Ζωηφόρος

Αντίδοτο στον μαρασμό, του Σαράντου Καργάκου,

Αντίδοτο στον μαρασμό

του Σαράντου Καργάκου


ιστορικού, φιλολόγου και δοκιμιογράφου

Εἰλικρινά, αὐτό πού μέ φοβίζει στόν παρόντα καιρό δέν εἶναι ἡ οἰκονομική κρίση, ὅσο ὁ νεανικός μαρασμός καί ὁ «ξεχαρβαλισμός» (ἄς μοῦ συγχωρεθεῖ ὁ νεολογισμός). Βλέπω τούς νέους μαραμένους, μερικούς μανιασμένους καί κάποιους –λίγους εὐτυχῶς– παντελῶς ξεσαλωμένους. Εἶναι αὐτοί πού τρῶνε ὡς ἐπιδόρπιο τά «Σταφύλια τῆς Ὀργῆς» τοῦ Στάινμπεκ (ἄν τόν ἔχουν ἀκουστά) καί πού προσπαθοῦν τήν κάθε δύσκολη ἡμέρα μας νά τήν κάνουν «dies iroe» (= ἡμέρα ὀργῆς) καί καταστροφῆς. Ὡσάν διά τῆς καταστροφῆς θά προκύψει ἡ σωτηρία!

Δέν θέλω νά ἀσχοληθῶ μέ αὐτά τά περίφημα «Ὀργισμένα νιάτα» πού ξεκίνησαν, ὅταν ἤμουν κι ἐγώ ἕνα ὀργισμένο ἀλλά σκληρά ἐργαζόμενο «νιάτο»! Ἀπό τήν ἐποχή πού ἀνέβηκε στή σκηνή τό ἔργο τοῦ Ὄσμπορν, κάθε νεανική φουρνιά τό παίζει ὀργισμένη. Μέχρι πού κομφορμιστικά νά γίνει βολεμένη. Ὅπως θά γίνουν καί οἱ περισσότεροι τῆς σήμερον «ὀργισμένοι». Διότι ἡ ὀργή «πουλάει» πολιτικά.

Τό πρόβλημα γιά μένα εἶναι, τί γίνεται μέ τά ἄλλα παιδιά πού ἀπό τήν οἰκογενειακή θερμοκοιτίδα πέσανε στήν παγωνιά. Καί πού τό σχολεῖο τά ἔκανε ἀνάπηρα. Τά ἔμαθε νά μήν ξέρουν νά κάνουν καμμιά δουλειά. Θηλυκά πού δέν ξέρουν νά ράψουν ἕνα κουμπί, ἀγόρια πού δέν ξέρουν νά χειρισθοῦν μιά «πένσα», μιά τανάλια. Νά φυτέψουν ἕνα λουλούδι, νά κλαδέψουν ἕνα δεντρί.

Τό σοβαρότερο πάντως ἔγκλημα εἶναι αὐτό πού διαπράχθηκε εἰς βάρος τῆς νεανικῆς ψυχῆς. Ἔσβησε ἀπό τά στήθη τῶν νέων τό ἔμψυχον καί τό εὔψυχον, ὅπως θά ἔλεγε ὁ Θουκυδίδης. Ψυχές χωρίς ψυχή. Ξύλα πού δέν κάνουν οὔτε γιά προσάναμμα. Δέν εἶναι βέβαια εὐθύνη δική τους αὐτή ἡ φθοροεργός ἐπίδραση στόν ψυχικό τους κόσμο. Βασικοί φθορεῖς εἶναι ἡ οἰκογένεια, τό σχολεῖο, ἡ πολιτεία, ἡ περιρρέουσα κοινωνική ἀτμόσφαιρα καί τά ΜΜΕ, πού ἔχουν ἀναλάβει τόν κύριο ρόλο στήν «κακοπαιδαγώγηση» τῆς νεολαίας. Χρόνια τώρα ὅλοι μιλᾶνε στά παιδιά γιά δικαιώματα. Οἱ λέξεις καθῆκον, ὑποχρέωση, εὐθύνη ἔχουν ἀποβληθεῖ. Ὅλα τά σχολικά σκαλαθύρματα μνημονεύουν τή λέξη δικαίωμα. Τό καθῆκον ποτέ. Ἀλλ᾽ ἡ παιδεία τῶν δικαιωμάτων ἔφερε τήν ψυχική ἀτροφία.

Μπορεῖ τά παιδιά νά ἔπαιρναν σωματικό βάρος ἀλλά ἔχαναν σέ εἰδικό βάρος! Ἀκόμη καί τά τραγούδια (ἄν λέγεται τραγούδι αὐτή ἡ ἀκουστική τραγωδία!) πού ἀκοῦνε, ἀντί νά δημιουργεῖ μιά ἀνθισμένη, πλάθει ἀπεναντίας μιά χαλασμένη ψυχή.

Μπορεῖ ἐμεῖς, τά παιδιά τῆς Κατοχῆς, νά μήν χορτάσαμε ψωμί, ἀλλά χορτάσαμε τραγούδι. Τραγούδι πού ἔκανε ὄρθιες ψυχές, πού ἔκανε εὐαίσθητες τίς καρδιές. Παρότι Μανιάτης, γαλουχήθηκα, ἐκτός ἀπό τό ἀναγκαῖο μοιρολόι, μέ τίς ὑπέροχες κρητικές μαντινάδες. Στή φτωχογειτονιά πού μεγάλωσα, ἐκτός ἀπό τούς βάρδους τοῦ μπουζουκιοῦ, εἶχα τήν τύχη νά γνωρίσω καί δύο ὑπέροχους Κρητικούς. Ἄνθρωποι τῆς δουλειᾶς. Καί μάλιστα σκληρῆς δουλειᾶς.

Ἀλλά τό βράδυ ἔκαναν τό χαμόσπιτό τους παράδεισο. Ὁ ἕνας μέ τή λύρα κι ὁ ἄλλος μέ τό χρυσό λαρύγγι. Κοντά τους γνώρισα τίς μαντινάδες. Μιά ποίηση λιτή, μεγαλόπρεπη, μέ σύντομη ἔκφραση ἀλλά πού εἶχε λάμψη κεραυνοῦ. Ἦχος πού μετουσιωνόταν σέ ἰαχή ἐλευθερίας, σέ μάθημα παλληκαριᾶς, λεβεντιᾶς, ἀπροσκύνητου ἤθους.

Κυρίως, ὅμως, οἱ μαντινάδες αὐτές στάθηκαν γιά μένα ὑψηλό μάθημα κοινωνικῆς εὐθύνης.

Κι ἔτσι τῆς δίδαξα στούς χιλιάδες μαθητές μου. Ἡ ζωή εἶναι δική σου ὑπόθεση• ὄχι τοῦ κράτους. Φτιάξε γερά τόν ἑαυτό σου καί μετά κτίσε μόνος τή ζωή σου. Μήν περιμένεις ἀπό κανέναν νά κάνει γιά σένα ὅ,τι μπορεῖς νά κάνεις μόνος σου! Τί καλύτερο μποροῦμε νά διδάξουμε σήμερα τά παιδιά ἀπό τίς μαντινάδες πού τραγουδούσαμε παλιά; Αὐτές δημιουργοῦσαν μιά ἀγωγή πού ἔφερνε τήν ἀναγωγή. Κι αὐτές, ἄν γίνονταν βίωμα τῶν σημερινῶν παιδιῶν, θά μποροῦσαν νά τούς σταθοῦν ὁδηγός στά σκοτεινά μονοπάτια τοῦ μέλλοντος. Γι᾽ αὐτά τά τρομαγμένα παιδιά προσφέρω ἀπό μνήμης ὅ,τι ἐδίδασκα παλιά:

«Ὄντες λογιάσεις μιά δουλειά,

ὄρτσα καί μή φοβᾶσαι

Ἀμόλα τη τή νιότη σου

καί μήν τηνε λυπᾶσαι!

Ὄρτσα, διόλε, τήν πίστη σου

κι ὅπου τό βγάλει ἡ βράση

γιά πού θά σάσει (= φτιάξει) μιά δουλειά

γιά πού θ᾽ ἀποχαλάσει...».

Ποιό μήνυμα πρέπει νά μεταδώσουμε στά παιδιά; Ἕνα ἀρκεῖ: «Μπορεῖς• τόλμησε μόνο».

Αὐτό πού ἔλεγαν οἱ ἀρχαῖοι, «Ὁ τολμῶν νικᾶ», τό ἔλεγαν –ἴσως καί νά τό λένε ἀκόμη– οἱ Κρητικοί σέ κάθε τους τραγούδι. Τό πρόσωπο τῆς ἀδάμαστης, τῆς πολυαιματωμένης Κρήτης λάμπει σάν πετράδι στό κορμί τῆς Ἑλλάδος καί τό τραγούδι της, ἐκεῖνο τό κέλευσμα γιά ἡρωική στάση ζωῆς εἶναι τό ὑψηλότερο μάθημα πολιτικῆς καί κοινωνικῆς ἀγωγῆς. Θυμᾶμαι:

«Ἀπού ᾽ναι νιός καί δέν πατεῖ

τό μάρμαρο νά τρίζει,

ἴντα τή θέλει τή ζωή

νά τηνε κουλαντρίζει...».

Θέλει παλληκαριά ἡ ζωή γιά νά τήν «κουλαντρίσουμε» σωστά. Αὐτό πρέπει νά τό ποῦμε στά παιδιά. Δέν ἀρκεῖ μόνον ἡ ὑλική τροφή. Χρειάζεται καί μιά ψυχοτονωτική ἀγωγή. Ὄχι μέ ψυχοφάρμακα. Ἀλλά μέ μιά παιδεία εἰς ἡρωισμόν. Ἡρωισμό γράφω, ὄχι μαγκιά. Ἡ μαγκιά μάγκωσε τήν Ἑλλάδα καί τήν καθήλωσε στά χαμηλά. Παιδεία πού νά προσφέρει ἰδανικά. Κάποτε δίδασκα: «Νέοι χωρίς ἰδανικά κέλυφος ἄνευ οὐσίας». Κανείς δέν διενοεῖτο τότε νά διαφωνήσει. Φέτος πού τό εἶπα κάπου, ἕνας νεαρός μοῦ ἀπάντησε: «Πλάκα μᾶς κάνεις; Τά ἰδανικά τώρα εἶναι στά παλιατζήδικα».

Δέν τό ἀποκλείω. Ἐκεῖ τά ρίξανε οἱ ἀρχιτέκτονες τῶν ἐκπαιδευτικῶν μεταρρυθμίσεων. Ἀλλά μαζί μέ τά πεταμένα στά σκουπίδια ἰδανικά, πετάγονται σάν ἄδεια κουτιά καί τά ἴδια τά παιδιά. Ἀπό κάπου βαθειά ἀκούω νά ἔρχεται μιά ἀπελπισμένη νεανική κραυγή:

– Δῶστε μου ἕνα ζευγάρι μεταχειρισμένα –ἔστω– ἰδανικά. Ἴσως ὁ λόγος αὐτός τοῦ Ἴψεν, ἄν πολλαπλασιασθεῖ, νά μᾶς ὑψώσει κάποια στιγμή.

πηγή: http://www.elzoni.gr/html/ent/529/ent.18529.asp

Αγιολογιο

Αγιον Ορος

©2005-2016 Zoiforos.gr || Σχεδίαση - Ανάπτυξη Lweb.GR

Login or Register

Register

User Registration
or Cancel