Κ

 

Καθαίρεσις. Ή εσχάτη ποινή πού επιβάλλεται από τα εκκλησιαστικά δικαστήρια στους Κληρικούς των τριών βαθμών. Ό Κληρικός πού τιμωρείται με την ποινή αυτή επανέρχεται στην τάξη, στην οποία ανήκε πριν απόκτηση την Ιερωσύνη. Αν, δηλαδή, ήταν Λαϊκός, επανέρχεται στην τάξη των Λαϊκών, αν ήταν Μοναχός, στην τάξη των Μοναχών.
Από τα εβδομήντα εξ (76) παραπτώματα, τα όποια τιμωρούνται με Κ, τα κυριώτερα είναι τα εξής:
1) αίρεσις
2) γάμος μετά τη χειροτονία
3) διγαμία
4) εισπήδησις σε ξένη Μητρόπολη
5) εγκατάλειψις της Ενορίας ή της Επισκοπής
6) επιορκία
7) Ιεροσυλία
8) κοσμικά αξιώματα
9) μέθη
10) μοιχεία
11) πορνεία
12) σιμωνία
13) φόνος κ.λ.π.

***

Καθολικόν, το. Ό κεντρικός ναός Ι. Μονής πού χρησιμοποιείται για τη λατρευτική Σύναξι όλων των Μοναχών της Μονής (π.χ. το Κ της Μεγίστης Λαύρας, του Αγίου Όρους κ.λ.π.). Ό όρος υπονοεί, ότι υπάρχουν και άλλοι μικρότεροι Ναοί (συνήθως παρεκκλήσια), μέσα και έξω οπό τη Μονή, για τις καθημερινές λατρευτικές ανάγκες των Μοναχών, Αναχωρητών κ.λ.π.

***

Καθολικότης. Ένα από τα ιδιώματα της Εκκλησίας. Σημαίνει, ότι ή Εκκλησία είναι ανοιχτή προς όλους τους ανθρώπους και αποβλέπει στη σωτηρία όλων των ανθρώπων, χωρίς καμιά διάκριση φυλετική, ή εθνική ή γλωσσική.
 Ό όρος Κ σημαίνει ακόμη, ότι η Εκκλησία κατέχει το πλήρωμα της θείας Άποκαλύψεως και 'Αληθείας.

***

«Καθ' όμοίωσιν». Βιβλικός όρος πού αναφέρεται στο δεύτερο χαρακτηριστικό του ανθρώπου, κατά τη στιγμή της δημιουργίας του: «Ποιήσωμεν άνθρωπον κατ' εικόνα ημετέραν και καθ' ομοίωσιν» (Γεν. α' 26).
Ή έννοια του όρου αυτού είναι, ότι ο Θεός χάρισε στον άνθρωπο τη δυνατότητα της ηθικής και πνευματικής προόδου. Ετσι ό άνθρωπος δεν είναι ένα στατικό δημιούργημα, αλλά, εκμεταλλευόμενος τα χαρίσματα του «κατ' εικόνα», μπορεί να προοδεύση πνευματικά καί να μοιάση με το Θεό καί Δημιουργό του (βλ. θέωσις).
Ή δυνατότης του «καθ' ομοίωσιν», μετά την Πτώσι, δεν χάθηκε τελείως, αλλά εξασθένησε. Γι' αυτό χρειάζεται ό άνθρωπος να ενισχύεται συνεχώς από τη δύναμη της χάριτος του Χριστού.

***

Καθαρτήριον Πυρ. Δόγμα της ΡΚ Εκκλησίας, σύμφωνα με το οποίο οι ψυχές των ανθρώπων καθαρίζονται με καθαρτήριες τιμωρίες, περνώντας μέσα από τη φωτιά της θείας Δικαιοσύνης γι' αυτό και ή κατάστασις αυτή ονομάζεται «καθαρτήριον πυρ» (purgatorium).
Το ΚΠ, όπως δέχονται οι ΡΚ, είναι μία κατάστασις εξιλασμού (status expiationis), στην οποία οι ψυχές των νεκρών υπομένουν τιμωρίες για να Ικανοποιηθεί ή θεία Δικαιοσύνη και να εξιλεωθούν για τις αμαρτίες πού έκαναν.
Ή Ορθόδοξος Εκκλησία, ενώ δέχεται την κάθαρση καί εξαγνισμό των ψυχών πού βρίσκονται στη Μέση Κατάστασι, απορρίπτει ταυτόχρονα το δόγμα αυτό της ΡΚ Εκκλησίας για το ΚΠ, για τους έξης λόγους: α) Διότι ή Ικανοποίησις της θείας Δικαιοσύνης έγινε μια για πάντα και για όλους τους ανθρώπους από τον Κύριο Ιησού Χριστό πού με τη σταυρική του θυσία σήκωσε και εξάλειψε τις αμαρτίες όλου του κόσμου, β) Διότι οι ψυχές είναι ανίκανες να εξιλεωθούν και να σωθούν με δική τους ενέργεια ή με οποιεσδήποτε τιμωρίες του «καθαρτηρίου», γιατί, στην κατάσταση αυτή, οι άνθρωποι τίποτε πια δεν μπορούν να κάνουν από μόνοι τους, για τη βελτίωση τους ή την κάθαρση τους.
Σύμφωνα με την ορθόδοξη διδασκαλία, οι ψυχές ωφελούνται, θεραπεύονται καί καθαρίζονται, ωριμάζουν και προοδεύουν από τη χάρη και μόνο του Θεού και όχι από δική τους προσπάθεια, ούτε από δικές τους τιμωρίες. Τη χάρη δε αυτή του Θεού επικαλούνται οι Ευχές της Εκκλησίας (βλ. Μνημόσυνα), οι όποιες όχι μόνον ωφελούν τις ψυχές των πιστών, άλλα μπορούν ακόμη να ανακουφίζουν καί τις ψυχές των αμαρτωλών καί να τις ελευθερώνουν από τις οποιεσδήποτε οδυνηρές καταστάσεις (βλ. Μητρ. Πενταπόλεως Νεκταρίου, Περί Μνημοσύνων, Αθήναι).

***

Κακόν. Το Κ δεν έχει αυτοτελή ύπαρξη δεν είναι ένα ον πού αντιτίθεται στο Θεό και πού υπάρχει παράλληλα με τον αγαθό και δημιουργό Θεό (βλ. διαρχία). Κ είναι ή μυστηριώδης δυνατότης πού επέτρεψε ό Θεός να έχη το ελεύθερο δημιούργημα του, ο άνθρωπος, ώστε να λέει «όχι» στο Δημιουργό του και ν' απομακρύνεται άπ' Αυτόν (πού προσφέρεται πάντοτε σαν φίλος από τη στιγμή της Δημιουργίας), καθώς και να αρνείται την κλίση του Θεού πού είναι κι' αυτή κλήσης ελευθερίας.
Σύμφωνα με τη χριστιανική διδαχή, τα πρώτα πλάσματα πού έκαναν χρήσι της δυνατότητας αυτής, ήταν ένα μέρος του αγγελικού, πνευματικού κόσμου (βλ. Άγγελος, Δαίμονες), με συνέπεια να γίνουν ανελεύθερα, πονηρά και κακά πνεύματα.
Το ίδιο έκανε υστέρα και ό άνθρωπος (βλ. προπατορικό αμάρτημα), με την υποκίνηση όμως και τον πειρασμό του πονηρού πνεύματος, του διαβόλου.

***

Καλυμμαύχιον. Το καπέλο των ορθοδόξων Κληρικών (λέγεται και «Καλημαύκι»), το σχήμα και το χρώμα του οποίου παρουσιάζει μια ποικιλία στις διάφορες Ορθόδοξες Εκκλησίες: 1) Ελλήνων 2) Ρώσων 3) Ρουμάνων.
Το Κ των Ελλήνων Κληρικών είναι δυτικής προελεύσεως και εμφανίσθηκε κατά τα τέλη των βυζαντινών χρόνων. Στα τέλη του ΙΗ' αϊ. έγινε επίσημο καπέλο των δικαστών.

***

Κανδήλα ή Καντήλι. Ή λ. παράγεται από τη λατινική candela=κερί. Αρχαιότατη συνήθεια να ανάβεται φωτιά (φως) στους Ιερούς (βλ. ιερόν) χώρους, είτε για φωτισμό και προσφορά θυσίας είτε για συμβολισμό του θείου. Παλαιοί τύποι Κ είναι το απλό κερί ή το λυχνάρι (πρβλ. τον αρχαίο χριστιανικό ύμνο: «Φως Ιλαρόν...Ιησού Χριστέ», πού λέγεται έπιλύχνιος ευχαριστία, γιατί ψαλλόταν το βράδυ, με το άναμμα των λυχναριών).
Στη χριστιανική Εκκλησία το Κ τοποθετείται μπροστά στις άγιες εικόνες. Αυτό πού τοποθετείται μπροστά στον Εσταυρωμένο, μέσα στο Ιερό Βήμα, διατηρείται πάντοτε αναμμένο και γι' αυτό λέγεται «ακοίμητο» Κ.
Ένα Κ τοποθετείται επίσης στο εικονοστάσι του σπιτιού και ανάβεται κάθε βράδυ, σύμφωνα με την ορθόδοξο παράδοση.

***

Κανονικόν Δίκαιον. Κλάδος της θεολογικής επιστήμης (βλ. Θεολογία πού ασχολείται με τους Ιερούς Κανόνες (βλ. Κανών), τις διατάξεις δηλαδή των Αποστόλων, των Οικουμενικών Συνόδων και των αγίων Πατέρων της Εκκλησίας, πού ρυθμίζουν την πίστη καί το βίο των Χριστιανών.
Το ΚΔ της Ορθοδόξου Εκκλησίας περιλαμβάνεται σε: 85 Κανόνες των Αγίων Αποστόλων 189 Κανόνες Οικουμενικών Συνόδων Κανόνες 10 τοπικών Συνόδων Κανόνες 13 αγίων Πατέρων Κανόνες διαφόρων Πατέρων.

***

Κανών. Κ της Αγίας Γραφής: Ή συλλογή ή ό κατάλογος των βιβλίων της Π. και Κ. Διαθήκης, πού αναγνωρίσθηκαν από την Εκκλησία σαν θεόπνευστα, αυθεντικά και γνήσια και γι' αυτό λέγονται «Κανονικά» ή « Πρωτοκανονικά».
Για τον Κ της Κ. Διαθήκης υπάρχει γενική συμφωνία μεταξύ των χριστιανικών Εκκλησιών (από τον ΙΖ' αϊ.).
Για τον Κ της Π. Διαθήκης υπάρχουν διαφορές καί είδικώτερα για τα εξής 10 βιβλία: 1) Β' Εσδρας 2) Τωβϊτ 3) Ίουδίθ 4) Έσθήρ (τμήμα) 5) Σοφία Σολομώντος 6) Σοφία Σειράχ 7) Δανιήλ 8) Α' Μακκαβαίων 9) Β' Μακκαβαίων 10) Γ' Μακκαβαίων. Τα βιβλία αυτά, από την Ορθόδοξο Εκκλησία θεωρούνται ως Δευτεροκανονικά ή άναγιγνωσκόμενα. Από την ΡΚ Εκκλησία, ως Κανονικά καί από τις Προτεσταντικές Κοινότητες ως Απόκρυφα. Τα βιβλία αυτά, αν και διακρίνονται από τα Κανονικά, είναι σεβαστά από την Ορθόδοξο Εκκλησία και γι' αυτό έχρησιμοποιήθηκαν από τους Πατέρες και τους εκκλησιαστικούς συγγραφείς. Επίσης, σήμερα ή Εκκλησία μας χρησιμοποιεί τη μετάφραση των Ο' πού περιλαμβάνει και τα Δευτεροκανικά βιβλία (ευρύτερος Κ).
Ύμνογραφία: Ό Κ είναι εκκλησιαστικός ύμνος πού αποτελείται από εννέα συνήθως Ώδές. 0ι Κ σχηματίζουν συνήθως ακροστιχίδα (το πρώτο γράμμα των είρμών και των τροπαρίων), ή οποία μερικές φορές είναι και αλφαβητική (π.χ. ό Ακάθιστος Ύμνος). Ιεροί Κ λέγονται εκκλησιαστικοί νόμοι, διατάξεις, ήθη και έθιμα πού διετυπώθηκαν, διεμορφώθηκαν καί (σχύουν στην Ορθόδοξο χριστιανική Εκκλησία από την εποχή του Χριστού και των Αγίων Αποστόλων (βλ. Κανονικόν Δίκαιον).

***

Καταβασία. «Καταβασία», στην εκκλησιαστική γλώσσα λέγονται οι ειρμοί των Ώδών του Κανόνος πού ψάλλοντα· (ενώ τα άλλα τροπάρια του Κανόνος συνήθως διαβάζονται), όπως είναι π.χ. το «Ανοίξω το στόμα μου», «Σταυρόν χαράξας Μωσής» κ.λ.π.
Λέγονται Κ γιατί οι πιστοί, όταν έψάλλονταν τα τροπάρια αυτά, κατέβαιναν από τα «στασίδια» τους και έστέκονταν όρθιοι, σε ένδειξη μεγαλύτερου σεβασμού.

***

Κατακόμβη. Τα κοιμητήρια των πρώτων Χριστιανών. Ή ονομασία προέρχεται από την ελληνική πρόθεσι «κατά» και τη λατινική λ. «cumba», πού προέρχεται πάλι από την ελληνική λ. κύμβη (=τύμβος, τάφος). 0ι Κ ήσαν υπόγεια νεκροταφεία μέχρι και πέντε ορόφων κάτω από την επιφάνεια της γης. Σε κάθε όροφο υπήρχαν πολλοί στενοί διάδρομοι και ευρύτεροι θάλαμοι, στα τοιχώματα των οποίων ανοίγονταν, σε παράλληλες σειρές, οι τάφοι των Μαρτύρων (θήκαι και αρκοσόλια). 0ι τάφοι καλύπτονταν με μαρμάρινες πλάκες, πάνω στις όποιες έχάρασσαν το όνομα, την ηλικία, την ημερομηνία του Μαρτυρίου, καθώς και διάφορες επιγραφές, όπως «εν ειρήνη», «εν Κυρίω» κ.λ.π.
Κ ευρέθηκαν στην Ελλάδα (Μήλο, του Β' αί.) στην Ιταλία (Ρώμη), στην Αίγυπτο κ.λ.π. 0ι σπουδαιότερες κατακόμβες είναι της Ρώμης, όπως ή Κ του Αγ. Καλλίστου και Αγ. Σεβαστιανού (στην Άππία οδό), της Αγ. Καικιλίας, Αγ. Αγνής κ.λ.π.
Στη διακόσμησι των Κ επικρατούν ό Σταυρός, ή συμβολική παράστασις του Ψαριού (ΙΧΘΥΣ = Ιησούς, Χριστός, Θεού, ΥΙός, Σωτήρ), ή παράστασις της Θ. Ευχαριστίας, ό Χριστός ως Όρφευς και Καλός Ποιμήν κ.λ.π.

***

Κατακλαστόν, το. Από το ρήμα «κατακλάω»= τσακίζω, κόβω σε μικρά κομμάτια. Ό όρος αναφέρεται στα μικρά κομμάτια της προσφοράς πού εμποτίζονται στο Ανάμα και προσφέρονται στους πιστούς πού εκοινώνησαν.
Σήμερα, το Κ δίδεται μόνο στους Κληρικούς πού ελειτούργησαν. Στούς πιστούς διανέμεται το Αντίδωρο.

***

Κατάλυσις. Κ στην εκκλησιαστική γλώσσα λέγεται ή γενική ή μερική κατάργησις της νηστείας. «Κ είς πάντα», δηλαδή γενική κατάργησις της νηστείας (συν Τετάρτη και Παρασκευή) γίνεται: Την πρώτη εβδομάδα του Τριωδίου (Τελώνου και Φαρισαίου), τη Διακαινήσιμο Εβδομάδα, την Εβδομάδα της Πεντηκοστής και το Δωδεκαήμερο των Χριστουγέννων (από 25 Δεκεμβρίου — 4 Ιανουαρίου).
«Κ ιχθύος», δηλαδή κατάργησις της νηστείας του ψαριού (μερική Κ) γίνεται: Τη Σαρακοστή των Χριστουγέννων, του Ευαγγελισμού (25 Μαρτίου), την Κυριακή των Βαΐων και τη νηστεία των Αγίων Αποστόλων.

***

Κατάνυξις. Από το ρ. «κατανύσσομαι», πού σημαίνει βαθιά συγκινούμαι και λυπούμαι.
Όρος της ορθόδοξης πνευματικότητος πού δηλώνει την κατάσταση του ανθρώπου, όταν συναισθάνεται βαθιά την αμαρτωλότητά του και συντρίβεται και μετανοεί γι' αυτήν.

***

Καταστατικός Χάρτης. Νόμος του Κράτους πού καθορίζει τον τρόπο της οργανώσεως και λειτουργίας της Εκκλησίας, μέσα στα πλαίσια της Πολιτείας. Σύμφωνα με τον ΚΧ πού ισχύει σήμερα και πού ψηφίσθηκε το 1977 από τη Βουλή των Ελλήνων, ή Εκκλησία της Ελλάδος θεωρείται «Νομικόν Πρόσωπον Δημοσίου Δικαίου» (Νόμος 590/1977, αρθ. 1 παραγρ. 4).
Ό ΚΧ ρυθμίζει επίσης την οργάνωση και λειτουργία της Ί. Συνόδου της Ιεραρχίας (κεφ. Β'), της διαρκούς Ί. Συνόδου (κεφ. Γ'), των Ενοριών, των Μονών κ.λ.π. και καθορίζει τη διοικητική διαίρεση της Εκκλησίας της Ελλάδος, τον τρόπο εκλογής του Αρχιεπισκόπου, των Μητροπολιτών κ.λ.π.

***

«Κατ' εικόνα». Ό όρος αυτός προέρχεται από το χωρίον Γεν. α' 26, «ποιήσωμεν άνθρωπον κατ' εικόνα ημετέραν» και αναφέρεται στο ένα από τα δύο και κυριότερο συστατικό του ανθρώπου, το πνεύμα (το άλλο συστατικό του ανθρώπου είναι το σώμα).
Το «κατ' εικόνα» αναφέρεται ειδικότερα στη λογικότητα και ελευθερία (= αυτεξούσιο), πού χαρακτηρίζει το ανθρώπινο πνεύμα. Αναλύοντας την έννοια αυτή θα μπορούσαμε να πούμε, ότι ο άνθρωπος είναι ον λογικό, δημιουργικό, κυρίαρχο, ελεύθερο και υπεύθυνο (βλ. αρχέγονος δικαιοσύνη, «καθ' ομοίωσιν»).
Το Προπατορικό αμάρτημα είχε σαν συνέπεια την «άμαύρωσι» και τη φθορά του «κατ' εικόνα», όχι όμως και την καταστροφή του (βλ. προορισμός). Το «κατ' εικόνα» παραμένει και μετά την Πτώσι, τραυματισμένο όμως και χωρίς τη προπτωτική λάμψη του. Γι' αυτό και ή αξία του μεταπτωτικοΰ ανθρώπου είναι δεδομένη. Παράδειγμα: Μια εικόνα, είτε από τα, χρόνια, είτε από κάποια πυρκαγιά, είναι μαυρισμένη, καπνισμένη και τα χρώματα της έχουν ξεθωριάσει. Δεν παύει όμως να έχει τη μεγάλη της αξία, ιδίως μάλιστα όταν ο είδικός επιστήμων την καθαρίσει και αποκαταστήσει στο «αρχαίο της κάλλος».
Το Ίδιο ισχύει καί για τις συνέπειες της πτώσεως στο «κατ' εικόνα» του ανθρώπου. Πρβλ. «ΕΙκών είμι της αρρήτου δόξης σου, ει καί στίγματα φέρω πταισμάτων». «Ό πάλαι μεν έκ μη όντων πλάσας με και είκόνι σου θεία τιμήσας, παραβάσει εντολής δε πάλιν με επιστρέψας είς γήν εξ ης έλήφθην, είς το καθ' όμοίωσιν έπανάγαγε, το αρχαίον κάλλος άναμορφώσασθαι» (από τη Νεκρώσιμο Ακολουθία).

***

Κατήχησις. Από το ρήμα «κατηχώ» πού σημαίνει «διδάσκω με δυνατή φωνή».
Ή Κ είναι μέρος της διδακτικής λειτουργίας της Εκκλησίας και έχει σκοπό την παρουσίαση των βασικών αληθειών της χριστιανικής πίστεως στους ανθρώπους κάθε ηλικίας και φύλου.
Ή Κ στην πρώτη Εκκλησία γινόταν σε όσους προσέρχονταν σ' αυτήν, άνδρες και γυναίκες, πού σχημάτιζαν μάλιστα και ολόκληρη τάξη, τους «Κατηχουμένους». Ή Κ γινόταν πάντοτε προ του Βαπτίσματος.
Ή Κ σήμερα, λόγω του νηπιοβαπτισμού (βλ. Βάπτισμα), γίνεται μετά το Βάπτισμα, κατά την παιδική και εφηβική ηλικία, στη Δημόσια Εκπαίδευση, με το μάθημα των Θρησκευτικών και στα Κατηχητικά Σχολεία της Εκκλησίας.

***

Κατηχητικά Σχολεία, Εκκλησιαστικά. Ή Κατήχησις της παιδικής και εφηβικής ηλικίας από το ΙΣΤ' αί. πήρε τη μορφή των Σχολείων, πού πρώτα εμφανίσθηκαν στην Αγγλία, με την ονομασία «Σχολεία της Κυριακής» (Sunday Schools). Από τις αρχές του Κ' αί. άρχισαν να λειτουργούν παρόμοια σχολεία και στην Ελλάδα, με την ονομασία Εκκλησιαστικά ΚΣ.
Σήμερα τα ΚΣ είναι επίσημος ποιμαντικός θεσμός της Εκκλησίας της Ελλάδος για την Κατήχηση των παιδιών και εφήβων. Τα ΚΣ διακρίνονται σε τρεις τύπους: Κατώτερο, για τους μαθητές Δ', Ε', καί ΣΤ' Δημοτικού, Μέσο, για τους μαθητές Α', Β' και Γ' Γυμνασίου και Ανώτερο, για τους μαθητές του Λυκείου.
Ή διδακτική ύλη των μαθημάτων των ΚΣ περιέχεται στα Κατηχητικά Βοηθήματα πού εκδίδει ή Εκκλησία (Αποστολική Διακονία). 0ι Κατηχηταί και Κατηχήτριαι είναι νέοι και νέες, συνήθως φοιτηταί, διδάσκαλοι, καθηγηταί κ.λ.π. και προσφέρουν δωρεάν τις υπηρεσίες τους για την κατήχηση της νεότητας.

***

Κελλίον. Από τη λατινική λ. cella = κελλάρι, θάλαμος. Κ λέγεται το δωμάτιο του ορθοδόξου Μοναχού ή μικρός οικίσκος πού διαμένουν 2-3 Μοναχοί (βλ. "Άθως).

***

Κένωσις. Από το ρήμα «κενόω»= αδειάζω. Το ουσιαστικό Κ σημαίνει την ενέργεια, με την οποίαν αδειάζει κανείς κάτι ή με την οποίαν άδειάζεται. Ό όρος Κ χρησιμοποιείται από τη Θεολογία για την ερμηνεία της συγκαταβάσεως και της ταπεινώσεως του Χριστού κατά την Ένσάρκωσι. Ή Ένσάρκωσις για το Χριστό ήταν ή άπογύμνωσις και ή άρνησις της δόξης, που είχε και του ανήκε δικαιωματικά μέσα στο χώρο της ζωής της Αγίας Τριάδος, και ταυτόχρονα ή αποδοχή της γήινης υπάρξεως της ταπεινώσεως, της δουλείας, του θανάτου (= Ακρα ταπείνωσις).
Και όλα αυτά για τη σωτηρία του ανθρώπου.

***

Κερί. Εισερχόμενοι στο Ναό κάνουμε το σταυρό μας με μικρή υπόκλιση λέγοντας μυστικώς: «Εισελεύσομαι εις τον Οίκον Σου, προσκυνήσω προς Ναόν Άγιον Σου εν φόβω Σου» (Ψαλ. ε', 8). Κατευθυνόμαστε, (εάν θέλουμε), στο παγκάρι και παίρνουμε 1 η 2 κεριά. (η συνήθεια να ανάβουμε πολλά κεριά είναι λανθασμένη νοοτροπία και δημιουργεί προβλήματα). Ένα προς τιμή του Χριστού, της Παναγίας και των Αγίων Του και ένα για τη σωτηρία των ψυχών των δικών μας, ζώντων και τεθνεώτων. Έτσι θα χωρεί το μανουάλι τα κεριά όλων, θα καίονται περισσότερη ώρα και δεν θα μπαίνει σε πειρασμό ο Νεωκόρος να τα μαζεύει γρήγορα πριν καούν (για... απόκερα!). Και όταν το ανάβουμε με πολλή ευλάβεια, προσευχόμενοι μπορούμε να λέμε: «Χριστέ μου, Συ είσαι το Φως του κόσμου. Βοήθησέ με ώστε και η ζωή μου να λιώνει από αγάπη προς τον πλησίον μου και να φωτίζει σαν το ταπεινό φως αυτού του κεριού.

***

Κηρίον. Κ και λαμπάδες χρησιμοποιούσαν οι) άνθρωποι κυρίως για φωτισμό, προ της ανακαλύψεως του ηλεκτρισμού. Για την ίδια ανάγκη χρησιμοποιούσαν τα Κ και οι Χριστιανοί στις Συνάξεις τους, Ιδίως τ)ς νυκτερινές (στις κατακόμβες κ.λ.π. βλ. Πραξ. κ' 8).
Σήμερα, το Κ όπως και το Καντήλι έχουν μόνο συμβολική σημασία και συμβολίζουν το Φως του Χριστού, τη φλόγα της πίστεως, την προσφορά και τη θυσία κ.λ.π.

***

Κήρυγμα. Ή αναγγελία του λόγου του Θεού πού γίνεται από τους απεσταλμένους (βλ. Απόστολος) του Χριστού και της Εκκλησίας. Το Κ είναι προφορικό (στο Ναό, στο ύπαιθρο, σε συγκεντρώσεις ανθρώπων) και γραπτό (βιβλία, έντυπα, φυλλάδια κ.λ.π.), και αναφέρεται σ' όλες τις ηλικίες των ανθρώπων.
Ιδιαίτερη σημασία έχει το Κ της Κυριακής πού γίνεται κατά τη Θ. Λειτουργία.
Το έργο του Κ υπηρετούν οι «Ιεροκήρυκες», πού είναι Ιερομόναχοι - Αρχιμανδρίται (βλ. Κλήρος), και οι Θεολόγοι, Κληρικοί και Λαϊκοί.

***

Κιβωτός της Διαθήκης (ή του Μαρτυρίου). Ξύλινο, φορητό κιβώτιο, καλυμμένο με καθαρό χρυσό, μέσα στο οποίο φυλάσσονταν οι δύο Πλάκες του Νόμου (Έξοδ. κε' 9-21, βλ. Δέκα Έντολαί). Ή ΚτΔ είχε διαστάσεις 1,5x1,5x2,5 πήχεις και έφερε τέσσερις χρυσούς κρίκους, μέσα από τους οποίους περνούσαν δύο ξύλινοι μοχλοί για την μεταφορά της. Το κατάχρυσο κάλυμμα της Κ λεγόταν Ιλαστήριο και στα δύο άκρα του υπήρχαν δύο χρυσά αγαλματίδια, πού παρίσταναν τα Χερουβείμ.
Όταν κατασκευάσθηκε ή Σκηνή του Μαρτυρίου, ή ΚτΔ τοποθετήθηκε στα Αγια των Αγίων.

***

Κλήρος. Ή μία από τις δύο τάξεις των μελών της Εκκλησίας (ή άλλη είναι ό λαός ή οι Λαϊκοί). 0ι Κληρικοί καθιερώνονται στο έργο της τελέσεως των Μυστηρίων και της ποιμάνσεως με τη Χειροτονία (βλ. Ίερωσύνη). Στον ανώτερο Κ υπάγονται ο Διάκονος, ό Πρεσβύτερος (Ιερεύς) και ο Επίσκοπος (Άρχιερεύς). Στον κατώτερο Κ ανήκουν ο Αναγνώστης, ο Ύποδιάκονος κ.λ.π.
Οι ορθόδοξοι Κληρικοί διακρίνονται σε αγάμους καί εγγάμους. Άγαμοι Κληρικοί είναι όσοι προέρχονται από την τάξη των Μοναχών, ονομάζονται δε Ιερομόναχοι ή Άρχιμανδρίται. Από την τάξη των αγάμων Κληρικών εκλέγονται οι Ορθόδοξοι Επίσκοποι (με απόφαση της Α' Οικουμενικής Συνόδου). 0ι έγγαμοι Κληρικοί προέρχονται από την τάξη των Λαϊκών και γίνονται συνήθως Εφημέριοι των Ενοριών (=κοσμικός Κ). Ό γάμος γίνεται προ της Χειροτονίας, διότι γάμος μετά τη Χειροτονία δεν επιτρέπεται.
0ι Ορθόδοξοι Αρχιερείς, ανάλογα με τη δικαιοδοσία τους, ονομάζονται Επίσκοποι (= βοηθοί Αρχιεπισκόπων), Μητροπολίται (= Επίσκοποι επαρχιών), Αρχιεπίσκοποι (= Επίσκοποι των Πρωτευουσών των διαφόρων χωρών), Πατριάρχαι (= Αρχιεπίσκοποι των αρχαίων Εκκλησιών). 0ι Πατριάρχαι Ρώμης και Αλεξανδρείας λέγονται και Πάπαι.
0ι Έλληνες ορθόδοξοι Κληρικοί φέρουν εδική εξωτερική ενδυμασία (ράσο, καλυμμαύχι), ενιαία για όλους τους βαθμούς. Διάκριση υπάρχει μόνο στα Ι. Άμφια, πού έχουν καθιερωθεί για κάθε βαθμό ξεχωριστά.
Αγαμία του Κ: Ή ΡΚ Εκκλησία από το Δ' αί., καθιέρωσε υποχρεωτικά την Αγαμία (βλ. Παρθενία) για τους Κληρικούς όλων των βαθμών. Ή ορθόδοξος Εκκλησία ακολουθεί την απόφαση της Α' Οικουμενικής Συνόδου, σύμφωνα με την οποία για τον πρώτο και δεύτερο βαθμό της Ιεροσύνης, ή Αγαμία δεν είναι υποχρεωτική, αλλά προαιρετική. Έτσι, οι Διάκονοι και οι Πρεσβύτεροι μπορούν ελεύθερα να νυμφεύωνται, προ της Χειροτονίας.
Ωστόσο, ή Εκκλησία επεφύλαξε στον εαυτό της το δικαίωμα να εκλέγει τους Επισκόπους της από την τάξη των Παρθένων, πού είναι απόλυτα αφιερωμένοι στο Χριστό και την Εκκλησία. Το μέτρο αυτό δεν έχει καμιά μομφή εναντίον του Γάμου, αλλά καθαρά πρακτική σημασία, για να είναι δηλ. οι Επίσκοποι απερίσπαστοι από οίκογενειακές μέριμνες, άφωσιωμένοι στο έργο της Εκκλησίας και Πατέρες όλων των πιστών.
Στις ορθόδοξες Εκκλησίες, Πρεσβύτεροι πού έχήρευσαν μπορούν να εκλεγούν Επίσκοποι. Προσφωνήσεις Κληρικών: Προσφωνούμε:

τον Οίκουμενικό Πατριάρχη: Παναγιώτατε!
τον Πατριάρχη: Μακαριώτατε!
τον Αρχιεπίσκοπο: Μακαριώτατε!
τον Αρχιεπίσκοπο Κρήτης, Αμερικής, Αυστραλίας: Σεβασμιώτατε!
το Μητροπολίτη: ΣεβασμιώτατεΙ
τον Επίσκοπο (βοηθό ή τιτουλάριο): Θεοφιλέστατε!
τον Αρχιμανδρίτη: Πανοσιώτατε!
τον Αρχιμανδρίτη (Θεολόγο): Πανοσιολογιώτατε!
τον Ιερομόναχο: Όσιώτατε!
τον Ιερομόναχο (Θεολόγο): Όσιολογιώτατε!
τον Μοναχό: Όσιώτατε!
τη Μοναχή: Όσιωτάτη!
τον Εφημέριο Ιερέα: Αιδεσιμώτατε!
τον Εφημέριο (Θεολόγο): Αίδεσιμολογιώτατε!
το Διάκονο: Ευλαβέστατε!
το Διάκονο (θεολόγο): Ίερολογιώτατε!

***

Κοινωνία των Αγίων. Ό θεολογικός αυτός όρος σε μετάφραση του λατινικού communio sanctorum αναφέρεται στην ενότητα και αλληλεγγύη των μελών του σώματος του Χριστού, δηλαδή της Εκκλησίας. Ή ένότης αυτή και αλληλεγγύη εκδηλώνονται μεταξύ των ζώντων μελών της Εκκλησίας, αλλά καί μεταξύ των ζώντων και κεκοιμημένων μελών της. Ή ένότης μεταξύ των μελών της στρατευόμενης και θριαμβευούσης Εκκλησίας εκφράζεται δια μέσου της προσευχής, πού κάνουν οι ζώντες υπέρ των κεκοιμημένων (βλ. Μνημόσυνον), και των πρεσβειών πού απευθύνουν οι Άγιοι στον ουρανό υπέρ των ζώντων (βλ. Μέση Κατάστασις).

***

Κοινωνία, θεία. ΘΚ λέγεται ή μετάδοσις της Θ. Ευχαριστίας, επειδή με το Ι. αυτό Μυστήριο οι πιστοί γίνονται κοινωνοί και μέτοχοι της ζωής, της αγάπης και της χαράς πού χαρακτηρίζουν τη θεία Κοινωνία της παναγίας Τριάδος.
Ό συνώνυμος όρος «θεία Μετάληψις» αναφέρεται στο γεγονός ότι οι πιστοί μεταλαμβάνουν το Σώμα και το Αίμα του Σωτήρος και Θεού μας Ιησού Χριστού.
0ι Μερίδες πού δίδονται στους πιστούς κατά τη ΘΚ, προέρχονται μόνο από τον Αμνό και όχι από τις άλλες μερίδες της Προσφοράς πού βρίσκονται επάνω στο άγιο Δισκάριο.

***

Κοινωνικόν. Κ λέγεται ό ύμνος πού ψάλλεται, κατά τη διάρκεια της θείας Κοινωνίας. Το πιο συνηθισμένα Κ είναι: «Του Δείπνου Σου του μυστικού», «Γεύσασθε καί ίδετε », «Σώμα Χριστού μεταλάβετε», «Ποτήριον σωτηρίου», «Αινείτε τον Κύριον», «Είς μνημόσυνον αίώνιον» κ.λ.π.

***

Κόλασις. Ό Ευαγγελικός όρος Κ (Ματθ. κε' 46) αναφέρεται στην έσχατολογική (βλ έσχατολογία) κατάστασι, στην οποία θα ζήσουν οι άνθρωποι πού ελεύθερα και οριστικά θα αρνηθούν τα άνοιγμα της υπάρξεως τους στην αγάπη του Θεού.
Ό όρος Κ έχει δύο έννοιες: Την έννοια της διορθώσεως (κόλασις = κλάδευμα των δένδρων, από το ρ. κολάζω = περικόπτω, περιορίζω, μετριάζω, διορθώνω) και την έννοια της τιμωρίας (κόλασις = τιμωρία, από τον Ίδιο ρ. τιμωρώ ή τιμωρούμαι = πάσχω βλάβην). Τη διαφορά μεταξύ του κολάζω και τιμωρούμαι ό Αριστοτέλης ορίζει ως εξής: Το «κολάζω» αποβλέπει στην τιμωρία του άδικήσαντος, το «τιμωρούμαι», στην Ικανοποίησι του άδικηθέντος (βλ. Λεξικόν Liddel Scott).
Ή έννοια (διόρθωσις ή τιμωρία) και ή διάρκεια (αίώνια ή όχι) της Κ είναι ασύλληπτα μυστήρια πού ή Ορθοδοξία προσεγγίζει με πίστη, δέος και προσευχή. «Ό υπολογισμός της έσχατολογίας δεν είναι μόνο ύπόθεσις της Ιστορίας, αλλά επίσης της σοφίας του Θεού» (Εύδοκίμοφ). Ωστόσο, ή διδασκαλία της Εκκλησίας μας είναι ομόφωνη στα εξής σημεία:
1) Ότι ή Κ δεν είναι ένα μέσο, με το όποιο ο Θεός θα τιμωρήσει τους ανθρώπους, αλλά μία έσχατολογική κατάστασις, στην οποία μπορεί να κατάληξη ό άνθρωπος, με την ελεύθερη και οριστική εκλογή του. Άλλωστε, ή ελεύθερη αυτή εκλογή του ανθρώπου ανάμεσα στην αγάπη του Θεού και την αγάπη του εαυτού του αρχίζει από την παρούσα φάσι της ζωής.

    Σημ. Ό αγ. Ιωάννης, ό Χρυσόστομος, σχολιάζοντας το χωρίο Ματθ. κε' 41, λέγει (Ομιλία 79η), ότι το «πυρ το αίώνιον» δεν ετοιμάσθηκε για τους ανθρώπους, αλλά για το διάβολο καί τους αγγέλους του καί ότι στο χωρίο αυτό ό Κύριος δεν είπε όπως για τη Βασιλεία του, ότι δηλαδή το πυρ ετοιμάσθηκε «από καταβολής κόσμου»!

2) ΟΙ δυσάρεστες καταστάσεις (οδύνη, λύπη, στεναγμός), πού θα συνοδεύουν τους αμαρτωλούς στην Κ (βλ. Λουκ ιστ' 24 εξ.), δεν θα προέρχωνται από το Θεό ούτε θα είναι μία «ικανοποίησις» της θείας Δικαιοσύνης ή «εξιλασμός» για τις αμαρτίες τους (βλ. Μέση Κατάστασις, Καθαρτήριον Πυρ). ΟΙ οδυνηρές αυτές καταστάσεις θα είναι συνέπειες της οριστικής άπομακρύνσεως των ανθρώπων από την πηγή της ζωής, το Θεό· θα είναι το κενό της υπάρξεως καί ή πτώχεια της καρδιάς τους, πού θα είναι ανίκανη πια ν' απάντηση στην αγάπη του Θεού (Εύδοκίμοφ).
3) Ή αγάπη του Θεού θα είναι παρούσα καί στην Κ. «0ι αμαρτωλοίδεν στερούνται από την αγάπη του Θεού» (Εύδοκίμοφ). Το δράμα καί το μαρτύριο εκείνων πού θα βρίσκωνται στην κατάστασι αυτή είναι ότι την αγάπη αυτή του Θεού θα βιώνουν σαν βασανισμό. «Το φως της δόξης του Θεού, πού οι Αγιοι θα απολαμβάνουν σαν χαρά, θα εί
ναι ταυτόχρονα για τους αμαρτωλούς το πυρ της κρίσεως » (από το κείμενον του Διαλόγου Ορθοδόξων - Άγγλικανών, Ιούλιος 1980).
4) «Είναι αδύνατο να μη δεχθούμε την ίδέα της Κ» (Ευδοκίμοφ). Ή ίδέα της Κ είναι απαραίτητο κίνητρο για τη σωτηρία του ανθρώπου.
Διότι έφ' όσον υπάρχει ή Κ, ό κάθε άνθρωπος βοηθείται σε μια προσπάθεια, ώστε ή ίδεα αυτή να μη γίνη πραγματικότητα στην ύπαρξη του.
5) «Ή Ορθόδοξη Εκκλησία στις προσευχές της Πεντηκοστής προσεύχεται ακόμη καί για εκείνους πού είναι στην Κ» (από το κείμενο τουΔιαλόγου, ενθ. ά. Βλ. Μνημόσυνα).
    Σημ. Ή δυτική χριστιανωσύνη θεώρησε το θέμα της Κ κάτω από ένα δικανικό πρίσμα καί μέσα στα πλαίσια μιας παιδαγωγίας εκφοβισμού καί τρόμου. Ή Ορθοδοξία, αντίθετα, το θέμα της Κ το θεωρεί περισσότερο μέσα στα πλαίσια της σταυρικής Χάριτος του Χριστού και της άπειρης φιλανθρωπίας του Θεού (= μέγα έλεος). Γι' αυτό καί το προσεγγίζει με σιωπή και προσευχή.
    Ή δυτική, επίσης, θρησκευτικότης χρησιμοποίησε το θέμα της Κ σαν μέσο καταπιέσεως των αντιφρονούντων Ι
    Μέσα στην ορθόδοξη πνευματικότητα, ο πιστός πιστεύει και ελπίζει στη σωτηρία όλων των ανθρώπων. Για το σκοπό αυτό προσεύχεται νύχτα και μέρα και δεν μπορεί να ησυχάσει στην Ιδέα, ότι καί ένας ακόμη άνθρωπος μπορεί να πάει στην Κ. Στην περίπτωση αυτή θα δεχόταν ο ίδιος να πάει στην Κ (Ρωμ. θ' 3), όπως ό Κύριος Ιησούς κατέβηκε στην κόλαση του Αδη καί έσωσε τους δέσμιους του (βλ. Κατηχητικόν Λόγον του άγ. Ιωάννου- Χρυσοστόμου: «Που σου, Αδη, το νίκος;»).

***

Κόλλυβα. Βυζαντινή ονομασία των ξηρών καρπών και του βρασμένου σιταριού. Ή προσφορά Κ στο Ναό έχει σχέση με το αρχαίο έθιμο των Απαρχών, γινόταν δε είτε στη μνήμη κάποιου Αγίου είτε σε μνημόσυνο κεκοιμημένου πιστού.
Ή προσφορά Κ στα μνημόσυνα είναι συμβολική και αναφέρεται στην κοινή Ανάστασι των νεκρών. Ό συμβολισμός αυτός προέρχεται από το λόγο του Κυρίου. «Εάν μη ό κόκκος του σίτου πεσών είς την γήν αποθάνει, αυτός μόνος μένει. Εάν δε αποθάνει πολύν καρπόν φέρει» (Ίω. ιβ' 24). Όπως δηλαδή ο σπόρος του σιταριού πού σπείρεται καί θάβεται στη γη, δεν χάνεται και δεν αφανίζεται, αλλά φυτρώνει καί ζή ξανά, έτσι καί ο άνθρωπος. Σπείρεται καί θάβεται στη γη, θ' αναστηθεί όμως άφθαρτος καί αθάνατος: «Σπείρεται εν φθορά, εγείρεται εν αφθαρσία», βεβαιώνει και ό απόστολος Παύλος (Α' Κορ. ιε' 42).
Μνημόσυνο με Κ δεν γίνεται σε Δεσποτικές εορτές, το Σάββατο του Λαζάρου και την Κυριακή του Θωμά.
    Σημ. Συνταγή για ένα πιάτο Κ: Υλικά: "Ένα ποτήρι σιτάρι, δύο φρυγανιές, λίγη μαύρη ή άσπρη σταφίδα, λίγα καρύδια και λίγη κανέλλα. Ετοιμασία: Μια μέρα πριν από το Μνημόσυνο, βράζουμε το σιτάρι πολύ, ώσπου ν' άνοίξη. Όταν κρυώσει τόσο, ώστε να μπορούμε να το πιάσομε με το χέρι, αρχίζαμε να το στύβομε, σφίγγοντας το πολύ, με τις δύο χούφτες μας. Το ζουμί το χύνουμε. Το στεγνό σιτάρι το ανακατεύομε έπειτα με το παξιμάδι (κοπανισμένο ψιλό) και τα καρύδια (κι' αυτά κοπανισμένα). Το βάζουμε απαραίτητα στο ψυγείο.
Το πρωί αφού ρίξομε τη σταφίδα {καλά πλυμένη και στεγνή) και την κανέλλα, απλώνουμε το σιτάρι σ' ένα πιάτο ή σ' ένα μικρό δίσκο και το σκεπάζουμε με αρκετή ψιλή ζάχαρη. Πάνω από τη ζάχαρη φτιάχνουν συνήθως διάφορες διακοσμήσεις (σταυρούς κ,λ.π.). Το πιάτο ή το δίσκο με τα Κ το πηγαίνουμε έπειτα στην Εκκλησία, για την Ακολουθία του Μνημόσυνου ή του Τρισαγίου.

***

Κομφουκιανισμός. Ό Κ είναι Θρησκεία των αρχαίων Κινέζων πού πρώτος συστηματοποίησε ό Κούνγκ (= οίκογενειακό όνομα) Φού-Τσέ (= διδάσκαλος, δηλαδή ό Διδάσκαλος της οίκογενείας Κούνγκ = Κομφούκιος).
Ό Κ είναι ειδωλολατρική, πολυθεϊστική Θρησκεία. Ό Κομφούκιος (551-479π.Χ.) διετύπωσε και κανόνες κοινωνικής συμπεριφοράς, για την αρμονική συμβίωση των ανθρώπων. Μεγάλη σημασία έδωσε στο σεβασμό των προγόνων (προγονολατρεία).

***

Κοντάκιον. Είδος εκκλησιαστικού Ύμνου πού εμφανίσθηκε τον Ε' αί. Είσηγητής του είναι ό Ρωμανός ό Μελωδός. Λέγεται Κ γιατί ή μεμβράνη, πάνω στην οποία ήταν γραμμένος ό ύμνος, τυλιγόταν γύρω από ένα κυλινδρικό ξύλο (βλ. Έίλητάριον).
Το Κ σαν ποιητικό είδος αποτελείται από ένα βασικό τροπάριο (πού λέγεται «προοίμιον»), το «Έφύμνιον» καί τους Οίκους (βλ. τροπάριον), τα τροπάρια των οποίων σχηματίζουν ακροστιχίδα (με το αλφάβητο ή κάποια φράσι).
Παράδειγμα: Κ του Ακάθιστου Ύμνου Προοίμιον: «Το προσταχθέν μυστικώς» Έφύμνιον: «Χαίρε, Νύμφη Άνύμφευτε» Οίκοι: Είκοσι τέσσαρες (24) 'Ακροστιχίς: Το αλφάβητο (Α-Ω)
Σήμερα Κ λέγεται καί το τροπάριο (= «προοίμιον») πού διαβάζεται σε εμμελή απαγγελία, μαζί με τον Οίκο, μετά την ΣΤ' Ωδή του Όρθρου.
Κ της Ημέρας: Είναι το Κ πού αναφέρεται στον Άγιο της Εβδομάδος καί βρίσκεται στο Μ. Ώρολόγιον.

***

Κόσμος. Στη βιβλική και θεολογική ορολογία, ή λ. Κ έχει δύο έννοιες: Ή μία είναι ουδέτερη και αναφέρεται στο σύνολο της Δημιουργίας (= σύμπαν) ή δεύτερη είναι αρνητική καί αναφέρεται στις εγκόσμιες δυνάμεις του κακού πού έχθρεύονται και πολεμούν το θέλημα και το έργο του Θεού. Ή άντίδρασις αυτή των άντιθέων δυνάμεων δεν είναι παρά επίγεια έκφρασις καί συνέχισις της επαναστάσεως πού συνέβη στον πνευματικό κόσμο των Αγγέλων (βλ. δαίμονες) και στο μικρόκοσμο, τον Ανθρωπο (βλ. προπατορικόν αμάρτημα, Κοσμογονία).

***

Κοσμογονία. Ό όρος Κ αναφέρεται στη δημιουργία του Σύμπαντος (βλ. Κόσμος). Για την Κ έχομε δύο πηγές: την Άγία Γραφή καί τίς διάφορες επιστημονικές θεωρίες για την προέλευσι του κόσμου.
Ή ΑΓ μιλάει για την Κ στο Α' Κεφάλαιο της Γενέσεως (Π. Διαθήκη), όπου γίνεται λόγος για τη δημιουργία του κόσμου από το Θεό σε Έξι μέρες (= «Εξαήμερος του Μωϋσέως»).
Ή Επιστήμη δέχεται, ότι το Σύμπαν δημιουργήθηκε πρίν 10-15 δισεκατομμύρια χρόνια καί ή Γη, πρίν 5 δισεκατομμύρια χρόνια!
Εν όψει των επιστημονικών αυτών δεδομένων, πώς εξηγείται ή διδασκαλία της Βίβλου για την «Εξαήμερο» Κοσμογονία; Μήπως εδώ υπάρχει άντίθεσις μεταξύ Επιστήμης καί Θρησκείας;
Ή άπάντησις είναι αρνητική. Διότι, κάθε κοσμογονική «ήμερα» της ΑΓ δεν είναι 24ωρη, αλλά μεγάλη χρονική περίοδος, πού καλύπτει εκατομμύρια χρόνια! Την ερμηνεία αυτή δίνει ή Εκκλησία στο κείμενο της «Εξαημέρου» από την εποχή του Μ. Βασιλείου, πού πρώτος έγραψε το περίφημο ομώνυμο έργο.
Την ουσιαστική σύμπτωση της Αγίας Γραφής και της Επιστήμης δείχνει ο Πίνακας, πού βρίσκεται στο Παράρτημα του Λεξικού.

***

Κουρά. Εκκλησιαστική Ακολουθία πού γίνεται κατά την είσοδο ενός Λαϊκού (άνδρα ή γυναίκας) στήν τάξη των Μοναχών. Λέγεται Κ γιατί, στα παλιά χρόνια, στην Ακολουθία αυτή έκοβαν τελείως τα μαλλιά του υποψηφίου Μοναχού ή Μοναχής, σε ένδειξι απόλυτης άφιερώσεως στο Θεό (πρβλ. καί Πραξ. ιη' 18), αλλά καί οριστικής αποδεσμεύσεως από τις κοσμικές συνήθειες (τον καλλωπισμό κ.λ.π.).
Ή Κ γίνεται με Χειροθεσία, ή Τάξις της οποίας βρίσκεται στο Μεγάλο Ευχολόγιο.

***

Κρίσις. Έσχατολογικό (βλ. Έσχατολογία) γεγονός πού συνδέεται με τη Β' Παρουσία του Χρίστου καί την κοινή Ανάσταση (βλ. Άνάστασις νεκρών).
Κατά τη χριστιανική διδασκαλία, μετά την όλοκλήρωσι της Ιστορίας καί την τελική καί οριστική Νίκη του Ιησού Χριστού εναντίον των άντιθέων δυνάμεων, θ' άκολουθήση ή Κ των ανθρώπων, με κριτήριο τη συμμετοχή τους στο καλό ή το κακό καί, ιδιαίτερα, την άσκησι ή μη της χριστιανικής αγάπης (βλ. Ματθ. κε')·
 

***

Κυριακοδρόμιον. Κυρ. στην εκκλησιαστική γλώσσα λέγεται ή ετήσια σειρά των Αναγνωσμάτων της Κυριακής (των Έωθινών Ευαγγελίων, των Αποστόλων καί των Ευαγγελίων της Θ. Λειτουργίας), καθώς επίσης καί ή ετήσια σειρά των Ηχων της Κυριακής.
Κυρ. λέγονται επίσης καί βιβλία πού αναπτύσσουν ή ερμηνεύουν τα κείμενα της ετήσιας σειράς των Αποστόλων ή των Ευαγγελίων της Κυριακής.
 

 

 

 

Πίσω Αρχική σελίδα