔΗΦΟΡΟΣ (ή Ελπιδοφόρος)

  • ΟΙ ΑΓΙΟΙ ΔΙΟΣ, ΒΥΘΟΝΙΟΣ (ή Βιθυνίας) και ΓΑΛΥΚΟΣ

  • Ο ΟΣΙΟΣ ΙΛΛΥΡΙΟΣ

  • Ο ΑΓΙΟΣ ΠΑΥΛΟΣ ό Ρώσος ό Απελεύθερος

  • Η ΑΓΙΑ ΑΓΑΠΗ ή Παρθενομάρτυς

Αναλυτικά

 

Ο ΟΣΙΟΣ ΝΙΚΗΤΑΣ ό Όμολογητής Ηγούμενος Μονής Μηδικίου
Ό Όσιος Νικήτας έζησε μεταξύ 8ου καί 9ου μ.Χ. αιώνα. Καταγόταν από την Καισαρεία της Βιθυνίας, καί βρέφος ακόμα έμεινε ορφανός από μητέρα. Ή γιαγιά τους, όμως, ανέλαβε άγρυπνη φροντίδα για τον εγγονό της. Ό πατέρας του Φιλάρετος φρόντισε από πολύ νωρίς να αρχίσει ή εκπαίδευση του. Ο δάσκαλος του ήταν κληρικός με μεγάλη παιδαγωγική Ικανότητα. Έτσι, ό νεαρός Νικήτας προόδευσε γραμματικά καί πνευματικά. Κατόπιν, πήγε στην περίφημη Μονή του Μηδικίου. Εκεί, με την πρόθυμη καί ενάρετη ζωή του κατέκτησε γρήγορα την εκτίμηση των αδελφών του. Μετά το θάνατο του ηγουμένου της Μονής, Νικηφόρου, σύσσωμη ή αδελφότητα τον έκανε ηγούμενο. Από τη νέα του θέση, ό Νικήτας έκανε σκληρούς αγώνες κατά των εικονομάχων, όταν αυτοκράτωρ ήταν ό Λέων ό Ε' ό Αρμένιος, στον όποιο μάλιστα απηύθυνε τα έξης θαρραλέα λόγια, όταν αυτός τον απείλησε με θάνατο: "Γνώριζε καί συ βασιλεϋ άρνησίθεε, ότι εμμένω εις τους προτέρους λογισμούς μου καί τάς εικόνας του Χρίστου καί των αγίων σέβομαι, καί εις το ίδικόν σου θέλημα δεν υπακούω... Δια τούτο καί σε, ό όποιος επιμένεις να άθετής την προσκύνησιν των αγίων εικόνων, καί τους όμόφρονάς σου αναθεματίζω. Κάμε δε ό,τι θέλεις". Ή θαρραλέα αυτή στάση του Νικήτα έγινε αφορμή να υποστεί ό όσιος πολλές φυλακίσεις καί εξορίες. Τελικά, εγκαταστάθηκε σε κάποιο μετόχι βόρεια της Κων/πολης καί αναδείχθηκε από τους περισσότερο πολύαθλους όμολογητές.


'Απολυτίκιον. Ήχος δ'. Ταχύ προκατάλαβε.
Ως νίκης επώνυμος, των θεοσδότων θεσμών, φρουρός άπερίτρεπτος καί στύλος ώφθης στερρός, Νικήτα μακάριε· συ γαρ της απάθειας, κοσμηθείς τοις άκτίσιν, αίγλη ομολογίας, τον σον βίον φαιδρύνεις. Καί νυν των σοι προσιόντων, δέχου τήν αίνεσιν.


Ο ΟΣΙΟΣ ΙΩΣΗΦ ό Υμνογράφος
Καταγόταν από τη Σικελία. Ό πατέρας του ονομαζόταν Πλωτίνος, ή δε μητέρα του Άγάθη, καί τον άνέθρεψαν με τα διδάγματα καί το ζωντανό πνεύμα της χριστιανικής ευσέβειας. Από την παιδική του ηλικία, διακρίθηκε για την προτίμηση πού είχε στα ιερά γράμματα καί την απαγγελία Ιερών ύμνων, πού έψαλλε με πολλή αισθηματικότητα καί τέχνη. Όταν  πέθανε ό πατέρας του, μαζί με τη μητέρα καί την αδελφή του, κατέφυγε στην Πελοπόννησο. Από 'κει ύστερα στη Θεσσαλονίκη, όπου έγινε μοναχός καί χειροτονήθηκε έπειτα Ιερέας. Στή νέα του ζωή διακρίθηκε για τον ιερό ζήλο του καί την άσκητικότητα των συνηθειών του. Διέπλασε χαρακτήρα σύμφωνα με την ακρίβεια των χριστιανικών παραγγελμάτων, αναδείχθηκε πράος, ταπεινόφρων καί άκακος. Εκεί επίσης, συστηματοποίησε την καλλιγραφική αντιγραφή καί σύνθεση εκκλησιαστικών ύμνων. Μετά από καιρό πήγε στην Κων/πολη, όπου γνώρισε το Γρηγόριο το Δεκαπολίτη καί συγκατοίκησαν για λίγο μαζί σ' ένα κελί. Επειδή όμως αντέδρασε στα διατάγματα του εικονομάχου βασιλιά Λέοντα του Ε', έξεδιώχθη στη Ρώμη. Στό δρόμο τον απήγαγαν πειρατές στην Κρήτη καί από κει επανήλθε στην Κων/πολη, όπου καί πέθανε σε 6αθύ γήρας το 842. Δικό του έργο κατά μέγα μέρος, αποτελεί καί ή λεγόμενη Παρακλητική.


Άπολυτίκιον. Ηχος γ'. Την ωραιότητα.
Το δωδεκάχορδον του Λόγου όργανον, την παναρμόνιον λύραν της χάριτος, το Ύμνογράφον Ιωσήφ τιμήσωμεν επαξίως· ούτος γαρ ανύμνησε, μελιχροίς μελωδήμασι, Πνεύματι κινούμενος, των Αγίων παν σύστημα. Μεθ' ων καί ικετεύει άπαύστως, δούναι ημίν πταισμάτων λύσιν.


Ο ΑΓΙΟΣ ΕΛΠΙΔΗΦΟΡΟΣ (ή Ελπιδοφόρος)
Μαρτύρησε δια ξίφους.


ΟΙ ΑΓΙΟΙ ΔΙΟΣ, ΒΥΘΟΝΙΟΣ (ή Βιθυνίας) καί ΓΑΛΥΚΟΣ
Τα βιογραφικά τους στοιχεία είναι συγκεχυμένα. Στό Λαυρεωτικό Κώδικα Ι 70 ή μνήμη τους συνοδεύεται με αυτή του Μάρτυρα Ίλαρίωνα, ό όποιος άλλου δεν μνημονεύεται. Σύμφωνα λοιπόν με τον Κώδικα αυτό, οι Άγιοι αυτοί, αυθόρμητα παρουσιάστηκαν στον άρχοντα της πόλης τους καί του έκαναν δριμύτατη παρατήρηση, διότι θα θυσίαζε στα είδωλα. Καί συγχρόνως ομολόγησαν ότι είναι χριστιανοί. Ό δε πονηρός άρχοντας τους είπε να έλθουν στη γιορτή των ειδώλων καί αφού θυσιάσουν σ' αυτά, θα έκανε ό,τι αυτοί του έλεγαν. Οι Άγιοι προσποιήθηκαν ότι θα πήγαιναν. Όταν όμως άρχισε ή γιορτή καί ήλθε ή ώρα να θυσιάσουν, οι Άγιοι έριξαν κάτω τα είδωλόθυτα καί συνέτριψαν τους ειδωλολατρικούς βωμούς. Τότε ο'ι φτωχοί της πόλης, έτρεξαν καί άρπαξαν το χρυσάφι από τους κατεστραμμένους βωμούς καί έφαγαν όλα τα είδωλόθυτα. Διότι την εποχή εκείνη, στην πόλη αυτή, υπήρχε πολλή πείνα. Όταν το είδε αυτό ό άρχοντας καί οι ειδωλολάτρες, το θεώρησαν μεγάλη προσβολή. Τους έδεσαν λοιπόν με σχοινιά καί για τρία 24άωρα τους έσερναν μέσα στους δρόμους της πόλης, καί τους χτυπούσαν αλύπητα με πέτρες, ξύλα, καί τους έκοβαν με τα δόντια τις σάρκες τους. Στό τέλος, αφού τους έδεσαν με ογκόλιθους, τους έριξαν μέσα στη θάλασσα. Άλλ' άγγελος Κυρίου τους ανέσυρε σώους καί αβλαβείς. Μπροστά σ' αυτό το θαύμα, πολλοί ειδωλολάτρες έγιναν χριστιανοί. Κατόπιν όμως, οι πιο πωρωμένοι άπ' αυτούς, τους αποκεφάλισαν καί έτσι έλαβαν τα στεφάνια του μαρτυρίου. Άλλοι Συναξαριστές όμως γράφουν, ότι ό μεν Βιθύνιος μαρτύρησε αφού τον έριξαν στη θάλασσα, ό δε Γάλυκος αφού τον έριξαν στα θηρία, καί ό Δίος μαρτύρησε αφού δέχτηκε μια κεραμίδα στο κεφάλι.


Ο ΟΣΙΟΣ ΙΛΛΥΡΙΟΣ
Άσκήτευσε στο όρος του Μυρσινώνος καί απεβίωσε ειρηνικά.


Ο ΑΓΙΟΣ ΠΑΥΛΟΣ ό Ρώσος ό Απελεύθερος
Ό νεομάρτυρας αυτός ήταν Ρώσος στην καταγωγή καί σε παιδική ηλικία αιχμαλωτίσθηκε από τους Τατάρους, από τους οποίους τον αγόρασε κάποιος χριστιανός στην Κων/πολη καί τον ελευθέρωσε. Στήν πόλη αυτή ό Παύλος παντρεύτηκε Ρωσίδα γυναίκα , πρώην αιχμάλωτη, με την οποία ζούσε ζωή ευσεβή. Κάποτε όμως τον κατέλαβε επιληψία καί τον οδηγούσαν στον Ναό της Θεομήτορος, της επονομαζόμενης του Μογλουνίου. Στό δρόμο συνάντησε Τούρκους καί άρχισε να ζητάει άπ' αυτούς βοήθεια, φωνάζοντας "Άγαρηνός είμαι". Οι Τούρκοι αυτοί ανέφεραν το γεγονός στον Βεζίρη, πού πρόσταξε τη σύλληψη των Ιερέων του προαναφερθέντος Ναού καί του ιδίου του μάρτυρα. Όταν ό Παύλος, κατά την παραμονή του στον Ναό, έγινε καλά, παρουσιάστηκε στον άρχοντα, ό όποιος του ζητούσε να ομολογήσει επίσημα τον μουσουλμανισμό καί θα του εξασφάλιζε δόξες καί τιμές. Ενώ στην αντίθετη περίπτωση, τον απειλούσε με βασανιστήρια καί θάνατο. Ό Παύλος, ένδυναμούμενος από τη σύζυγο του, πού τον συνόδευε, ομολογούσε με θάρρος τον Χριστό. Όποτε τον έριξαν στη φυλακή καί ύπέμεινε με καρτερία τα βασανιστήρια. Όταν καί πάλι ομολόγησε τον Χριστό μπροστά στο Βεζίρη, οδηγήθηκε δέσμιος στον Ιππόδρομο "Ατ μεϊντάν", όπου έλαβε το στεφάνι του μαρτυρίου, αφού τον αποκεφάλισαν. Ηταν 3 Απριλίου, Μεγάλη Παρασκευή, το έτος 1683. Μαρτύριο του Αγίου συνέγραψε ό Ιωάννης Καρυοφύλλης.


[Η ΑΓΙΑ ΑΓΑΠΗ ή Παρθενομάρτυς ή μετά της Αγίας Μαρίνας εν Αντιόχεια]
 

 

Πίσω Αρχική σελίδα