Ζωηφόρος

Το ήθος της αντιπαλότητας

Στήν “Ἐφημερίδα τῶν Συντακτῶν” τῆς 6ης Δεκεμβρίου 2013 (ἀριθμός φύλλου 322) δημοσιεύθηκε μιά συνέντευξη τοῦ Ἄγγλου συγγραφέα Τζόναθαν Κόου. Ἐκτός τῆς συγγραφικῆς του δραστηριότητας ὁ Κόου, ἔχει σπουδάσει Φιλολογία στό TrinityCollege τοῦ Πανεπιστημίου τοῦ Καίμπριτζ καί εἶναι διδάκτωρ τοῦ Πανεπιστημίου τοῦ Γουόρικ, στό ὁποῖο ἀσκεῖ ἐπίσης καί καθηγητική-διδακτική δραστηριότητα. Εἶναι συνεργάτης τῆς γνωστῆς Λονδρέζικης ἐφημερίδας “The Guardian”, καθώς καί κριτικός κινηματογράφου στό περιοδικό “New Statesman”.

 

Ὁ Τζόναθαν Κόου ἄνετα μπορεῖ νά κατηγοριοποιηθεῖ στό ρεῦμα τοῦ πρωτοποριακοῦ “προοδευτισμοῦ” καί μάλιστα στήν πλέον προκεχωρημένη της ἔκφραση. Στό ἔργο του «Τί ὡραῖο πλιάτσικο» ἀσκεῖ σκληρή κριτική στίς ἄρχουσες τάξεις τῆς Ἀγγλίας καί ἀναδεικνύει τίς κοινωνικές καί πολιτισμικές συνθῆκες ἐντός τῶν ὁποίων ἀνατράφηκε καί ἀναδείχθηκε ἡ Μάργκαρετ Θάτσερ. Μάλιστα, δέν χαρίζεται καθόλου στήν πρώην πρωθυπουργό καί σατιρίζει (στό ἔργο αὐτό) μιά σειρά ἀπό καταστάσεις τῆς λεγομένης Θατσερικῆς περιόδου.

Στήν Ἑλλάδα τονίστηκε κατά κόρον ὁ ἀντιθατσερισμός τοῦ Κόου, μιᾶς καί αὐτός “πουλάει”. Αὐτό φαίνεται καί ἀπό τήν κοσμοσυρροή πού σημειώθηκε ὅταν ἔγινε ἡ παρουσίαση τοῦ πρόσφατου βιβλίου τοῦ Ἄγγλου συγγραφέα “Expo 58” (μέ ἀφορμή καί τήν κυκλοφόρησή του στήν Ἑλλάδα) στήν Στέγη Γραμμάτων καί Τεχνῶν στίς ἀρχές τοῦ Δεκεμβρίου τοῦ 2013. Παντοῦ τόνιζαν τήν αἰχμηρή προοδευτικότητα καί τόν ριζοσπαστισμό τοῦ Τζόναθαν Κόου, ἰδίως δέ πρόβαλλαν τόν ἀντιθατσερισμό του.

Ἐκεῖνο ὅμως πού ἔχει σημασία κατά τήν ταπεινή μας γνώμη εἶναι κάτι ἄλλο, στό ὁποῖο σχεδόν οὐδείς (ἐκ τῶν διαφημιστῶν του) στάθηκε. Εἶναι ὁ τρόπος μέ τόν ὁποῖο ἀναφέρεται στήν Μάργκαρετ Θάτσερ. Λέει λοιπόν γιά τήν πρώην πρωθυπουργό πού σημάδεψε μέ τήν πολιτική της τήν Ἀγγλία: “Ἡ πολιτική της ἄνοιξε τόν ἀσκό τοῦ Αἰόλου γιά τόν φιλελευθερισμό καί ἔμμεσα ὁδήγησε στήν σημερινή κρίση. Ὡστόσο, ἀναγνωρίζω ὅτι ἦταν μαχητική σέ θέματα ταξικά. Μισοῦσε τό ὅτι τό Συντηρητικό Κόμμα ἦταν τό προπύργιο μιᾶς πολιτικῆς ἐλίτ, ἄνθρωποι μαλθακοί, μέ εὔκολη ζωή, πού σπούδαζαν στό Καίμπριτζ καί στά καλύτερα πανεπιστήμια καί δέν κατανοοῦσαν τούς ἁπλούς ἀνθρώπους. Τότε ὑπῆρξε ἄρση τῶν ταξικῶν διαχωριστικῶν γραμμῶν στήν Ἀγγλία, πρᾶγμα πού δέν συμβαίνει σήμερα”.

Αὐτά ἀναφέρει λοιπόν γιά τήν Μάργκαρετ Θάτσερ ὁ Τζόναθαν Κόου. Καί ἔχει μεγάλη σημασία ὁ τρόπος πού ἀναφέρεται στήν πρώην πρωθυπουργό καί μάλιστα στά θετικά στοιχεῖα πού τῆς ἀναγνωρίζει, στίς προϋποθέσεις καί στά βαθύτερά της κίνητρα γιά τήν ἄρση τῶν ταξικῶν διαχωρισμῶν.

Τό νά ἀναγνωρίζεις στούς ἀντιπάλους σου, μέ τούς ὁποίους εὑρίσκεσαι σέ μιά πολιτικο–ιδεολογική διαμάχη, τήν ἁγνότητα τῶν κινήτρων, νά τούς προσδίδεις τήν εὐθύτητα τῆς εἰλικρίνειάς τους καί νά βλέπεις τήν ἀποτελεσματικότητα αὐτῆς τῆς πολιτικῆς, τότε πραγματικά ἡ ἀντιπαλότητά σου αὐτή χαρακτηρίζεται ἀπό ἕνα ἑδραῖο ἦθος καί ἀπό ἕναν βαθύ, βαθύτατο πολιτισμό. Εἶναι ἕνας πολιτισμός, πού δέν σοῦ ἐπιτρέπει νά ἰσοπεδώσεις καί νά ἐκμηδενίσεις μέ ὀξεῖς χαρακτηρισμούς καί μέ μιά βίαιη προφορική (ἤ γραπτή) ἐκφορά τοῦ λόγου σου τήν προσωπικότητα τοῦ ἀντιπάλου σου.

Ἔχουμε τήν αἴσθηση, ὅτι ὁ τρόπος πού συζητᾶμε στήν χώρα μας, ὁ τρόπος ἀκόμη πού συγκρουόμαστε καί ἀφήνουμε νά ἐκτυλίσσονται οἱ διαμάχες μας γιά σοβαρά πνευματικά (ἤ μή) ζητήματα, πόρρω ἀπέχει ἀπό τό πνεῦμα αὐτῆς τῆς τοποθετήσεως τοῦ Τζόναθαν Κόου γιά τήν Μάρ-γκαρετ Θάτσερ. Ἐδῶ καλά κρατεῖ ἡ διάθεση γιά ἐκμηδενισμό καί ἐξαφάνιση τόσο τοῦ ἀντιπάλου, ὅσο καί τῶν θέσεών του. Ἐκεῖνο δέ πού ἀποτελεῖ καίριο στόχο στήν ἀντιπαλότητα, εἶναι ἡ μέ κάθε τρόπο ἀγνόηση τῶν προϋποθέσεων καί κινήτρων τοῦ ἀντιπάλου. Ἐάν βέβαια δέν ἰσχύει ἡ ἀγνόηση ἤ ἡ ἀποσιώπηση τῶν προϋποθέσεων καί τῶν κινήτρων, τότε ἀνασύρεται ἀπό τήν φαρέτρα τῶν σχετικῶν ἐπιχειρημάτων ἡ πάση θυσία ἀμαύρωσή τους. Διότι μέ τήν ἀμαύρωση αὐτή ἐπιτυγχάνεται καί ὁ πλήρης εὐτελισμός (τοῦ ἀντιπάλου) κατά τά μέτρα πού εἶναι ἐπιθυμητά. Γνωστές καταστάσεις αὐτές, γνωστές καί οἱ ἀπολήξεις τους καθώς καί οἱ ἰδιοτελεῖς σκοπιμότητες πού ὑποβάλλουν τό στίγμα τους. Εἶναι σάν σαράκι πού κατατρώει τήν δύστηνη φυλή μας  καί μάλιστα τό φαινόμενο αὐτό τῆς “θηριομαχίας” ἔχει γίνει πάρα πολύ ἔντονο στίς ἡμέρες μας. Πρόκειται γιά ἕνα πάθος «σαρκοβόρο» πού συσκοτίζει τήν λογική, ἀλλά πού εἶναι καί ἀπότοκο τῆς ἀπουσίας λογικῆς. Ἐμποδίζει νά κατανοήσουμε τήν λογική ροή στίς καταστάσεις πού ἐκτυλίσσονται καί παρωθεῖ σέ μίαν ἀπύθμενη ἀγκύλωση τοῦ ἑαυτοῦ στήν μονομερῆ κλειστότητά του. Εἶναι ἕνας ἰδιότυπος «ἔλλογος» αὐτισμός σέ ὅλο του τό μεγαλεῖο.

Συνιστᾶ σοβαρό ἐμπόδιο ἐπίσης στό νά κατανοήσουμε καί νά ἀντιληφθοῦμε καί τήν Ἱστορία μέ ἀντικειμενικό, ἤρεμο καί νηφάλιο τρόπο. Δυστυχῶς κυριαρχεῖ τό τελείως ἀντίθετο. Ἁλωμένοι σέ ἐμπαθεῖς ἀναγνώσεις τῆς Ἱστορίας, μέ προδιαθέσεις γιά τοποθέτηση στό «πῦρ τό ἐξώτερον» καταστάσεων καί προσωπικοτήτων –μέ ἀλαζονική ἐπιπολαιότητα ἔχουμε προαποφασίσει στό δικό μας ἰδιότυπο «δικαστήριο»– πού ἀντιπαθοῦμε, μᾶς εἶναι ἀδύνατον νά σταθοῦμε ἐλλόγως ἔναντι τοῦ παρελθόντος. Ἡ στάση μας  αὐτή στοιχειοθετεῖ ὁλοφανῆ ἀδυναμία καί παντελῆ ἀνικανότητα ἔλλογης πρόσληψης τοῦ ἱστορικοῦ παρελθόντος. Ἐάν αὐτά ἰσχύουν γιά τήν σχέση μας μέ τό παρελθόν, τότε μποροῦμε νά καταλάβουμε πόσο ἀνέστιοι καί ἀπαράσκευοι εἴμαστε γιά νά ἀντιληφθοῦμε τί γίνεται τώρα, στόν παρόντα χρόνο. Καί αὐτόεἶναι σοβαρή πνευματική ἀσθένεια.

Δέν ἔχουμε τήν διάθεση, οὔτε τήν πρόθεση νά ἀσκήσουμε τόν ὁποιοδήποτε σχετικισμό στήν σοβαρότητα τοῦ ὅποιου μεγάλου πνευματικοῦ ἤ πολιτικοῦ ἤ κοινωνικοῦ ζητήματος. Αὐτό πού ἀποτελεῖ βασικό μέλημα τοῦ μικροῦ αὐτοῦ σημειώματος, εἶναι ἡ ἀναφορά στίς προϋποθέσεις καί στίς μεθόδους σύμφωνα μέ τίς ὁποῖες διαλεγόμεθα ἤ καί ἀντιπαρατασ-σόμεθα. Προξενεῖ δέ ἀκόμη πιό ἀλγεινή ἐντύπωση ἡ κατάσταση αὐτή, ὅταν παρατηρεῖται καί ἐκεῖ ὅπου ὑπάρχει συμπόρευση ἤ συστράτευση σέ σοβαρά καί μεγάλα πνευματικά ζητήματα πού ἀπασχολοῦν τήν κοινωνία μας. Ἐκεῖ παρουσιάζονται φαινόμενα μιᾶς χωρίς ἀρχές ἀντιπαλότητας πού φθάνουν  σέ ἀκραῖες καταστάσεις πάρα πολλές φορές. Φερ’ εἰπεῖν ὅταν ἔχει διατυπωθεῖ ἤ ἐκφρασθεῖ μέ σαφῆ τρόπο μιά σειρά ἀξιόλογων πνευματικῶν θέσεων καί τοποθετήσεων πού μποροῦν νά συντελέσουν στήν καλή καί ἐπιτυχῆ ἀντιμετώπιση τῆς πραγματικότητας πού βιώνουμε, τότε, ἤ ἀγνοεῖται σκόπιμα ἡ πατρότητα τῶν θέσεων αὐτῶν, ἤ ἀποσιωποῦνται παντελῶς. Ὅταν δέ ἀρχίζει καί γίνεται κάποιος δημόσιος λόγος γιά τίς θέσεις καί τοποθετήσεις αὐτές, τότε δέν ἀναφέρεται πουθενά αὐτός  ἤ αὐτοί πού (πρῶτοι) τίς ἐξέφρασαν καί (πρῶτοι) τίς διατύπωσαν, σάν νά μήν ὑπῆρξαν ποτέ. Στήν περίπτωση αὐτή παρουσιάζεται καί τό φαινόμενο τῆς ἁρπακτικῆς προσοικείωσης καί ἰδοποίησης πρός ἴδιον ὄφελος δόξης καί προβολῆς. Ἀλλά αὐτό εἶναι σαφῶς ἐμπαθής κατάσταση καί μάλιστα ὀξύτατης μορφῆς. Πλανᾶται δυστυχῶς ἡ αἴσθηση ὅτι προτάσσεται ἐδῶ τό προτάγμα ὑπό μορφήν τῆς ἀκόλουθης ἐρωτήσεως: “Γιατί νά φαίνεται αὐτός ἤ αὐτοί καί ὄχι ἐγώ ἤ ἐμεῖς;”

Φαίνεται πολύ ἀπόμακρος (δυστυχῶς) ὁ τρόπος πού οἱ Ἅγιοι Πατέρες τῆς Ἐκκλησίας μας, διαλέγονταν ἤ μάχονταν μέ τούς αἱρετικούς καί αἱρεσιάρχες στό διάβα τῆς πνευματικῆς Ἱστορίας. Δέν φοβόντουσαν νά δοῦν σέ ὅλη τους τήν ἔκταση τίς προϋποθέσεις, τά ἀρχικά ἐρωτήματα, τίς θεμελιώδεις θέσεις τῶν ἀντιπάλων τους. Ἀκόμη καί τό ἐνδεχόμενο καλῶν προθέσεων ἐξέταζαν σέ αὐτούς καί διά τῆς λογικῆς καί διά τῆς εἰς ἄτοπον ἀπαγωγῆς ἀποδείκνυαν τό ἀντίθετο. Ἔπαιρναν ἀκόμη ὑπ’ ὄψη τους καί τό ἐνδεχόμενο νά ἐννοοῦν (οἱ αἱρεσιάρχες-αἱρετικοί) καί ἐκδοχές πού οὔτε κἄν ἦταν μέσα στά κακόδοξα κείμενά τους. Διά τῆς λογικῆς καί τῆς ἑδραίας Θεολογίας τους, ἀπεδείκνυαν ὅτι κάτι τέτοιο δέν ἰσχύει. Καί ὅλα αὐτά γιά νά μήν ἀδικηθοῦν ἀκόμη καί οἱ αἱρετικοί στήν ἀντιπαλότητα αὐτή. Αὐτό τό ἦθος τοῦ “εὖ διαλέγεσθαι” ἀπουσιάζει σήμερα, ἀλλά θά ἔπρεπε νά μᾶς ὁδηγεῖ. Εὐτυχῶς βέβαια πού σημειώνονται φωτεινές ἐξαιρέσεις στόν τομέα αὐτό στόν Ἐκκλησιαστικό χῶρο.

Βασίλης Π. Μακρής

Μεταλλειολόγος

 

«ΕΝΟΡΙΑΚΗ ΕΥΛΟΓΙΑ» Ἀρ. Τεύχους137, Ἰανουάριος2014

Αγιολογιο

Αγιον Ορος

Αγιοι της Λεσβου

©2005-2016 Zoiforos.gr || Σχεδίαση - Ανάπτυξη Lweb.GR

Login or Register

Register

User Registration
or Cancel